07 Μαΐου 2015

Η (ΧΡΗΣΙΜΗ) «ΤΟΥΜΠΑ» ΤΣΙΠΡΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ

Εικόνα: Αλέξανδρος ΤάρκαςΑλέξανδρος ΤάρκαςΣε αντίθεση με τους εσωτερικούς υπολογισμούς, την αναποφασιστικότητα ή και (τώρα πια) τη φοβία λήψης της απόφασης συμβιβασμού ή ρήξης με τους δανειστές, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας εδέησε, τουλάχιστον, να προσχωρήσει στο στρατόπεδο όσων τον καλούσαν, εδώ και χρόνια, να στηρίξει μια δυναμική διπλωματική και αμυντική πολιτική της Ελλάδας στη ΝΑ Μεσόγειο.
Ο πρωθυπουργός συμμετείχε προ εβδομάδος, στη Λευκωσία, στη β' τριμερή σύνοδο Ελλάδας - Κύπρου - Αιγύπτου, εγκαταλείποντας την ανούσια (αν όχι κωμική, υπό το πρίσμα της εξωτερικής πολιτικής) κριτική του ΣΥΡΙΖΑ κατά του προέδρου Ελ Σίσι. Τον Ιούλιο του 2013, το τμήμα εξωτερικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ έκρινε ότι «το πραξικόπημα (σ.σ. του Ελ Σίσι) λειτουργεί ως "αμορτισέρ" έναντι του λαϊκού κύματος οργής» και εξέφραζε «αλληλεγγύη στις αριστερές δυνάμεις του αιγυπτιακού λαού που παλεύουν κατά των ξένων ιμπεριαλιστικών συμφερόντων». Υπογράμμιζε ακόμα ότι χρειαζόταν «εντατικοποίηση των λαϊκών αγώνων, ώστε να αποκρουστεί η επιβουλή του ΔΝΤ», καταδικάζοντας την αντίδραση της Ε.Ε. σαν «υποτονική και αναποτελεσματική». Εναν μήνα αργότερα, ο ίδιος ο κ. Τσίπρας τόνιζε ότι «οι ισχυροί της Δύσης δεν έχουν αντανακλαστικά στη μαζική σφαγή ισλαμιστών οπαδών του Μόρσι από το κοσμικό στρατιωτικό καθεστώς».
Ευτυχώς, ο σημερινός πρωθυπουργός ξέχασε τα περί «σφαγών» και «ιμπεριαλιστών», δηλώνοντας, την περασμένη Τετάρτη, ότι «στην κατεύθυνση της πολύπλευρης ενίσχυσης της ιστορικής σχέσης Ελλάδας - Αιγύπτου κινήθηκε και η σημαντική, πρώτη συνάντησή μου με τον Αιγύπτιο πρόεδρο κ. Ελ Σίσι». Κάλλιο αργά, παρά ποτέ! Ο κύριος Τσίπρας συνειδητοποίησε αφενός ότι τα συμφέροντα της Ελλάδας είναι ανώτερα του παρακράτους των «Αδελφών Μουσουλμάνων» που εξουδετέρωσε ο Ελ Σίσι (με τη στήριξη διαδηλώσεων από εκατομμύρια πολίτες) και αφετέρου ότι η διμερής συνεργασία Αθήνας - Καΐρου αποτελεί ανάχωμα στην ισλαμική βία και σπάνια ευκαιρία οικονομικής και στρατιωτικής συνεργασίας.

Ωστόσο, το πρώτο (ενθαρρυντικό) δείγμα γραφής δεν θα αποδειχθεί αρκετό, αν η ελληνική κυβέρνηση δεν ξεκαθαρίσει την πολιτική της σε δύο μείζονα θέματα:
- Πρώτον, στην -ιδεολογική και πρακτική- αντιμετώπιση της τρομοκρατίας. Η Αίγυπτος, που έχει υποστεί τη φρίκη του ISIS με αποκεφαλισμούς και βομβιστικές ενέργειες, δεν θα στηρίξει με θέρμη τη συνεργασία με την Αθήνα και τη Λευκωσία όσο η κυβέρνηση Τσίπρα δεν υιοθετεί σαφή αντιτρομοκρατική πολιτική. Είναι ενδεικτικό ότι ο Ελ Σίσι έχει κάνει, από το φθινόπωρο του 2014, μια ουσιαστική χειρονομία για το Οικόπεδο 10 της αιγυπτιακής ΑΟΖ (ώστε να μην ανακύψουν προβλήματα στην αντίστοιχη ελληνική), αλλά, όπως αναφέρουν εγκυρότατες πηγές, δεν πολυβιάζεται για την οριοθέτηση προτού πειστεί για τις προθέσεις της Αθήνας. Ταυτόχρονα, εξαρτά την έναρξη κοινού αμυντικού σχεδιασμού από την προηγούμενη οριοθέτηση της ΑΟΖ, δείχνοντας ότι τα διαμειφθέντα στη Λευκωσία ήταν χρήσιμα, αλλά όχι αρκετά.

- Δεύτερον, η κυβέρνηση Τσίπρα χρειάζεται να οριστικοποιήσει την πολιτική της και έναντι του Ισραήλ, καθώς εκκρεμούν το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας των δύο χωρών και οι τελικές αποφάσεις για την ενεργειακή συνεργασία. Το ιδανικό σενάριο προβλέπει την ένταξη και του Ισραήλ στο σχήμα Ελλάδας - Κύπρου - Αιγύπτου, αλλά -αν αυτό δεν καταστεί δυνατό- μια παράλληλη, ανεξάρτητη συνεργασία του θα μεταβάλει τους συσχετισμούς.

Η αλλαγή συσχετισμών στη ΝΑ Μεσόγειο στηρίζεται και από τις ΗΠΑ, αλλά οι διαμορφωτές της πολιτικής τους παραμένουν εξαιρετικά επιφυλακτικοί έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Οι φήμες περί στήριξης του κ. Τσίπρα (σαν υποτιθέμενο αντίβαρο στην ευρωζώνη και την καγκελάριο Μέρκελ) δεν είχαν ποτέ ίχνος αληθείας και η υπερεκμετάλλευση των δηλώσεων Ομπάμα για την ελληνική οικονομία είχε προκαλέσει έκπληξη στην Ουάσινγκτον, αλλά η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά την υπόθεση Ξηρού. Η ειρωνεία της όλης υπόθεσης είναι ότι το Μαξίμου επέμεινε στις θέσεις του για τον τρομοκράτη, ακριβώς την ώρα που ο υπουργός Εξωτερικών θα παρουσίαζε το ελληνικό σχέδιο για τη ΝΑ Μεσόγειο στον Αμερικανό ομόλογό του.

Aλέξανδρος Τάρκας
*Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.