03 Φεβρουαρίου 2015

ΤΟ ΤΥΡΙ ΚΑΙ Η ΦΑΚΑ



ΠΕΡΙ ΔΙΗΝΕΚΩΝ ΟΜΟΛΟΓΩΝ, ΕΞΥΠΝΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΧΡΕΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΩΝ
Του ΠEΤΡΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ανακούφιση, ακόμη και ευφορία προκάλεσαν σε μεγάλο τμήμα του κόσμου που βλέπει με ελπίδα την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ οι φωνές υποστήριξης ή συμβιβασμού από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού: απροσδόκητα ισχυρή παρέμβαση Ομπάμα, φιλική κατανόηση από τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών Μισέλ Σαπέν, αναγνώριση από πλευράς Γιούνκερ ότι η τρόικα είναι «τελειωμένη». Ακόμη και το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, που κυκλοφορούσε τις προάλλες με εξώφυλλο τον Αλέξη Τσίπρα στο ρόλο του «τρελλού οδηγού», που οδηγεί στο αντίθετο ρεύμα και απειλεί να προκαλέσει καραμπόλα στην Ευρώπη, λέει τώρα ότι «Ήρθε η ώρα του συμβιβασμού με την Ελλάδα».
Είναι κατανοητή η προσπάθεια της κυβέρνησης να αξιοποιήσει αυτές τις ρωγμές στο διεθνές σύστημα για να ηρεμήσει τις αγορές, αποτρέποντας τα σχέδια όσων συνεχίζουν να εκβιάζουν ένα επικίνδυνο bankrun, και να καθησυχάσει τα πιο ευάλωτα στην εκστρατεία του τρόμου κοινωνικά στρώματα. Άλλο να καθυχάσουν, όμως, κι άλλο να αποκοιμίσουν το λαό, ίσα- ίσα την ώρα που είναι όσο ποτέ αναγκαία η δυναμική παρέμβασή του στη σκληρή μάχη που εγγράφεται στην ημερήσια διάταξη. Γιατί οι όποιες ρωγμές στο ευρωατλαντικό σύστημα δεν δικαιολογούν σε τίποτα την αμέριμνη αισιοδοξία όσων πιστεύουν μόνο ό,τι θέλουν να πιστέψουν.

Η κυβέρνηση Ομπάμα ανησυχεί για τη μετατροπή της Ε.Ε. σε μεταμοντέρνα γερμανική αυτοκρατορία, για τις υφεσιακές πολιτικές του Βερολίνου που δυσχεραίνουν και την αμερικανική οικονομία και για τις προοπτικές του ακήρυκτου νομισματικού πολέμου μεταξύ δολαρίου και ευρώ. Για τους λόγους αυτούς δελεάζεται να χρησιμοποιήσει τη νέα ελληνική κυβέρνηση ως διαπραγματευτικό χαρτί πίεσης της Μέρκελ, προσδοκώντας και θωράκιση ή και ενίσχυση της αμερικανικής επιρροής στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα σκοτωθεί με τη Μέρκελ για τα ωραία μάτια της μικρής Ελλάδας, όπως θα γίνει σαφές και στη συνάντηση του Ομπάμα με τη Γερμανίδα καγκελάριο στο Λευκό Οίκο, στις 9 Φεβρουαρίου.

Αντίστοιχα, η Γαλλία συμπιέζεται από τις πολιτικές λιτότητας του Βερολίνου και αγωνιά για τη σταδιακή υποβάθμισή της, από το ρόλο του συγκυβερνήτη, σε εκείνον του ελάσσονος εταίρου της Γερμανίας. Λογικό είναι λοιπόν να θέλει να χρησιμοποιήσει τις παραδοσιακά φιλικές σχέσεις της με την Ελλάδα για να επαναβεβαιώσει το ρόλο της ως γέφυρας Βορρά- Νότου και να ενισχύσει το ειδικό βάρος της μέσα στην Ε.Ε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι έτοιμη να συμπράξει σε ένα αντι- Μέρκελ μέτωπο, όπως έκανε σαφές ο Σαπέν στην κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Γιάννη Βαρουφάκη, όπου έσπευσε να επιβεβαιώσει την πίστη του στο γαλλογερμανικό άξονα. Άλλωστε, η Γαλλία έχει τη μεγαλύτερη έκθεση στο ελληνικό χρέος μετά τη Γερμανία (αναλογικά με το ΑΕΠ της ακόμη μεγαλύτερη) και όπως έχει κάνει απολύτως σαφές συζητά μόνο επιμήκυνση, αλλά σε καμία περίπτωση διαγραφή του ελληνικού χρέους.

Με αυτά τα δεδομένα, το «φιλελληνικό ρεύμα» της ευρωατλαντικής κοινότητας μπορεί να οδηγήσει σε μια μοιραία παγίδευση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ σε έναν πολύ επώδυνο συμβιβασμό, ο οποίος, ακόμη κι αν σώσει κάποια προσχήματα, θα υπονομεύσει εν τη γενέσει της τη νέα ελληνική κυβέρνηση. Ένα συμβιβασμό ο οποίος θα καταργήσει την τρόικα για να εγκαταστήσει έναν άλλο, πιο «νομιμοποιημένο» μηχανισμό επίβλεψης, θα καταργήσει το Μνημόνιο για να επικυρώσει ένα άλλο, πιο εύηχο «πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών» και θα αρκεστεί σε μια οριακή βελτίωση της εξυπηρέτησης του χρέους, όχι πολύ διαφορετική από εκείνη που οι δανειστές είχαν ούτως ή άλλως υποσχεθεί στον Σαμαρά.

Θέλω να ελπίζω ότι η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα θα επιδείξει και τη θέληση και τη δύναμη να αντισταθεί στους Κύκλωπες χωρίς να παραδοθεί στις Σειρήνες. Ωστόσο τα μηνύματα που έστειλε από το Λονδίνο ο υπουργός Οικονομικών- λίγα εικοσιτετράωρα μετά τη σθεναρή στάση του απέναντι στον Ντάισελμπλουμ, που ενίσχυσε κατά πολύ το κύρος του, εσωτερικά και διεθνώς- προκαλούν εύλογη ανησυχία.

Με δηλώσεις του στους Financial Times, ο Γιάννης Βαρουφάκης είπε ότι η Ελλάδα δεν διεκδικεί διαγραφή χρέους, αλλά «ανταλλαγή» του (menu of debt swaps), στο πλαίσιο μιας «έξυπνης μηχανικής χρέους». Αυτή η «έξυπνη» λύση προβλέπει ότι το χρέος που κατέχει η ΕΚΤ θα ανταλλαγεί με «διηνεκή ομόλογα» (perpetual bonds), για τα οποία η Ελλάδα θα πληρώνει μόνο (χαμηλούς) τόκους, χωρίς να αποπληρώνει τα κεφάλαια δανεισμού. Όσο για το μεγαλύτερο μέρος του χρέους, που αφορά το EFSF και τα κράτη- μέλη, θα ανταλλαγεί με ομόλογα με ρήτρα ανάπτυξης, που σημαίνει ότι δεν θα αποπληρώνουμε αν η ανάπτυξη δεν περνά το όριο του 3%.

Απαντώντας στις αιτιάσεις φίλων και αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ ότι πρόκειται για «κωλοτούμπα», που ενταφιάζει το αίτημα της διαγραφής χρέους, ο Γιάννης Βαρουφάκης ισχυρίστηκε- όπως είχε κάνει και προεκλογικά- ότι πρόκειται, ουσιαστικά, για διαγραφή χρέους με άλλο όνομα. Βαφτίζουμε δηλαδή το ψάρι κρέας για να ξεγελάσουμε τους κουτόφραγκους και να μπορέσει ο Σόιμπλε να «πουλήσει» στους ψηφορόρους του αυτή τη λύση χωρίς να τους εξαγριώσει. Ας μας επιτραπεί να αμφιβάλουμε πολύ ζωηρά για το πόσο «έξυπνη», από πολιτική άποψη, είναι αυτή η ιδόρρυθμη «μηχανική χρέους». Εκτιμάμε ότι ενώ δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει αποδεκτή από τους δανειστές (εκτός, ίσως, από κάποια πολύ περιορισμένη και υπό αυστηρούς όρους εφαρμογή της ρήτρας ανάπτυξης), στέλνει ένα μήνυμα υποχωρητικότητας προς το Βερολίνο, ακριβώς τη στιγμή που θα έπρεπε να κάνει το αντίθετο.

Τη δυσπιστία μας αυτή ενισχύουν και άλλες δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών στο Σίτι του Λονδίνου, οι οποίες κάποτε συγκρούονταν με δεσμεύσεις του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και άλλων υπουργών. Αίφνης, ο Γιάννης Βαρουφάκης διαβεβαίωσε ότι θα επιμείνει σε (μικρότερα) πρωτογενή πλεονάσματα έστω κι αν αυτό σημάνει εγκατάλειψη των υπεσχημένων κοινωνικών προγραμμάτων, ότι ιδιωτικοποιήσεις (για παράδειγμα, στο λιμάνι του Πειραιά) θα συνεχιστούν, έστω με άλλα κριτήρια και ότι δεν υπάρχει περίπτωση κρατικοποίησης των τραπεζών.

Ακόμη χειρότερα, που δεν υπήρχε κανείς προφανής λόγος για τέτοιες δηλώσεις υποχώρησης. Η διεθνής συμπάθεια για την Ελλάδα είχε γιγαντωθεί, όπως πρόδιδαν και οι ελληνικές σημαίες στο τεράστιο συλλαλητήριο των Podemos. Το εσωτερικό μέτωπο ήταν πιο ισχυρό από ποτέ και η κοινωνική βάση της Αριστεράς άρχιζε να γαλβανίζεται με την ιδέα ενός αντίστοιχου, μεγάλου συλλαλητήριου απάντησης στη Μέρκελ, στην Αθήνα. Αρθρογράφοι των New York Times, όπως ο Νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν και των Financial Times, όπως ο Βόλφγκανγκ Μινχάου, έβγαιναν «από τα αριστερά» στο οικονομικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, τονίζοντας ότι μια έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη θα ήταν, για τη Γερμανία, ό,τι ήταν η κατάρρευση της Lehman Brothers για την Αμερική και συνιστώντας, άμεσα ή έμμεσα, στον Αλέξη Τσίπρα, να μη διστάσει να παίξει το χαρτί ενός «Σχεδίου Β» προκειμένου να επιβάλει τους όρους του.

Τίποτα δεν έχει κερδηθεί και τίποτα δεν έχει χαθεί ακόμη. Οι δύο κρίσιμοι κάβοι που θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία της νέας κυβέρνησης είναι οι προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού, το ερχόμενο Σαββατοκύριακο και η πρώτη συμμετοχή του σε σύνοδο κορυφής της Ε.Ε., στις 12 Φεβρουαρίου. Παρεπιμπτόντως, η ημερομηνία αυτή συμπίπτει με την 70ή επέτειο από τη συμφωνία της κυβέρνησης Τσαλδάρη με την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ, τη γνωστή συμφωνία της Βάρκιζας. Ευχόμαστε και ελπίζουμε να διαψευστούν οι Κασάνδρες που θα προεξοφλήσουν, πέρα από τη σύμπτωση, έναν συμβολισμό.
Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015