Συντάκτης: Αντα Ψαρρά-Ήταν το 2011 όταν ο τότε
υπουργός προστασίας του πολίτη Χρήστος Παπουτσής ανακοίνωνε την πρόθεση
ανέγερσης σε 12,5 χλμ. του τείχους του Έβρου για την αποτροπή εισροών
μεταναστών και προσφύγων από την Τουρκία. Ο κ. Χρ. Παπουτσής δήλωνε ότι
«η κυβέρνηση έχει την απόλυτη υποχρέωση να προστατέψει τα δικαιώματα των
Ελλήνων πολιτών και όσων κατοικούν νόμιμα στην Ελλάδα. Αυτό απαιτεί η
συνταγματική τάξη της χώρας μας και ο νομικός πολιτισμός μας. Αυτό
απαιτεί η υποχρέωσή μας προς την Ε.Ε, ως μια κοινότητα αξιών που
εγγυάται την ασφάλεια, την κοινωνική ειρήνη, τη συνοχή και την
αλληλεγγύη».
«Τα όποια μέτρα θα πρέπει να είναι σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία
και τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ε.Ε., δηλ. να γίνονται σεβαστά τα
ανθρώπινα δικαιώματα των μεταναστών και να εξετάζονται τα αιτήματα για
παροχή ασύλου, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Οι φράχτες και τα
τείχη δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά μακροπρόθεσμα στην αντιμετώπιση
των μεταναστευτικών ροών» σχολίαζε η Κομισιόν.
Η Διεθνής Αμνηστία αποκήρυσσε τα σχέδια της ελληνικής κυβέρνησης επικαλούμενη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο ειδικός της οργάνωσης Βόλφγκανγκ Γκρεντς δήλωσε στην εφημερίδα Frankfurter Rundschau πως η Ε.Ε. μετεξελίσσεται σε νήσο πλουσίων, η οποία θωρακίζεται από ανθρώπους που δραπετεύουν από φτώχεια και διώξεις. Δριμεία κριτική ασκούσε ο γερμανικός Τύπος στην απόφαση της Αθήνας για την κατασκευή του φράχτη. «Το μεταναστευτικό κύμα θα μεταφερθεί σε άλλα σημεία του ποταμού Έβρου ή στο Αιγαίο», επισήμαινε τότε η εφημερίδα Zeit (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 4/1/2011). Και είχε τόσο δίκιο!
Το τείχος κόστισε πάνω από 5 εκατ. ευρώ από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων (την ώρα που έκλειναν κοινωνικές δομές και νοσοκομεία) ενώ η Ε.Ε. αρνήθηκε να το συγχρηματοδοτήσει και με εξαίρεση την Αριστερά όλοι το καλωσόρισαν μέσα στο κλίμα του φόβου «για την εγκληματικότητα των αλλοδαπών και τη λαθρομετανάστευση», το αγαπημένο δηλαδή θέμα των ΜΜΕ.
Την ίδια στιγμή, ενώ με την ολοκλήρωση της κατασκευής οι κυβερνητικοί παράγοντες πανηγύριζαν για τη μείωση των εισροών «λαθρομεταναστών» άρχιζαν τα φαρμακονήσια. Ακόμα οι μεγάλες προσφυγικές ροές δεν είχαν ξεκινήσει, ενώ η ελληνική φιλοξενία περιοριζόταν στις Αμυγδαλέζες και στις «σκούπες». Φτάσαμε έτσι στο 2015 με συνεχή πογκρόμ σε εξαθλιωμένους ανθρώπους και μηδενικές σχεδόν προσπάθειες να αντιμετωπιστεί σε πλαίσια ανθρώπινης αξιοπρέπειας, το πρόβλημα των προσφύγων και των μεταναστών. Οι ακραίες φωνές, ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία κόπασαν (προσωρινά) μόλις η φωτογραφία του νεκρού προσφυγόπουλου μπήκε στα δελτία και στις καρδιές των πολιτών.
Με τον ίδιο τρόπο κόπασαν και οι κορώνες για τον ΣΥΡΙΖΑ που δήθεν έστειλε το μήνυμα «ανοίξαμε και σας περιμένουμε» όπως δήλωναν πρώην κυβερνητικοί παράγοντες και το σύνολο των ΜΜΕ. Τα πράγματα όμως είχαν αλλάξει πριν από μήνες την ώρα που η πρώην υπουργός μετανάστευσης προσπαθούσε να πληροφορήσει τους πολίτες ότι οι πρόσφυγες των πολέμων έχουν αγγίξει τα 2 εκ. στα παράλια της Τουρκίας ενώ ταυτόχρονα από το πουθενά προσπαθούσε να στήσει εκείνες τις στοιχειώδεις δομές για να υποδεχτούν τα κύματα που άρχισαν να φτάνουν στα νησιά και να φεύγουν κατά εκατοντάδες μέσα στη νύχτα για τα σύνορα. Σε όλη εκείνη την περίοδο κανείς πέρα από τους «γνωστούς αγνώστους» και εξαρχής πολέμιους του τείχους δεν έβαζε θέμα να γκρεμιστεί.
Το καλοκαίρι τα πράγματα άλλαξαν οι ροές δεκαπλασιάστηκαν και η μία μετά την άλλη χώρες της Ε.Ε. και ειδικά εκείνες στις οποίες κυριαρχούν μισαλλόδοξες, εθνικιστικές και ουσιαστικά αντιευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις άρχισαν να υψώνουν τα τείχη ή να απειλούν ότι σε δεδομένη στιγμή θα κλείσουν τα σύνορα. Χρειάστηκαν πρωτοβουλίες από πρωθυπουργούς (Ελλάδας και Ιταλίας) και αρχηγούς κρατών (Γερμανία, Γαλλία κλπ.) για να σημάνει το καμπανάκι στην Ε.Ε.
Μετά άρχισε το παζάρι και οι διαπραγματεύσεις, άρχισαν ξανά οι επαφές με την Τουρκία, άρχισαν συζητήσεις για τον πόλεμο στη Συρία, άρχισε να διαμορφώνεται ένας νέος χάρτης με αναδιάταξη πολιτικών δυνάμεων σύμφωνα με τους τρόπους αντιμετώπισης της τεράστιας ανθρωπιστικής κρίσης. Η Ελλάδα, ως πύλη της Ε.Ε., άρχισε όμως και να πενθεί πρόσφυγες στο Αιγαίο, με τα μικρά παιδιά να ξεβράζονται σε αγκαλιές και παραλίες.
Η Ελλάδα αναζητάει βοήθεια για τη διαχείριση και η βοήθεια δεν έχει ακόμα φτάσει ούτε για τους περίφημους σταθμούς ταυτοποίησης αλλά ούτε καν για τη σίτιση και τα κέντρα φιλοξενίας. Τα πλοία με το αζημίωτο δέχτηκαν να μεταφέρουν τους πρόσφυγες στην ενδοχώρα και αυτοί με τη σειρά τους να ανηφορίζουν με δικά τους έξοδα προς τα σύνορα. Παράλληλα υπάρχουν ευτυχώς αρκετά βελτιωμένες συνθήκες ολιγοήμερης διαβίωσης σε κάποιους χώρους.
Οι πρόσφυγες που παραμένουν στην Τουρκία είναι εκατοντάδες χιλιάδες και τρομάζουν όλοι στη σκέψη του τι θα γίνει αν κάποια γειτονική χώρα κλείσει ξαφνικά τα σύνορά της όταν δεν υπάρχουν ακόμα οι προϋποθέσεις φιλοξενίας πολλών χιλιάδων ανθρώπων στη χώρα μας για μεγαλύτερο διάστημα και με τη δεδομένη την οικονομική συγκυρία.
Δεν παύει όμως έστω κι έτσι να είναι αναγκαία μια ασφαλής διάβαση που να αποτρέπει τη φρίκη των πνιγμών με τα σαπιοκάραβα. Το αίτημα διατυπώνεται πλέον όχι μόνο από τους φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις ΜΚΟ που στέκονται δίπλα στους πρόσφυγες αλλά και από πολλές πολιτικές δυνάμεις στην Ε.Ε. και στην Ελλάδα. Τα κράτη είναι υποχρεωμένα να συνεννοηθούν και να αναλάβουν αυτήν την ευθύνη απέναντι στη μακάβρια πραγματικότητα. Δεν υπάρχει άλλη διέξοδος πέρα από τη συνεννόηση.
O Έβρος οφείλει να ανοίξει σήμερα ένα ασφαλές πέρασμα ώστε να σταματήσει η αλυσίδα νεκρών προσφύγων στη θάλασσα. Πρέπει ταυτόχρονα να υπάρξουν πολλές δομές για να τους υποδεχτούν, κοινωνικές πρωτοβουλίες για να τους βοηθήσουν και ανοιχτά σύνορα για να περάσουν και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Πρέπει ακόμα τα περάσματα να γίνουν πολλά, να υπάρξουν πλοία και τραίνα για να μεταφέρουν με ασφάλεια πρόσφυγες από την Τουρκία σε άλλες χώρες που δεν αντιμετωπίζουν συνθήκες πολέμου. Πρέπει ακόμα κι αυτό είναι μια από τις σοβαρές πτυχές του όλου προβλήματος να αναζητηθούν εκείνοι που διαχειρίζονται όλο τον πλούτο, τα «μετρητά» της Συρίας που έφυγε μαζί με τους πολίτες και πήγε στις τσέπες των πολυεθνικών δικτύων διακίνησης ανθρώπων. Τις τράπεζες και τις χώρες που υποδέχονται καθημερινά τα αμύθητα ποσά και τα αποταμιεύουν ενώ την ίδια στιγμή δεν έχουν «χώρο» για μερικές χιλιάδες ανθρώπων.
Όσο κι αν τα ανέξοδα λόγια ή οι κριτικές ή οι φοβικές αντιδράσεις μοιάζουν ευκολότερες είναι η στιγμή που πρέπει όλοι να σκεφτούν ποιο είναι εκείνο το βήμα που θα βοηθήσει αληθινά τους πρόσφυγες κι όχι την κυβέρνηση, την αντιπολίτευση ή την επανάσταση. Εδώ θα δοκιμαστεί στην πράξη η αληθινή αναζήτηση λύσης για να «σωθούν τα μωρουδέλια» χωρίς υποσημειώσεις και χωρίς υστεροβουλίες.
Η Διεθνής Αμνηστία αποκήρυσσε τα σχέδια της ελληνικής κυβέρνησης επικαλούμενη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο ειδικός της οργάνωσης Βόλφγκανγκ Γκρεντς δήλωσε στην εφημερίδα Frankfurter Rundschau πως η Ε.Ε. μετεξελίσσεται σε νήσο πλουσίων, η οποία θωρακίζεται από ανθρώπους που δραπετεύουν από φτώχεια και διώξεις. Δριμεία κριτική ασκούσε ο γερμανικός Τύπος στην απόφαση της Αθήνας για την κατασκευή του φράχτη. «Το μεταναστευτικό κύμα θα μεταφερθεί σε άλλα σημεία του ποταμού Έβρου ή στο Αιγαίο», επισήμαινε τότε η εφημερίδα Zeit (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 4/1/2011). Και είχε τόσο δίκιο!
Το τείχος κόστισε πάνω από 5 εκατ. ευρώ από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων (την ώρα που έκλειναν κοινωνικές δομές και νοσοκομεία) ενώ η Ε.Ε. αρνήθηκε να το συγχρηματοδοτήσει και με εξαίρεση την Αριστερά όλοι το καλωσόρισαν μέσα στο κλίμα του φόβου «για την εγκληματικότητα των αλλοδαπών και τη λαθρομετανάστευση», το αγαπημένο δηλαδή θέμα των ΜΜΕ.
Την ίδια στιγμή, ενώ με την ολοκλήρωση της κατασκευής οι κυβερνητικοί παράγοντες πανηγύριζαν για τη μείωση των εισροών «λαθρομεταναστών» άρχιζαν τα φαρμακονήσια. Ακόμα οι μεγάλες προσφυγικές ροές δεν είχαν ξεκινήσει, ενώ η ελληνική φιλοξενία περιοριζόταν στις Αμυγδαλέζες και στις «σκούπες». Φτάσαμε έτσι στο 2015 με συνεχή πογκρόμ σε εξαθλιωμένους ανθρώπους και μηδενικές σχεδόν προσπάθειες να αντιμετωπιστεί σε πλαίσια ανθρώπινης αξιοπρέπειας, το πρόβλημα των προσφύγων και των μεταναστών. Οι ακραίες φωνές, ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία κόπασαν (προσωρινά) μόλις η φωτογραφία του νεκρού προσφυγόπουλου μπήκε στα δελτία και στις καρδιές των πολιτών.
Με τον ίδιο τρόπο κόπασαν και οι κορώνες για τον ΣΥΡΙΖΑ που δήθεν έστειλε το μήνυμα «ανοίξαμε και σας περιμένουμε» όπως δήλωναν πρώην κυβερνητικοί παράγοντες και το σύνολο των ΜΜΕ. Τα πράγματα όμως είχαν αλλάξει πριν από μήνες την ώρα που η πρώην υπουργός μετανάστευσης προσπαθούσε να πληροφορήσει τους πολίτες ότι οι πρόσφυγες των πολέμων έχουν αγγίξει τα 2 εκ. στα παράλια της Τουρκίας ενώ ταυτόχρονα από το πουθενά προσπαθούσε να στήσει εκείνες τις στοιχειώδεις δομές για να υποδεχτούν τα κύματα που άρχισαν να φτάνουν στα νησιά και να φεύγουν κατά εκατοντάδες μέσα στη νύχτα για τα σύνορα. Σε όλη εκείνη την περίοδο κανείς πέρα από τους «γνωστούς αγνώστους» και εξαρχής πολέμιους του τείχους δεν έβαζε θέμα να γκρεμιστεί.
Το καλοκαίρι τα πράγματα άλλαξαν οι ροές δεκαπλασιάστηκαν και η μία μετά την άλλη χώρες της Ε.Ε. και ειδικά εκείνες στις οποίες κυριαρχούν μισαλλόδοξες, εθνικιστικές και ουσιαστικά αντιευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις άρχισαν να υψώνουν τα τείχη ή να απειλούν ότι σε δεδομένη στιγμή θα κλείσουν τα σύνορα. Χρειάστηκαν πρωτοβουλίες από πρωθυπουργούς (Ελλάδας και Ιταλίας) και αρχηγούς κρατών (Γερμανία, Γαλλία κλπ.) για να σημάνει το καμπανάκι στην Ε.Ε.
Μετά άρχισε το παζάρι και οι διαπραγματεύσεις, άρχισαν ξανά οι επαφές με την Τουρκία, άρχισαν συζητήσεις για τον πόλεμο στη Συρία, άρχισε να διαμορφώνεται ένας νέος χάρτης με αναδιάταξη πολιτικών δυνάμεων σύμφωνα με τους τρόπους αντιμετώπισης της τεράστιας ανθρωπιστικής κρίσης. Η Ελλάδα, ως πύλη της Ε.Ε., άρχισε όμως και να πενθεί πρόσφυγες στο Αιγαίο, με τα μικρά παιδιά να ξεβράζονται σε αγκαλιές και παραλίες.
Η Ελλάδα αναζητάει βοήθεια για τη διαχείριση και η βοήθεια δεν έχει ακόμα φτάσει ούτε για τους περίφημους σταθμούς ταυτοποίησης αλλά ούτε καν για τη σίτιση και τα κέντρα φιλοξενίας. Τα πλοία με το αζημίωτο δέχτηκαν να μεταφέρουν τους πρόσφυγες στην ενδοχώρα και αυτοί με τη σειρά τους να ανηφορίζουν με δικά τους έξοδα προς τα σύνορα. Παράλληλα υπάρχουν ευτυχώς αρκετά βελτιωμένες συνθήκες ολιγοήμερης διαβίωσης σε κάποιους χώρους.
Οι πρόσφυγες που παραμένουν στην Τουρκία είναι εκατοντάδες χιλιάδες και τρομάζουν όλοι στη σκέψη του τι θα γίνει αν κάποια γειτονική χώρα κλείσει ξαφνικά τα σύνορά της όταν δεν υπάρχουν ακόμα οι προϋποθέσεις φιλοξενίας πολλών χιλιάδων ανθρώπων στη χώρα μας για μεγαλύτερο διάστημα και με τη δεδομένη την οικονομική συγκυρία.
Δεν παύει όμως έστω κι έτσι να είναι αναγκαία μια ασφαλής διάβαση που να αποτρέπει τη φρίκη των πνιγμών με τα σαπιοκάραβα. Το αίτημα διατυπώνεται πλέον όχι μόνο από τους φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις ΜΚΟ που στέκονται δίπλα στους πρόσφυγες αλλά και από πολλές πολιτικές δυνάμεις στην Ε.Ε. και στην Ελλάδα. Τα κράτη είναι υποχρεωμένα να συνεννοηθούν και να αναλάβουν αυτήν την ευθύνη απέναντι στη μακάβρια πραγματικότητα. Δεν υπάρχει άλλη διέξοδος πέρα από τη συνεννόηση.
O Έβρος οφείλει να ανοίξει σήμερα ένα ασφαλές πέρασμα ώστε να σταματήσει η αλυσίδα νεκρών προσφύγων στη θάλασσα. Πρέπει ταυτόχρονα να υπάρξουν πολλές δομές για να τους υποδεχτούν, κοινωνικές πρωτοβουλίες για να τους βοηθήσουν και ανοιχτά σύνορα για να περάσουν και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Πρέπει ακόμα τα περάσματα να γίνουν πολλά, να υπάρξουν πλοία και τραίνα για να μεταφέρουν με ασφάλεια πρόσφυγες από την Τουρκία σε άλλες χώρες που δεν αντιμετωπίζουν συνθήκες πολέμου. Πρέπει ακόμα κι αυτό είναι μια από τις σοβαρές πτυχές του όλου προβλήματος να αναζητηθούν εκείνοι που διαχειρίζονται όλο τον πλούτο, τα «μετρητά» της Συρίας που έφυγε μαζί με τους πολίτες και πήγε στις τσέπες των πολυεθνικών δικτύων διακίνησης ανθρώπων. Τις τράπεζες και τις χώρες που υποδέχονται καθημερινά τα αμύθητα ποσά και τα αποταμιεύουν ενώ την ίδια στιγμή δεν έχουν «χώρο» για μερικές χιλιάδες ανθρώπων.
Όσο κι αν τα ανέξοδα λόγια ή οι κριτικές ή οι φοβικές αντιδράσεις μοιάζουν ευκολότερες είναι η στιγμή που πρέπει όλοι να σκεφτούν ποιο είναι εκείνο το βήμα που θα βοηθήσει αληθινά τους πρόσφυγες κι όχι την κυβέρνηση, την αντιπολίτευση ή την επανάσταση. Εδώ θα δοκιμαστεί στην πράξη η αληθινή αναζήτηση λύσης για να «σωθούν τα μωρουδέλια» χωρίς υποσημειώσεις και χωρίς υστεροβουλίες.