Να παινεύεσαι όχι όταν πηγαίνεις στον πόλεμο, αλλά όταν γυρίζεις από τον πόλεμο, λέει μια παλιά ρωσική παροιμία. Την αξία της επιβεβαίωσε κατ’ επανάληψη η ίδια η Ρωσία, άλλοτε αμυνόμενη αποτελεσματικά απέναντι σε φιλόδοξους εισβολείς, όπως ο Ναπολέοντας και ο Χίτλερ, κι άλλοτε υφιστάμενη τη Νέμεση για δικές τις εισβολές, όπως στο Αφγανιστάν. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έδειξε να αντιλαμβάνεται ότι είναι πιο δύσκολο να τερματίσεις έγκαιρα έναν πόλεμο, παρά να τον αρχίσεις. Στα τέλη Σεπτεμβρίου αιφνιδίασε τη Δύση, αποφασίζοντας να εμπλέξει τη χώρα του στο συριακό ναρκοπέδιο. Την περασμένη εβδομάδα, την αιφνιδίασε εκ νέου όταν ανακοίνωσε, χωρίς καμία προηγούμενη ένδειξη, την αποχώρηση «του κύριου όγκου» των ρωσικών στρατευμάτων.
Ο απολογισμός της πεντάμηνης, στρατιωτικής εμπλοκής είναι αναμφίβολα θετικός, από τη σκοπιά της Ρωσίας. Σε πρώτο χρόνο, διέσωσε το καθεστώς Ασαντ, αποτρέποντας τον εξοστρακισμό της από τη μοναδική χώρα της Μεσογείου όπου διατηρούσε στρατιωτική βάση. Βοήθησε αποφασιστικά τον συριακό στρατό να θέσει υπό έλεγχο το δυτικό τμήμα της Συρίας, όπου βρίσκονται οι περισσότερες μεγάλες πόλεις. Η ανατροπή των δεδομένων στο πεδίο της μάχης ανάγκασε τους Αμερικανούς να αποδεχθούν ότι η φιλοδυτική αντιπολίτευση είναι αδύνατον να επιβληθεί στρατιωτικά και ότι, επομένως, η αναζήτηση πολιτικής λύσης καθίσταται μονόδρομος.
Σε δεύτερο χρόνο, ο Πούτιν απέτρεψε το ενδεχόμενο μιας μακρόχρονης καθήλωσης στο συριακό ναρκοπέδιο –κάτι που προεξοφλούσε ο Μπαράκ Ομπάμα– και έστρεψε τις πιέσεις του προς την αντίθετη πλευρά, εκείνη του καθεστώτος Ασαντ. Το γεγονός ότι ο Ρώσος πρόεδρος ανακοίνωσε την απόφασή του τη στιγμή ακριβώς που ξεκινούσαν οι διαπραγματεύσεις της Γενεύης, μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί. Πιθανώς, ο Βλαντιμίρ Πούτιν θορυβήθηκε από τις δηλώσεις του Σύρου υπουργού Εξωτερικών, την Κυριακή, ότι η Δαμασκός δεν θα δεχτεί να συζητηθεί στη Γενεύη το μέλλον του Ασαντ, όπως και από προηγούμενες δηλώσεις του ίδιου του Σύρου προέδρου ότι θα συνεχίσει τον πόλεμο μέχρι να συντρίψει ολοκληρωτικά την αντιπολίτευση.
Ομοσπονδιακή λύση
Με την απόσυρση των στρατευμάτων του, ο Πούτιν πιέζει τη Δαμασκό να έρθει σε συμβιβασμό με την αντιπολίτευση, αναδεικνύοντας τη Ρωσία σε ρόλο έντιμου μεσολαβητή, κάτι που αναγνώρισε ακόμη και η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας. Οι τοποθετήσεις ανώτερων Ρώσων αξιωματούχων επιτρέπουν να εικάσει κανείς ότι η Μόσχα ευνοεί μια ομοσπονδιακή λύση του συριακού προβλήματος, με το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής Συρίας, συμπεριλαμβανομένης της Δαμασκού, να παραμένει υπό τον έλεγχο του καθεστώτος Μπάαθ (πιθανότατα, χωρίς τον ίδιο τον Ασαντ), το Χαλέπι και το Ιντλίμπ, στον Βορρά, να περνούν υπό σουνιτική διοίκηση και τις κουρδικές περιοχές να κατακτούν μια ορισμένη αυτονομία, κατά το ιρακινό πρότυπο.
Υπάρχει βέβαια το ενδεχόμενο ομάδες της αντιπολίτευσης να εκμεταλλευθούν την απόσυρση των Ρώσων για να ανακτήσουν θέσεις σε βάρος του καθεστώτος Ασαντ. Ωστόσο, οι Ρώσοι είναι σε θέση να ελέγξουν τις εξελίξεις, αφού θα διατηρήσουν τις δύο βάσεις τους, στην Ταρτούς και στη Λαττάκεια, όπως και τους πυραύλους S-400 που ακυρώνουν κάθε προσπάθεια της Τουρκίας και των Δυτικών συμμάχων της για δημιουργία ελεύθερης ζώνης. Ο κυριότερος παράγοντας αβεβαιότητας δεν βρίσκεται τόσο στη Συρία, όσο στις σχέσεις Ουάσιγκτον - Μόσχας. Ο Πούτιν εννοεί να χρησιμοποιήσει την εμπλοκή στη συριακή κρίση ως «τραμπολίνο» για να επανέλθει η χώρα του στον ρόλο του δύσκολου, αλλά άξιου σεβασμού εταίρου της Δύσης, με άρση των κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει, όμως, έναν ιστορικό συμβιβασμό όχι μόνο στο συριακό, αλλά και στο ουκρανικό πρόβλημα. Σε πρόσφατη, πολύ σημαντική συνέντευξή του στο περιοδικό The Atlantic, ο Μπαράκ Ομπάμα άφησε να εννοηθεί ότι κάτι τέτοιο ενδεχομένως να βρίσκεται στις προθέσεις του. Ιδωμεν..