Δεν τίθεται θέμα γερμανικών αποζημιώσεων προς την Ελλάδα, επιμένει το Βερολίνο
Ένα από τα ερωτήματα που κυκλοφορούν τις τελευταίες ημέρες με αφορμή την επίσκεψη του Γιόαχιμ Γκάουκ από τις 5 ως τις 7 Μαρτίου στην Ελλάδα είναι αν ο γερμανός πρόεδρος θα
ζητήσει συγγνώμη για τις θηριωδίες που διέπραξαν οι ναζί κατά τη
διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου.
Σύμφωνα με δε με ορισμένες πληροφορίες, αυτό είναι κάτι που εξετάζεται,
στο πλαίσιο έστω μίας συμβολικής κίνησης και ίσως ο κ. Γκάουκ αναφερθεί
κάτι τέτοιο σε κάποιες αππό τις δημόσιες τοποθετήσεις του.Από τη στιγμή μάλιστα που το Βερολίνο εμφανίζεται αμετακίνητο στη
θέση του ότι δεν τίθεται θέμα γερμανικών αποζημιώσεων προς την Ελλάδα,
παρά και την πρόσφατη προσφυγή της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης
στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με την οποία διεκδικεί
από τη Γερμανία το ποσό των 40 - 45 εκατομμυρίων, μία κίνηση εκ μέρους
του κ. Γκάουκ με την οποία θα αναγνώριζε τα ναζιστικά εγκλήματα στην
Ελλάδα θα ήταν σημαντική.
Ωστόσο, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ίσως
να έπρεπε να μεταβεί πέραν των Λιγκιάδων και στη Θεσσαλονίκη, ο
εβραϊκός πληθυσμός της οποίας πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος στους ναζί. Η
προσφυγή άλλωστε της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης στο ΕΔΑΔ θα
ήταν καλή αφορμή, ώστε ο κ. Γκάουκ να ζητήσει συγγνώμη για ένα έγκλημα
στο οποίο διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο ο Μαξ Μέρτεν, σύμβουλος της γερμανικής διοίκησης στη συμπρωτεύουσα την τραγική περίοδο 1942 - 1944.
Η υπόθεση Μέρτεν, η οποία απασχόλησε έντονα τις ελληνογερμανικές
σχέσεις κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950, δεν ήταν απλά μία
δικαστική υπόθεση. Εξελίχθηκε σε πολιτικό σίριαλ που ενεπλάκη όχι μόνο
με το ζήτημα των αποζημιώσεων των θυμάτων της Κατοχής, αλλά επίσης με τη
γερμανική οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα. Ο Μέρτεν μάλιστα, στην
προσπάθειά του να αμυνθεί, έφθασε στο σημείο να εμπλέξει τον τότε
Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή σε συνεργασία με τους ναζί!
Όπως προκύπτει από γερμανικά έγγραφα που αναφέρονται στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο της Κατερίνα Κράλοβα με τίτλο «Στη σκιά της Κατοχής: οι ελληνογερμανικές σχέσεις την περίοδο 1940 - 2010», ο Μέρτεν συνεργάστηκε στενά με την ειδική ομάδα SD, που είχε στείλει στη Θεσσαλονίκη ο διαβόητος Άντολφ Άιχμαν, με σκοπό τον εκτοπισμό του εβραϊκού πληθυσμού της πόλης. «Η
υπογραφή του Μέρτεν βρισκόταν στα έγραφα για τη χρησιμοποίηση των
Εβραίων σε καταναγκαστικά έργα, τη δήμευση των εβραϊκών περιουσιών και
του εβραϊκού νεκροταφείου, όπως και στο διάταγμα για τη μεταφορά του
ντόπιου εβραϊκού πληθυσμού, που αριθμούσε περίπου 56.000 άτομα» γράφει η Κράλοβα.
Ο Μέρτεν συνελήφθη στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1957, όταν
επισκέφθηκε την Ελλάδα για να λάβει μέρος σε μία εμπορική διαπραγμάτευση
και παράλληλα να παρουσιαστεί ως μάρτυρας υπεράσπισης στην εκδίκαση της
υπόθεσης του μεταφραστή του, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, Άρτουρ Μάισνερ.
Ο τελευταίος είχε προσφύγει στην ελληνική Δικαιοσύνη επειδή είχε
δημευθεί η περιουσία του. Ο Μέρτεν συνελήφθη εντός της αίθουσας του
δικαστηρίου.
Η Γερμανία προσπάθησε να επιτύχει την έκδοση του Μέρτεν, αλλά αυτό
δεν κατέστη δυνατόν. Ήταν σαφές ότι η υπόθεσή του, η οποία απασχόλησε
επί μακρόν την κοινή γνώμη και τον Τύπο της εποχής, συνδέθηκε τόσο με το
θέμα των αποζημιώσεων όσο και με τη διμερή οικονομική συνεργασία. Ο
Μέρτεν παρέμεινε προφυλακισμένος σχεδόν δύο χρόνια μέχρι την έναρξη της
δίκης του στις 11 Φεβρουαρίου 1959 και βρέθηκε ένοχος για 13 από τα 20
αδικήματα που του αποδίδονταν. Τελικά όμως, εκδόθηκε στη Γερμανία μετά
την υπογραφή της συμφωνίας του Νοεμβρίου 1959 με την οποία έκλεινε
οριστικά το θέμα της δίωξης των εγκληματιών πολέμου επί ελληνικού
εδάφους.
Ίσως το πλέον «πολιτικά πικάντικο» μέρος της υπόθεσης Μέρτεν να
έλαβε χώρα αφού αυτός επέστρεψε στη Γερμανία. Ο γερμανικός Τύπος και
συγκεκριμένα η εφημερίδα «Ηχώ του Αμβούργου» και το περιοδικό «Der
Spiegel» άρχισαν να δημοσιεύουν ρεπορτάζ με σκοπό την αθώωση Μέρτεν. Τα
δημοσιεύματα αυτά, πολλά εκ των οποίων περιείχαν απολύτως ψευδείς
ειδήσεις, είχε περιγράψει εκτενώς με συνεχείς ανταποκρίσεις από τη Βόννη
ο τότε ανταποκριτής της εφημερίδας «Ελευθερία» και μετέπειτα των «Νέων»
και του «Βήματος», ο αείμνηστος Βάσος Μαθιόπουλος.
«Φοβερά κατηγορία του Μέρτεν κατά των κ. Καραμανλή - Μακρή: τους εμφανίζει ως έμμισθους πράκτορας της Κατοχής»
ήταν ο τίτλος της ανταπόκρισης του Μαθιόπουλου στο εξώφυλλο της
«Ελευθερίας» την Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 1960. Τι ισχυριζόταν ο Μέρτεν;
Ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Εσωτερικών Δημήτριος Μακρής και η σύζυγός του Δοξούλα,
το γένος Λεοντίδου, που κατά την Κατοχή εργαζόταν ως γραμματέας στο
γραφείο του Μέρτεν στη Θεσαλονίκη, είχαν συνεργαστεί με τους ναζί με
σκοπό τον αθέμιτο πλουτισμό από τις εβραϊκές περιουσίες.
Ο Μέρτεν είχε επίσης εμπλέξει τα ονόματα του τότε αναπληρωτή υπουργού Άμυνας Γεωργίου Θέμελη ως συνεργαζόμενου με τους κατακτητές, αλλά ακόμη και του Χανς Γκλόμπτκε, στενότατου συνεργάτης του γερμανού καγκελαρίου Κόνραντ Αντενάουερ,
στο ζήτημα του εκτοπισμού των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Το «Der
Spiegel» είχε μάλιστα αναφερθεί, ψευδώς, σε συγγενική σχέση Καραμανλή
- Μακρή. Ο Μέρτεν δε είχε υποστηρίξει ότι υπάρχει φωτογραφία στην οποία
εμφανίζονταν από κοινού ο Καραμανλής και το ζεύγος Μακρή. Τελικά, ο
Μέρτεν δεν παρουσίασε ποτέ τη φωτογραφία.
Τελικά, το εν λόγω πολιτικό και διπλωματικό θρίλερ έλαβε τέλος το
1961 όταν δικαστήριο της Αθήνας κήρυξε ένοχο τον Μέρτεν, ερήμην, με την
κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμησης και προσβολής μέσω του Τύπου. Οι
Μακρής και Θέμελης έλαβαν αποζημιώσεις. Η υπόθεση Μέρτεν στο Βερολίνο
πάντως αρχικά αναβλήθηκε και τον Ιούνιο του 1968 έκλεισε οριστικά λόγω
έλλειψης στοιχείων και λόγω παραγραφής. Είναι μάλιστα εντυπωσιακό ότι ο
Μέρτεν, ο οποίος πέθανε το 1976, έλαβε και αποζημίωση για την περίοδο
που έμεινε προφυλακισμένος στις ελληνικές φυλακές.