Είναι η τέταρτη φορά στην
Iστορία μας που μαχόμαστε εναντίον πολύ ισχυρών. Το 1821 όλη η Ευρώπη
ήταν ενάντια στους Ελληνες με τους λίγους αρχικά φιλέλληνες να αποτελούν
τις ωραίες εξαιρέσεις. Το 1940 συγκρουστήκαμε με δύο πανίσχυρες
στρατιωτικές δυνάμεις όταν ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες είχαν ήδη ηττηθεί ή
ευθέως παραδοθεί χωρίς να πολεμήσουν. Το 1941 ξεπεράσαμε το δίλημμα
συνδιαλλαγή ή αντίσταση στους ναζί δημιουργώντας την μεγάλη ΕΑΜική
αντίσταση. Και τώρα το δημοψήφισμα.Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος επισφραγίζει μια σημαντική πολιτική
νίκη τακτικής σημασίας για την Ελλάδα, για το θαρραλέο 61,3 % των
Ελληνίδων και των Ελλήνων πολιτών, την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. και τον
πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Και φυσικά το αποτέλεσμα αποτελεί μια καθαρή τακτική ήττα για το θλιβερό αντιδραστικό τρίο του νεοφιλελευθερισμού που κυβερνάει την Ευρώπη: Μέρκελ, Σόιμπλε, Γκάμπριελ και τα εξαρτήματά τους στην ευρωζώνη. Για να βρει κανείς μια ανάλογης εμβέλειας ήττα της Γερμανίας στην Ιστορία, ήττα όχι στρατηγική αλλά μεγάλης τακτικής σημασίας, πρέπει να ανατρέξει στις πρώτες μεγάλες ήττες των ναζί στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αν για τη γερμανική ηγεσία το αποτέλεσμα του ελληνικού δημοψηφίσματος αποτελεί σημαίνουσα τακτική ήττα, για τους ιθαγενείς αχυρανθρώπους της συνιστά ολοκληρωτική συντριβή. Σαμαράς, Βενιζέλος, Γεννηματά, Θεοδωράκης, τα στελέχη τους, οι βουλευτές τους, τα κόμματά τους, οι τραπεζίτες και μαζί όλος ο βούρκος της έντυπης, τηλεοπτικής και ραδιοφωνικής δημοσιογραφίας, οι κρατικοδίαιτοι ιδιοκτήτες των Μέσων και τα εντεταλμένα δημοσιογραφικά όργανά τους.
Από αυτούς δεν θα ήταν σωστό να λησμονηθεί ο αξιοθρήνητος κ. Κουτσούμπας και η ηγεσία του ΚΚΕ, αυτοί που πρόθυμα ταυτίστηκαν με τον Σόιμπλε και τον Σαμαρά τσαλαπατώντας όλη την ιστορία των παλαιών κομμουνιστών.
Τι ακριβώς διεκδικούσαν οι πάσης φύσεως ηγεσίες του «ναι»; Μα, την πλήρη παράδοση. Την πλήρη και οριστική παράδοση της πολιτικής κυριαρχίας της χώρας στη γερμανική κυβέρνηση.
Και μαζί την παράδοση των περίπου δύο τρίτων των Ελλήνων, των απόλυτα και σχετικά αδύνατων κοινωνικών στρωμάτων, βορά στην περαιτέρω εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης λιτότητας στην χώρα, αλλά με τους ίδιους να απολαμβάνουν τα προνόμια της διαφθοράς, της κρατικοδίαιτης αγοράς, όπως στα πέντε χρόνια των μνημονίων. Αυτό είναι το τμήμα του ελληνικού αστισμού, εκείνο που υποστήριξε το χαζό Μένουμε Ευρώπη.
Ωστόσο οι κοινωνικές δυναμικές, που διαμορφώνονται διαρκώς από τις εκλογές του 2012 και εντάθηκαν τους μήνες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛΛ., οδήγησαν αλλού τα πράγματα. Στους πέντε μήνες από τις εκλογές η ελληνική κυβέρνηση κατόρθωσε να βγάλει από το περιθώριο το ελληνικό ζήτημα, να το καταστήσει ευρωπαϊκό και να αποενοχοποιήσει τους Ελληνες που καθυβρίζονταν επί χρόνια από όλους τους τενόρους του νεοφιλελευθερισμού, και ιδίως τα ελληνικά και γερμανικά δημοσιογραφικά Μέσα με άψογη γκεμπελική μέθοδο.
Κατόρθωσε επίσης να θέσει στο επίκεντρο της κριτικής τόσο τις τράπεζες όσο και τον άγριο νεοφιλελευθερισμό της γερμανικής κυβέρνησης, μασκαρεμένο με τη δημοσιονομική ευσέβεια, παγιδεύοντάς την έτσι σε μια άρρητη εθνική πολιτική σύγκρουση Ελλάδας Γερμανίας.
Η ελληνική κυβέρνηση προκάλεσε και διαχειρίστηκε πολιτικές μάχες ενάντια στη νεοφιλελεύθερη Ευρώπη της λιτότητας και των κανιβαλικών κοινωνικών και εθνικών ανισοτήτων, αντιτάσσοντας τη δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη και την Ευρώπη της αλληλεγγύης.
Σε αυτή τη διαδικασία η ελληνική κυβέρνηση κέρδισε εσωτερικά και διεθνώς το ηθικό πλεονέκτημα πλήρως. Και με το δημοψήφισμα, ενάντια σε μια λυσσαλέα εσωτερική και διεθνή αντίδραση και ιδίως των εγχώριων διαπλεκόμενων μαζί με το ευρωπαϊκό ιερατείο, η ελληνική κυβέρνηση επισφράγισε μαζί με την ηθική και την πολιτική της ηγεμονία στη χώρα την ηθική της ηγεμονία στην Ευρώπη, στον κόσμο όλο.
Ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας έθεσε τα ζητήματα του εκδημοκρατισμού της ευρωζώνης, των ιδρυτικών αρχών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τα οποία το νεοφιλελεύθερο ευρωπαϊκό ιερατείο με επικεφαλής την τρικομματική κυβέρνηση της Γερμανίας έχουν καταπατήσει κυνικά προκειμένου να κυριαρχήσει. Ετσι, χάρη στο υπέροχο θάρρος των σχεδόν δύο τρίτων των Ελληνίδων και Ελλήνων πολιτών που ψήφισαν «όχι», ανοίγει επιτέλους η κρίση της ευρωζώνης.
Τι θα πουν στους πολίτες τους οι κυβερνήσεις των χωρών του μνημονίου και της λιτότητας μετά το δημοψήφισμα των Ελλήνων; Και κυρίως τι θα πουν οι πολίτες αυτών και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, περιλαμβανομένων των Γερμανών, στις κυβερνήσεις τους; Πόσο θα κρατήσει η κρίση, πόσο δύσκολα θα είναι για εμάς;
Οι θεμελιωτές του ελληνικού έθνους αντιτάχθηκαν σε ασύγκριτα δυσκολότερες συνθήκες και διατράνωσαν σε όλη την Ευρώπη πως «η κεφαλή μας η κλίνουσα τον αυχένα υπό τον ζυγόν, τον απετίναξε και άλλο δεν φρονεί, ει μη την Ελευθερίαν.
..
Η γλώσσα μας η αδυνατούσα εις το να προφέρη λόγον, εκτός των ανωφελών παρακλήσεων προς εξιλέωσιν των βαρβάρων τυράννων, τώρα μεγαλοφώνως φωνάζει και κάμνει να αντηχή ο αήρ το γλυκύτατον όνομα της Ελευθερίας. Προειδοποίησις εις τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς, εκ μέρους του φιλογενούς αρχιστρατήγου των Σπαρτιατικών στρατευμάτων Πέτρου Μαυρομιχάλη και της Μεσσηνιακής Συγκλήτου. Μαρτίου 23 του έτους 1821».
Και νίκησαν.
* Ομότιμος καθηγητής Iστορίας, Ιόνιο Πανεπιστήμιο
Και φυσικά το αποτέλεσμα αποτελεί μια καθαρή τακτική ήττα για το θλιβερό αντιδραστικό τρίο του νεοφιλελευθερισμού που κυβερνάει την Ευρώπη: Μέρκελ, Σόιμπλε, Γκάμπριελ και τα εξαρτήματά τους στην ευρωζώνη. Για να βρει κανείς μια ανάλογης εμβέλειας ήττα της Γερμανίας στην Ιστορία, ήττα όχι στρατηγική αλλά μεγάλης τακτικής σημασίας, πρέπει να ανατρέξει στις πρώτες μεγάλες ήττες των ναζί στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αν για τη γερμανική ηγεσία το αποτέλεσμα του ελληνικού δημοψηφίσματος αποτελεί σημαίνουσα τακτική ήττα, για τους ιθαγενείς αχυρανθρώπους της συνιστά ολοκληρωτική συντριβή. Σαμαράς, Βενιζέλος, Γεννηματά, Θεοδωράκης, τα στελέχη τους, οι βουλευτές τους, τα κόμματά τους, οι τραπεζίτες και μαζί όλος ο βούρκος της έντυπης, τηλεοπτικής και ραδιοφωνικής δημοσιογραφίας, οι κρατικοδίαιτοι ιδιοκτήτες των Μέσων και τα εντεταλμένα δημοσιογραφικά όργανά τους.
Από αυτούς δεν θα ήταν σωστό να λησμονηθεί ο αξιοθρήνητος κ. Κουτσούμπας και η ηγεσία του ΚΚΕ, αυτοί που πρόθυμα ταυτίστηκαν με τον Σόιμπλε και τον Σαμαρά τσαλαπατώντας όλη την ιστορία των παλαιών κομμουνιστών.
Τι ακριβώς διεκδικούσαν οι πάσης φύσεως ηγεσίες του «ναι»; Μα, την πλήρη παράδοση. Την πλήρη και οριστική παράδοση της πολιτικής κυριαρχίας της χώρας στη γερμανική κυβέρνηση.
Και μαζί την παράδοση των περίπου δύο τρίτων των Ελλήνων, των απόλυτα και σχετικά αδύνατων κοινωνικών στρωμάτων, βορά στην περαιτέρω εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης λιτότητας στην χώρα, αλλά με τους ίδιους να απολαμβάνουν τα προνόμια της διαφθοράς, της κρατικοδίαιτης αγοράς, όπως στα πέντε χρόνια των μνημονίων. Αυτό είναι το τμήμα του ελληνικού αστισμού, εκείνο που υποστήριξε το χαζό Μένουμε Ευρώπη.
Ωστόσο οι κοινωνικές δυναμικές, που διαμορφώνονται διαρκώς από τις εκλογές του 2012 και εντάθηκαν τους μήνες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛΛ., οδήγησαν αλλού τα πράγματα. Στους πέντε μήνες από τις εκλογές η ελληνική κυβέρνηση κατόρθωσε να βγάλει από το περιθώριο το ελληνικό ζήτημα, να το καταστήσει ευρωπαϊκό και να αποενοχοποιήσει τους Ελληνες που καθυβρίζονταν επί χρόνια από όλους τους τενόρους του νεοφιλελευθερισμού, και ιδίως τα ελληνικά και γερμανικά δημοσιογραφικά Μέσα με άψογη γκεμπελική μέθοδο.
Κατόρθωσε επίσης να θέσει στο επίκεντρο της κριτικής τόσο τις τράπεζες όσο και τον άγριο νεοφιλελευθερισμό της γερμανικής κυβέρνησης, μασκαρεμένο με τη δημοσιονομική ευσέβεια, παγιδεύοντάς την έτσι σε μια άρρητη εθνική πολιτική σύγκρουση Ελλάδας Γερμανίας.
Η ελληνική κυβέρνηση προκάλεσε και διαχειρίστηκε πολιτικές μάχες ενάντια στη νεοφιλελεύθερη Ευρώπη της λιτότητας και των κανιβαλικών κοινωνικών και εθνικών ανισοτήτων, αντιτάσσοντας τη δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη και την Ευρώπη της αλληλεγγύης.
Σε αυτή τη διαδικασία η ελληνική κυβέρνηση κέρδισε εσωτερικά και διεθνώς το ηθικό πλεονέκτημα πλήρως. Και με το δημοψήφισμα, ενάντια σε μια λυσσαλέα εσωτερική και διεθνή αντίδραση και ιδίως των εγχώριων διαπλεκόμενων μαζί με το ευρωπαϊκό ιερατείο, η ελληνική κυβέρνηση επισφράγισε μαζί με την ηθική και την πολιτική της ηγεμονία στη χώρα την ηθική της ηγεμονία στην Ευρώπη, στον κόσμο όλο.
Ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας έθεσε τα ζητήματα του εκδημοκρατισμού της ευρωζώνης, των ιδρυτικών αρχών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τα οποία το νεοφιλελεύθερο ευρωπαϊκό ιερατείο με επικεφαλής την τρικομματική κυβέρνηση της Γερμανίας έχουν καταπατήσει κυνικά προκειμένου να κυριαρχήσει. Ετσι, χάρη στο υπέροχο θάρρος των σχεδόν δύο τρίτων των Ελληνίδων και Ελλήνων πολιτών που ψήφισαν «όχι», ανοίγει επιτέλους η κρίση της ευρωζώνης.
Τι θα πουν στους πολίτες τους οι κυβερνήσεις των χωρών του μνημονίου και της λιτότητας μετά το δημοψήφισμα των Ελλήνων; Και κυρίως τι θα πουν οι πολίτες αυτών και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, περιλαμβανομένων των Γερμανών, στις κυβερνήσεις τους; Πόσο θα κρατήσει η κρίση, πόσο δύσκολα θα είναι για εμάς;
Οι θεμελιωτές του ελληνικού έθνους αντιτάχθηκαν σε ασύγκριτα δυσκολότερες συνθήκες και διατράνωσαν σε όλη την Ευρώπη πως «η κεφαλή μας η κλίνουσα τον αυχένα υπό τον ζυγόν, τον απετίναξε και άλλο δεν φρονεί, ει μη την Ελευθερίαν.
..
Η γλώσσα μας η αδυνατούσα εις το να προφέρη λόγον, εκτός των ανωφελών παρακλήσεων προς εξιλέωσιν των βαρβάρων τυράννων, τώρα μεγαλοφώνως φωνάζει και κάμνει να αντηχή ο αήρ το γλυκύτατον όνομα της Ελευθερίας. Προειδοποίησις εις τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς, εκ μέρους του φιλογενούς αρχιστρατήγου των Σπαρτιατικών στρατευμάτων Πέτρου Μαυρομιχάλη και της Μεσσηνιακής Συγκλήτου. Μαρτίου 23 του έτους 1821».
Και νίκησαν.
* Ομότιμος καθηγητής Iστορίας, Ιόνιο Πανεπιστήμιο