Μία υπόμνηση
ιστορίας: Οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες του SPD το 1959 στο συνέδριο του
Μπαντ Γκόντεσμπεργκ έθαψαν με τιμές τα επαναστατικά λάβαρα,
εγκατέλειψαν τις «παιδικές αρρώστιες» του αριστερισμού και αποφάσισαν
τον μετασχηματισμό τους σε ένα εθνικό κόμμα, προοδευτικό και κατάλληλο
για τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας. Η συνέχεια είναι γνωστή...Μία
υπόμνηση πολιτικής: Κάπου μεταξύ Πτολεμαΐδας, Μεγαλόπολης και οδού
Χαλκοκονδύλη ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε το δικό του Μπαντ Γκόντεσμπεργκ. Ατυπο και
με πολλαπλά ανοιχτά μέτωπα, χωρίς τη συνείδηση και την καθαρότητα του
συνεδρίου του SPD, αλλά με σαφή μηνύματα για τη συνέχεια.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν «πρόδωσε» τον αγώνα της ΔΕΗ, αλλά από την αρχή έως το τέλος έδειξε την πρόθεσή της να περιορίσει τη δράση της στο θεσμικό γήπεδο. Δηλαδή κυρίως στο κοινοβουλευτικό και πολιτικό παιχνίδι. Αυτό καθόρισε και τα όρια δράσης της γραφειοκρατίας της ΓΕΝΟΠ, η οποία δεν θα είχε κανένα πρόβλημα να εξαπολύσει ένα «συνδικαλιστικό αντάρτικο» μέσα στο καλοκαίρι και όποιον πάρει ο χάρος. Από τη στιγμή που η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν νομιμοποίησε ανάλογες πρακτικές, ξέμεινε ο κάθε Φωτόπουλος να σκίζει τα «φύλλα πορείας» μόνος και γραφικός σαν υπόλειμμα μιας παλιάς συνδικαλιστικής παράδοσης που προκάλεσε δεινά και στον συνδικαλισμό και στους εργαζομένους και στην κοινωνία.
Βέβαια η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να θεωρηθεί «τετελεσμένη». Μοιάζει με μια πολιτική πρωτοβουλία σε πλήρη εξέλιξη, χωρίς να είναι προδικασμένη η επιτυχία της. Τα ενδογενή προβλήματα είναι πολλά, το έλλειμμα ομογενοποίησης παραμένει, οι εσωτερικές αντιθέσεις θα ξαναβγούν στο προσκήνιο. Ακόμη και στη στενή ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία βλέπει ότι μόνο μία στροφή στον πολιτικό ρεαλισμό μπορεί να δημιουργήσει δυναμική εξουσίας, οι αμφιταλαντεύσεις θα συνεχίζονται.
Είναι παντελώς αβέβαιο αυτήν τη στιγμή αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τις υποκειμενικές δυνατότητες να ολοκληρώσει τη στροφή προς τον ρεαλισμό, χωρίς «τροχαία ατυχήματα». Η αρχή, όμως, έγινε. Χρειάζεται και το επόμενο βήμα, που δεν μπορεί να είναι άλλο παρά μια τομή στον προγραμματικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ. Η ρήξη, δηλαδή, με τον «καταγγελτισμό», η περιθωριοποίηση των ιδεών και των συνθημάτων που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ του 4% και ο σχεδιασμός ενός προγραμματικού λόγου, ριζοσπαστικού και ρεαλιστικού. Αλλά κυρίως «ακίνδυνου» για τη γενική πορεία της χώρας. Ιδωμεν..
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν «πρόδωσε» τον αγώνα της ΔΕΗ, αλλά από την αρχή έως το τέλος έδειξε την πρόθεσή της να περιορίσει τη δράση της στο θεσμικό γήπεδο. Δηλαδή κυρίως στο κοινοβουλευτικό και πολιτικό παιχνίδι. Αυτό καθόρισε και τα όρια δράσης της γραφειοκρατίας της ΓΕΝΟΠ, η οποία δεν θα είχε κανένα πρόβλημα να εξαπολύσει ένα «συνδικαλιστικό αντάρτικο» μέσα στο καλοκαίρι και όποιον πάρει ο χάρος. Από τη στιγμή που η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν νομιμοποίησε ανάλογες πρακτικές, ξέμεινε ο κάθε Φωτόπουλος να σκίζει τα «φύλλα πορείας» μόνος και γραφικός σαν υπόλειμμα μιας παλιάς συνδικαλιστικής παράδοσης που προκάλεσε δεινά και στον συνδικαλισμό και στους εργαζομένους και στην κοινωνία.
Βέβαια η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να θεωρηθεί «τετελεσμένη». Μοιάζει με μια πολιτική πρωτοβουλία σε πλήρη εξέλιξη, χωρίς να είναι προδικασμένη η επιτυχία της. Τα ενδογενή προβλήματα είναι πολλά, το έλλειμμα ομογενοποίησης παραμένει, οι εσωτερικές αντιθέσεις θα ξαναβγούν στο προσκήνιο. Ακόμη και στη στενή ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία βλέπει ότι μόνο μία στροφή στον πολιτικό ρεαλισμό μπορεί να δημιουργήσει δυναμική εξουσίας, οι αμφιταλαντεύσεις θα συνεχίζονται.
Είναι παντελώς αβέβαιο αυτήν τη στιγμή αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τις υποκειμενικές δυνατότητες να ολοκληρώσει τη στροφή προς τον ρεαλισμό, χωρίς «τροχαία ατυχήματα». Η αρχή, όμως, έγινε. Χρειάζεται και το επόμενο βήμα, που δεν μπορεί να είναι άλλο παρά μια τομή στον προγραμματικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ. Η ρήξη, δηλαδή, με τον «καταγγελτισμό», η περιθωριοποίηση των ιδεών και των συνθημάτων που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ του 4% και ο σχεδιασμός ενός προγραμματικού λόγου, ριζοσπαστικού και ρεαλιστικού. Αλλά κυρίως «ακίνδυνου» για τη γενική πορεία της χώρας. Ιδωμεν..