Με την Ευρωπαϊκή Ενωση να δυσκολεύεται να
εφαρμόσει μια κοινή πολιτική στο μείζον θέμα της ενέργειας (οι Βρυξέλλες
πρόκειται να προχωρήσουν σ' ένα τέτοιο πλάνο το 2014), οι ευρωπαϊκές
χώρες ακολουθούν ακόμη και σήμερα διαφορετικές κατευθύνσεις σ' αυτό το
ζήτημα. Σε αντίθεση με τη Βρετανία που ενισχύει την πυρηνική της
ενέργεια, η Γερμανία έχει ανακοινώσει την πρόθεσή της να κλείσει το
σύνολο των πυρηνικών της εργοστασίων έως το 2020. Στάση που έχουν
υιοθετήσει η Ισπανία και η Ελβετία, με τη Γαλλία να παραμένει ακόμη
αναποφάσιστη, λόγω του πανίσχυρου ενεργειακού λόμπι της.
Το Βερολίνο τα τελευταία χρόνια έχει επενδύσει πολλά δισ. ευρώ στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως ο ήλιος, ο άνεμος και το βιοαέριο με σκοπό να μειώσει σημαντικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Μια «πράσινη» πολιτική που ενισχύεται από την κοινοβουλευτική δύναμη που διαθέτουν τα «πράσινα» κόμματα στη χώρα και ιδιαίτερα στις κυβερνήσεις κρατιδίων όπως της Βάδης Βυρτεμβέργης και της Ρηνανίας Βεστφαλίας.
Ομως η πράσινη ενέργεια, ακόμη και στη Γερμανία, δεν φαίνεται να γίνεται με σχεδιασμό, με αποτέλεσμα να μην είναι άμοιρη περιβαλλοντικής καταστροφής. Σύμφωνα με δημοσίευμα του «Spiegel», δεκάδες στρέμματα δασικής γης, ακόμη και προστατευόμενης, καταστρέφονται στο βωμό της παραγωγής βιομάζας, καθώς τα μισά δέντρα που κόβονται στη χώρα καταλήγουν σε τέτοια εργοστάσια. Τα δάση στο κρατίδιο της Εσης, όπου υπήρχαν τεράστιες οξιές, κόπηκαν από τη δημοτική εταιρεία Hessen-Forst και ένας λόφος από κομμένες οξιές παραμένουν στοιβαγμένες περιμένοντας τη μεταφορά τους στα εργοστάσια βιομάζας.
Την ίδια στιγμή τεράστιες αγροτικές περιοχές μετατρέπονται σε απέραντα χωράφια καλαμποκιών, ενώ μεγάλες εκτάσεις φιλοξενούν φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις.
Το 2009, το μεγαλύτερο ηλιακό πάρκο της Γερμανίας κατασκευάστηκε στη μέση του Lieberoser Heide, ενός καταφυγίου πουλιών 100 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Βερολίνου.
Η στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχει δημιουργήσει μια επικερδή και γρήγορα αναπτυσσόμενη βιομηχανία που έχει διχάσει, σύμφωνα με το «Spiegel», τους «πράσινους» πολιτικούς, οι οποίοι αντιλαμβάνονται ότι το όνειρό τους για «καλή ενέργεια» κοστίζει στο περιβάλλον.
Οπως υποστηρίζει η Κάθριν Αμερμαν, επικεφαλής της μονάδας για την ανανεώσιμη ενέργεια στην Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας της Φύσης, «η επέκταση της ανανεώσιμης ενέργειας πρέπει να γίνει όχι μόνο με τον πιο οικονομικό τρόπο, αλλά και με έναν τρόπο που να είναι φιλικός προς το περιβάλλον».
Μπροστά στο αδιέξοδο ο υπουργός Περιβάλλοντος της κυβέρνησης Μέρκελ, Πέτερ Αλτμάιερ, ανακοίνωσε πριν από λίγες μέρες ότι η κυβέρνηση μελετά το ενδεχόμενο να κόψει την επιχορήγηση σε κάποια από τα ενεργειακά προγράμματα που έχει προγραμματίσει για το 2013-2014. Ακόμη μία απόδειξη για το πώς το ωφέλιμο μπορεί να γίνει επικίνδυνο χωρίς ουσιαστικό σχεδιασμό.