14 Ιουνίου 2013

Αποφάσεις, πολιτικά στοιχήματα και ατυχήματα

Αποφάσεις, πολιτικά στοιχήματα και ατυχήματατου Ειδικού Συνεργάτη
Οι εξελίξεις στην ΕΡΤ συνιστούν προάγγελο αντιστοίχων στην οικονομία και το δημόσιο τομέα. Όταν όμως παίρνεις ριζικές αποφάσεις, οφείλεις να έχει εξασφαλίσει, αν όχι τη συναίνεση, τουλάχιστον την ανοχή, όσων σε στηρίζουν.
Η υψηλού πολιτικού ρίσκου απόφαση Σαμαρά για τον τερματισμό λειτουργίας της ΕΡΤ, συνιστά, πρώτον, μια σαφή πρόγευση όσων θα ακολουθήσουν έως το τέλος του έτους για την απομάκρυνση 12.000 υπαλλήλων από τον δημόσιο τομέα και δεύτερον, ένα μήνυμα προς όσους αντιστέκονται στις εξελίξεις αυτές, σχετικά με την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης.
Ενδοκυβερνητικά, εδώ και περίπου ενάμιση μήνα οι πολιτικοί εταίροι του κ.Σαμαρά ήσαν ενήμεροι σχετικά με τις προθέσεις της κυβέρνησης για την ΕΡΤ και είχαν καταγράψει τη διαφωνία τους ως προς τον τερματισμό λειτουργίας της, συναινώντας, ωστόσο, στην ανάγκη αναμόρφωσής της.
Το «μήνυμά» τους ελήφθη υπόψη, αλλά παραμερίστηκε...

Προς «τα έξω», τα μηνύματα της κίνησης Σαμαρά είναι πολλαπλά και απευθύνονται τόσο προς την αντιπολίτευση όσο και προς τους εταίρους και δανειστές, καταδεικνύοντας το «τέλος εποχής» σχετικά με την έως τώρα απουσία πολιτικής βούλησης για την υλοποίηση σημαντικών μεταρρυθμίσεων στην οικονομία και τον δημόσιο τομέα.

Υπ'αυτό το πρίσμα, οι εξελίξεις στην ΕΡΤ, όσο αδόκιμες ή «άκομψες» κι αν υπήρξαν, συνιστούν μια σαφή ένδειξη της αποφασιστικότητας με την οποία θα προσεγγίσει η κυβέρνηση περαιτέρω τομές, αναφορικά με τις ιδιωτικοποιήσεις, την απελευθέρωση αγορών και επαγγελμάτων, αλλά και σε ότι αφορά στον εκσυγχρονισμό και στην επικράτηση όρων διαφάνειας στη λειτουργία της κρατικής μηχανής.

Χαρακτηριστική των πνεύματος αυτού υπήρξε και η τοποθέτηση του υπουργού Οικονομικών Γ.Στουρνάρα, χθες στη Βουλή, ότι: «όσοι έχουν εμπειρία από τη λειτουργία της ελληνικής δημόσιας διοίκησης μπορούν να αντιληφθούν ότι ο εκσυγχρονισμός της είναι μια εξαιρετικά δύσκολη άσκηση, που μόνο μέσα από ριζικές αλλαγές και συγκρούσεις μπορεί να επιτευχθεί τελικά και αποτελεσματικά».

Σύμφωνα με τον ίδιο, αν και ««η απόφαση για προσωρινή διακοπή της ΕΡΤ δεν είναι ευχάριστη σε κανέναν από εμάς» ... «μια αλλαγή εν κινήσει δεν είναι εφικτή».

Στη συνάντηση της Δευτέρας, μεταξύ των κ.Σαμαρά, Βενιζέλου και Κουβέλη, προφανώς θα υπάρξουν «παραχωρήσεις», κυρίως μέσω της επίσπευσης της επαναλειτουργίας του νέου φορέα ραδιοτηλεόρασης, μέσω ενός μεταβατικού σχήματος, με στόχο αφενός την εκτόνωση της παρούσας έντασης όσο και για την κάλυψη του προφανούς κενού που δημιουργεί ο τερματισμός της λειτουργίας της ΕΡΤ.

Οι κινήσεις αυτές, ωστόσο, της κυβέρνησης Σαμαρά, και ειδικότερα ο τρόπος με τον οποίο θα προσεγγίσει τη δημιουργία του νέου φορέα ραδιοτηλεόρασης θα κρίνουν και την τελική έκβαση του όλου εγχειρήματος, αίροντας ή επιβεβαιώνοντας τη σημερινή εκτίμηση των πολιτών ότι «τίποτε δεν μπορεί να αλλάξει πραγματικά σε αυτόν τον τόπο».

Θα καταδείξουν, δηλαδή, εάν αυτό το «τέλος εποχής» στην απουσία πολιτικής βούλησης και αποφασιστικότητας για την αλλαγή των κακώς κείμενων, μπορεί να οδηγήσει και ουσιαστικά στην επικράτηση όρων διαφάνειας, αξιοκρατίας και πλουραλισμού τόσο στη λειτουργία ενός νέου φορέα ραδιοτηλεόρασης όσο και, εξελικτικά, εκείνην του δημοσίου τομέα στην Ελλάδα.
Αυτό το «στοίχημα» της κυβέρνησης δεν έχει ακόμη κερδηθεί και από την έκβασή του θα κριθεί, σε μεγάλο βαθμό, η μακροβιότητα της.

Οι πιέσεις των δανειστών για την υλοποίηση των όρων του μνημονίου μπορεί να είναι ασφυκτικές, όπως ήσαν και αυτή τη φορά, όμως αντίστοιχα ασφυκτική είναι πλέον και η ανάγκη εξεύρεσης «κοινής γλώσσας» και τρόπου συντονισμού των τριών πολιτικών σχηματισμών που απαρτίζουν την κυβέρνηση.

Ουδείς, εξ'όσων συμμετέχουν σε αυτήν, επιθυμεί μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
Όπως στέκουν τα πράγματα σήμερα, όμως, ο κίνδυνος ενός «ατυχήματος» στη συνεργασία τους είναι προφανής...