Οι επισκέψεις του Αντώνη Σαμαρά στις ΗΠΑ και το Ισραήλ ήταν
σημαντικές για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και τον
γεωστρατηγικό προσανατολισμό της χώρας. Ο Ελληνας πρωθυπουργός έγινε
δεκτός με θέρμη, εξέπεμψε τα σωστά μηνυματα, μίλησε για επερχόμενη
οικονομική ανάκαμψη, με μια δόση υπεραισιοδοξίας είναι αλήθεια, χωρίς
πάντως να υποπέσει σε παραπλανητικές υπερβολές, ενώ υιοθέτησε απόλυτη
στάση έναντι της Χρυσής Αυγής, κάτι που, όπως ήταν φυσικό, έγινε δεκτό
με ικανοποίηση. Αλλωστε, το θέμα έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον και
σημαντικών διεθνών μέσων ενημέρωσης. Υπό αυτό το πρίσμα, τολμώ να
σημειώσω ότι στην προσπάθειά του να αναδείξει και, εν μέρει ευλόγως να
καρπωθεί, τις καταιγιστικές εξελίξεις σχετικά με τη Χρυσή Αυγή, κάποια
στιγμή ο κ. Σαμαράς υπέπεσε σε ατόπημα.
Οι αναφορές στη θεωρία των δύο άκρων, όταν γίνονται στην Ελλάδα, έχουν τη λογική τους. Προσωπικά, δεν είμαι βέβαιος ότι θα αποκομίσει κομματικά οφέλη, αλλά αν ο ίδιος και κάποιοι σύμβουλοί του θεωρούν πως αυτή η προσέγγιση υπηρετεί την κομματική στρατηγική της Ν.Δ., έχει κάθε δικαίωμα να την προβάλλει. Οχι, όμως, στο εξωτερικό. Οχι απλά δεν είναι σωστό· είναι επιζήμιο. Εκεί δεν απευθύνεται σε αναποφάσιστους ή αμφιταλαντευόμενους ψηφοφόρους.
Απευθύνεται, συνήθως, σε σοβαρούς ανθρώπους, που διαθέτουν κρίση, και έχω την εντύπωση ότι το μόνο που καταφέρνει είναι να πλήττει μόνος του την αξιοπιστία του, την οποία με τόσο κόπο έχει, όντως, οικοδομήσει τον τελευταίο χρόνο έναντι της διεθνούς κοινότητας. Δύσκολα θα πεισθούν Αμερικανοί νομοθέτες στο Κογκρέσο ή αναλυτές στο Ινστιτούτο Πίτερσον ότι η Ελλάδα κινδυνεύει και από «το άλλο άκρο, που θέλει τη χώρα έξω από το ΝΑΤΟ και το ευρώ». Οχι μόνο δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ όντως έχει τις συγκεκριμένες επιδιώξεις, αλλά τέτοιες επισημάνσεις δεν βοηθούν ούτε την ίδια την κυβέρνηση. Διότι δεν μπορεί τη στιγμή που ο πρωθυπουργός ανάγει τη σταθερότητα της χώρας σε κύριο σύνθημα, και ορθώς πράττει, να προβάλλει ταυτόχρονα μια εικόνα εν δυνάμει αστάθειας.
Οι πολιτικοί αντίπαλοι του κ. Σαμαρά πρεσβεύουν άλλες λύσεις. Οι ανέφικτες υποσχέσεις που μοιράζουν απλόχερα στον δοκιμαζόμενο λαό μπορεί να εκνευρίζουν. Ομως, στα μάτια των ξένων –και όχι μόνο, αλλά σε αυτό επικεντρώνεται η σημερινή στήλη– αυτό δεν έχει καμία σχέση με τη Χρυσή Αυγή, η συμπεριφορά της οποίας βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την ουσία της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Δεν νοείται να γίνονται συγκρίσεις με την αξιωματική αντιπολίτευση που ακόμη και αν, για παράδειγμα, ήθελε να αποσύρει τη χώρα από το ΝΑΤΟ, θα είχε κάθε δικαίωμα να υποστηρίξει προεκλογικά αυτήν την προοπτική, να την θέσει στην κρίση του λαού στις εκλογές και αν τελικά αναρριχηθεί στην εξουσία και ως κυβέρνηση εξακολουθεί να θεωρεί ότι μια τέτοια κίνηση εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας, να υλοποιήσει την υπόσχεσή της. Αν και ο κ. Τσίπρας δεν πρόκειται να το κάνει, εάν κρίνω από τις συζητήσεις που είχε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τον περασμένο Ιανουάριο, όπου διεμήνυσε στους Αμερικανούς συνομιλητές του ότι ναι μεν ιδεολογικά παραμένει αντίθετος με τη συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, αλλά είναι αρκετά ρεαλιστής ώστε να μην αποσύρει τη χώρα από τη Συμμαχία.
Η βαθιά ανησυχία Αμερικανών, Ευρωπαίων, όπως φυσικά και Ισραηλινών, για τις νεοναζιστικές εκρήξεις βίας της Χρυσής Αυγής δεν έχει καμία σχέση με τον υγιή προβληματισμό συντηρητικών και φιλελεύθερων ξένων αναλυτών, αλλά και απλών πολιτών, για την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιες συνιστώσες ή στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι όντως ακραίοι, αλλά το ίδιο μπορεί να υποστηριχθεί και για συγκεκριμένα μέλη της Νέας Δημοκρατίας. Δεν μπορεί η διαφορετική πολιτική του κ. Τσίπρα να συγκρίνεται με όλα όσα ανακαλύπτουμε καθημερινά γύρω από τον σκοπό ύπαρξης και τον τρόπο λειτουργίας της Χρυσής Αυγής.
Σε κάθε περίπτωση, το βέβαιο είναι πως δεν εξυπηρετεί κανέναν εθνικό σκοπό να υποστηρίζεται στο εξωτερικό ότι στην Ελλάδα υπάρχουν δύο άκρα. Ενα υπάρχει και σε αυτό εναντιώνεται η ελληνική κοινωνία, με την πολιτική βούληση της κυβέρνησης και τη θεσμική ενεργοποίηση της Δικαιοσύνης.
http://www.kathimerini.gr/
Οι αναφορές στη θεωρία των δύο άκρων, όταν γίνονται στην Ελλάδα, έχουν τη λογική τους. Προσωπικά, δεν είμαι βέβαιος ότι θα αποκομίσει κομματικά οφέλη, αλλά αν ο ίδιος και κάποιοι σύμβουλοί του θεωρούν πως αυτή η προσέγγιση υπηρετεί την κομματική στρατηγική της Ν.Δ., έχει κάθε δικαίωμα να την προβάλλει. Οχι, όμως, στο εξωτερικό. Οχι απλά δεν είναι σωστό· είναι επιζήμιο. Εκεί δεν απευθύνεται σε αναποφάσιστους ή αμφιταλαντευόμενους ψηφοφόρους.
Απευθύνεται, συνήθως, σε σοβαρούς ανθρώπους, που διαθέτουν κρίση, και έχω την εντύπωση ότι το μόνο που καταφέρνει είναι να πλήττει μόνος του την αξιοπιστία του, την οποία με τόσο κόπο έχει, όντως, οικοδομήσει τον τελευταίο χρόνο έναντι της διεθνούς κοινότητας. Δύσκολα θα πεισθούν Αμερικανοί νομοθέτες στο Κογκρέσο ή αναλυτές στο Ινστιτούτο Πίτερσον ότι η Ελλάδα κινδυνεύει και από «το άλλο άκρο, που θέλει τη χώρα έξω από το ΝΑΤΟ και το ευρώ». Οχι μόνο δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ όντως έχει τις συγκεκριμένες επιδιώξεις, αλλά τέτοιες επισημάνσεις δεν βοηθούν ούτε την ίδια την κυβέρνηση. Διότι δεν μπορεί τη στιγμή που ο πρωθυπουργός ανάγει τη σταθερότητα της χώρας σε κύριο σύνθημα, και ορθώς πράττει, να προβάλλει ταυτόχρονα μια εικόνα εν δυνάμει αστάθειας.
Οι πολιτικοί αντίπαλοι του κ. Σαμαρά πρεσβεύουν άλλες λύσεις. Οι ανέφικτες υποσχέσεις που μοιράζουν απλόχερα στον δοκιμαζόμενο λαό μπορεί να εκνευρίζουν. Ομως, στα μάτια των ξένων –και όχι μόνο, αλλά σε αυτό επικεντρώνεται η σημερινή στήλη– αυτό δεν έχει καμία σχέση με τη Χρυσή Αυγή, η συμπεριφορά της οποίας βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την ουσία της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Δεν νοείται να γίνονται συγκρίσεις με την αξιωματική αντιπολίτευση που ακόμη και αν, για παράδειγμα, ήθελε να αποσύρει τη χώρα από το ΝΑΤΟ, θα είχε κάθε δικαίωμα να υποστηρίξει προεκλογικά αυτήν την προοπτική, να την θέσει στην κρίση του λαού στις εκλογές και αν τελικά αναρριχηθεί στην εξουσία και ως κυβέρνηση εξακολουθεί να θεωρεί ότι μια τέτοια κίνηση εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας, να υλοποιήσει την υπόσχεσή της. Αν και ο κ. Τσίπρας δεν πρόκειται να το κάνει, εάν κρίνω από τις συζητήσεις που είχε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τον περασμένο Ιανουάριο, όπου διεμήνυσε στους Αμερικανούς συνομιλητές του ότι ναι μεν ιδεολογικά παραμένει αντίθετος με τη συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, αλλά είναι αρκετά ρεαλιστής ώστε να μην αποσύρει τη χώρα από τη Συμμαχία.
Η βαθιά ανησυχία Αμερικανών, Ευρωπαίων, όπως φυσικά και Ισραηλινών, για τις νεοναζιστικές εκρήξεις βίας της Χρυσής Αυγής δεν έχει καμία σχέση με τον υγιή προβληματισμό συντηρητικών και φιλελεύθερων ξένων αναλυτών, αλλά και απλών πολιτών, για την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιες συνιστώσες ή στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι όντως ακραίοι, αλλά το ίδιο μπορεί να υποστηριχθεί και για συγκεκριμένα μέλη της Νέας Δημοκρατίας. Δεν μπορεί η διαφορετική πολιτική του κ. Τσίπρα να συγκρίνεται με όλα όσα ανακαλύπτουμε καθημερινά γύρω από τον σκοπό ύπαρξης και τον τρόπο λειτουργίας της Χρυσής Αυγής.
Σε κάθε περίπτωση, το βέβαιο είναι πως δεν εξυπηρετεί κανέναν εθνικό σκοπό να υποστηρίζεται στο εξωτερικό ότι στην Ελλάδα υπάρχουν δύο άκρα. Ενα υπάρχει και σε αυτό εναντιώνεται η ελληνική κοινωνία, με την πολιτική βούληση της κυβέρνησης και τη θεσμική ενεργοποίηση της Δικαιοσύνης.
http://www.kathimerini.gr/