Στη διάρκεια
του Εθνικού Διχασμού της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όσοι
θεωρούσαν ότι το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας που προωθούσε ο Βενιζέλος
μέσω της εμπλοκής της Αθήνας στο πλευρό της Αντάντ (Γαλλία, Βρετανία και
Ρωσία) ήταν μια υψηλού κινδύνου φυγή προς τα εμπρός, συμπύκνωσαν τη
θέση τους στη φράση: «Μικρά πλην έντιμος Ελλάς». Σήμερα στη Γερμανία μια
βαρύνουσα όλο και περισσότερο μερίδα κοινής γνώμης και ελίτ
φαντασιώνεται τη χώρα ως «Μεγάλη Ελβετία», αυτάρκη, εσωστρεφή,
ευτυχισμένη με το status quo.Οταν κατέρρευσε το
Τείχος του Βερολίνου τον Νοέμβριο του 1989, τότε προέβαλε το δίλημμα
γερμανική Ευρώπη ή ευρωπαϊκή Γερμανία. Μέχρι την κρίση της Ευρωζώνης
όλοι είχαν πειστεί ότι η απάντηση ήταν ευρωπαϊκή Γερμανία. Στη συνέχεια,
η υπό δρακόντειους και ταπεινωτικούς όρους συνδρομή του Βερολίνου στις
χώρες που έχαναν την πρόσβαση στις αγορές έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι
είχε φτάσει η ώρα της γερμανικής Ευρώπης.
Ο πραγματικός κίνδυνος ήταν, όπως απεδείχθη, αλλού, καθώς μια ολοένα και πιο βαρύνουσα μερίδα της κοινής γνώμης και της ελίτ ήθελε την ακινησία του status quo στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση: αλά καρτ ευρωπαϊκή ή εθνική προσέγγιση - οριοθέτηση της αλληλεγγύης καθώς η ιδέα της αμοιβαιοποίησης του κινδύνου μέσω εγγυήσεων ή κοινού δανεισμού με ευρωομόλογο προέβαλλε τόσο απεχθής όσο και η εμπλοκή γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων σε υπερπόντιες επιχειρήσεις.
Σήμερα η Μέρκελ βλέπει να αμφισβητείται η παραμονή της στην καγκελαρία λόγω των χειρισμών της στο Προσφυγικό, μέσω των οποίων επιχείρησε να ανακτήσει τη χαμένη στην κρίση της Ευρωζώνης ευρωπαϊκή αξιοπιστία του Βερολίνου. Σε μεγάλο, όμως, βαθμό η αλλεργία της κοινής γνώμης σε στήριξη των εταίρων που έχουν πρόβλημα δανεισμού και σήμερα σε αλληλεγγύη στους πρόσφυγες, που μαζί συνθέτουν έναν ιδιότυπο νεο-απομονωτισμό, είναι αποτέλεσμα των επιλογών της κυβέρνησης συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών - Φιλελευθέρων στην περίοδο 2009-13.
Οταν ξέσπασε η κρίση στην Ευρωζώνη, η Μέρκελ, που δεν είχε τη βούληση για περαιτέρω εμβάθυνση της συνοχής και της αλληλεγγύης, προέτασσε ως επιχείρημα την ανυπαρξία δυνατότητας λόγω της αρνητικής στάσης της κοινής γνώμης. Ποιος, άλλωστε, έχει ξεχάσει ότι για να ανάψει πράσινο φως στη διάσωση της Αθήνας έπρεπε πρώτα να διεξαχθούν εκλογές στη Βόρεια Ρηνανία - Βεστφαλία την άνοιξη του 2010;
Οποια και αν ήταν η πραγματική διάσταση των διαθέσεων της κοινής γνώμης, η κυβέρνηση στο Βερολίνο τη μετέτρεψε σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία: όταν η Μέρκελ δεν είχε τη βούληση για περισσότερη αλληλεγγύη στην Ευρωζώνη, ισχυριζόταν ότι δεν έχει τη δυνατότητα, ενώ σήμερα που θέλει να δεσμεύσει και τους «28» της ΕΕ σε μια κοινή και αλληλέγγυα στάση στο Προσφυγικό έχοντας τη βούληση, διαπιστώνει ότι δεν έχει τη δυνατότητα.
Τηρουμένων των αναλογιών, η Γερμανία του 2015 απέναντι στην πρόκληση του Προσφυγικού αλλά και την πρόκληση εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αρχής γενομένης από την Ευρωζώνη, θυμίζει τη Γαλλία, η οποία το 1954 απέρριψε στη Βουλή την Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα και τον Κοινό Ευρωπαϊκό Στράτο, που η ίδια είχε προτείνει για να εμποδίσει τον επανεξοπλισμό της Δυτικής Γερμανίας. Ακόμη πιο πολύ θυμίζει τις ΗΠΑ το καλοκαίρι του 1920, όταν η Γερουσία στην Ουάσιγκτον απέρριψε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, που ήταν σε μεγάλο βαθμό έργο του προέδρου των ΗΠΑ Ουίλσον και εγκλώβισε για δύο δεκαετίες τη χώρα στον απομονωτισμό.
Ο πραγματικός κίνδυνος ήταν, όπως απεδείχθη, αλλού, καθώς μια ολοένα και πιο βαρύνουσα μερίδα της κοινής γνώμης και της ελίτ ήθελε την ακινησία του status quo στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση: αλά καρτ ευρωπαϊκή ή εθνική προσέγγιση - οριοθέτηση της αλληλεγγύης καθώς η ιδέα της αμοιβαιοποίησης του κινδύνου μέσω εγγυήσεων ή κοινού δανεισμού με ευρωομόλογο προέβαλλε τόσο απεχθής όσο και η εμπλοκή γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων σε υπερπόντιες επιχειρήσεις.
Σήμερα η Μέρκελ βλέπει να αμφισβητείται η παραμονή της στην καγκελαρία λόγω των χειρισμών της στο Προσφυγικό, μέσω των οποίων επιχείρησε να ανακτήσει τη χαμένη στην κρίση της Ευρωζώνης ευρωπαϊκή αξιοπιστία του Βερολίνου. Σε μεγάλο, όμως, βαθμό η αλλεργία της κοινής γνώμης σε στήριξη των εταίρων που έχουν πρόβλημα δανεισμού και σήμερα σε αλληλεγγύη στους πρόσφυγες, που μαζί συνθέτουν έναν ιδιότυπο νεο-απομονωτισμό, είναι αποτέλεσμα των επιλογών της κυβέρνησης συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών - Φιλελευθέρων στην περίοδο 2009-13.
Οταν ξέσπασε η κρίση στην Ευρωζώνη, η Μέρκελ, που δεν είχε τη βούληση για περαιτέρω εμβάθυνση της συνοχής και της αλληλεγγύης, προέτασσε ως επιχείρημα την ανυπαρξία δυνατότητας λόγω της αρνητικής στάσης της κοινής γνώμης. Ποιος, άλλωστε, έχει ξεχάσει ότι για να ανάψει πράσινο φως στη διάσωση της Αθήνας έπρεπε πρώτα να διεξαχθούν εκλογές στη Βόρεια Ρηνανία - Βεστφαλία την άνοιξη του 2010;
Οποια και αν ήταν η πραγματική διάσταση των διαθέσεων της κοινής γνώμης, η κυβέρνηση στο Βερολίνο τη μετέτρεψε σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία: όταν η Μέρκελ δεν είχε τη βούληση για περισσότερη αλληλεγγύη στην Ευρωζώνη, ισχυριζόταν ότι δεν έχει τη δυνατότητα, ενώ σήμερα που θέλει να δεσμεύσει και τους «28» της ΕΕ σε μια κοινή και αλληλέγγυα στάση στο Προσφυγικό έχοντας τη βούληση, διαπιστώνει ότι δεν έχει τη δυνατότητα.
Τηρουμένων των αναλογιών, η Γερμανία του 2015 απέναντι στην πρόκληση του Προσφυγικού αλλά και την πρόκληση εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αρχής γενομένης από την Ευρωζώνη, θυμίζει τη Γαλλία, η οποία το 1954 απέρριψε στη Βουλή την Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα και τον Κοινό Ευρωπαϊκό Στράτο, που η ίδια είχε προτείνει για να εμποδίσει τον επανεξοπλισμό της Δυτικής Γερμανίας. Ακόμη πιο πολύ θυμίζει τις ΗΠΑ το καλοκαίρι του 1920, όταν η Γερουσία στην Ουάσιγκτον απέρριψε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, που ήταν σε μεγάλο βαθμό έργο του προέδρου των ΗΠΑ Ουίλσον και εγκλώβισε για δύο δεκαετίες τη χώρα στον απομονωτισμό.