Kapopoulos@pegasus.gr
Κλιμάκωση της έντασης επέλεξε ο Ερντογάν με σκληρή αστυνομική βία κατά των διαδηλωτών, αλλά και με προαναγγελία κινητοποίησης των οπαδών του το Σάββατο και την Κυριακή. Είναι προφανές ότι όλες αυτές τις ημέρες ο πρωθυπουργός της Τουρκίας δίνει προτεραιότητα στη συσπείρωση της κομματικής του βάσης και ταυτόχρονα απειλεί τους αντιπάλους του με τη μετατροπή της από σιωπηλή πλειοψηφία σε ενεργό δύναμης κρούσης. Αγνωστη και βαρύνουσα παράμετρος των εξελίξεων είναι η πολιτικά ακηδεμόνευτη και χειραφετημένη δυναμική μειοψηφία που βρίσκεται στους δρόμους, στο όνομα της οποίας δεν μπορούν να διαπραγματευτούν ούτε αυτοδιορισμένες επιτροπές αλλά πολύ περισσότερο οι ηγεσίες της αντιπολίτευσης.
Φυγή προς τα εμπρός;
Είναι φανερό ότι στις προθέσεις του Ερντογάν δεν μπορεί να βρίσκεται μόνο η τυφλή κλιμάκωση της βίας αλλά ως καταληκτικό στάδιο η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες με την ευθύνη της διεξαγωγής τους να χρεώνεται στους διαδηλωτές και την αντιπολίτευση. Ο συλλογισμός του Τούρκου ηγέτη είναι απλός: Από το 50% που έλαβε το κόμμα του στις εκλογές του 2011 έχει περιθώριο απώλειας πολλών ποσοστιαίων μονάδων χωρίς ταυτόχρονα να χάνει την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Ο κίνδυνος βρίσκεται αλλού: να χάσει τη δυνατότητα τροποποίησης του Συντάγματος προς την κατεύθυνση εγκαθίδρυσης Προεδρικής Δημοκρατίας Γαλλικού Τύπου, στόχος που απαιτεί υπερενισχυμένη πλειοψηφία για να περάσει στη Βουλή αλλά και ενισχυμένη πλειοψηφία για να παραπεμφθεί σε δημοψήφισμα.
Ετσι η σταθεροποίηση -ολίγον ή περισσότερο αυταρχική της χώρας- προβάλλει να είναι ασύμβατη με τη φιλοδοξία του Ερντογάν να εκλεγεί Πρόεδρος με υπερεξουσίες απευθείας από τον λαό το 2014. Ακόμη περισσότερο αυτός φαίνεται να είναι ο πρώτος στόχος των πολιτικών του αντιπάλων στο εσωτερικό, που δεν έχουν αυταπάτες ότι μπορούν να ανατρέψουν τον Ερντογάν εδώ και τώρα, αλλά θέλουν απλά να περιορίσουν τη σημερινή πολιτική παντοδυναμία-κυριαρχία του και κυρίως να τον εμποδίσουν να διαμορφώσει ένα προσωποπαγές προεδρικό καθεστώς.
Οι αποφάσεις του Ερντογάν δεν είναι εύκολες: Αν στο όνομα των καθεστωτικών μεταρρυθμιστικών φιλοδοξιών του ή ακόμη και λόγω των εξελίξεων στο Κουρδικό και της σύγκρουσης στη Συρία δεν προσφύγει σε εκλογές κινδυνεύει να μπει όχι μόνον στο παιχνίδι της φθοράς και της βαθμιαίας είσπραξης του κόστους της καταστολής, αλλά να δώσει την ευκαιρία στο κίνημα της εξέγερσης που ξεκίνησε από την πλατεία Ταξίμ να εξελιχθεί σε πολιτικό μόρφωμα.
Από την άλλη, η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες δεν απειλεί μόνον τη μετάβαση του Ερντογάν στην
Προεδρία το 2014, αλλά, με δεδομένη την ένταση των τελευταίων εβδομάδων, να εξελιχθεί όχι σε μια συνήθη προεκλογική εκστρατεία αλλά σε εμφυλιοπολεμικού χαρακτήρα αντιπαράθεση.
Μια παρόμοια προοπτική είναι εφιαλτική. Δεν θα είναι απλά και μόνο αντιπαράθεση μιας δυναμικής κοσμικών ευαισθησιών μειοψηφίας με την διαφορετικών βαθμών ισλαμικής ευαισθησίας πλειοψηφία της κοινωνίας. Ταυτόχρονα θα θέσει σε δοκιμασία τη στρατηγική Ερντογάν για πολιτική επίλυση του Κουρδικού με αναγνώριση της εθνικής διαφοροποίησής τους από τους Τούρκους και ανάδειξης του Σουνιτικού Ισλάμ ως κοινού ενοποιητικού παρονομαστή. Είναι φανερό ότι η παραπάνω επιλογή σε συνδυασμό με την εσωτερική σύγκρουση στη Συρία θα αποξενώσουν τους Αλεβήδες της Τουρκίας -γύρω στα 12 εκατομμύρια- και την ώρα που θα κλείνει ένα μειονοτικό μέτωπο, θα ανοίγει ένα άλλο.
Η μεγάλη πρόκληση
Με άλλα λόγια, η μεγάλη πρόκληση για τον Ερντογάν με δεδομένη την εφεδρεία της σιωπηλής πλειοψηφίας που διαθέτει, είναι να ελέγξει τη δύναμή του, να μην επιτρέψει στους πολιτικούς του αντιπάλους να τον απομονώσουν σε έναν κυρίαρχο αυταρχισμό, αλλά πριν και πάνω από όλα να μη δημιουργηθούν συνθήκες που θα παραπέμπουν περισσότερο στην Τυνησία, την Αίγυπτο και το Ιράν και πολύ λιγότερο στην ισχυρή και σταθερή Τουρκία που μέχρι πρόσφατα φιλοδοξούσε να εξαγάγει το μετριοπαθές Πολιτικό Ισλάμ στην Ευρύτερη Περιοχή.
Η ενεργοποίηση στο πολιτικό σκηνικό μιας δυναμικής ομάδας της μεσαίας τάξης και της νεολαίας έχει μεν τα δικά της ιθαγενή χαρακτηριστικά, αλλά δεν την συναντούμε μόνο στην Τουρκία.
Στην Τυνησία, στην Αίγυπτο αλλά και πριν από λίγα χρόνια στο Ιράν κατεγράφη η εναντίωση ενός δυναμικού μεν, αλλά μειοψηφικού τμήματος της κοινωνίας που κατέστησε σαφές ότι δεν επιλέγει ανάμεσα σε δύο αυταρχισμούς, αλλά επιθυμεί αυθεντικό εκδημοκρατισμό. Το βλέπουμε στην Τυνησία αλλά κυρίως στην Αίγυπτο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας του Μόρσι, όπου ένα δυναμικό κομμάτι της κοινωνίας που πρωτοστάτησε στην ανατροπή του Μουμπάρακ δεν μπορεί να βρει αντιπροσώπευση στη βαθμιαία αλλά σταθερή ισλαμική συντηρητικοποίηση της σημερινής ηγεσίας.
Στο σημείο αυτό εντοπίζεται μια άλλη αδυναμία του Ερντογάν, η ρητορική του οποίου έχει συχνές αναφορές στις μάχες που έδωσε στο πρόσφατο παρελθόν με το Κεμαλικό Κατεστημένο και το Βαθύ Κράτος, με ανύπαρκτους πολιτικά τους ηγέτες των άλλων κομμάτων.
Ηταν προσεκτικός
Ο Ερντογάν από το 2002 και μετά ήταν πολύ προσεκτικός με την εκλογική του βάση, δεν την έβγαλε ποτέ στους δρόμους, ακόμη και όταν οι Στρατηγοί απειλούσαν να θέσουν εκτός νόμου το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ. Θα το πράξει σήμερα με την πραγματοποίηση της απειλής για μαζικές διαδηλώσεις οπαδών του;
Η ανάφλεξη του δυναμικού τμήματος της μεσαίας τάξης είναι αποτέλεσμα τόσο του πραγματικού εκδημοκρατισμού που προέκυψε μετά τη νίκη του όσο και της αίσθησης που αρχίζει να εμπεδώνεται ότι έδωσε ό,τι είχε να δώσει και με τη θεσμική κατοχύρωση προεδρικών υπερεξουσιών να προβάλει ως κίνδυνος.
Παρόμοια αμφισβήτηση αργά ή γρήγορα θα αντιμετωπίσει και ο Πούτιν. Οσο καιρό εκκαθάριζε την κληρονομιά της κλεπτοκρατίας που άνθησε επί Γέλτσιν, όσο συγκρουόταν με τους ολιγάρχες είχε την ανοχή μιας συντριπτικής σιωπηλής πλειοψηφίας. Σήμερα η ολοκλήρωση χωρίς αναταράξεις της εξαετούς θητείας του το 2018 και πολύ περισσότερο μιας δεύτερης προβάλλει ως αβέβαιη.
Σε κάθε περίπτωση μια διαπίστωση δεν μπορεί να αμφισβητηθεί: Η έκρηξη οργής αιφνιδίασε τους πάντες, από τους αρχικούς διοργανωτές των κινητοποιήσεων για την αναμόρφωση του πάρκου Γεντί μέχρι τον ίδιο τον Ερντογάν αλλά και την Ηγεσία της Αντιπολίτευσης και τον διεθνή παράγοντα.