Το «Κυνήγι του Ελαφιού» έχει τεράστιο ενδιαφέρον για τον κοινωνικό επιστήμονα αλλά και τον πολίτη, αφού αποτυπώνει την πραγματική δυναμική ενός οργανωμένου κοινωνικού συνόλου· τη δυνατότητά του να συνεργάζεται για το κοινό καλό ή την τάση του να αποστασιοποιείται, να απομονώνεται και να αναζητά την επίτευξη ευτελών στόχων, που στο τέλος της ημέρας δεν θα ικανοποιήσουν ούτε μέρος των προσωπικών αναγκών του. Αν τοποθετήσουμε τους εαυτούς μας ως ελληνική κοινωνία στο αφήγημα του Ρουσό, θα διαπιστώσουμε ότι όχι μόνο επιλέγουμε απευθείας τον λαγό, αλλά και είμαστε έτοιμοι να κάνουμε φασαρία για να διώξουμε το ελάφι, ώστε να μην μπορεί να το κυνηγήσει και ο άλλος. Εχουμε εγκλωβιστεί στη μεταφυσική «φούσκα» της ήσσονος προσπάθειας και στο δόγμα «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα».
Είναι φανερό ότι δεν μπορούμε να πάμε και πολύ πιο πέρα με αυτά τα χαρακτηριστικά, είτε διότι τα αναπτύξαμε στην πορεία, λόγω της ελλειμματικής σχέσης μας με τον Διαφωτισμό και την αστική συνείδηση, είτε γιατί η συγκρουσιακή πολιτική κουλτούρα, που δεν αποδέχεται το συνεργατικό μοντέλο, αλλά μόνο τον βαθύ και απόλυτο διχασμό μεταξύ ημών και αλλήλων, χαρακτηρίζει τον τρόπο λειτουργίας μας σε συνειδησιακό αλλά και εμπράγματο επίπεδο. Το χειρότερο, μάλιστα, είναι ότι είμαστε πεπεισμένοι πως εξωγενείς παράγοντες, τα κακά πνεύματα του δάσους, μας αναγκάζουν να κυνηγούμε διασπασμένοι λαγούς και όχι ενωμένοι ελάφια, διευρύνοντας τον μύθο ενός περιούσιου λαού, τον οποίο τάχα μισούν και εχθρεύονται όλοι.
Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Και δεν μπορεί να είναι έτσι, γιατί διαφορετικά δεν θα υπήρχε η δυνατότητα να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα. Πίστη σ' εμάς χρειαζόμαστε και στον διπλανό μας, και όραμα ότι θα μπούμε ξανά στο δάσος για να κυνηγήσουμε ελάφια και όχι λαγούς. Κοινωνική και πολιτική ενότητα χρειάζεται μπροστά στις δύσκολες συγκυρίες, για να βγούμε ξανά στο ξέφωτο του δάσους.
Σπύρος Λίτσας