To μείζον ζήτημα που προκύπτει από τις έστω -και μέχρι τώρα-
επιλεκτικές και αποσπασματικές αποκαλύψεις από τα γνωστά πλέον "Panama
Papers" είναι πώς και με ποιους τρόπους «το χρήμα ρέει στο χρήμα», έτσι
ώστε -αθροιστικά και σε βάθος χρόνου- το 1% του πληθυσμού της Γης να
έχει υπό τον έλεγχό του και εν έτει 2016, κατά την ανθρωπιστική οργάνωση
Oxfam, τόσο πλούτο όσο το υπόλοιπο 99%. Αναζητώντας μια λαβή για να
προσεγγίσω το όλο θέμα, έπεσα πάνω σε μια καταπληκτική
φωτογραφία συνυφασμένη, εκ των υστέρων, με τα "Panama Papers". Είναι μια
φωτογραφία του Carlos Jasso (Reuters) που συνοδεύει σχετικό κείμενο του
Avaneesh Pandy, "Richest 1% Will Have More Wealth Than Remaining 99% by
2016: Oxfam Study" (ibtimes.com,
19/1/15). Η φωτογραφία, τραβηγμένη τον Σεπτέμβρη του 2013, απεικονίζει
μια παραγκούπολη ή αλλιώς «φαβέλα» στον Παναμά, που είναι γνωστή ως Boca
la Caja. Η παραγκούπολη βρίσκεται στην παραλία και έχει ως φόντο την
πρωτεύουσα Πόλη του Παναμά με τους αμέτρητούς της ουρανοξύστες. Εκεί,
στην Πόλη του Παναμά, είναι που εδρεύει και η περιβόητη, πλέον,
γερμανοπαναμέζικη δικηγορική εταιρεία Mossack Fonseca, από την οποία
υπεξαιρέθηκαν τα 11 και πλέον εκατομμύρια έγγραφα-ντοκουμέντα, μέσω των
οποίων τεκμηριώνεται ένα διεθνές κύκλωμα φοροδιαφυγής και ξεπλύματος
μαύρου χρήματος. Η φωτογραφία συμβολίζει το απόλυτο: το 99% δίπλα στο
1%. Τα έγγραφα αυτά, που τώρα κάνουν συνεχώς τον γύρο του κόσμου,
αποκαλύπτουν ένα χωρίς προηγούμενο πολιτικοοικονομικό όργιο διαφθοράς,
αδιαφάνειας και δόλου από αυτούς «που έχουν και κατέχουν», που
αποφεύγουν «νομότυπα» να πληρώνουν φόρους στις χώρες διαμονής τους, αλλά
και οι οποίοι παραμένουν ανικανοποίητοι και πλεονέκτες. Θέλουν και άλλα
και, αν είναι δυνατό, τα «θέλουν όλα», όπως αποκαλύπτει η σχετική
μελέτη της Oxfam "Wealth: Having it all and Wanting More".
Αναμφίβολα και ανεξάρτητα από τις περιστάσεις, τους συγκεκριμένους
λόγους αλλά και τα κίνητρα τέτοιας μορφής αποκαλύψεων -και στην
περίπτωση των "Panama Papers" υπάρχουν ήδη έντονες συζητήσεις και
αντιπαραθέσεις που θα έχουν μεγάλες πολιτικές συνέπειες σε παγκόσμια
κλίμακα- αυτή καθαυτή η αποκάλυψη των «νομιμοποιημένων» μεθοδεύσεων δεν
ξαφνιάζει, πλέον, κανένα. Και εννοώ πως ο μέσος πολίτης στον δυτικό
κόσμο δεν μένει με το στόμα ανοικτό και σοκαρισμένος από τέτοιες
συμπεριφορές. Τις γνωρίζει και τις έχει συνηθίσει.
Όσοι παρακολουθούν την κάλυψη του συγκεκριμένου γεγονότος από τα
«ευυπόληπτα» δυτικά και μη ΜΜΕ, πρέπει να έχουν προσέξει -και τους
εφιστώ την προσοχή αν τους διέφυγε ή αν δεν αναγνώρισαν τη σημασία του-
ένα επαναλαμβανόμενο «ρεφρέν» που επιδρά στο υποσυνείδητο και παράγει
και τη «ζητούμενη» αντίληψη στον μέσο πολίτη. «Δεν υπάρχει τίποτα το
μεμπτό και παράνομο» είναι το υποσυνείδητο μήνυμα (subliminal message)
που κυριαρχεί στα μέσα αυτά αναφορικά με τέτοιες συμπεριφορές. Αν
κάποιος θέλει να αποκρύψει τα λεφτά και τα πλούτη του από τους
«αδιάκριτους», ή αν θέλει να ξεφύγει από το «μάτι» του Μεγάλου Αδελφού ή
του «γείτονα», να ξεφύγει από τα ληστρικά καθεστώτα που τον «κυνηγούν»
ανελέητα, που του «πίνουν» το αίμα και δεν του επιτρέπουν να ζει
ελεύθερα και να κάνει τη ζωή του «όπως αυτός ή αυτή θέλει», έχει κάθε
δικαίωμα να το κάνει εφόσον το κάνει «νόμιμα».
Το νόμιμο είναι και το ήθικο. Αυτό είναι το επιχείρημα-κλισέ. Έχετε
διαβάσει την επαναλαμβανόμενη θέση της δικηγορικής εταιρείας Mossack
Fonseca: Σαράντα χρόνια κάνουν, λένε, αυτή τη δουλειά. Και δεν
παραβιάζουν κανένα νόμο και καμία νομοθεσία, τοπική ή διεθνή. Και όλοι
οι πελάτες τους είναι ευυπόληπτοι και νομοταγείς. Και έχουν κάνει, λένε,
«φύλλο και φτερό» τον κάθε καταθέτη και την κάθε κατάθεση. Όλα στην
εντέλεια.
Τα πραγματικά «πλυντήρια» στην καρδιά του συστήματος
Ναι, έχουν απόλυτο δίκιο στη Mossack Fonseca - έχει νομιμοποιηθεί η διαφθορά. Επιστημονικά και με το γάντι. Αυτό είναι που συμβαίνει. Σε αυτή την εποχή ζούμε. Στην εποχή της νομιμοποιημένης διαφθοράς, και από το 1% αλλά και από το 99%. Σε δημοκρατικά πολιτεύματα ζούμε, διακρίσεις (Θεέ μου) δεν γίνονται. Όλοι είναι ίσοι έναντι στους θεσμούς και τους νόμους. Και οι έχοντες δικαιούνται να κοιμούνται κάτω από τις γέφυρες, αλλά και οι μη έχοντες.
Όλα σωστά και άμεμπτα γίνονται. Όπως και στα σκάνδαλα των χρηματιστηρίων σε Ελλάδα και Κύπρο. «Νόμιμα» έχασαν όσοι έχασαν και «νόμιμα» όσοι κέρδισαν. Το πώς ποδηγετήθηκαν όλα από την αρχή μέχρι το τέλος, αυτά είμαι ψιλά γράμματα. Σε έκλεψαν με αθέμιτους τρόπους, σε κούρεψαν, σου λεηλάτησαν τα ταμεία και τις συντάξεις, τρέξε να βρεις το δίκιο σου. Έχεις στοιχεία; Στον εισαγγελέα –τρέχοντας– αλλιώς σκάσε.
Βέβαια, ουδέν κακό αμιγές καλού. Από το συγκεκριμένο σκάνδαλο της Mossack Fonseca μαθαίνουμε –ως «παράπλευρη απώλεια» που λένε– πως τα πραγματικά μεγάλα «πλυντήρια» μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγής δεν βρίσκονται σε εξωτικούς παραδείσους, όπως είναι ο Παναμάς – εκεί μάλλον θα βρούμε να υπερτερούν τα «τριτοκοσμικά» λαμόγια, οι «δικτάτορες της κατσαρόλας» ("tin pot dictators"), οι κλεπτοκρατικές ηγεσίες και οι ελίτ της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής, της Ανατολικής Ευρώπης, της Ρωσίας και της Ασίας, και αυτοί που τους υποβοηθούν στη λεηλασία.
Τα πραγματικά «πλυντήρια» του μαύρου χρήματος και της φοροδιαφυγής βρίσκονται στην καρδιά του συστήματος. Από εκεί που δεν έφυγαν ποτέ. Βρίσκονται στο Λονδίνο, βρίσκονται στη Γερμανία (και Λουξεμβούργο), στην Ελβετία, στο Μόντε Κάρλο. Εκεί βρίσκονται και όλοι οι «διαμεσολαβητές» – που θησαυρίζουν και αυτοί προσφέροντας «υπηρεσίες». Και, ναι, το μεγαλύτερο «πλυντήριο» –και η «μάνα» του συστήματος– είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες. Εκεί είναι που βρίσκεται ο πιο ασφαλής φορολογικός παράδεισος στον κόσμο.
Αν δεν διαβάζουμε για μεγάλα και τραντακτά αμερικανικά ονόματα και εταιρείες στα ντοκουμέντα της Μossack Fonseca, είναι διότι Αμερικανοί έχουν –από τη δεκαετία του 1980 (επί Ρήγκαν) και ειδικά τη μεταψυχροπολεμική εποχή– θεσπίσει εξεζητημένες πλέον νομοθεσίες που νομιμοποιούν τη «ροή του πλούτου στον πλούτο». Και ορισμένες πολιτείες, όπως είναι το Μέριλαντ, η Νεβάδα και το Γουαϊόμινγκ, αυτές είναι επιπλέον «φορολογικοί παράδεισοι» μέσα σε έναν μεγαλύτερο, που είναι η χώρα ολόκληρη. Όσο δε για το μαύρο χρήμα από τα ναρκωτικά της Λατινικής Αμερικής, φτάνει μια επίσκεψη στα σύνορα της Καλιφόρνιας με το Μεξικό για να δει κανείς με τα μάτια του πώς γίνεται καθημερινά, και μέρα μεσημέρι, το ξέπλυμα από τις εκεί αμερικανικές τράπεζες.
Πώς μπορεί να αντιδράσει ο μέσος πολίτης που εργάζεται σκληρά και φιλότιμα αλλά που απαιτεί να προστατεύονται τα καλώς νούμενα συμφέροντά του, ο δημόσιος πλούτος και η συναφής με αυτά ελευθερία του στην επιλογή; Αρχίζοντας από το σπίτι του. Και «μαυρίζοντας» σε κάθε ευκαιρία όλους, αιρετούς και μη, που καταχράζονται την όποια μορφή εξουσίας που συστημικά τυχαίνει να κατέχουν.
Η ελεημοσύνη, λέει μια ξένη παροιμία, αρχίζει από το σπίτι. «Μαύρο», λοιπόν, στους επίορκους και σε όσους πιστεύουν πως είναι πιο ξύπνιοι από τον διπλανό τους. «Μαύρο» σε κάθε ευκαιρία – πρωί, μεσημέρι και βράδυ.
Υ.Γ. Δεν είναι ευρέως γνωστό πως μέχρι το 1903 ο Παναμάς αποτελούσε μέρος της Κολομβίας. Όμως στις αρχές του 20ού αιώνα οι Αμερικανοί, επί προεδρίας Τέντι Ρούσβελτ, έβαλαν στο μάτι την περιοχή διότι ήθελαν να κατασκευάσουν διώρυγα προς τον Ειρηνικό, στον Ισθμό του Παναμά. Αφού δεν τα βρήκαν με την Κολομβία, χρηματοδότησαν την απόσχιση της περιοχής που ανακήρυξε την ανεξαρτησία της, με την αναγνώριση από τις ΗΠΑ να παρέχεται άμεσα. Η κατασκευή της διώρυγας του Παναμά άρχισε το 1904. Λίγο μετά, Αμερικανοί εφοπλιστές άρχισαν να νηολογούν τα πλοία τους στον Παναμά για να αποφεύγουν τη φορολογία αλλά και τους εργατικούς νόμους των ΗΠΑ. Τη δεκαετία του 1920 η τάση αυτή αυξήθηκε λόγω της ποτοαπαγόρευσης. Πάνω σε αμερικανικά πλοία με σημαία του Παναμά το αλκοόλ έρρεε άφθονο. Τη δεκαετία του 1980 τα πράγματα ξέφυγαν από το έλεγχο των ΗΠΑ, αφού ο ηγέτης του Παναμά, Μανουέλ Νοριέγκα –στρατιωτικός και για μεγάλο χρονικό διάστημα πράκτορας με μισθό των Αμερικανών– έκανε συμμαχία με τα καρτέλ των ναρκωτικών ξεπλένοντας τα κέρδη τους μέσα από τις παναμέζικες τράπεζες. Αυτό συνεχίσθηκε μέχρι το 1989, όταν ο Πρόεδρος Μπους έστειλε τους πεζοναύτες που τον έφεραν αλυσοδεμένο πίσω στη Φλόριντα – όπου καταδικάστηκε σε πολυετή φυλάκιση.
Ο Παναμάς, δηλαδή, έχει ένα πλούσιο ιστορικό με δραστηριότητες στα όρια της «νομιμότητας» και πάντοτε με την ανοχή των ισχυρών που βολεύονται με αυτές.
Ναι, έχουν απόλυτο δίκιο στη Mossack Fonseca - έχει νομιμοποιηθεί η διαφθορά. Επιστημονικά και με το γάντι. Αυτό είναι που συμβαίνει. Σε αυτή την εποχή ζούμε. Στην εποχή της νομιμοποιημένης διαφθοράς, και από το 1% αλλά και από το 99%. Σε δημοκρατικά πολιτεύματα ζούμε, διακρίσεις (Θεέ μου) δεν γίνονται. Όλοι είναι ίσοι έναντι στους θεσμούς και τους νόμους. Και οι έχοντες δικαιούνται να κοιμούνται κάτω από τις γέφυρες, αλλά και οι μη έχοντες.
Όλα σωστά και άμεμπτα γίνονται. Όπως και στα σκάνδαλα των χρηματιστηρίων σε Ελλάδα και Κύπρο. «Νόμιμα» έχασαν όσοι έχασαν και «νόμιμα» όσοι κέρδισαν. Το πώς ποδηγετήθηκαν όλα από την αρχή μέχρι το τέλος, αυτά είμαι ψιλά γράμματα. Σε έκλεψαν με αθέμιτους τρόπους, σε κούρεψαν, σου λεηλάτησαν τα ταμεία και τις συντάξεις, τρέξε να βρεις το δίκιο σου. Έχεις στοιχεία; Στον εισαγγελέα –τρέχοντας– αλλιώς σκάσε.
Βέβαια, ουδέν κακό αμιγές καλού. Από το συγκεκριμένο σκάνδαλο της Mossack Fonseca μαθαίνουμε –ως «παράπλευρη απώλεια» που λένε– πως τα πραγματικά μεγάλα «πλυντήρια» μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγής δεν βρίσκονται σε εξωτικούς παραδείσους, όπως είναι ο Παναμάς – εκεί μάλλον θα βρούμε να υπερτερούν τα «τριτοκοσμικά» λαμόγια, οι «δικτάτορες της κατσαρόλας» ("tin pot dictators"), οι κλεπτοκρατικές ηγεσίες και οι ελίτ της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής, της Ανατολικής Ευρώπης, της Ρωσίας και της Ασίας, και αυτοί που τους υποβοηθούν στη λεηλασία.
Τα πραγματικά «πλυντήρια» του μαύρου χρήματος και της φοροδιαφυγής βρίσκονται στην καρδιά του συστήματος. Από εκεί που δεν έφυγαν ποτέ. Βρίσκονται στο Λονδίνο, βρίσκονται στη Γερμανία (και Λουξεμβούργο), στην Ελβετία, στο Μόντε Κάρλο. Εκεί βρίσκονται και όλοι οι «διαμεσολαβητές» – που θησαυρίζουν και αυτοί προσφέροντας «υπηρεσίες». Και, ναι, το μεγαλύτερο «πλυντήριο» –και η «μάνα» του συστήματος– είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες. Εκεί είναι που βρίσκεται ο πιο ασφαλής φορολογικός παράδεισος στον κόσμο.
Αν δεν διαβάζουμε για μεγάλα και τραντακτά αμερικανικά ονόματα και εταιρείες στα ντοκουμέντα της Μossack Fonseca, είναι διότι Αμερικανοί έχουν –από τη δεκαετία του 1980 (επί Ρήγκαν) και ειδικά τη μεταψυχροπολεμική εποχή– θεσπίσει εξεζητημένες πλέον νομοθεσίες που νομιμοποιούν τη «ροή του πλούτου στον πλούτο». Και ορισμένες πολιτείες, όπως είναι το Μέριλαντ, η Νεβάδα και το Γουαϊόμινγκ, αυτές είναι επιπλέον «φορολογικοί παράδεισοι» μέσα σε έναν μεγαλύτερο, που είναι η χώρα ολόκληρη. Όσο δε για το μαύρο χρήμα από τα ναρκωτικά της Λατινικής Αμερικής, φτάνει μια επίσκεψη στα σύνορα της Καλιφόρνιας με το Μεξικό για να δει κανείς με τα μάτια του πώς γίνεται καθημερινά, και μέρα μεσημέρι, το ξέπλυμα από τις εκεί αμερικανικές τράπεζες.
Πώς μπορεί να αντιδράσει ο μέσος πολίτης που εργάζεται σκληρά και φιλότιμα αλλά που απαιτεί να προστατεύονται τα καλώς νούμενα συμφέροντά του, ο δημόσιος πλούτος και η συναφής με αυτά ελευθερία του στην επιλογή; Αρχίζοντας από το σπίτι του. Και «μαυρίζοντας» σε κάθε ευκαιρία όλους, αιρετούς και μη, που καταχράζονται την όποια μορφή εξουσίας που συστημικά τυχαίνει να κατέχουν.
Η ελεημοσύνη, λέει μια ξένη παροιμία, αρχίζει από το σπίτι. «Μαύρο», λοιπόν, στους επίορκους και σε όσους πιστεύουν πως είναι πιο ξύπνιοι από τον διπλανό τους. «Μαύρο» σε κάθε ευκαιρία – πρωί, μεσημέρι και βράδυ.
Υ.Γ. Δεν είναι ευρέως γνωστό πως μέχρι το 1903 ο Παναμάς αποτελούσε μέρος της Κολομβίας. Όμως στις αρχές του 20ού αιώνα οι Αμερικανοί, επί προεδρίας Τέντι Ρούσβελτ, έβαλαν στο μάτι την περιοχή διότι ήθελαν να κατασκευάσουν διώρυγα προς τον Ειρηνικό, στον Ισθμό του Παναμά. Αφού δεν τα βρήκαν με την Κολομβία, χρηματοδότησαν την απόσχιση της περιοχής που ανακήρυξε την ανεξαρτησία της, με την αναγνώριση από τις ΗΠΑ να παρέχεται άμεσα. Η κατασκευή της διώρυγας του Παναμά άρχισε το 1904. Λίγο μετά, Αμερικανοί εφοπλιστές άρχισαν να νηολογούν τα πλοία τους στον Παναμά για να αποφεύγουν τη φορολογία αλλά και τους εργατικούς νόμους των ΗΠΑ. Τη δεκαετία του 1920 η τάση αυτή αυξήθηκε λόγω της ποτοαπαγόρευσης. Πάνω σε αμερικανικά πλοία με σημαία του Παναμά το αλκοόλ έρρεε άφθονο. Τη δεκαετία του 1980 τα πράγματα ξέφυγαν από το έλεγχο των ΗΠΑ, αφού ο ηγέτης του Παναμά, Μανουέλ Νοριέγκα –στρατιωτικός και για μεγάλο χρονικό διάστημα πράκτορας με μισθό των Αμερικανών– έκανε συμμαχία με τα καρτέλ των ναρκωτικών ξεπλένοντας τα κέρδη τους μέσα από τις παναμέζικες τράπεζες. Αυτό συνεχίσθηκε μέχρι το 1989, όταν ο Πρόεδρος Μπους έστειλε τους πεζοναύτες που τον έφεραν αλυσοδεμένο πίσω στη Φλόριντα – όπου καταδικάστηκε σε πολυετή φυλάκιση.
Ο Παναμάς, δηλαδή, έχει ένα πλούσιο ιστορικό με δραστηριότητες στα όρια της «νομιμότητας» και πάντοτε με την ανοχή των ισχυρών που βολεύονται με αυτές.