Συγκεκριμένα: Ποιος αποφασίζει τι είναι έγκλημα πολέμου και έγκλημα κατά της ανθρωπότητος; Το ότι κάποιοι έχουν ήδη αποφασίσει (διεθνή δικαστήρια, κοινοβούλια κρατών) ότι συγκροτείται νομικά η έννοια της γενοκτονίας ή ομοειδών εγκλημάτων, γιατί να αποτελεί φραγμό στην άρνηση ή στην κριτική αναθεώρηση; Τι προσθέτει το περιώνυμο «αντιρατσιστικό» στην ήδη υφιστάμενη νομοθεσία (νόμος 927 του 1979 και τροπολογία του 2001), η οποία τιμωρεί τις προσβλητικές ρατσιστικές εκφράσεις; Γιατί δεν αρκούν κάποιες βελτιώσεις (π.χ. σύμφωνο συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια) και απαιτείται ειδική αναφορά στις γενοκτονίες και στο Ολοκαύτωμα;
Η τετριμμένη και προσχηματική απάντηση επικαλείται το προηγούμενο της Ευρώπης και τη σχετική απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της Ενωσης. Δυστυχώς, προφάσεις εν αμαρτίαις. Οι υφιστάμενοι ευρωπαϊκοί νόμοι, όπως ο νόμος Γκεσώ στη Γαλλία, ο οποίος έστειλε στη φυλακή τον Ροζέ Γκαρωντύ και απαγόρευσε τα βιβλία του, ενώ βάσει αυτού καταδικάστηκε ο εβραϊκής καταγωγής Εντγκάρ Μορέν επειδή επέκρινε την πολιτική του Ισραήλ, έχουν χαρακτηρισττεί φασιστικοί νόμοι. Και αυτό ακριβώς είναι: φασιστικοί!
Είναι τραγικό το γεγονός ότι στα καθ' ημάς η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το αν θα ποινικοποιηθεί και η άρνηση της γενοκτονίας χριστιανών της Ανατολής (Πόντιοι, Μικρασιάτες, Αρμένιοι και Ασσύριοι) και δεν επικεντρώνεται στο μείζον. Στην ποινικοποίηση του ελευθέρως εκφράζεσθαι.Δυστυχώς, ούτε η Αριστερά -με τιμητική εξαίρεση το ΚΚΕ- ενδιαφέρεται για την πτυχή αυτή ούτε η κοινότης των Ιστορικών ούτε η πλειονότης των φιλελεύθερων στοχαστών, πανεπιστημιακών και πολιτικών.
Ορισμένοι δε -μεταξύ αυτών και δημοσιογράφοι- χλευάζουν και ειρωνεύονται την «ελευθερία της έκφρασης», την υποτιμούν και την παρακάμπτουν. Ολοι ετούτοι δεν αντιλαμβάνονται -ή δεν ενδιαφέρονται, δογματοπαγείς όντες- ότι το υπό συζήτησιν εκτρωματικό νομοσχέδιο ανοίγει τις πύλες του ζόφου.
Βιβλία θα απαγορεύονται, συγγραφείς και δημοσιογράφοι θα φυλακίζονται, ιστορικοί θα φιμώνονται και την Ιστορία θα (ξανα)γράφει μια δράκα, με γνώμονα συγκεκριμένες αντιλήψεις και ιδεοληψίες. Ηδη στις Βαλτικές χώρες έχουν ασκηθεί διώξεις σε όσους εγκωμιάζουν ή δεν καταδικάζουν τη δράση του Κόκκινου Στρατού, καθώς η εν λόγω δράση θεωρείται «εγκλήματα πολέμου». Το ίδιο θα συμβεί στα καθ' ημάς -και γενικώς- σε βάθος χρόνου, με αποτέλεσμα η ανθρωπότης προοπτικά να ασκείται στη μονοκαλλιέργεια της άποψης για μείζονος σημασίας ιστορικά γεγονότα.
Ευθύ το ερώτημα: ιστορικοί και πανεπιστημιακοί, που μάχονται για την αναθεώρηση σημείων και στοιχείων της ελληνικής ιστορίας, γιατί καταδικάζουν τους αναθεωρητές π.χ. του Ολοκαυτώματος και γιατί δεν επισημαίνουν το εύχυμον του αναθεωρείν παρά σιωπούν αιδημόνως; Γιατί εξαντλούν το διάλογο και την επιχειρηματολογία τους (Ρεπούση, Λιάκος κ.ά.) περί το αν «συγκροτείται νομικά η έννοια της γενοκτονίας» και όχι στο αν αναχαιτίζεται με παρόμοιους νόμους η ιστορική έρευνα και περιστέλλεται η ελευθερία του λόγου;
Αναγκαία και θεμιτή η εγρήγορση. Οταν όμως «η επαγρύπνηση υπονομεύει την ελευθερία του λόγου» (Μαρκ Μαζάουερ), την ελεύθερη σκέψη και την ιστορική έρευνα, τότε θρώσκει απειλητικός ένας νέος φασισμός.
Θα συνεχίσουμε τη Δευτέρα.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ