Tης Τζιλ Έιμπραμσον
Όταν βρίσκεται σε μικρές ομάδες, η Χίλαρι Κλίντον απαντά στις ερωτήσεις
με τέλειες παραγράφους, που μερικές φορές είναι υπερβολικά μακρές. Είναι
τόσο καλά προετοιμασμένη, ώστε σπανίως έχει ανάγκη από μια παύση για να
σκεφτεί τι να πει. Πρόκειται λοιπόν για μια υποψήφια που απευθύνεται σε
ψηφοφόρους ικανούς να συγκεντρώνονται για αρκετή ώρα.
Αλλά η ικανότητά της αυτή μπορεί να αποδειχθεί μειονέκτημα σε έναν κόσμο
όπου, σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα της Microsoft, ο μέσος άνθρωπος
μπορεί να συγκεντρωθεί για οκτώ δευτερόλεπτα, λιγότερα απ’ ό,τι ένα
χρυσόψαρο.
Στις συγκεντρώσεις, οι ομιλίες της δεν λένε να τελειώσουν. Στο Κεντάκι,
μερικές από τις μαθήτριες που στέκονταν δίπλα της στη διάρκεια της
ομιλίας της χασμουριόντουσαν ανοιχτά ή έπαιζαν με τα μαλλιά τους. Το
περιοδικό TIME έγραψε ότι μια ομιλία της σε έναν φούρνο της Βιρτζίνια
ήταν τόσο βαρετή, ώστε μπορούσες να ακούσεις τα μάφιν να ξεροψήνονται.
Και ο Μπιλ Κλίντον ήταν βέβαια γνωστός για τις μεγάλης διάρκειας ομιλίες του. Αυτό γινόταν όμως πριν το iPhone, το Twitter, το YouTube και το Snapchat αρχίσουν να μας αποσπούν από οτιδήποτε άλλο κάνουμε. Κανείς δεν ανταποκρίνεται καλύτερα στην εποχή μας από τον Ντόναλντ Τραμπ, τον υποψήφιο των μικρών διαστημάτων συγκέντρωσης. Αντίθετα με την Κλίντον, που εξουθενώνει τους δημοσιογράφους οι οποίοι την ακολουθούν, ο Τραμπ δεν σταματά να τους τροφοδοτεί με ειδήσεις. Το πρωί είναι ακτύπητος. Κι ύστερα οργανώνει τρία- τέσσερα «ειδησεογραφικά γεγονότα» την ημέρα, που συνήθως καταλήγουν σε επιθέσεις εναντίον της αντιπάλου του. Βέβαια, έχουν υπάρξει πρόσφατα μερικές έρευνες για το παρελθόν του ή για τη στάση του απέναντι στις γυναίκες. Για να διαβάσει όμως κάποιος αυτές τις έρευνες, πρέπει να μην αρκεστεί στην πρώτη οθόνη του κινητού του ή της ταμπλέτας του. Λίγοι το κάνουν. Είναι πολύ πιο εύκολο να διαβάσουν τα εμπρηστικά τουίτ του μεγιστάνα.
Ο Νέιτ Σίλβερ μελέτησε τους τίτλους των εφημερίδων στο διάστημα των εννέα μηνών από τότε που ο Τραμπ μπήκε στη μάχη. Το συμπέρασμά του ήταν το εξής: «Με την ικανότητά του να προκαλεί θόρυβο όποτε το επιθυμεί με ένα τουίτ, μια συνέντευξη Τύπου ή μια καλά οργανωμένη διαρροή, ο Τραμπ έχει τινάξει στον αέρα την εκδοτική πολιτική των μέσων ενημέρωσης». Δεδομένου ότι ο Τραμπ θα είναι πιθανότατα ο υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, οι δημοσιογράφοι είναι αναγκασμένοι να ασχολούνται με οτιδήποτε κάνει ή λέει. Καθώς όμως έχει τεράστια εμπειρία στην ψυχαγωγία, γνωρίζει άριστα το infotainment (το μίγμα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας). Και το εκμεταλλεύεται με πολύ έξυπνο τρόπο. Την ίδια στιγμή, η Κλίντον δυσκολεύεται να κρατηθεί στην επικαιρότητα. Το μόνο πρόσφατο ρεπορτάζ γι’ αυτήν ήταν ένα πρωτοσέλιδο κείμενο στην Washington Post που μιλούσε για την ανησυχία των συμβούλων της.
Η αμηχανία της απέναντι στον Τύπο είναι εμφανής. Χαρακτηριστική είναι και η απουσία ενός συνθήματος που να συμπυκνώνει αυτά που θέλει να κάνει αν εκλεγεί Πρόεδρος. Να είναι το “Hillary for America”; Ή μήπως το “Fighting for Us”; Δεν μπορώ να θυμηθώ (ίσως να φταίει ότι δεν μπορώ να συγκεντρωθώ). Δεν έχει καμιά σχέση, πάντως, με το “Making America Great Again” ή ακόμη και το “It`s the Economy, Stupid”. Αλλά κι οι δημοσιογράφοι τη βαριούνται. Μερικοί από αυτούς την παρακολουθούν από τότε που οι Κλίντον έφτασαν στον Λευκό Οίκο. Κι αν δεν μπορούν να συγκεντρωθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, σίγουρα έχουν καλή μνήμη. Οι σύμβουλοί της γνωρίζουν όλα αυτά τα προβλήματα, αλλά έχουν πια παραιτηθεί.
Η Κλίντον, λένε, δεν μπορεί να είναι παρά ο εαυτός της: Το ότι είναι μια βαρετή υποψήφια δεν σημαίνει ότι δεν θα είναι μια εξαιρετική Πρόεδρος. (Πηγή: The Guardian) Η Τζιλ Έιμπραμσον είναι γνωστή κυρίως γιατί ήταν η πρώτη γυναίκα που ανέλαβε διευθυντική θέση στην 160χρονη ιστορία των New York Times. Εντάχθηκε στην δημοσιογραφική οικογένεια των Τάιμς της Νέας Υόρκης το 1997, ενώ νωρίτερα είχε εργαστεί στην Wall Street Journal. Το 2012, κατέλαβε την πέμπτη θέση στη λίστα Forbes των ισχυρότερων γυναικών του κόσμου και το 2013 η αμερικανική πολιτική επιθεώρηση Foreign Policy την συμπεριέλαβε στη δική του λίστα των 500 πιο ισχυρών προσώπων του πλανήτη. Τον Μάιο του 2014 ανακοινώθηκε η απόλυσή της από τους Τάιμς της Νέας Υόρκης. Έχει διδάξει στο Πρίνστον, το Γέιλ και το Χάρβαρντ και είναι συγγραφέας τριών βιβλίων. Είναι μέλος τόσο της American Academy of Arts & Sciences όσο και της American Philosophical Society.
Πηγή: Μπορεί η Χίλαρι να πείσει τους Αμερικανούς στην εποχή του χρυσόψαρου; Δύσκολο http://wp.me/p3kVLZ-yCy
Και ο Μπιλ Κλίντον ήταν βέβαια γνωστός για τις μεγάλης διάρκειας ομιλίες του. Αυτό γινόταν όμως πριν το iPhone, το Twitter, το YouTube και το Snapchat αρχίσουν να μας αποσπούν από οτιδήποτε άλλο κάνουμε. Κανείς δεν ανταποκρίνεται καλύτερα στην εποχή μας από τον Ντόναλντ Τραμπ, τον υποψήφιο των μικρών διαστημάτων συγκέντρωσης. Αντίθετα με την Κλίντον, που εξουθενώνει τους δημοσιογράφους οι οποίοι την ακολουθούν, ο Τραμπ δεν σταματά να τους τροφοδοτεί με ειδήσεις. Το πρωί είναι ακτύπητος. Κι ύστερα οργανώνει τρία- τέσσερα «ειδησεογραφικά γεγονότα» την ημέρα, που συνήθως καταλήγουν σε επιθέσεις εναντίον της αντιπάλου του. Βέβαια, έχουν υπάρξει πρόσφατα μερικές έρευνες για το παρελθόν του ή για τη στάση του απέναντι στις γυναίκες. Για να διαβάσει όμως κάποιος αυτές τις έρευνες, πρέπει να μην αρκεστεί στην πρώτη οθόνη του κινητού του ή της ταμπλέτας του. Λίγοι το κάνουν. Είναι πολύ πιο εύκολο να διαβάσουν τα εμπρηστικά τουίτ του μεγιστάνα.
Ο Νέιτ Σίλβερ μελέτησε τους τίτλους των εφημερίδων στο διάστημα των εννέα μηνών από τότε που ο Τραμπ μπήκε στη μάχη. Το συμπέρασμά του ήταν το εξής: «Με την ικανότητά του να προκαλεί θόρυβο όποτε το επιθυμεί με ένα τουίτ, μια συνέντευξη Τύπου ή μια καλά οργανωμένη διαρροή, ο Τραμπ έχει τινάξει στον αέρα την εκδοτική πολιτική των μέσων ενημέρωσης». Δεδομένου ότι ο Τραμπ θα είναι πιθανότατα ο υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, οι δημοσιογράφοι είναι αναγκασμένοι να ασχολούνται με οτιδήποτε κάνει ή λέει. Καθώς όμως έχει τεράστια εμπειρία στην ψυχαγωγία, γνωρίζει άριστα το infotainment (το μίγμα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας). Και το εκμεταλλεύεται με πολύ έξυπνο τρόπο. Την ίδια στιγμή, η Κλίντον δυσκολεύεται να κρατηθεί στην επικαιρότητα. Το μόνο πρόσφατο ρεπορτάζ γι’ αυτήν ήταν ένα πρωτοσέλιδο κείμενο στην Washington Post που μιλούσε για την ανησυχία των συμβούλων της.
Η αμηχανία της απέναντι στον Τύπο είναι εμφανής. Χαρακτηριστική είναι και η απουσία ενός συνθήματος που να συμπυκνώνει αυτά που θέλει να κάνει αν εκλεγεί Πρόεδρος. Να είναι το “Hillary for America”; Ή μήπως το “Fighting for Us”; Δεν μπορώ να θυμηθώ (ίσως να φταίει ότι δεν μπορώ να συγκεντρωθώ). Δεν έχει καμιά σχέση, πάντως, με το “Making America Great Again” ή ακόμη και το “It`s the Economy, Stupid”. Αλλά κι οι δημοσιογράφοι τη βαριούνται. Μερικοί από αυτούς την παρακολουθούν από τότε που οι Κλίντον έφτασαν στον Λευκό Οίκο. Κι αν δεν μπορούν να συγκεντρωθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, σίγουρα έχουν καλή μνήμη. Οι σύμβουλοί της γνωρίζουν όλα αυτά τα προβλήματα, αλλά έχουν πια παραιτηθεί.
Η Κλίντον, λένε, δεν μπορεί να είναι παρά ο εαυτός της: Το ότι είναι μια βαρετή υποψήφια δεν σημαίνει ότι δεν θα είναι μια εξαιρετική Πρόεδρος. (Πηγή: The Guardian) Η Τζιλ Έιμπραμσον είναι γνωστή κυρίως γιατί ήταν η πρώτη γυναίκα που ανέλαβε διευθυντική θέση στην 160χρονη ιστορία των New York Times. Εντάχθηκε στην δημοσιογραφική οικογένεια των Τάιμς της Νέας Υόρκης το 1997, ενώ νωρίτερα είχε εργαστεί στην Wall Street Journal. Το 2012, κατέλαβε την πέμπτη θέση στη λίστα Forbes των ισχυρότερων γυναικών του κόσμου και το 2013 η αμερικανική πολιτική επιθεώρηση Foreign Policy την συμπεριέλαβε στη δική του λίστα των 500 πιο ισχυρών προσώπων του πλανήτη. Τον Μάιο του 2014 ανακοινώθηκε η απόλυσή της από τους Τάιμς της Νέας Υόρκης. Έχει διδάξει στο Πρίνστον, το Γέιλ και το Χάρβαρντ και είναι συγγραφέας τριών βιβλίων. Είναι μέλος τόσο της American Academy of Arts & Sciences όσο και της American Philosophical Society.
Πηγή: Μπορεί η Χίλαρι να πείσει τους Αμερικανούς στην εποχή του χρυσόψαρου; Δύσκολο http://wp.me/p3kVLZ-yCy