Στα 40 χρόνια της ψυχροπολεμικής
«συνύπαρξης» της πολυκομματικής Δύσης και της μονοκομματικής ανατολής
(1950-1990) η ισορροπία του τρόμου βασίστηκε στο αντίπαλο δέος των
αμυντικοεπιθετικών στρατιωτικών συμφώνων (ΝΑΤΟ, ΣΕΑΤΟ, ΣΕΝΤΟ, Σύμφωνο
της Βαρσοβίας).
Με εξαίρεση της αιματηρότατες τοπικές συρράξεις (Κορέα,
Βιετνάμ), αλλά και εθνικοαπελευθερωτικές εξεγέρσεις -Αλγερία (1960),
Ουγγαρία (1956), Τσεχοσλοβακία (1968), Βελγικό Κονγκό, Κένυα, Κύπρος
(1950-1960), Ιράκ (1962), Λιβύη (1967) κ.ά.- στον υπόλοιπο κόσμο η
ισορροπία του τρόμου βασιζόταν ή στην κούρσα των αλόγιστων εξοπλισμών, ή
στον ιδεολογικό ψυχρό πόλεμο της περιόδου 1955-1970, με θύτες τους
καθεστωτικά κρατούντες και θύματα τους αντικαθεστωτικούς ή ηττημένους
των εμφύλιων σφαγών (π.χ. Ελλάδα).
Μετά την αυτοκατάρρευση του ισχυρότερου, στη μεταπολεμική ιστορία, αντίπαλου δέους του ανατολικού συνασπισμού, τη σκυτάλη ενός νέου αντίπαλου δέους την παραλαμβάνιε όχι κάτι ανάλογο προς το ιστορικό «Κίνημα των Αδεσμεύτων», που εμψύχωσε τις σημαντικότερες λαϊκοαπελευθερωιτκές εξεγέρσεις τόσο στην Ασία, όσο και στη Μέση Ανατολή και την κεντρική Αφρική, στη δεκαετία του '60, αλλά ένα εκτεταμένο κίνημα σκληρού ισλαμικού φονταμενταλισμού. Τόσο σε μέτωπα εσωτερικών εκκαθαρίσεων, με στόχο αυταρχικές κοσμικές ηγεσίες (Ιράν), όσο και σε πιο σκληρά μέτωπα συγκρούσεων όμορων χωρών, με διαφορετικά ισλαμικά δόγματα, αλλά και διαφορετικούς εξωτερικούς «προστάτες» (περσοϊρακινός πόλεμος).
Το νέο αυτό «αντίπαλο δέος» όχι μόνον ξεστράτισε από την ελεγχόμενη ισορροπία του τρόμου, αλλά και με τη συστηματική υποδαύλιση εσωτερικών και εξωτερικών συγκρούσεων, από «προστάτες», κατά κύριο λόγο ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-Ε.Ε. και λιγότερο της Ρωσίας, επιτάχυνε τη διαδικασία της μετατροπής των αραβικών χωρών της βόρειας Αφρικής και της ανατολικής Μεσογείου σ' ένα απέραντο νεκροταφείο. Σε μια εύκολη λεία ενός Ελντοράδο του μαύρου χρυσού και του φυσικού αερίου, για τις ύαινες της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν, του Μεντβιέντεφ και του Λαβρόφ, εάν εξαιρέσει κανείς κάποιες βίαιες ακρότητες στην Τσετσενία και στο τόξο του Καυκάσου και της Κασπίας, απέφυγε επιμελώς την ανάμιξή της στις σφαγές της βόρειας Αφρικής και της ανατολικής Μεσογείου, αλλά διατήρησε την υποστήριξή της στο καθεστώς του Ασαντ, στη Συρία. Και ήδη, με ένα μέτωπο εμφανώς καθαρότερο, από εκείνο του μετώπου ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-Ε.Ε., η Μόσχα θεμελιώνει, σιγά σιγά, το ρόλο ενός αμιγώς στρατιωτικοπολιτικού αντίπαλου δέους, έναντι της σημερινής άτυπης, αλλά υπαρκτής στρατιωτικοπολιτικής «τρόικας» ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-Ε.Ε. Ή ορθότερα βαδίζουμε προς μια αναβίωση της πόλωσης «Ανατολή-Δύση», με επίκεντρο όχι τα πάλαι ποτέ διαφορετικά καθεστώτα, ή το Τείχος του Βερολίνου, αλλά την εκμετάλλευση, διαχείριση και επικερδή διανομή των πλούσιων ενεργειακών πόρων της Ρωσικής Ομοσπονδίας προς στη Δύση.
Η Ουκρανία είναι το κομβικό σημείο της νέας ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης Δύσης-Ανατολής, με μείζονα, προς το παρόν, διπλωματική στρατηγική και οικονομική υπεροχή της Μόσχας. Η de facto και ακολούθως de jure ενσωμάτωση της Κριμαίας και της Αζοφικής, στον κορμό της Ρωσίας, καθιστά τη Μόσχα και πάλι έναν ισχυρό παίκτη στην ισορροπία του τρόμου, με την άνετη διέξοδό της, μέσω του Βοσπόρου, στη Μεσόγειο. Και το φαινόμενο της στρατιωτικοπολιτικής κινούμενης άμμου, στους ισχυρούς θυλάκους των ρωσόφωνων και ρωσόφιλων πληθυσμών της ανατολικής Ουκρανίας (Κριμαία), θα συνεχιστεί μ' ένα σοβαρό κόστος σε χρήματα και ανθρώπινα θύματα, για ακόμη ένα χρονικό διάστημα.
Κυρίως οι πολυεθνικοί πληθυσμοί της Ουκρανίας, νιώθοντας μετέωροι, στο απατηλό και όχι πολύφερνο american dream, σιγά σιγά προσχωρούν στη σιγουριά της ρωσικής ενεργειακής επάρκειας, γιατί όχι και της παραδοσιακής θρησκευτικής ομοδοξίας, του ανατολικού ορθόδοξου δόγματος. Ομως, τόσο η δυτική στρατιωτικοπολιτική «τρόικα» όσο και η Μόσχα αντιμετωπίζουν με δικαιολογημένο σκεπτικισμό την επιστροφή στην περίοδο των τυχοδιωκτικών πολυαίμακτων στρατιωτικών επεμβάσεων.
Το προηγούμενο της ρωσικής (σοβιετικής) επέμβασης στο Αφγανιστάν οδήγησε στην αυτοδιάλυση της ΕΣΣΔ, ενώ το χρονικό του Ιράκ και της Σερβίας γονάτισε και εξουθένωσε οικονομικά τη Δύση. Περιθώρια για άλλα παιχνίδια με τη φωτιά δεν υπάρχουν. Ισως η μόνη διέξοδος θα ήταν η αναθεώρηση του Si vis pacem, para bello, σε Si vis pacem, para pace, δηλαδή εάν θέλεις ειρήνη, προετοιμάσου για ειρήνη και όχι για πόλεμο...Θα βρεθούν άραγε οι κατάλληλοι γαλαντόμοι στο χρήμα, αλλά και στην ψυχή;