Μενέλαος Τασιόπουλος Η
πρόταση του υφυπουργού Οικονομικών της Ρωσίας προς την Αθήνα για
συμμετοχή της Ελλάδας στο αναπτυξιακό ταμείο της Ευρασίας και των BRICS,
ανάλογο του ΔΝΤ, και συναλλαγές σε ρούβλι δείχνει τη διεθνή
κινητικότητα για μια νέα παγκόσμια ισορροπία ισχύος. Το λάθος που έχουν
κάνει οι Ευρωπαίοι από το 2010, να μετατρέψουν την Ελλάδα σε ένα διεθνές
«πειραματόζωο», όπου επί της χρεοκοπίας της να δοκιμάζονται μοντέλα
διάσωσης και να συγκροτούνται διεθνείς θεσμοί διαχείρισης οικονομικών
και νομισματικών κρίσεων, βρίσκει την προοπτική του.Διαφαίνεται
όχι μόνο από τη ρωσική πρόταση αλλά και από την αρθρογραφία διεθνών
αναλυτών και διανοουμένων, όπως για παράδειγμα του Λεονίντ Μπερσίντσκι
στο Bloomberg υπό τον εύγλωττο τίτλο «Bailout... για την Ελλάδα από
εταιρίες-κολοσσούς». Οφείλεται επιπλέον στο γεγονός ότι το πολιτικό και
οικονομικό - τραπεζικό - επιχειρηματικό σύστημα της χώρας δεν είναι σε
θέση να οργανώσει και, πολύ περισσότερο, να συντονίσει και να εφαρμόσει
μια μακροπρόθεσμη στρατηγική εντός ή εκτός ευρώ, ενώ το ιερατείο των
Βρυξελλών, με τη δική του μεθοδολογία, το μόνο που πέτυχε είναι να
αυξήσει το ούτως ή άλλως από το 2009 μη βιώσιμο χρέος κατά 50% μέσα σε
ελάχιστα χρόνια, αποσαθρώνοντας ταυτόχρονα την όποια παραγωγική βάση και
κρατική δομή της χώρας.
Στην παρούσα φάση, η συζήτηση για την Ελλάδα σε επίπεδο Eurogroup έχει ένα σχετικό ενδιαφέρον, αφού για ακόμα μία φορά στο επίπεδο μέτρα - νέα δάνεια επιδιώκεται η σταθεροποίησή της όχι ως προοπτική οικονομίας της ζώνης αλλά προς αποφυγή μιας επιπλέον χρεοκοπίας στο όριο του default ως προς την αποπληρωμή των χρεών προς τους πιστωτές της. Αρα με ένα ποσό 30-50 δισ. ευρώ η Ελλάδα να βρει τον δρόμο της εντός ευρώ, ώστε να μην εκθέτει την ηγετική ομάδα χωρών της ζώνης.
Το σπουδαίο όμως δεν μπορεί να είναι κάτι τέτοιο, που ούτως ή άλλως έχει δοκιμαστεί και αποτύχει, αλλά και δεν δίνει από μόνο του καμία προοπτική. Η Ελλάδα, με τη νέα κυβέρνησή της ή με έναν ευρύτερο συνασπισμό πολιτικών δυνάμεων σε συνεννόηση, θα πρέπει να επιδιώξει την ένταξή της στο διεθνές σύστημα με όρους εθνικής επιλογής που θα την καθορίσουν, αξιοποιώντας τα δεδομένα της διεθνούς πολιτικής σε επίπεδο G8. Για παράδειγμα, η Ελλάδα έχει λόγους να υποστηρίξει πλέον το τέλος της γερμανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη, με τη διεύρυνση της δυτικής ζώνης μέσα από την προώθηση και υποστήριξη της Διατλαντικής Εμπορικής και Επενδυτικής Εταιρικής Σχέσης με τις ΗΠΑ, την περίφημη TTIP.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα ταυτόχρονα δεν μπορεί να σταθεί στο πλευρό της Γερμανίας, στο εγχείρημα της Μέρκελ για συγκρότηση ζώνης ελεύθερου εμπορίου, ή οικονομικής συνεργασίας με τη Ρωσία. Αν το συμφέρον της Ελλάδας συμπλέει με το τέλος της έντασης στην Ουκρανία και με τη διεύρυνση των σχέσεων Ευρώπης - Ρωσίας και Ρωσίας - ΗΠΑ, έτσι όπως εξελίσσονται οι δεύτερες μετά τις συζητήσεις Κέρι - Λαβρόφ στο Σότσι, η Ελλάδα θα πρέπει να το επιχειρήσει. Οχι όμως μόνη της και όχι στη βάση της απομάκρυνσής της από τη «δυτική συμμαχία».
Ακόμη και για τη Μόσχα ή το Πεκίνο, η Ελλάδα έχει μεγαλύτερη αξία εντός του ευρώ. Ακόμη και στη διατλαντική σχέση Ευρώπης - ΗΠΑ, αν δεχτούμε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να βρει διέξοδο στην προοπτική της οικονομίας της ως «ευρωπαϊκή βάση» εταιριών-κολοσσών, όπως των Apple, Microsoft, Google, Cisco, που θα μπορούσαν να αγοράσουν μέρος του χρέους της, ώστε αυτό να γίνει βιώσιμο, για να έχουν μόνιμο ειδικό καθεστώς εντός ευρώ με βάση την Ελλάδα, αυτό μπορεί να επιδιωχθεί μόνο στη βάση του άξονα Ε.Ε. - ΝΑΤΟ. Από εκεί και πέρα, η Ελλάδα μπορεί να είναι κράτος με διεθνές κορπορατικό προφίλ, βάση headquarter διεθνών τραπεζών και εμπορίου μέσα από τον τεράστιο εμπορικό ναυτικό στόλο της.
Μενέλαος Τασιόπουλος
Στην παρούσα φάση, η συζήτηση για την Ελλάδα σε επίπεδο Eurogroup έχει ένα σχετικό ενδιαφέρον, αφού για ακόμα μία φορά στο επίπεδο μέτρα - νέα δάνεια επιδιώκεται η σταθεροποίησή της όχι ως προοπτική οικονομίας της ζώνης αλλά προς αποφυγή μιας επιπλέον χρεοκοπίας στο όριο του default ως προς την αποπληρωμή των χρεών προς τους πιστωτές της. Αρα με ένα ποσό 30-50 δισ. ευρώ η Ελλάδα να βρει τον δρόμο της εντός ευρώ, ώστε να μην εκθέτει την ηγετική ομάδα χωρών της ζώνης.
Το σπουδαίο όμως δεν μπορεί να είναι κάτι τέτοιο, που ούτως ή άλλως έχει δοκιμαστεί και αποτύχει, αλλά και δεν δίνει από μόνο του καμία προοπτική. Η Ελλάδα, με τη νέα κυβέρνησή της ή με έναν ευρύτερο συνασπισμό πολιτικών δυνάμεων σε συνεννόηση, θα πρέπει να επιδιώξει την ένταξή της στο διεθνές σύστημα με όρους εθνικής επιλογής που θα την καθορίσουν, αξιοποιώντας τα δεδομένα της διεθνούς πολιτικής σε επίπεδο G8. Για παράδειγμα, η Ελλάδα έχει λόγους να υποστηρίξει πλέον το τέλος της γερμανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη, με τη διεύρυνση της δυτικής ζώνης μέσα από την προώθηση και υποστήριξη της Διατλαντικής Εμπορικής και Επενδυτικής Εταιρικής Σχέσης με τις ΗΠΑ, την περίφημη TTIP.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα ταυτόχρονα δεν μπορεί να σταθεί στο πλευρό της Γερμανίας, στο εγχείρημα της Μέρκελ για συγκρότηση ζώνης ελεύθερου εμπορίου, ή οικονομικής συνεργασίας με τη Ρωσία. Αν το συμφέρον της Ελλάδας συμπλέει με το τέλος της έντασης στην Ουκρανία και με τη διεύρυνση των σχέσεων Ευρώπης - Ρωσίας και Ρωσίας - ΗΠΑ, έτσι όπως εξελίσσονται οι δεύτερες μετά τις συζητήσεις Κέρι - Λαβρόφ στο Σότσι, η Ελλάδα θα πρέπει να το επιχειρήσει. Οχι όμως μόνη της και όχι στη βάση της απομάκρυνσής της από τη «δυτική συμμαχία».
Ακόμη και για τη Μόσχα ή το Πεκίνο, η Ελλάδα έχει μεγαλύτερη αξία εντός του ευρώ. Ακόμη και στη διατλαντική σχέση Ευρώπης - ΗΠΑ, αν δεχτούμε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να βρει διέξοδο στην προοπτική της οικονομίας της ως «ευρωπαϊκή βάση» εταιριών-κολοσσών, όπως των Apple, Microsoft, Google, Cisco, που θα μπορούσαν να αγοράσουν μέρος του χρέους της, ώστε αυτό να γίνει βιώσιμο, για να έχουν μόνιμο ειδικό καθεστώς εντός ευρώ με βάση την Ελλάδα, αυτό μπορεί να επιδιωχθεί μόνο στη βάση του άξονα Ε.Ε. - ΝΑΤΟ. Από εκεί και πέρα, η Ελλάδα μπορεί να είναι κράτος με διεθνές κορπορατικό προφίλ, βάση headquarter διεθνών τραπεζών και εμπορίου μέσα από τον τεράστιο εμπορικό ναυτικό στόλο της.
Μενέλαος Τασιόπουλος