Αν πάμε σε εκλογές τον Φεβρουάριο και κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, θα βρεθεί
ενώπιον μια πολύ σκληρής πραγματικότητας, η διαχείριση της οποίας δεν θα
είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Πώς θα καταφέρει να αποτρέψει τη φυγή
κεφαλαίων, αλλά και να προσελκύσει νέα, να αυξήσει μισθούς στο Δημόσιο
όπως και συντάξεις, να προσλάβει νέους κρατικούς υπαλλήλους και να μην
ανεβάσει τα όρια συνταξιοδότησης; Και, τελικά, πώς θα τα καταφέρει όλα
αυτά χωρίς νέο δανεισμό, χωρίς να δημιουργήσει νέα ελλείμματα και χωρίς
να αυξήσει το χρέος; Αν τα επιτύγχανε όλα αυτά ο κ. Τσίπρας θα είχε την
ευγνωμοσύνη όλων και θα αποτελούσε ένα πολύ ελκυστικό παράδειγμα προς
μίμηση. Ομως, η πραγματικότητα καθιστά την υλοποίηση των παραπάνω στόχων
ανέφικτη.
Προφανώς, στον ΣΥΡΙΖΑ ανησυχούν ότι αν πηγαίναμε σε εκλογές στο τέλος του ’15 το σκηνικό θα ήταν πιο δύσκολο. Το προεκλογικό ίσως, αν και αμφιβάλλω. Οι συσχετισμοί δύσκολα ανατρέπονται σε λίγους μήνες. Το βέβαιο είναι ότι το μετεκλογικό περιβάλλον θα ήταν πιο εύκολο και διαχειρίσιμο. Το πιθανότερο σενάριο παραμένει ότι θα κέρδιζε ο ΣΥΡΙΖΑ -με ποσοστό που θα μπορούσε να είναι και μεγαλύτερο- αλλά ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι θα παραλάμβανε μια πιο «στρωμένη» κατάσταση.
Οσοι παρακολουθούν τη συμπεριφορά των εταίρων διαπιστώνουν αυξημένη απολυτότητα και περιορισμένη ανοχή. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ αναρριχηθεί στην εξουσία στις αρχές Φεβρουαρίου θα βρεθεί αντιμέτωπος με αμείλικτα διλήμματα και ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, ενώ ταυτόχρονα στο τεταμένο κλίμα που θα επικρατεί, θα κληθεί η νέα Βουλή να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Μέσα σε λίγες ημέρες θα πρέπει να σχηματιστεί κυβέρνηση η οποία θα πέσει αμέσως «στα βαθιά» αφού στο τέλος Φεβρουαρίου λήγει η δίμηνη παράταση που δόθηκε από το Eurogroup, αν και η χώρα δεν αντιμετωπίζει ανάγκες χρηματοδότησης για άλλους τρεις μήνες.
Αντίθετα, αν ο ΣΥΡΙΖΑ συναινούσε στην εκλογή Προέδρου, θα μπορούσε, στο πλαίσιο μιας λύσης-πακέτου, να διασφαλίσει ότι αυτός θα προέρχεται από την Αριστερά, ταυτόχρονα θα εξέπεμπε σεβασμό στους θεσμούς, θα διευκόλυνε την ταχύτερη αναθεώρηση του Συντάγματος και θα έδειχνε έμπρακτα ότι επιλέγει να μην εγκλωβίσει τη χώρα σε πιθανή περιπέτεια για να αποκομίσει κομματικά οφέλη.
Τέλος, το σημαντικότερο: μερικούς μήνες ή ακόμη και ένα χρόνο αργότερα θα μπορούσε να υλοποιήσει πιο αποτελεσματικά την πολιτική του. Σ’ ένα λιγότερο πιεστικό περιβάλλον και με την οικονομία να ανακάμπτει, θα είχε μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας ώστε να προχωρήσει σε κάποια ανακούφιση των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων, προωθώντας μια μερική, αλλά αναγκαία, αναδιανομή πλούτου και εστιάζοντας στα μεγάλα συμφέροντα, όπως ελπίζεται ότι θα τολμήσει να κάνει.
Προφανώς, στον ΣΥΡΙΖΑ ανησυχούν ότι αν πηγαίναμε σε εκλογές στο τέλος του ’15 το σκηνικό θα ήταν πιο δύσκολο. Το προεκλογικό ίσως, αν και αμφιβάλλω. Οι συσχετισμοί δύσκολα ανατρέπονται σε λίγους μήνες. Το βέβαιο είναι ότι το μετεκλογικό περιβάλλον θα ήταν πιο εύκολο και διαχειρίσιμο. Το πιθανότερο σενάριο παραμένει ότι θα κέρδιζε ο ΣΥΡΙΖΑ -με ποσοστό που θα μπορούσε να είναι και μεγαλύτερο- αλλά ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι θα παραλάμβανε μια πιο «στρωμένη» κατάσταση.
Οσοι παρακολουθούν τη συμπεριφορά των εταίρων διαπιστώνουν αυξημένη απολυτότητα και περιορισμένη ανοχή. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ αναρριχηθεί στην εξουσία στις αρχές Φεβρουαρίου θα βρεθεί αντιμέτωπος με αμείλικτα διλήμματα και ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, ενώ ταυτόχρονα στο τεταμένο κλίμα που θα επικρατεί, θα κληθεί η νέα Βουλή να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Μέσα σε λίγες ημέρες θα πρέπει να σχηματιστεί κυβέρνηση η οποία θα πέσει αμέσως «στα βαθιά» αφού στο τέλος Φεβρουαρίου λήγει η δίμηνη παράταση που δόθηκε από το Eurogroup, αν και η χώρα δεν αντιμετωπίζει ανάγκες χρηματοδότησης για άλλους τρεις μήνες.
Αντίθετα, αν ο ΣΥΡΙΖΑ συναινούσε στην εκλογή Προέδρου, θα μπορούσε, στο πλαίσιο μιας λύσης-πακέτου, να διασφαλίσει ότι αυτός θα προέρχεται από την Αριστερά, ταυτόχρονα θα εξέπεμπε σεβασμό στους θεσμούς, θα διευκόλυνε την ταχύτερη αναθεώρηση του Συντάγματος και θα έδειχνε έμπρακτα ότι επιλέγει να μην εγκλωβίσει τη χώρα σε πιθανή περιπέτεια για να αποκομίσει κομματικά οφέλη.
Τέλος, το σημαντικότερο: μερικούς μήνες ή ακόμη και ένα χρόνο αργότερα θα μπορούσε να υλοποιήσει πιο αποτελεσματικά την πολιτική του. Σ’ ένα λιγότερο πιεστικό περιβάλλον και με την οικονομία να ανακάμπτει, θα είχε μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας ώστε να προχωρήσει σε κάποια ανακούφιση των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων, προωθώντας μια μερική, αλλά αναγκαία, αναδιανομή πλούτου και εστιάζοντας στα μεγάλα συμφέροντα, όπως ελπίζεται ότι θα τολμήσει να κάνει.