Του Σταύρου Λυγερού
Ο υστερικός τρόπος, με τον οποίο το ευρωπαϊκό μιντιακό σύστημα αντέδρασε στην επίσκεψη Τσίπρα στη Μόσχα θα ήταν για γέλια εάν δεν ήταν για κλάματα. Ακόμα και σοβαρά ΜΜΕ σχολίασαν εκ των προτέρων την επίσκεψη λες και η Ελλάδα ήταν έτοιμη να αλλάξει στρατόπεδο! Κι αυτό παρότι δεν υπήρξε η παραμικρή δήλωση που να υπονοεί οτιδήποτε δραματικό.
Οι λόγοι που διαμορφώθηκε αυτό το κλίμα είναι δύο:
• Ο πρώτος είναι ότι οι μεγάλες χώρες-μέλη με πρώτη τη Γερμανία εμμέσως πλην σαφώς αμφισβητούν το δικαίωμα των μικρότερων χωρών-μελών να διαπραγματεύονται με τη Ρωσία ως ανεξάρτητα κράτη. Κι αυτό, όταν οι ίδιες όχι μόνο διαπραγματεύονται, αλλά και συνάπτουν επωφελείς συμφωνίες με τη Μόσχα. Στόχος του ευρωιερατείου είναι –με πρόσχημα την ευρωπαϊκή ενότητα– να κηδεμονεύσει και την εξωτερική πολιτική των μικρότερων χωρών-μελών, ειδικά έναντι της Ρωσίας. Είναι κι αυτό συνέπεια του γεγονότος ότι η ΕΕ έχει μεταλλαχθεί από ένωση ισοτίμων κρατών σ’ ένα οικοδόμημα, όπου υπάρχει αφεντικό και ιεραρχία.
• Ο δεύτερος λόγος αφορά την Ελλάδα και τις υποψίες που προκαλεί η παραδοσιακά καλή σχέση της με τη Μόσχα. Αυτή την περίοδο, όμως, οι υποψίες πηγάζουν και από την ανησυχία των αφεντικών της Ευρωζώνης μήπως η κυβέρνηση Τσίπρα δώσει γεωπολιτικά ανταλλάγματα για να εξασφαλίσει χρηματοδότηση προκειμένου να αντιμετωπίσει τον ελεγχόμενο οικονομικό στραγγαλισμό που της επιβάλλουν.
Στην πραγματικότητα, η επίσκεψη του Τσίπρα είχε στόχο να επανεκκινήσει τις σχεδόν παγωμένες διμερείς σχέσεις. Ας σημειωθεί ότι ο Σαμαράς είναι ο μόνος Έλληνας πρωθυπουργός που δεν επισκέφθηκε τη Μόσχα. Ο λόγος που όλοι οι άλλοι επιδίωξαν να έχουν καλές σχέσεις με τη Ρωσία είναι η σχετική σύγκλιση συμφερόντων. Αυτή ήταν η αιτία των επισκέψεων στη Μόσχα του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1979), του Ανδρέα Παπανδρέου (1985), του Κώστα Μητσοτάκη (1991), του Κώστα Σημίτη (2001), του Κώστα Καραμανλή (2004, 2007 και 2008) και του Γιώργου Παπανδρέου (2010).
Μεταπολεμικά, το πρόβλημα εθνικής ασφαλείας των άλλων δυτικοευρωπαϊκών χωρών ήταν συνυφασμένο με την αντίθεση Ανατολής-Δύσης. Γι’ αυτές, ο εχθρός ήταν η Σοβιετική Ένωση. Αντιθέτως, εθνική απειλή για την Ελλάδα ήταν η Τουρκία. Γι’ αυτό και έχει περισσότερο ή λιγότερο την τάση να παίζει το ρωσικό χαρτί για να εξισορροπεί κάπως την τουρκική επεκτατική πίεση και την ποντιοπιλάτικη στάση της Δύσης.
Για την Αθήνα, λοιπόν, η Μόσχα δεν ήταν ο απόλυτος εχθρός, όπως για άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ. Ήταν ένας χρήσιμος γεωπολιτικός παράγοντας στην αντίπερα όχθη, που λόγω του όγκου και της ισχύος του ασκούσε περισσότερο ή λιγότερο μία εξισορροπητική πίεση στην Άγκυρα. Τα εθνικά της συμφέροντα ωθούν την Αθήνα να είναι κοντά, αλλά όχι δίπλα στη Μόσχα. Ωθούν την Ελλάδα να τάσσεται στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ υπέρ μίας εταιρικής κι όχι ανταγωνιστικής σχέσης με τη Ρωσία. Γι’ αυτό και είναι από επιφυλακτική έως αρνητική στην επιβολή κυρώσεων και στην αναβίωση του ψυχροπολεμικού κλίματος.
Πρόκειται για μία διαφορετική ανάγνωση του ευρωπαϊκού συμφέροντος από τη στερεότυπη ατλαντική ανάγνωση. Όσο πιο πολύ απομονώνει η Ευρώπη τη Ρωσία τόσο πιο πολύ την εξωθεί στην αγκαλιά της Κίνας, γεγονός που δεν είναι προς το συμφέρον της Δύσης. Γι’ αυτό και οι αναφορές ορισμένων δυτικών ΜΜΕ ότι η Ελλάδα ενδέχεται να παίξει τον ρόλο Δούρειου Ίππου της Μόσχας εντός της ΕΕ όχι μόνο βρωμάνε σκοπιμότητα, αλλά και καταδεικνύουν γεωπολιτική στενοκεφαλιά. Τα ίδια ακριβώς έγραφαν, άλλωστε, όταν ο Καραμανλής είχε συμφωνήσει με τον Πούτιν για την κατασκευή του αγωγού Southstream.
Έχοντας λιγότερες εξαρτήσεις από προκατόχους του, ο Τσίπρας εξέφρασε καθαρά τα ελληνικά συμφέροντα, χωρίς να αμφισβητεί τη συμμετοχή της χώρας στο ευρωατλαντικό πλαίσιο. Ούτε η Μόσχα, άλλωστε, θέλει την Ελλάδα εκτός ΕΕ. Αντιθέτως, την εξυπηρετεί το γεγονός ότι τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα ωθούν την Αθήνα να υποστηρίζει στο ευρωπαϊκό πλαίσιο την εξομάλυνση των ευρωρωσικών σχέσεων.
Αυτός είναι ο λόγος που ο Πούτιν άναψε το πράσινο φως αφενός για να παρακαμφθεί το ρωσικό εμπάργκο στην εισαγωγή ελληνικών αγροτικών προϊόντων, αφετέρου για να κοστίζει λιγότερο στην Αθήνα το ρωσικό φυσικό αέριο. Τα δύο αυτά δώρα προς τον Τσίπρα συνδέονται με την κατ’ αρχήν συμφωνία των δύο ηγετών για τη συμμετοχή της Ελλάδας στο σχέδιο κατασκευής του νότιου αγωγού για τη μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Όταν, μάλιστα, η γραφειοκρατική διαδικασία ολοκληρωθεί και πέσουν οι υπογραφές, η Ελλάδα θα εισπράξει ως προκαταβολή ένα σημαντικό ποσό (εκτιμάται στο ύψος των πέντε δισ ευρώ) για τη συμμετοχή της αυτή. Είναι προφανής η σημασία αυτού του ποσού σ’ αυτή την κρίσιμη περίοδο.
Σύμφωνα μ’ όλες τις πληροφορίες, τόσο η Ουάσιγκτον όσο και το ευρωιερατείο θα επιχειρήσει να εγείρει εμπόδια στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Οι Αμερικανοί παραδοσιακά ισχυρίζονται ότι η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο θα οδηγήσει και σε πολιτική εξάρτησή της από τη Μόσχα με αποτέλεσμα τη χαλάρωση των διατλαντικών σχέσεων.
Γι’ αυτό και έχουν αγωνισθεί για να εξασφαλίσουν εναλλακτικές πηγές ενεργειακής τροφοδοσίας. Προς το παρόν, όμως, οι σχετικές προσπάθειές τους έχουν φέρει περιορισμένα αποτελέσματα. Το σχέδιο για την κατασκευή του αγωγού Nabucco έχει προ πολλού καταρρεύσει. Προωθείται ο αγωγός ΤΑΡ που μέσω Τουρκίας και Ελλάδας θα μεταφέρει αζέρικο αέριο στην Ιταλία. Οι ποσότητες αυτές (10-11 δισ κυβικά μέτρα), ωστόσο, δεν λύνουν το πρόβλημα της Ευρώπης, η οποία καλύπτει το ένα τρίτο των ενεργειακών αναγκών της από το ρωσικό αέριο.
Παραδοσιακά, το ρωσικό αέριο μεταφέρεται στην Ευρώπη μέσω των χερσαίων αγωγών που διέρχονται από την Ουκρανία. Οι τριβές μεταξύ Μόσχας-Κιέβου υποχρέωσαν εδώ και αρκετά χρόνια τη ρωσική πλευρά να αναζητήσει εναλλακτικούς δρόμους. Στο πλαίσιο αυτό κατασκευάσθηκε ο υποθαλάσσιος αγωγός Nordstream που μεταφέρει ρωσικό αέριο κατευθείαν στη Γερμανία (30 δισ κυβικά μέτρα ετησίως).
Στο ίδιο πλαίσιο είχε ανακοινωθεί το 2007 στην Κωνσταντινούπολη η αρχική συμφωνία Πούτιν-Καραμανλή για την κατασκευή του αγωγού Southstream, ο οποίος θα έστελνε υποθαλάσσια ρωσικό αέριο στη Βουλγαρία. Από εκεί με χερσαίο αγωγό το αέριο θα διοχετευόταν μέσω Ελλάδας στην Ευρώπη.
Το σχέδιο εκείνο είχε προκαλέσει την αντίδραση και της Ουάσιγκτον και της Κομισιόν. Με εκβιασμούς και ασφυκτικές πιέσεις υποχρέωσαν τη βουλγαρική κυβέρνηση Μπορίσοφ να υπαναχωρήσει. Τελικώς, κατάφεραν πριν μερικούς μήνες να ενταφιάσουν τον Southstream. Αλλά και οι ελληνικές μνημονιακές κυβερνήσεις δεν έδειξαν προθυμία να προχωρήσουν το εν λόγω σχέδιο.
Έχοντας η ουκρανική κρίση παροξύνει την ανάγκη για κατασκευή νότιου αγωγού, η Μόσχα αναθεώρησε το σχέδιό της. Τον περασμένο Νοέμβριο, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Άγκυρα, ο Πούτιν συμφώνησε με τον Ερντογάν για την κατασκευή ενός νότιου αγωγού με νέα χάραξη. Αυτός θα μεταφέρει υποθαλάσσια (Εύξεινος Πόντος) αέριο στο ευρωπαϊκό τμήμα της Τουρκίας και από εκεί χερσαία στο ελληνοτουρκικά σύνορα, όπου και θα αποθηκεύεται.
Με δεδομένη τη ρωσική απόφαση να παρακαμφθεί η Βουλγαρία, είναι προφανές ότι η Μόσχα έχει ζωτική ανάγκη τη συμμετοχή της Ελλάδας. Από εκεί και πέρα ο δρόμος είναι ανοικτός. Οι συνεννοήσεις της Μόσχας με τα Σκόπια, το Βελιγράδι και τη Βουδαπέστη είναι προχωρημένες και σε ΠΓΔΜ και Σερβία έχουν αρχίσει να γίνονται και έργα. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι η ρωσοτουρκική συμφωνία τελικώς θα κλειδώσει.
Ο νέος νότιος αγωγός σχεδιάζεται για να μεταφέρει 63 δισ κυβικά μέτρα. Εξ αυτών τα 15 θα τα χρησιμοποιήσει η Τουρκία για τις δικές της ανάγκες, ενώ τα υπόλοιπα θα τροφοδοτήσουν τις βαλκανικές χώρες και χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Ας σημειωθεί ότι σύμφωνα με τον προγραμματισμό της Μόσχας από το 2019 θα πάψουν να λειτουργούν οι χερσαίοι αγωγοί Soyuz και Trans Balkan που τώρα τροφοδοτούν (μέσω Ουκρανίας) αυτές τις χώρες.
Είναι αξιοσημείωτο πως την περασμένη Τρίτη οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας, ΠΓΔΜ, Σερβίας και Ουγγαρίας συναντήθηκαν στη Βουδαπέστη και εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση για την ενεργειακή συνεργασία τους. Αν και δεν αναφέρουν ονομαστικά τον σχεδιαζόμενο νέο νότιο αγωγό, είναι προφανές ότι η συνάντηση έγινε μ’ αυτήν ακριβώς την προοπτική. Ο Κοτζιάς, μάλιστα, πρότεινε να διασυνδεθούν με κάθετους αγωγούς και οι άλλες βαλκανικές χώρες για να τροφοδοτηθούν με σχετικά φθηνή ενέργεια.
Αν και ο νέος νότιος αγωγός δεν παραβιάζει την κοινοτική νομοθεσία, είναι δεδομένο, όπως προαναφέραμε, ότι θα γίνει προσπάθεια να τορπιλισθεί. Η Κομισιόν επιδιώκει όχι μόνο να ελέγχει, αλλά και να έχει αποφασιστικό λόγο για τις συμβάσεις που θα υπογραφούν. Κι αυτός, χωρίς να έχει εξασφαλισθεί εναλλακτική τροφοδοσία με αντίστοιχους όρους.
Είναι αξιοσημείωτο πως το Βερολίνο, ενώ παρασκηνιακά παροτρύνει την Κομισιόν να εγείρει εμπόδια στην κατασκευή του νότιου αγωγού, προσπαθεί να διπλασιάσει τις εισαγωγές ρωσικού αερίου από τον βόρειο υποθαλάσσιο αγωγό (Nordstream). Μία τέτοια εξέλιξη θα καθιστούσε τη Γερμανία αποφασιστικής σημασίας διαμετακομιστικό κέντρο ενέργειας, γεγονός που θα ενίσχυε περαιτέρω τον ηγεμονικό ρόλο της στην Ευρώπη. Εκτός αυτού, λόγω απόστασης θα αύξανε σημαντικά την τιμή του αερίου για τις βαλκανικές χώρες.
Η κατασκευή του νότιου αγωγού δεν θα εξασφαλίσει στην Ελλάδα μόνο φθηνότερο αέριο. Θα την καταστήσει κεντρικό παράγοντα στον ευρωπαϊκό ενεργειακό χάρτη με ό,τι αυτό σημαίνει στο γεωοικονομικό και στο γεωπολιτικό επίπεδο. Επίσης, θα φέρει σημαντικές επενδύσεις και σημαντικά ετήσια έσοδα.
Μελλοντικά αυτός ο αγωγός ενδέχεται να διευκολύνει και τη μεταφορά ελληνικού αερίου εάν επιβεβαιωθούν οι ενδείξεις και ανακαλυφθούν σημαντικά κοιτάσματα. Η ίδια υποδομή ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί και για τη μεταφορά ιρανικού αερίου, εάν τελικώς εξομαλυνθούν οι σχέσεις της Δύσης με την Τεχεράνη.
Το μειονέκτημα του νέου νότιου αγωγού είναι ότι θα ενισχύσει τον ρόλο της Τουρκίας και την ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας από τη γείτονα, αν και λόγω της Μόσχας και των μεγάλων συμφερόντων θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για την Άγκυρα να κλείσει τη στρόφιγγα σε περίπτωση ελληνοτουρκικής έντασης. Το ιδανικό θα ήταν η κατασκευή του Southstream, αλλά η ματαίωσή του δεν ήταν επιλογή της Αθήνας και ούτε μπορούσε να την αποτρέψει.
Ο υστερικός τρόπος, με τον οποίο το ευρωπαϊκό μιντιακό σύστημα αντέδρασε στην επίσκεψη Τσίπρα στη Μόσχα θα ήταν για γέλια εάν δεν ήταν για κλάματα. Ακόμα και σοβαρά ΜΜΕ σχολίασαν εκ των προτέρων την επίσκεψη λες και η Ελλάδα ήταν έτοιμη να αλλάξει στρατόπεδο! Κι αυτό παρότι δεν υπήρξε η παραμικρή δήλωση που να υπονοεί οτιδήποτε δραματικό.
Οι λόγοι που διαμορφώθηκε αυτό το κλίμα είναι δύο:
• Ο πρώτος είναι ότι οι μεγάλες χώρες-μέλη με πρώτη τη Γερμανία εμμέσως πλην σαφώς αμφισβητούν το δικαίωμα των μικρότερων χωρών-μελών να διαπραγματεύονται με τη Ρωσία ως ανεξάρτητα κράτη. Κι αυτό, όταν οι ίδιες όχι μόνο διαπραγματεύονται, αλλά και συνάπτουν επωφελείς συμφωνίες με τη Μόσχα. Στόχος του ευρωιερατείου είναι –με πρόσχημα την ευρωπαϊκή ενότητα– να κηδεμονεύσει και την εξωτερική πολιτική των μικρότερων χωρών-μελών, ειδικά έναντι της Ρωσίας. Είναι κι αυτό συνέπεια του γεγονότος ότι η ΕΕ έχει μεταλλαχθεί από ένωση ισοτίμων κρατών σ’ ένα οικοδόμημα, όπου υπάρχει αφεντικό και ιεραρχία.
• Ο δεύτερος λόγος αφορά την Ελλάδα και τις υποψίες που προκαλεί η παραδοσιακά καλή σχέση της με τη Μόσχα. Αυτή την περίοδο, όμως, οι υποψίες πηγάζουν και από την ανησυχία των αφεντικών της Ευρωζώνης μήπως η κυβέρνηση Τσίπρα δώσει γεωπολιτικά ανταλλάγματα για να εξασφαλίσει χρηματοδότηση προκειμένου να αντιμετωπίσει τον ελεγχόμενο οικονομικό στραγγαλισμό που της επιβάλλουν.
Στην πραγματικότητα, η επίσκεψη του Τσίπρα είχε στόχο να επανεκκινήσει τις σχεδόν παγωμένες διμερείς σχέσεις. Ας σημειωθεί ότι ο Σαμαράς είναι ο μόνος Έλληνας πρωθυπουργός που δεν επισκέφθηκε τη Μόσχα. Ο λόγος που όλοι οι άλλοι επιδίωξαν να έχουν καλές σχέσεις με τη Ρωσία είναι η σχετική σύγκλιση συμφερόντων. Αυτή ήταν η αιτία των επισκέψεων στη Μόσχα του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1979), του Ανδρέα Παπανδρέου (1985), του Κώστα Μητσοτάκη (1991), του Κώστα Σημίτη (2001), του Κώστα Καραμανλή (2004, 2007 και 2008) και του Γιώργου Παπανδρέου (2010).
Μεταπολεμικά, το πρόβλημα εθνικής ασφαλείας των άλλων δυτικοευρωπαϊκών χωρών ήταν συνυφασμένο με την αντίθεση Ανατολής-Δύσης. Γι’ αυτές, ο εχθρός ήταν η Σοβιετική Ένωση. Αντιθέτως, εθνική απειλή για την Ελλάδα ήταν η Τουρκία. Γι’ αυτό και έχει περισσότερο ή λιγότερο την τάση να παίζει το ρωσικό χαρτί για να εξισορροπεί κάπως την τουρκική επεκτατική πίεση και την ποντιοπιλάτικη στάση της Δύσης.
Για την Αθήνα, λοιπόν, η Μόσχα δεν ήταν ο απόλυτος εχθρός, όπως για άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ. Ήταν ένας χρήσιμος γεωπολιτικός παράγοντας στην αντίπερα όχθη, που λόγω του όγκου και της ισχύος του ασκούσε περισσότερο ή λιγότερο μία εξισορροπητική πίεση στην Άγκυρα. Τα εθνικά της συμφέροντα ωθούν την Αθήνα να είναι κοντά, αλλά όχι δίπλα στη Μόσχα. Ωθούν την Ελλάδα να τάσσεται στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ υπέρ μίας εταιρικής κι όχι ανταγωνιστικής σχέσης με τη Ρωσία. Γι’ αυτό και είναι από επιφυλακτική έως αρνητική στην επιβολή κυρώσεων και στην αναβίωση του ψυχροπολεμικού κλίματος.
Πρόκειται για μία διαφορετική ανάγνωση του ευρωπαϊκού συμφέροντος από τη στερεότυπη ατλαντική ανάγνωση. Όσο πιο πολύ απομονώνει η Ευρώπη τη Ρωσία τόσο πιο πολύ την εξωθεί στην αγκαλιά της Κίνας, γεγονός που δεν είναι προς το συμφέρον της Δύσης. Γι’ αυτό και οι αναφορές ορισμένων δυτικών ΜΜΕ ότι η Ελλάδα ενδέχεται να παίξει τον ρόλο Δούρειου Ίππου της Μόσχας εντός της ΕΕ όχι μόνο βρωμάνε σκοπιμότητα, αλλά και καταδεικνύουν γεωπολιτική στενοκεφαλιά. Τα ίδια ακριβώς έγραφαν, άλλωστε, όταν ο Καραμανλής είχε συμφωνήσει με τον Πούτιν για την κατασκευή του αγωγού Southstream.
Έχοντας λιγότερες εξαρτήσεις από προκατόχους του, ο Τσίπρας εξέφρασε καθαρά τα ελληνικά συμφέροντα, χωρίς να αμφισβητεί τη συμμετοχή της χώρας στο ευρωατλαντικό πλαίσιο. Ούτε η Μόσχα, άλλωστε, θέλει την Ελλάδα εκτός ΕΕ. Αντιθέτως, την εξυπηρετεί το γεγονός ότι τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα ωθούν την Αθήνα να υποστηρίζει στο ευρωπαϊκό πλαίσιο την εξομάλυνση των ευρωρωσικών σχέσεων.
Αυτός είναι ο λόγος που ο Πούτιν άναψε το πράσινο φως αφενός για να παρακαμφθεί το ρωσικό εμπάργκο στην εισαγωγή ελληνικών αγροτικών προϊόντων, αφετέρου για να κοστίζει λιγότερο στην Αθήνα το ρωσικό φυσικό αέριο. Τα δύο αυτά δώρα προς τον Τσίπρα συνδέονται με την κατ’ αρχήν συμφωνία των δύο ηγετών για τη συμμετοχή της Ελλάδας στο σχέδιο κατασκευής του νότιου αγωγού για τη μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Όταν, μάλιστα, η γραφειοκρατική διαδικασία ολοκληρωθεί και πέσουν οι υπογραφές, η Ελλάδα θα εισπράξει ως προκαταβολή ένα σημαντικό ποσό (εκτιμάται στο ύψος των πέντε δισ ευρώ) για τη συμμετοχή της αυτή. Είναι προφανής η σημασία αυτού του ποσού σ’ αυτή την κρίσιμη περίοδο.
Σύμφωνα μ’ όλες τις πληροφορίες, τόσο η Ουάσιγκτον όσο και το ευρωιερατείο θα επιχειρήσει να εγείρει εμπόδια στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Οι Αμερικανοί παραδοσιακά ισχυρίζονται ότι η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο θα οδηγήσει και σε πολιτική εξάρτησή της από τη Μόσχα με αποτέλεσμα τη χαλάρωση των διατλαντικών σχέσεων.
Γι’ αυτό και έχουν αγωνισθεί για να εξασφαλίσουν εναλλακτικές πηγές ενεργειακής τροφοδοσίας. Προς το παρόν, όμως, οι σχετικές προσπάθειές τους έχουν φέρει περιορισμένα αποτελέσματα. Το σχέδιο για την κατασκευή του αγωγού Nabucco έχει προ πολλού καταρρεύσει. Προωθείται ο αγωγός ΤΑΡ που μέσω Τουρκίας και Ελλάδας θα μεταφέρει αζέρικο αέριο στην Ιταλία. Οι ποσότητες αυτές (10-11 δισ κυβικά μέτρα), ωστόσο, δεν λύνουν το πρόβλημα της Ευρώπης, η οποία καλύπτει το ένα τρίτο των ενεργειακών αναγκών της από το ρωσικό αέριο.
Παραδοσιακά, το ρωσικό αέριο μεταφέρεται στην Ευρώπη μέσω των χερσαίων αγωγών που διέρχονται από την Ουκρανία. Οι τριβές μεταξύ Μόσχας-Κιέβου υποχρέωσαν εδώ και αρκετά χρόνια τη ρωσική πλευρά να αναζητήσει εναλλακτικούς δρόμους. Στο πλαίσιο αυτό κατασκευάσθηκε ο υποθαλάσσιος αγωγός Nordstream που μεταφέρει ρωσικό αέριο κατευθείαν στη Γερμανία (30 δισ κυβικά μέτρα ετησίως).
Στο ίδιο πλαίσιο είχε ανακοινωθεί το 2007 στην Κωνσταντινούπολη η αρχική συμφωνία Πούτιν-Καραμανλή για την κατασκευή του αγωγού Southstream, ο οποίος θα έστελνε υποθαλάσσια ρωσικό αέριο στη Βουλγαρία. Από εκεί με χερσαίο αγωγό το αέριο θα διοχετευόταν μέσω Ελλάδας στην Ευρώπη.
Το σχέδιο εκείνο είχε προκαλέσει την αντίδραση και της Ουάσιγκτον και της Κομισιόν. Με εκβιασμούς και ασφυκτικές πιέσεις υποχρέωσαν τη βουλγαρική κυβέρνηση Μπορίσοφ να υπαναχωρήσει. Τελικώς, κατάφεραν πριν μερικούς μήνες να ενταφιάσουν τον Southstream. Αλλά και οι ελληνικές μνημονιακές κυβερνήσεις δεν έδειξαν προθυμία να προχωρήσουν το εν λόγω σχέδιο.
Έχοντας η ουκρανική κρίση παροξύνει την ανάγκη για κατασκευή νότιου αγωγού, η Μόσχα αναθεώρησε το σχέδιό της. Τον περασμένο Νοέμβριο, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Άγκυρα, ο Πούτιν συμφώνησε με τον Ερντογάν για την κατασκευή ενός νότιου αγωγού με νέα χάραξη. Αυτός θα μεταφέρει υποθαλάσσια (Εύξεινος Πόντος) αέριο στο ευρωπαϊκό τμήμα της Τουρκίας και από εκεί χερσαία στο ελληνοτουρκικά σύνορα, όπου και θα αποθηκεύεται.
Με δεδομένη τη ρωσική απόφαση να παρακαμφθεί η Βουλγαρία, είναι προφανές ότι η Μόσχα έχει ζωτική ανάγκη τη συμμετοχή της Ελλάδας. Από εκεί και πέρα ο δρόμος είναι ανοικτός. Οι συνεννοήσεις της Μόσχας με τα Σκόπια, το Βελιγράδι και τη Βουδαπέστη είναι προχωρημένες και σε ΠΓΔΜ και Σερβία έχουν αρχίσει να γίνονται και έργα. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι η ρωσοτουρκική συμφωνία τελικώς θα κλειδώσει.
Ο νέος νότιος αγωγός σχεδιάζεται για να μεταφέρει 63 δισ κυβικά μέτρα. Εξ αυτών τα 15 θα τα χρησιμοποιήσει η Τουρκία για τις δικές της ανάγκες, ενώ τα υπόλοιπα θα τροφοδοτήσουν τις βαλκανικές χώρες και χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Ας σημειωθεί ότι σύμφωνα με τον προγραμματισμό της Μόσχας από το 2019 θα πάψουν να λειτουργούν οι χερσαίοι αγωγοί Soyuz και Trans Balkan που τώρα τροφοδοτούν (μέσω Ουκρανίας) αυτές τις χώρες.
Είναι αξιοσημείωτο πως την περασμένη Τρίτη οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας, ΠΓΔΜ, Σερβίας και Ουγγαρίας συναντήθηκαν στη Βουδαπέστη και εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση για την ενεργειακή συνεργασία τους. Αν και δεν αναφέρουν ονομαστικά τον σχεδιαζόμενο νέο νότιο αγωγό, είναι προφανές ότι η συνάντηση έγινε μ’ αυτήν ακριβώς την προοπτική. Ο Κοτζιάς, μάλιστα, πρότεινε να διασυνδεθούν με κάθετους αγωγούς και οι άλλες βαλκανικές χώρες για να τροφοδοτηθούν με σχετικά φθηνή ενέργεια.
Αν και ο νέος νότιος αγωγός δεν παραβιάζει την κοινοτική νομοθεσία, είναι δεδομένο, όπως προαναφέραμε, ότι θα γίνει προσπάθεια να τορπιλισθεί. Η Κομισιόν επιδιώκει όχι μόνο να ελέγχει, αλλά και να έχει αποφασιστικό λόγο για τις συμβάσεις που θα υπογραφούν. Κι αυτός, χωρίς να έχει εξασφαλισθεί εναλλακτική τροφοδοσία με αντίστοιχους όρους.
Είναι αξιοσημείωτο πως το Βερολίνο, ενώ παρασκηνιακά παροτρύνει την Κομισιόν να εγείρει εμπόδια στην κατασκευή του νότιου αγωγού, προσπαθεί να διπλασιάσει τις εισαγωγές ρωσικού αερίου από τον βόρειο υποθαλάσσιο αγωγό (Nordstream). Μία τέτοια εξέλιξη θα καθιστούσε τη Γερμανία αποφασιστικής σημασίας διαμετακομιστικό κέντρο ενέργειας, γεγονός που θα ενίσχυε περαιτέρω τον ηγεμονικό ρόλο της στην Ευρώπη. Εκτός αυτού, λόγω απόστασης θα αύξανε σημαντικά την τιμή του αερίου για τις βαλκανικές χώρες.
Η κατασκευή του νότιου αγωγού δεν θα εξασφαλίσει στην Ελλάδα μόνο φθηνότερο αέριο. Θα την καταστήσει κεντρικό παράγοντα στον ευρωπαϊκό ενεργειακό χάρτη με ό,τι αυτό σημαίνει στο γεωοικονομικό και στο γεωπολιτικό επίπεδο. Επίσης, θα φέρει σημαντικές επενδύσεις και σημαντικά ετήσια έσοδα.
Μελλοντικά αυτός ο αγωγός ενδέχεται να διευκολύνει και τη μεταφορά ελληνικού αερίου εάν επιβεβαιωθούν οι ενδείξεις και ανακαλυφθούν σημαντικά κοιτάσματα. Η ίδια υποδομή ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί και για τη μεταφορά ιρανικού αερίου, εάν τελικώς εξομαλυνθούν οι σχέσεις της Δύσης με την Τεχεράνη.
Το μειονέκτημα του νέου νότιου αγωγού είναι ότι θα ενισχύσει τον ρόλο της Τουρκίας και την ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας από τη γείτονα, αν και λόγω της Μόσχας και των μεγάλων συμφερόντων θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για την Άγκυρα να κλείσει τη στρόφιγγα σε περίπτωση ελληνοτουρκικής έντασης. Το ιδανικό θα ήταν η κατασκευή του Southstream, αλλά η ματαίωσή του δεν ήταν επιλογή της Αθήνας και ούτε μπορούσε να την αποτρέψει.