Η Ελλάδα στο πλαίσιο του δεδομένου άναρχου διεθνούς συστήματος διαθέτει
από τη γεωγραφική της θέση μια γεωπολιτική υπεραξία. Η γεωγραφική θέση
είναι η βάση της υπεραξίας που διαθέτει η χώρα, η οποία οικοδομείται από
τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος, τη δημοκρατική διακυβέρνηση,
τη σημασία και τη σπουδαιότητα που αποδίδουν οι άλλοι για τη χώρα. Η
ισότιμη συμμετοχή σε θεσμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ,
αποτυπώνει μια σημαντική συνιστώσα στη γεωπολιτική θέση και τον ρόλο της
χώρας. Η συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί μια σταθερά της
ελληνικής πολιτικής διαχρονικά, που σημαίνει ευρωπαϊκός προσανατολισμός,
πράγμα που δεν αποκλείει ταυτόχρονα καλές σχέσεις με τη Ρωσία, την Κίνα
και άλλες συνιστώσες της διεθνούς πολιτικής.
Ευρισκόμενη η Ελλάδα σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι της διεθνούς πολιτικής, όπου μία σταθερή αντιπαλότητα εξαιτίας του τουρκικού επεκτατισμού υφίσταται εις βάρος της χώρας μας, είναι υποχρεωμένη στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεών της να αναπτύσσει συμμαχίες, οι οποίες να λειτουργούν αποτρεπτικά προς κάθε υποψήφιο επιβουλέα. Η τουρκική επεκτατική επιθετικότητα στο Αιγαίο και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο υποχρεώνει την Ελλάδα σε σύναψη συμμαχιών, όπως αυτή με το Ισραήλ, την Κύπρο και την Αίγυπτο, που της επιτρέπει την εξισορρόπηση του τουρκικού παράγοντα και την περαιτέρω γεωπολιτική της αναβάθμιση. Η Αθήνα έχει καθήκον να ενισχύει ανά πάσα στιγμή τον γεωπολιτικό της ρόλο, ενδυναμώνοντας το εσωτερικό της μέτωπο σε σχέση με την οικονομία, την πολιτική σταθερότητα και ταυτόχρονα να αναπτύσσει συμμαχίες και συνεργασίες με τρίτες χώρες, τόσο στον ενεργειακό τομέα, στον τουρισμό, όσο και την άμυνα.
Η Ελλάδα βρίσκεται εν μέσω μιας ευρύτερης γεωπολιτικής και διεθνούς κρίσης, η οποία εστιάζεται στο τρίγωνο της αστάθειας, που περιλαμβάνει τον χώρο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, που είναι η Ουκρανία, φτάνει στη Μέση Ανατολή και τέμνει Νοτιοανατολική Μεσόγειο και Βαλκάνια. Ιδιαιτέρως όμως η Μέση Ανατολή, που αποτελεί μια δυνάμει φλεγόμενη ζώνη, όπου κράτη καταρρέουν και διαλύονται, όπως η Συρία, αναδεικνύει ανά πάσα στιγμή τον κίνδυνο ευρύτερων καταρρεύσεων και ανακατατάξεων.
Η χώρα μας θα μπορούσε να διαδραματίσει ρόλο σταθεροποιητή, αναπτύσσοντας τις παραδοσιακές φιλικές σχέσεις που έχει με αραβικές χώρες, όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία, αλλά και η ίδια η Συρία. Αυτό προϋποθέτει στρατηγικό σχέδιο και διεθνείς πρωτοβουλίες σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, κάτι που θα συνιστούσε μια εν τοις πράγμασι δυναμική γεωπολιτική αναβάθμιση της Ελλάδος.
Το πολιτικό σύστημα της χώρας οφείλει να αναδείξει τις σταθερές του δομές σε διάρκεια, όπως είναι το κομματικό σύστημα, η διακυβέρνηση της χώρας, η δημόσια διοίκηση, αλλά και συνιστώσες, όπως ο πολιτισμός και η οικονομία. Εφόσον υπάρχει σταθερότητα, προσελκύονται κεφάλαια, γίνονται επενδύσεις, υπάρχει ανάπτυξη. Σε αυτό το ζήτημα, δηλαδή της σταθερότητας, η αξιοπιστία του κυβερνητικού σχήματος, που βρίσκεται τη συγκεκριμένη περίοδο στην εξουσία, διαδραματίζει ιδιαίτερο ρόλο.
Το σημερινό κυβερνητικό σχήμα δεν μπορούμε να υπολογίσουμε πόση αξιοπιστία εκπέμπει διεθνώς, στον βαθμό που ως πολιτικό σχήμα δεν υπήρξε ιδιαίτερα φιλικό προς τις διεθνείς επενδύσεις. Κατ’ αυτό τον τρόπο, είναι αμφίβολο κατά πόσον ο διεθνής επενδυτικός παράγων θα μπορούσε να εμπιστευθεί μια εκ των υστέρων αναθεωρημένη ως προς τις ξένες επενδύσεις κυβερνητική πολιτική της τέως αντιπολίτευσης.
Συνοψίζοντας, η γεωπολιτική και γεωστρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας περιλαμβάνει αφενός το δεδομένο της συνιστώσας της θέσης, πλην όμως εξαρτάται η αναβάθμιση αυτή, τόσο από τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος, την αξιοπιστία που αποπνέει το εκάστοτε κυβερνητικό σχήμα, τη συνεργατική εμπλοκή του σε διεθνείς και περιφερειακούς θεσμούς, την ανάπτυξη θετικών και κρίσιμων πρωτοβουλιών με άλλους διεθνείς δρώντες, που επιτρέπουν την εξισορρόπηση τρίτων χωρών και παραγόντων που αναπτύσσουν συμφέροντα στην περιοχή, την προβολή και εμπέδωση του ρόλου του σταθεροποιητή και του διαμεσολαβητή σε περιοχές αστάθειας. Όλα τα ανωτέρω εντάσσονται σε ένα στρατηγικό πλάνο, το οποίο οφείλει η εκάστοτε ηγεσία της χώρας να προβάλλει και να αναδεικνύει.
Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να υπογραμμίσουμε πως η συνεργασία Ελλάδας, Κύπρου, Αιγύπτου στο επίπεδο της οικονομίας, με δυνατότητες επέκτασης σε κοινή άμυνα και κοινές διεθνείς πρωτοβουλίες, συμβάλλει και στην αναβάθμιση της Κύπρου, η οποία ως υποκείμενο διεθνούς δικαίου εξακολουθεί να αποτελεί τον μοναδικό κυπριακό δρώντα διεθνώς. Η Κυπριακή Δημοκρατία ως αδιαμφισβήτητος διεθνής δρων, που εκπροσωπεί την Κύπρο ως υποκείμενο διεθνούς δικαίου, είναι σε θέση και πρέπει να αναπτύξει περαιτέρω πρωτοβουλίες αναβάθμισης της σχέσης Αθηνών, Καΐρου, Τελ-Αβίβ, σε θέματα διεθνών πρωτοβουλιών, άμυνας και εξωτερικής πολιτικής, συνεργαζόμενη και σε διμερές επίπεδο με εταίρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναπτύσσοντας κοινά συμφέροντα και διεθνείς δράσεις.
Η Κύπρος αποτελεί προέκταση του ελλαδικού γεωπολιτικού χώρου, διατηρεί όμως παράλληλα και μια γεωστρατηγική αυτονομία, εξαιτίας ακριβώς της θέσης της πλησίον του Ισραήλ, της Αιγύπτου και της Διώρυγας του Σουέζ. Οι γεωστρατηγικές θέσεις αξιοποιούνται από τις κυβερνήσεις στο πλαίσιο ικανοποίησης κοινών συμφερόντων και δράσεων στα πεδία της οικονομίας και της πολιτικής.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών
Για τον Πολιτισμό και την Επικοινωνία,
Πάντειο Πανεπιστήμιο
Ευρισκόμενη η Ελλάδα σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι της διεθνούς πολιτικής, όπου μία σταθερή αντιπαλότητα εξαιτίας του τουρκικού επεκτατισμού υφίσταται εις βάρος της χώρας μας, είναι υποχρεωμένη στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεών της να αναπτύσσει συμμαχίες, οι οποίες να λειτουργούν αποτρεπτικά προς κάθε υποψήφιο επιβουλέα. Η τουρκική επεκτατική επιθετικότητα στο Αιγαίο και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο υποχρεώνει την Ελλάδα σε σύναψη συμμαχιών, όπως αυτή με το Ισραήλ, την Κύπρο και την Αίγυπτο, που της επιτρέπει την εξισορρόπηση του τουρκικού παράγοντα και την περαιτέρω γεωπολιτική της αναβάθμιση. Η Αθήνα έχει καθήκον να ενισχύει ανά πάσα στιγμή τον γεωπολιτικό της ρόλο, ενδυναμώνοντας το εσωτερικό της μέτωπο σε σχέση με την οικονομία, την πολιτική σταθερότητα και ταυτόχρονα να αναπτύσσει συμμαχίες και συνεργασίες με τρίτες χώρες, τόσο στον ενεργειακό τομέα, στον τουρισμό, όσο και την άμυνα.
Η Ελλάδα βρίσκεται εν μέσω μιας ευρύτερης γεωπολιτικής και διεθνούς κρίσης, η οποία εστιάζεται στο τρίγωνο της αστάθειας, που περιλαμβάνει τον χώρο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, που είναι η Ουκρανία, φτάνει στη Μέση Ανατολή και τέμνει Νοτιοανατολική Μεσόγειο και Βαλκάνια. Ιδιαιτέρως όμως η Μέση Ανατολή, που αποτελεί μια δυνάμει φλεγόμενη ζώνη, όπου κράτη καταρρέουν και διαλύονται, όπως η Συρία, αναδεικνύει ανά πάσα στιγμή τον κίνδυνο ευρύτερων καταρρεύσεων και ανακατατάξεων.
Η χώρα μας θα μπορούσε να διαδραματίσει ρόλο σταθεροποιητή, αναπτύσσοντας τις παραδοσιακές φιλικές σχέσεις που έχει με αραβικές χώρες, όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία, αλλά και η ίδια η Συρία. Αυτό προϋποθέτει στρατηγικό σχέδιο και διεθνείς πρωτοβουλίες σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, κάτι που θα συνιστούσε μια εν τοις πράγμασι δυναμική γεωπολιτική αναβάθμιση της Ελλάδος.
Το πολιτικό σύστημα της χώρας οφείλει να αναδείξει τις σταθερές του δομές σε διάρκεια, όπως είναι το κομματικό σύστημα, η διακυβέρνηση της χώρας, η δημόσια διοίκηση, αλλά και συνιστώσες, όπως ο πολιτισμός και η οικονομία. Εφόσον υπάρχει σταθερότητα, προσελκύονται κεφάλαια, γίνονται επενδύσεις, υπάρχει ανάπτυξη. Σε αυτό το ζήτημα, δηλαδή της σταθερότητας, η αξιοπιστία του κυβερνητικού σχήματος, που βρίσκεται τη συγκεκριμένη περίοδο στην εξουσία, διαδραματίζει ιδιαίτερο ρόλο.
Το σημερινό κυβερνητικό σχήμα δεν μπορούμε να υπολογίσουμε πόση αξιοπιστία εκπέμπει διεθνώς, στον βαθμό που ως πολιτικό σχήμα δεν υπήρξε ιδιαίτερα φιλικό προς τις διεθνείς επενδύσεις. Κατ’ αυτό τον τρόπο, είναι αμφίβολο κατά πόσον ο διεθνής επενδυτικός παράγων θα μπορούσε να εμπιστευθεί μια εκ των υστέρων αναθεωρημένη ως προς τις ξένες επενδύσεις κυβερνητική πολιτική της τέως αντιπολίτευσης.
Συνοψίζοντας, η γεωπολιτική και γεωστρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας περιλαμβάνει αφενός το δεδομένο της συνιστώσας της θέσης, πλην όμως εξαρτάται η αναβάθμιση αυτή, τόσο από τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος, την αξιοπιστία που αποπνέει το εκάστοτε κυβερνητικό σχήμα, τη συνεργατική εμπλοκή του σε διεθνείς και περιφερειακούς θεσμούς, την ανάπτυξη θετικών και κρίσιμων πρωτοβουλιών με άλλους διεθνείς δρώντες, που επιτρέπουν την εξισορρόπηση τρίτων χωρών και παραγόντων που αναπτύσσουν συμφέροντα στην περιοχή, την προβολή και εμπέδωση του ρόλου του σταθεροποιητή και του διαμεσολαβητή σε περιοχές αστάθειας. Όλα τα ανωτέρω εντάσσονται σε ένα στρατηγικό πλάνο, το οποίο οφείλει η εκάστοτε ηγεσία της χώρας να προβάλλει και να αναδεικνύει.
Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να υπογραμμίσουμε πως η συνεργασία Ελλάδας, Κύπρου, Αιγύπτου στο επίπεδο της οικονομίας, με δυνατότητες επέκτασης σε κοινή άμυνα και κοινές διεθνείς πρωτοβουλίες, συμβάλλει και στην αναβάθμιση της Κύπρου, η οποία ως υποκείμενο διεθνούς δικαίου εξακολουθεί να αποτελεί τον μοναδικό κυπριακό δρώντα διεθνώς. Η Κυπριακή Δημοκρατία ως αδιαμφισβήτητος διεθνής δρων, που εκπροσωπεί την Κύπρο ως υποκείμενο διεθνούς δικαίου, είναι σε θέση και πρέπει να αναπτύξει περαιτέρω πρωτοβουλίες αναβάθμισης της σχέσης Αθηνών, Καΐρου, Τελ-Αβίβ, σε θέματα διεθνών πρωτοβουλιών, άμυνας και εξωτερικής πολιτικής, συνεργαζόμενη και σε διμερές επίπεδο με εταίρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναπτύσσοντας κοινά συμφέροντα και διεθνείς δράσεις.
Η Κύπρος αποτελεί προέκταση του ελλαδικού γεωπολιτικού χώρου, διατηρεί όμως παράλληλα και μια γεωστρατηγική αυτονομία, εξαιτίας ακριβώς της θέσης της πλησίον του Ισραήλ, της Αιγύπτου και της Διώρυγας του Σουέζ. Οι γεωστρατηγικές θέσεις αξιοποιούνται από τις κυβερνήσεις στο πλαίσιο ικανοποίησης κοινών συμφερόντων και δράσεων στα πεδία της οικονομίας και της πολιτικής.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών
Για τον Πολιτισμό και την Επικοινωνία,
Πάντειο Πανεπιστήμιο