Η Ευρωπαϊκή Ενωση, διασπασμένη όπως είναι από τα διαφορετικά συμφέροντα,
θα παραμείνει σε μεγάλο βαθμό σε ετοιμότητα για να αντιδράσει σε
γεγονότα που αφορούν στην Ουκρανία, αλλά και ως προς την αντιπαράθεσή
της με τη Ρωσία συνολικά. Το ΝΑΤΟ θα συνεχίσει την εναλλασσόμενη
περιστροφή των στρατευμάτων στην Πολωνία, στη Λετονία, στη Λιθουανία και
την Εσθονία, αλλά -εκτός και αν υπάρχει ένα απρόσμενο γεγονός (όπως η
κατάρριψη της πτήσης MH17 των μαλαισιανών αερογραμμών το 2014)- η
Ευρωπαϊκή Ενωση δεν είναι πιθανό να ασκήσει πίεση προς την κλιμάκωση των
εντάσεων με τη Μόσχα. Θα κρατήσει το σημερινό καθεστώς κυρώσεων που
ισχύουν, κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, αφήνοντας ωστόσο τμήματα του
πακέτου των κυρώσεων να λήξουν, όταν έρθει η στιγμή στα μέσα του 2015 να
επανεξεταστεί (το πακέτο των κυρώσεων), στην περίπτωση που η Ρωσία
εμφανιστεί πιο συνεργάσιμη.
Ακόμη και τη στιγμή που η Γερμανία έχει αμετακίνητες απαιτήσεις σχετικά με τη Ρωσία αναφορικά με την κρίση στην Ουκρανία, οι δύο πλευρές θα δώσουν προτεραιότητα ανοιχτά στη διατήρηση των διαύλων επικοινωνίας τους. Σε ό,τι αφορά στο Βερολίνο, είναι ευθύνη της Μόσχας να κάνει τα πρώτα βήματα για την αποκλιμάκωση της κρίσης. Η Ρωσία είναι πιθανό να ενεργήσει πρώτη, δίνοντας στη Γερμανία τον πολιτικό χώρο, προκειμένου να υποστηρίξει να αφήσουν τις κυρώσεις να λήξουν στα μέσα του 2015. Εν τω μεταξύ, το Βερολίνο θα στηρίξει πολυμερείς τρόπους παροχής οικονομικής ενίσχυσης για το Κίεβο, ενώ πιέζει την κυβέρνηση της Ουκρανίας να εφαρμόσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Το 2015, η ευρωζώνη θα πρέπει να ασχοληθεί με τέσσερα μεγάλα προβλήματα: την οικονομική στασιμότητα, την υψηλή ανεργία, το χαμηλό πληθωρισμό και το υψηλό χρέος. Θα υπάρξουν έντονες συζητήσεις αναφορικά με τον τρόπο που θα αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα, αλλά τα αποκλίνοντα συμφέροντα των κρατών-μελών και η τεχνητή ηρεμία που δημιουργήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα υπονομεύσουν τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ενωσης να λάβει συνεκτικά μέτρα για την αντιμετώπιση του μακρύ καταλόγου των εκκρεμοτήτων.
Η συζήτηση μεταξύ των χωρών που πιέζουν για περισσότερα μέτρα στήριξης της ευρωζώνης (όπως η Γαλλία και η Ιταλία) και των χωρών που επιμένουν σε περαιτέρω οικονομικές μεταρρυθμίσεις (με επικεφαλής τη Γερμανία) θα συνεχιστεί. Το Παρίσι και η Ρώμη θα συνεχίσουν να πιέζουν για περισσότερες επενδύσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και επενδυτικά σχέδια στη Γερμανία. Ωστόσο, οι εσωτερικοί περιορισμοί της Γερμανίας θα μετριάσουν τη δυνατότητά της να αναλάβει δράση. Η πολιτική του μηδενικού ελλείμματος είναι πολύ δημοφιλής στους Γερμανούς ψηφοφόρους και οι συντηρητικοί παράγοντες της κυβέρνησης και η ευρωσκεπτικιστική αντιπολίτευση πιέζουν το Βερολίνο να αποφύγει να κάνει παραχωρήσεις προς τις χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης. Ως εκ τούτου, δεν είναι πιθανό το 2015 η Γερμανία να προχωρήσει σε σημαντικά πακέτα τόνωσης στο εσωτερικό ή σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ωστόσο, είναι πιθανό ότι το Βερολίνο θα ανεχθεί τις χώρες της ευρωζώνης που δεν τηρούν τις δεσμεύσεις ως προς το χρέος και το έλλειμμά τους. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του έτους, η Γαλλία και η Ιταλία θα εφαρμόσουν μετριοπαθείς οικονομικές μεταρρυθμίσεις με στόχο τη μερική ελευθέρωση της οικονομίας για να καθησυχάσουν την Ευρωπαϊκή Ενωση. Μέχρι το τέλος του πρώτου τριμήνου, το μπλοκ θα αξιολογήσει τα μέτρα αυτά και θα αποφασίσει να μην επιβάλει κυρώσεις κατά της Γαλλίας και της Ιταλίας.
Αυτό θα έχει δύο κύριες συνέπειες. Από τη μία πλευρά, το Παρίσι και η Ρώμη θα επιβραδύνουν την οικονομική μεταρρύθμισή τους για να αποφευχθεί η κλιμάκωση της κοινωνικής αναταραχής και να αποτραπεί η διεύρυνση των πολιτικών διαιρέσεων εντός των κεντροαριστερών κυβερνήσεων. Από την άλλη, οι κυβερνήσεις αυτές θα γίνονται ολοένα και πιο αναποτελεσματικές, με την κοινωνική δυσαρέσκεια να παραμένει υψηλή. Χαλάρωση των μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης θα γίνει επίσης στην Ισπανία και την Πορτογαλία, οι οποίες θα διεξάγουν τις εθνικές εκλογές στα τέλη του 2015. Γερμανία και Ευρωπαϊκή Ενωση δεν θα κάνουν καμία ουσιαστική κίνηση να τιμωρήσουν τη Μαδρίτη και τη Λισαβόνα.
Εκτός από τη συζήτηση «τόνωση VS μεταρρυθμίσεις», θα υπάρχει επίσης μια έντονη συζήτηση αναφορικά με το ρόλο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού και την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης. Το 2014, η τράπεζα εφάρμοσε μια σειρά από αμφιλεγόμενα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των αρνητικών επιτοκίων, των φτηνών δανείων για τις τράπεζες και τα προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων. Το 2015, η ΕΚΤ θα πρέπει να ασχοληθεί με το δύσκολο ερώτημα για το κατά πόσο πρέπει ή όχι να υποβληθεί μια μεγάλης κλίμακας αγορά του δημόσιου χρέους, μια κίνηση γνωστή ως ποσοτική χαλάρωση.
**Το παρόν αποτελεί απόσπασμα από τις προβλέψεις του Stratfor για την Ευρώπη για το 2015.
Υπεύθυνη διαχείρισης: ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΣΥΡΙΟΠΟΥΛΟΥ
Ακόμη και τη στιγμή που η Γερμανία έχει αμετακίνητες απαιτήσεις σχετικά με τη Ρωσία αναφορικά με την κρίση στην Ουκρανία, οι δύο πλευρές θα δώσουν προτεραιότητα ανοιχτά στη διατήρηση των διαύλων επικοινωνίας τους. Σε ό,τι αφορά στο Βερολίνο, είναι ευθύνη της Μόσχας να κάνει τα πρώτα βήματα για την αποκλιμάκωση της κρίσης. Η Ρωσία είναι πιθανό να ενεργήσει πρώτη, δίνοντας στη Γερμανία τον πολιτικό χώρο, προκειμένου να υποστηρίξει να αφήσουν τις κυρώσεις να λήξουν στα μέσα του 2015. Εν τω μεταξύ, το Βερολίνο θα στηρίξει πολυμερείς τρόπους παροχής οικονομικής ενίσχυσης για το Κίεβο, ενώ πιέζει την κυβέρνηση της Ουκρανίας να εφαρμόσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Το 2015, η ευρωζώνη θα πρέπει να ασχοληθεί με τέσσερα μεγάλα προβλήματα: την οικονομική στασιμότητα, την υψηλή ανεργία, το χαμηλό πληθωρισμό και το υψηλό χρέος. Θα υπάρξουν έντονες συζητήσεις αναφορικά με τον τρόπο που θα αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα, αλλά τα αποκλίνοντα συμφέροντα των κρατών-μελών και η τεχνητή ηρεμία που δημιουργήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα υπονομεύσουν τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ενωσης να λάβει συνεκτικά μέτρα για την αντιμετώπιση του μακρύ καταλόγου των εκκρεμοτήτων.
Η συζήτηση μεταξύ των χωρών που πιέζουν για περισσότερα μέτρα στήριξης της ευρωζώνης (όπως η Γαλλία και η Ιταλία) και των χωρών που επιμένουν σε περαιτέρω οικονομικές μεταρρυθμίσεις (με επικεφαλής τη Γερμανία) θα συνεχιστεί. Το Παρίσι και η Ρώμη θα συνεχίσουν να πιέζουν για περισσότερες επενδύσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και επενδυτικά σχέδια στη Γερμανία. Ωστόσο, οι εσωτερικοί περιορισμοί της Γερμανίας θα μετριάσουν τη δυνατότητά της να αναλάβει δράση. Η πολιτική του μηδενικού ελλείμματος είναι πολύ δημοφιλής στους Γερμανούς ψηφοφόρους και οι συντηρητικοί παράγοντες της κυβέρνησης και η ευρωσκεπτικιστική αντιπολίτευση πιέζουν το Βερολίνο να αποφύγει να κάνει παραχωρήσεις προς τις χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης. Ως εκ τούτου, δεν είναι πιθανό το 2015 η Γερμανία να προχωρήσει σε σημαντικά πακέτα τόνωσης στο εσωτερικό ή σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ωστόσο, είναι πιθανό ότι το Βερολίνο θα ανεχθεί τις χώρες της ευρωζώνης που δεν τηρούν τις δεσμεύσεις ως προς το χρέος και το έλλειμμά τους. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του έτους, η Γαλλία και η Ιταλία θα εφαρμόσουν μετριοπαθείς οικονομικές μεταρρυθμίσεις με στόχο τη μερική ελευθέρωση της οικονομίας για να καθησυχάσουν την Ευρωπαϊκή Ενωση. Μέχρι το τέλος του πρώτου τριμήνου, το μπλοκ θα αξιολογήσει τα μέτρα αυτά και θα αποφασίσει να μην επιβάλει κυρώσεις κατά της Γαλλίας και της Ιταλίας.
Αυτό θα έχει δύο κύριες συνέπειες. Από τη μία πλευρά, το Παρίσι και η Ρώμη θα επιβραδύνουν την οικονομική μεταρρύθμισή τους για να αποφευχθεί η κλιμάκωση της κοινωνικής αναταραχής και να αποτραπεί η διεύρυνση των πολιτικών διαιρέσεων εντός των κεντροαριστερών κυβερνήσεων. Από την άλλη, οι κυβερνήσεις αυτές θα γίνονται ολοένα και πιο αναποτελεσματικές, με την κοινωνική δυσαρέσκεια να παραμένει υψηλή. Χαλάρωση των μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης θα γίνει επίσης στην Ισπανία και την Πορτογαλία, οι οποίες θα διεξάγουν τις εθνικές εκλογές στα τέλη του 2015. Γερμανία και Ευρωπαϊκή Ενωση δεν θα κάνουν καμία ουσιαστική κίνηση να τιμωρήσουν τη Μαδρίτη και τη Λισαβόνα.
Εκτός από τη συζήτηση «τόνωση VS μεταρρυθμίσεις», θα υπάρχει επίσης μια έντονη συζήτηση αναφορικά με το ρόλο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού και την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης. Το 2014, η τράπεζα εφάρμοσε μια σειρά από αμφιλεγόμενα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των αρνητικών επιτοκίων, των φτηνών δανείων για τις τράπεζες και τα προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων. Το 2015, η ΕΚΤ θα πρέπει να ασχοληθεί με το δύσκολο ερώτημα για το κατά πόσο πρέπει ή όχι να υποβληθεί μια μεγάλης κλίμακας αγορά του δημόσιου χρέους, μια κίνηση γνωστή ως ποσοτική χαλάρωση.
**Το παρόν αποτελεί απόσπασμα από τις προβλέψεις του Stratfor για την Ευρώπη για το 2015.
Υπεύθυνη διαχείρισης: ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΣΥΡΙΟΠΟΥΛΟΥ