Παρότι όλος ο κόσμος απεύχεται κάτι τέτοιο,
η όξυνση και επιτάχυνση της διαφαινόμενης σύγκρουσης των πολιτισμών
είναι μια πραγματικότητα και μέχρι στιγμής δεν φαίνονται σημάδια
εκτόνωσης. Αντίθετα οι ενδείξεις συνιστούν επιδείνωση. Στο επίκεντρο
αυτής της σύγκρουσης βρίσκονται οι μη μουσουλμανικές-χριστιανικές
κοινότητες του ισλαμικού κόσμου στη Μ. Ανατολή και οι μουσουλμανικές
κοινότητες της Ευρώπης. Οι άνευ προηγουμένου διώξεις που έχουν υποστεί
οι χριστιανοί της Μ. Ανατολής από το ακραίο πολιτικό Ισλάμ του
σουνιτικού «Χαλιφάτου» έχουν κάνει τα τύμπανα του πολέμου να χτυπούν σε
πολλούς ακραίους χριστιανικούς κύκλους της πολιτικά άθεης Δύσης.
Η πρόσφατη ανακοίνωση του Βατικανού ότι η ένοπλη βία είναι μια λύση την οποία δεν αποκλείει για την προστασία των χριστιανών της Μ. Ανατολής, σε συνδυασμό με το σώμα 1.500 χριστιανών στρατιωτών της πόλης Ντβιχ Νόσα κοντά στη Μοσούλη που εκπαιδεύει η Δύση, την ασύμμετρη απειλή του «Χαλιφάτου» στη Λιβύη κατά της Ευρώπης μέσω των μεταναστευτικών ροών, την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί ίδρυσης κέντρων κράτησης στην απέναντι ακτή της Μεσογείου (που προϋποθέτει στρατιωτική παρουσία της Δύσης στα εν λόγω εδάφη), αλλά και τη διαφαινόμενη προσπάθεια αποσταθεροποίησης της Τυνησίας από τις δυνάμεις του «Χαλιφάτου» στην Αφρική κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου στην Ευρώπη και τον κόσμο γενικά όχι μόνο για την πρόληψη επέκτασης της γεωπολιτικής κρίσης, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο η εν λόγω πρόληψη θα υλοποιηθεί.
Η πρόσφατη πολεμική κατάσταση στην Υεμένη προστίθεται στην ήδη ταραγμένη και αποσταθεροποιημένη περιοχή της Μ. Ανατολής με συνέπειες απροσδιόριστες για το μέλλον των χριστιανών της Υεμένης οι οποίοι βρίσκονται μετέωροι στη διένεξη σουνιτών και σιιτών εκεί. Η επαναστατική κίνηση των Υεμενιτών Χούθι κατά του προέδρου Χάντι, η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να εισβάλει στρατιωτικά στην Υεμένη και η αποχώρηση του δυτικού διπλωματικού παράγοντα από τη χώρα αφήνει εκτεθειμένους τους μερικές χιλιάδες χριστιανούς της χώρας οι οποίοι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν την Υεμένη. Το σκηνικό επαναλαμβάνεται.
Για την αντιμετώπιση της εν λόγω κατάστασης είναι απαραίτητη η ενεργοποίηση της Ευρώπης σε επίπεδο πολιτικό-διπλωματικό προκειμένου σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις των χωρών όπου παρατηρούνται οι εν λόγω διώξεις να συμφωνηθεί και να διαμορφωθεί ένα κοινό σχέδιο δράσης για την ανθρωπιστική στήριξη των διωχθέντων και υπό διωγμό χριστιανών, μεριμνώντας παράλληλα για το βασικό επίπεδο ασφάλειάς τους κατά την επιστροφή ή παραμονή στη χώρα τους.
Παράλληλα η Ευρώπη και γενικότερα η Δύση χρειάζεται σε βάθος κατανόηση των φαινομένων που διαδραματίζονται στον ισλαμικό κόσμο. Από ό,τι φαίνεται, η εν λόγω γνώση απουσιάζει από τους σχεδιαστές της πολιτικής των δυτικών κρατών στην περιοχή. Δεν εξηγούνται διαφορετικά τα απανωτά λάθη που έχουν γίνει μεταπολεμικά και ιδιαίτερα τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Η απαιτούμενη γνώση σε αυτή τη διαδικασία είναι δυνατή μόνο μέσα από την τόνωση της έρευνας σε επίπεδο κέντρων έρευνας και πανεπιστημιακό. Το πλαίσιο και κίνητρο της έρευνας δεν πρέπει να είναι μεταποικιοκρατικού χαρακτήρα, αλλά να βασίζεται στην αναζήτηση της πραγματικότητας με στόχο την επίτευξη της ασφάλειας, συνεργασίας και ανάπτυξης σε αυτή την τόσο ευαίσθητη περιοχή.
Αναμφίβολα καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πραγματιστικής θεώρησης των εξελίξεων και βιώσιμης πολιτικής για την αντιμετώπιση της κρίσης διαδραματίζει η λογική του μέτρου κατά του παράλογου των άκρων. Οι διώξεις των χριστιανών και άλλων θρησκευτικών ομάδων στη Μ. Ανατολή λαμβάνει χώρα από ακραίες ομάδες μουσουλμάνων που δεν εκφράζουν την επίσημη πολιτική της συντριπτικής πλειονότητας των μουσουλμανικών κυβερνήσεων και κοινωνιών που διακρίνονται από μετριοπάθεια. Η ανακοίνωση του Βατικανού δεν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, διότι η εν λόγω ρητορική, όχι μόνο αντιτίθεται στην κοσμοθεωρία και ύπαρξη του χριστιανισμού της ειρήνης και της αγάπης, αλλά και οξύνει την κατάσταση αντί να την αμβλύνει, δίνοντας λαβή σε περισσότερες φωνές στον ισλαμικό, αλλά και στον δυτικό, κόσμο να ταχθούν στο πλευρό των άκρων. Τα λάθη του παρελθόντος δεν πρέπει να επαναληφθούν…
*υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ, evenetis77@yahoo.com
Η πρόσφατη ανακοίνωση του Βατικανού ότι η ένοπλη βία είναι μια λύση την οποία δεν αποκλείει για την προστασία των χριστιανών της Μ. Ανατολής, σε συνδυασμό με το σώμα 1.500 χριστιανών στρατιωτών της πόλης Ντβιχ Νόσα κοντά στη Μοσούλη που εκπαιδεύει η Δύση, την ασύμμετρη απειλή του «Χαλιφάτου» στη Λιβύη κατά της Ευρώπης μέσω των μεταναστευτικών ροών, την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί ίδρυσης κέντρων κράτησης στην απέναντι ακτή της Μεσογείου (που προϋποθέτει στρατιωτική παρουσία της Δύσης στα εν λόγω εδάφη), αλλά και τη διαφαινόμενη προσπάθεια αποσταθεροποίησης της Τυνησίας από τις δυνάμεις του «Χαλιφάτου» στην Αφρική κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου στην Ευρώπη και τον κόσμο γενικά όχι μόνο για την πρόληψη επέκτασης της γεωπολιτικής κρίσης, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο η εν λόγω πρόληψη θα υλοποιηθεί.
Η πρόσφατη πολεμική κατάσταση στην Υεμένη προστίθεται στην ήδη ταραγμένη και αποσταθεροποιημένη περιοχή της Μ. Ανατολής με συνέπειες απροσδιόριστες για το μέλλον των χριστιανών της Υεμένης οι οποίοι βρίσκονται μετέωροι στη διένεξη σουνιτών και σιιτών εκεί. Η επαναστατική κίνηση των Υεμενιτών Χούθι κατά του προέδρου Χάντι, η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να εισβάλει στρατιωτικά στην Υεμένη και η αποχώρηση του δυτικού διπλωματικού παράγοντα από τη χώρα αφήνει εκτεθειμένους τους μερικές χιλιάδες χριστιανούς της χώρας οι οποίοι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν την Υεμένη. Το σκηνικό επαναλαμβάνεται.
Για την αντιμετώπιση της εν λόγω κατάστασης είναι απαραίτητη η ενεργοποίηση της Ευρώπης σε επίπεδο πολιτικό-διπλωματικό προκειμένου σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις των χωρών όπου παρατηρούνται οι εν λόγω διώξεις να συμφωνηθεί και να διαμορφωθεί ένα κοινό σχέδιο δράσης για την ανθρωπιστική στήριξη των διωχθέντων και υπό διωγμό χριστιανών, μεριμνώντας παράλληλα για το βασικό επίπεδο ασφάλειάς τους κατά την επιστροφή ή παραμονή στη χώρα τους.
Παράλληλα η Ευρώπη και γενικότερα η Δύση χρειάζεται σε βάθος κατανόηση των φαινομένων που διαδραματίζονται στον ισλαμικό κόσμο. Από ό,τι φαίνεται, η εν λόγω γνώση απουσιάζει από τους σχεδιαστές της πολιτικής των δυτικών κρατών στην περιοχή. Δεν εξηγούνται διαφορετικά τα απανωτά λάθη που έχουν γίνει μεταπολεμικά και ιδιαίτερα τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Η απαιτούμενη γνώση σε αυτή τη διαδικασία είναι δυνατή μόνο μέσα από την τόνωση της έρευνας σε επίπεδο κέντρων έρευνας και πανεπιστημιακό. Το πλαίσιο και κίνητρο της έρευνας δεν πρέπει να είναι μεταποικιοκρατικού χαρακτήρα, αλλά να βασίζεται στην αναζήτηση της πραγματικότητας με στόχο την επίτευξη της ασφάλειας, συνεργασίας και ανάπτυξης σε αυτή την τόσο ευαίσθητη περιοχή.
Αναμφίβολα καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πραγματιστικής θεώρησης των εξελίξεων και βιώσιμης πολιτικής για την αντιμετώπιση της κρίσης διαδραματίζει η λογική του μέτρου κατά του παράλογου των άκρων. Οι διώξεις των χριστιανών και άλλων θρησκευτικών ομάδων στη Μ. Ανατολή λαμβάνει χώρα από ακραίες ομάδες μουσουλμάνων που δεν εκφράζουν την επίσημη πολιτική της συντριπτικής πλειονότητας των μουσουλμανικών κυβερνήσεων και κοινωνιών που διακρίνονται από μετριοπάθεια. Η ανακοίνωση του Βατικανού δεν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, διότι η εν λόγω ρητορική, όχι μόνο αντιτίθεται στην κοσμοθεωρία και ύπαρξη του χριστιανισμού της ειρήνης και της αγάπης, αλλά και οξύνει την κατάσταση αντί να την αμβλύνει, δίνοντας λαβή σε περισσότερες φωνές στον ισλαμικό, αλλά και στον δυτικό, κόσμο να ταχθούν στο πλευρό των άκρων. Τα λάθη του παρελθόντος δεν πρέπει να επαναληφθούν…
*υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ, evenetis77@yahoo.com