19 Φεβρουαρίου 2015

Το Ιράν, οι ΗΠΑ και οι Κασσάνδρες

Πιθανή επίτευξη συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης παρά τις αντιδράσεις Ρεπουμπλικανών -Ισραήλ
Το Ιράν, οι ΗΠΑ και οι Κασσάνδρες
Αισιοδοξεί ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι ότι θα υπάρξει συμφωνία με την Τεχεράνη. «Εχω βάσιμες ελπίδες» για μια «ενδιαφέρουσα από κάθε πλευρά έκβαση» των διαπραγματεύσεων για το πυρηνικό πρόγραμμα, δήλωσε μιλώντας την περασμένη Κυριακή στη διάσκεψη του Μονάχου για την ασφάλεια. Είχε προηγηθεί η ομιλία του ιρανού υπουργού Εξωτερικών Μοχάμεντ Γιαβάντ Ζαρίφ ο οποίος δήλωσε ότι περιμένει «εντός του Μαρτίου» θετική κατάληξη των διαπραγματεύσεων και «άρση των οικονομικών κυρώσεων» - ως αποτέλεσμα μιας συμφωνίας. Την προηγουμένη ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ είχε δηλώσει ότι δεν θα είχε δυσκολία «να δεχθεί μια συμφωνία η οποία δεν θα υπονόμευε τα εθνικά συμφέροντα» της χώρας, διαψεύδοντας έτσι εκείνους - κυρίως στην Ουάσιγκτον - που ισχυρίζονται ότι είναι εναντίον οποιασδήποτε συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Αν αυτές οι δηλώσεις δεν είναι ενδεικτικές ότι «κάτι γίνεται» στις διαπραγματεύσεις των τεσσάρων Ευρωπαίων και της Αμερικής με το Ιράν οι θετικές αντιδράσεις των χρηματιστηρίων της Φρανκφούρτης και του Λονδίνου - ίσως και άλλων που δεν γνωρίζω - είναι πειστικές. Ανοδο κατά τρεις ως πέντε εκατοστιαίες μονάδες κατέγραψαν μεταξύ 21 Ιανουαρίου και 4 Φεβρουαρίου οι μετοχές τριών γερμανικών επιχειρήσεων οι οποίες έχουν, νεκρωμένες λόγω κυρώσεων, επενδύσεις στο Ιράν, γράφουν οι «Financial Times». Μικρότερη άνοδο σημείωσαν οι μετοχές βρετανικών εταιριών οι οποίες «έχουν παρουσία (στο Ιράν) πολλές δεκαετίες», γράφει. Και οι «New York Times», εγκαταλείποντας προς στιγμήν την επιφυλακτική στάση τους, διαπιστώνουν ότι «δυτικοί διαπραγματευτές πιστεύουν ότι μια τεχνολογικά ικανοποιητική συμφωνία (για τα πυρηνικά του Ιράν) είναι δυνατή παρά τις εχθρικές αντιδράσεις του Κογκρέσου και τις αντιρρήσεις του Ισραήλ».

Μια θετική κατάληξη των διαπραγματεύσεων και υπογραφή σχετικής συμφωνίας ενοχλεί, φυσικά, εκείνους που για διάφορους λόγους - ορισμένοι στο Κογκρέσο για καθαρά προσωπικούς - διαφωνούν και αντιδρούν, με πρώτους εκείνους που εκφράζουν την πολιτική και τους στόχους της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου στο Ισραήλ. Η εφημερίδα «Washington Post» προκάλεσε δυσάρεστη έκπληξη - και επικρίθηκε - για το πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο της στο οποίο τόνιζε ότι δημιουργήθηκε «μεγάλη ανησυχία» από το «ενδεχόμενο πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν». Τονίζοντας ότι μεταξύ εκείνων οι οποίοι «ανησυχούν» είναι ο Χένρι Κίσινγκερ και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών (επί Ρίγκαν) Τζορτζ Σουλτς. Το άρθρο συνόψιζε στα εξής τρία τα στοιχεία που δημιουργούν αυτή την ανησυχία:

Πρώτον, ενώ οι διαπραγματεύσεις άρχισαν με στόχο την «εξάλειψη της δυνατότητας» του Ιράν να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα «εξελίχθηκαν σε ανοχή και σε συστολή» αυτής της δυνατότητας.

Δεύτερον, η κυβέρνηση Ομπάμα «δεν αντέκρουσε» τις «επιθετικές» προσπάθειες της Τεχεράνης να επεκτείνει την επιρροή της στη Μέση Ανατολή «σε βάρος του Ισραήλ και άλλων συμμάχων των ΗΠΑ».

Και, τέλος, τρίτον, η κυβέρνηση Ομπάμα «είναι έτοιμη να κλείσει συμφωνία» με το Ιράν για αναστολή των κυρώσεων δίχως τη συγκατάθεση του Κογκρέσου και παρ' όλο που μια τέτοια συμφωνία «μπορεί μακροπρόθεσμα να έχει επιπτώσεις σε ό, τι αφορά την διασπορά των πυρηνικών όπλων και στην εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ».




Ο Ομπάμα βασίζεται σε σχέδια του Μπους
Μια ομάδα Ρεπουμπλικανών βουλευτών «αποκάλυψε» (sic) ότι ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έχει «μυστικό σχέδιο» το οποίο «βλέπει πολύ μακρύτερα από μια συμφωνία άνισων όρων για τα πυρηνικά» του Ιράν, έγραψε το περιοδικό «Nation». Οι βουλευτές αφήνουν να εννοηθεί ότι ο αμερικανός πρόεδρος «αναζητεί προσχήματα» για να αναθέσει στους αγιατολάχ του Ιράν ρόλο «αμερικανού συνεταίρου» στην ευρύτερη περιοχή της χώρας.

Οι ισχυρισμοί κατέρρευσαν γρήγορα και μάλιστα από πρόσωπα του ρεπουμπλικανικού κόσμου. Το σχέδιο δεν είναι άλλο από εκείνο που είχε αποδεχτεί ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους το 2006 με εισήγηση της Κοντολίζα Ράις, επικεφαλής τότε του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Εμπνευστής εκείνου του σχεδίου ήταν ο Ρόμπερτ Γκέιτς, υπουργός Αμυνας επί Μπους, ο οποίος το 2004 ως αντιπρόεδρος της «ομάδας κρούσης» του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Ουάσιγκτον έπρεπε να κάνει την «πρώτη κίνηση προς την Τεχεράνη» για την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων, για τον ρόλο του Ιράν, στην ευρύτερη περιοχή του οποίου υπάρχουν «ζωτικά συμφέροντα (...) των ΗΠΑ και των συμμάχων τους».

Αλλά ο Γκέιτς δεν ήταν ο γεννήτορας αυτού του «σχεδίου», σημειώνει το «American Concervative», το οποίο έφερε στο φως το θέμα. Μια «συμφωνία επί των γενικών προβλημάτων» με το Ιράν είχε «σκιαγραφήσει» η ομάδα Μελέτης για το Ιράκ υπό τη συμπροεδρία του πρώην υπουργού Εξωτερικών Τζέιμς Μπέικερ και του Δημοκρατικού βουλευτή Λι Χάμιλτον, την οποία είχε συγκροτήσει το Κογκρέσο για να ετοιμάσει μια «μελέτη από ευρύτερη σκοπιά των προβλημάτων της Μέσης Ανατολής» τα οποία προέκυπταν από την (πρώτη) εισβολή των Αμερικανών στο Ιράκ.
Ευσταθιάδης Στάθης