Ονειρο χειμερινής νυκτός
με κατέλαβε, καθώς ο έναστρος ουρανός πάνω απ’ το κλεινόν άστυ σχεδίαζε
τα μέλλοντα μεταξύ Αλδεβαράν και Αλφα Κένταυρου. Λένε οι γνωρίζοντες
ότι τα όνειρα διαρκούν ελάχιστα δευτερόλεπτα, πριν το ένα να διαδεχθεί
το άλλο, αλλά μας φαίνεται σαν να κρατούν πολύ, ενίοτε σαν μια αιωνιότητα ή σαν ένα μνημόνιο. Το δικό μου όνειρο κράτησε μια Ιλιάδα και κάτι λίγο από Οδύσσεια. Οπως και στην Ιλιάδα όλα άρχισαν με την μήνιν του Αχιλλέως. Ο «μικρός», όπως λέγαμε όλοι χαϊδευτικά τον Αλέξη,
πήρε πάνω του τον θυμό του λαού που κακοπάθαινε απ’ τους Λαιστρυγόνες
και βγήκε η Ελλάδα στο κλαρί, στον Τρωικό τον Πόλεμο, για ένα φιλότιμο
και μια αξιοπρέπεια. Μέγας αχός, γκόου μπακ Μέρκελ, και με ούριο άνεμο
φθάσαμε στην Τροία. Εκεί, δεν θυμάμαι στο όνειρο αν κάψαμε τα καράβια
πίσω μας,ή αν τα κάναμε
μακρά τείχη παρά θίν’ αλός - ξέρετε, στα όνειρα όλα γίνονται ανάκατα
και μπερδεμένα. Ετσι και στο δικό μου. Σαν φθάσαμε λοιπόν, ο Πολύφημος έταξε στον Αχιλλέα ότι θα τον φάει τελευταίον και κείνος αναμετρήθηκε 17 ώρες με τις σκέψεις του στα μαρμαρένια αλώνια, λούφαξε και δήλωσε ότι «δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς», παρά να μεταμορφωθεί σε Αγαμέμνονα.
Κι έτσι, ο «μικρός», όπως όλοι αποκαλούσαμε χαϊδευτικά τον Αλέξη, μεταλλάχθηκε σε έναν πραγματικά μικρόν, έναν Αγαμέμνονα, μεγάλον μονάχα στις φωνές και τα κούφια λόγια. Στο μεταξύ οι Τρώες μάς θέριζαν, χωρίς οι δικές μας συφοριασμένες προσπάθειες να μπορούν να ανακόψουν το θανατικό. Εψαχναν, λέει, οι Αχαιοί να βρουν μέσα στις τάξεις τους κι αυτοί έναν Εκτορα να αμύνεται υπέρ πάτρης κι εύρισκαν μονάχα το Τρύφων. Και σαν να μην έφθανε αυτό, αλώνιζε μέσα στο στρατόπεδό μας η Κίρκη και μεταμόρφωνε τους Συριζαίους σε άδεια πουκάμισα. Προσπαθούσα μέσα στον ύπνο μου να ξυπνήσω, ήξερα ότι όνειρο βαρύ με πλάκωνε στο στήθος, αλλά τα μάτια μου έμεναν κλειστά κι έβλεπαν τα ανείπωτα. Μας είχαν, λέει, πάρει φαλάγγι και οι θεοί! Ηρα μαινόμενη η Μέρκελ, αμόλαγε φίδια στα σπίτια και τα λιμάνια μας, ο εκηβόλος Απόλλωνας δηλητηρίαζε το νερό μας με φαρμακωμένα λόγια και ο κοσμοσείστης Ποσειδώνας μάς έσειε τας φρένας. Μπροστά στα έσχατα, συγκαλέσαμε σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών.
Πρώτος πήρε τον λόγο ο Νέστωρ Φλαμπουράρης και μας σύστησε τον Νέστορα Λεβέντη. Με δύο Νέστορες αναθαρρήσαμε. Και είπε ο Νέστωρ Φλαμπουράρης για τον Νέστορα Λεβέντη: «Είναι ένας πολιτικός που επί τριάντα πέντε χρόνια υπερασπίζεται τους αδύναμους». Θαυμάσαμε! Ούτε το ΚΚΕ έτσι! Τότε τον λόγο έλαβε ο Αίας Καμμένος ο Τελαμώνιος, έσεισε την τρίλοφη περικεφαλαία του και ουδέν άλλο είπε. Τη σιωπή έσπασε ο Θερσίτης Σταύρος από τα λασπερά ποτάμια, αγορεύοντας ότι χρειαζόμαστε έναν από μηχανής θεό: έναν Καμίνη, έναν Σημίτη - στο σημείο αυτό, το ενύπνιόν μου έφριξε και κατέβηκε στον Αδη. Και είδε τον Κατρούγκαλο μέσα στο μαύρο αίμα των περικοπών και τον Ευκλείδη να θρηνεί στη σκιά του και να λέει: καλύτερα μια μέρα στο φως και βοσκός, παρά στα τευτονικά σκοτάδια υπουργός. Κι άκουσα τον Ορφέα να λέει ακροπατώντας στης λύρας του τις νότες, τέτοιους έχομεν αρχιερείς: Λεβέντη κα Φλαμπουράρη, Αδωνι, Φώφη και Μπαλτά - δεν άκουσα άλλο, αλλά το όνειρό μου, αλαφιασμένο, με έφερε πίσω στη σύσκεψη των αρχηγών. Τον λόγο είχε λάβει ο πολυμήχανος Παππάς και έλεγε: να φτιάξουμε ένα ξύλινο άλογο από κόκκινες γραμμές, να κλείσουμε μέσα όλους τους Αχαιούς και να τους πάμε δώρο στους Τρώες. Ω μούσα μου, έκραξα μέσα μου! Ή εσύ πολύ μου τα στρεβλώνεις, ή ο Λοξίας θολώνει πια τον λόγο και διασκεδάζει με το παράλογο. Δεν έγιναν έτσι τα πράγματα. Σαν τη φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου έγινε το όνειρό μου, όπου θαλάσσια τέρατα έφτιαξαν τον Φάρο της Αλεξάνδρειας κι όπου οι Ελληνες χάθηκαν στην Τροία. Ας με ξυπνήσει επιτέλους η ροδοδάκτυλη Αυγή κι ας μην έχει λαλήσει ακόμα ο πετεινός. Και ξύπνησα.
Το χλωμό φως του πρωινού έκλεβε τη λάμψη απ’ τα νυχτερινά φώτα της εορταστικής πόλης. Εφτιαξα καφεδάκι - συνήθως δεν θυμάμαι τα όνειρά μου, προτεραιότητα έχουν οι εφιάλτες που ζούμε. Αλλωστε, σιγά μην έβλεπα στον ύπνο μου Εκτορες και Αχιλλείς, αντιθέτως νεράιδες, ταξίδια κι αυτοκίνητα θέλω να βλέπω. Απλώς με μια αλληγορία προσπάθησα να σας μιλήσω κι όσον ακόμα οι καλικάντζαροι κυκλοφορούν επί της Γης, πριν τα Φώτα να τους στείλουν στα σκοτάδια. Λέει. Διότι δεν είμαι βέβαιος αν συμβαίνει έτσι. Καθ’ ότι στον ξύπνιο μου κι όχι στον ύπνο μου, ο μικρός μας χαϊδεμένος Αχιλλέας μεταλλάχθηκε σε άδακρυν Αγαμέμνονα, ο πολυμήχανος Οδυσσέας σε Μνημόνιο και οι Ερινύες των ταγών μας σε Αρπυιες που τρώνε το φαΐ απ’ τα πιάτα των παιδιών.
Συγχωρήστε με που τις χρονιάρες μέρες του πρόσφυγα Θεού δεν είχε η ταπεινότης μου άλλο όνειρο να σας διηγηθεί, παρά για τις σοφιστείες και τα άχαρα έργα ανδρών και γυναικών που δεν τιμούν τους ήρωες και τους αγίους, παρά ως νεόπλουτα λιγούρια επιστατεύουν τη φτώχεια μας, τοις των Επικυριάρχων ρήμασι πειθόμενοι. Αλλων, αλλότριους νόμους εκτελούν κι όχι τους πατρώους. Και κυρίως όχι εκείνον τον υπέρτατο νόμο περί σωτηρίας της πατρίδας. Το «όχι» που η Κίρκη έκαμε «ναι» είναι άνομο, είναι και ανόσιο. Είναι Υβρις . Και όπως έλεγε ο Σοφοκλής: «Υβρις φυτεύει τύραννον» (Οιδ. Τυρ). Και δεν είναι η Κασσάνδρα που προέβλεπε χωρίς κανείς να την πιστεύει, αλλά ο Πλάτωνας που λέει ότι: «ο τω οντι τύραννος τω όντι δούλος» - σ’ όλη του τη ζωή έμφοβος ο τύραννος για την τύχη του, γεμάτος σφαδασμούς αγωνίας και «ωδίνων πλήρης».
Ας το ξέρουν οι Σόιμπλε και οι διάφοροι εγχώριοι σμπίροι του που τυραννεύουν τους Ελληνες, μάχαιραν έδωκαν, μάχαιραν θα λάβουν, Υβριν διέπραξαν, η Νέμεσις θα τους επισκεφτεί... «Καιροί δε καταλύουσι τας τυραννίδας»…
Κι έτσι, ο «μικρός», όπως όλοι αποκαλούσαμε χαϊδευτικά τον Αλέξη, μεταλλάχθηκε σε έναν πραγματικά μικρόν, έναν Αγαμέμνονα, μεγάλον μονάχα στις φωνές και τα κούφια λόγια. Στο μεταξύ οι Τρώες μάς θέριζαν, χωρίς οι δικές μας συφοριασμένες προσπάθειες να μπορούν να ανακόψουν το θανατικό. Εψαχναν, λέει, οι Αχαιοί να βρουν μέσα στις τάξεις τους κι αυτοί έναν Εκτορα να αμύνεται υπέρ πάτρης κι εύρισκαν μονάχα το Τρύφων. Και σαν να μην έφθανε αυτό, αλώνιζε μέσα στο στρατόπεδό μας η Κίρκη και μεταμόρφωνε τους Συριζαίους σε άδεια πουκάμισα. Προσπαθούσα μέσα στον ύπνο μου να ξυπνήσω, ήξερα ότι όνειρο βαρύ με πλάκωνε στο στήθος, αλλά τα μάτια μου έμεναν κλειστά κι έβλεπαν τα ανείπωτα. Μας είχαν, λέει, πάρει φαλάγγι και οι θεοί! Ηρα μαινόμενη η Μέρκελ, αμόλαγε φίδια στα σπίτια και τα λιμάνια μας, ο εκηβόλος Απόλλωνας δηλητηρίαζε το νερό μας με φαρμακωμένα λόγια και ο κοσμοσείστης Ποσειδώνας μάς έσειε τας φρένας. Μπροστά στα έσχατα, συγκαλέσαμε σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών.
Πρώτος πήρε τον λόγο ο Νέστωρ Φλαμπουράρης και μας σύστησε τον Νέστορα Λεβέντη. Με δύο Νέστορες αναθαρρήσαμε. Και είπε ο Νέστωρ Φλαμπουράρης για τον Νέστορα Λεβέντη: «Είναι ένας πολιτικός που επί τριάντα πέντε χρόνια υπερασπίζεται τους αδύναμους». Θαυμάσαμε! Ούτε το ΚΚΕ έτσι! Τότε τον λόγο έλαβε ο Αίας Καμμένος ο Τελαμώνιος, έσεισε την τρίλοφη περικεφαλαία του και ουδέν άλλο είπε. Τη σιωπή έσπασε ο Θερσίτης Σταύρος από τα λασπερά ποτάμια, αγορεύοντας ότι χρειαζόμαστε έναν από μηχανής θεό: έναν Καμίνη, έναν Σημίτη - στο σημείο αυτό, το ενύπνιόν μου έφριξε και κατέβηκε στον Αδη. Και είδε τον Κατρούγκαλο μέσα στο μαύρο αίμα των περικοπών και τον Ευκλείδη να θρηνεί στη σκιά του και να λέει: καλύτερα μια μέρα στο φως και βοσκός, παρά στα τευτονικά σκοτάδια υπουργός. Κι άκουσα τον Ορφέα να λέει ακροπατώντας στης λύρας του τις νότες, τέτοιους έχομεν αρχιερείς: Λεβέντη κα Φλαμπουράρη, Αδωνι, Φώφη και Μπαλτά - δεν άκουσα άλλο, αλλά το όνειρό μου, αλαφιασμένο, με έφερε πίσω στη σύσκεψη των αρχηγών. Τον λόγο είχε λάβει ο πολυμήχανος Παππάς και έλεγε: να φτιάξουμε ένα ξύλινο άλογο από κόκκινες γραμμές, να κλείσουμε μέσα όλους τους Αχαιούς και να τους πάμε δώρο στους Τρώες. Ω μούσα μου, έκραξα μέσα μου! Ή εσύ πολύ μου τα στρεβλώνεις, ή ο Λοξίας θολώνει πια τον λόγο και διασκεδάζει με το παράλογο. Δεν έγιναν έτσι τα πράγματα. Σαν τη φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου έγινε το όνειρό μου, όπου θαλάσσια τέρατα έφτιαξαν τον Φάρο της Αλεξάνδρειας κι όπου οι Ελληνες χάθηκαν στην Τροία. Ας με ξυπνήσει επιτέλους η ροδοδάκτυλη Αυγή κι ας μην έχει λαλήσει ακόμα ο πετεινός. Και ξύπνησα.
Το χλωμό φως του πρωινού έκλεβε τη λάμψη απ’ τα νυχτερινά φώτα της εορταστικής πόλης. Εφτιαξα καφεδάκι - συνήθως δεν θυμάμαι τα όνειρά μου, προτεραιότητα έχουν οι εφιάλτες που ζούμε. Αλλωστε, σιγά μην έβλεπα στον ύπνο μου Εκτορες και Αχιλλείς, αντιθέτως νεράιδες, ταξίδια κι αυτοκίνητα θέλω να βλέπω. Απλώς με μια αλληγορία προσπάθησα να σας μιλήσω κι όσον ακόμα οι καλικάντζαροι κυκλοφορούν επί της Γης, πριν τα Φώτα να τους στείλουν στα σκοτάδια. Λέει. Διότι δεν είμαι βέβαιος αν συμβαίνει έτσι. Καθ’ ότι στον ξύπνιο μου κι όχι στον ύπνο μου, ο μικρός μας χαϊδεμένος Αχιλλέας μεταλλάχθηκε σε άδακρυν Αγαμέμνονα, ο πολυμήχανος Οδυσσέας σε Μνημόνιο και οι Ερινύες των ταγών μας σε Αρπυιες που τρώνε το φαΐ απ’ τα πιάτα των παιδιών.
Συγχωρήστε με που τις χρονιάρες μέρες του πρόσφυγα Θεού δεν είχε η ταπεινότης μου άλλο όνειρο να σας διηγηθεί, παρά για τις σοφιστείες και τα άχαρα έργα ανδρών και γυναικών που δεν τιμούν τους ήρωες και τους αγίους, παρά ως νεόπλουτα λιγούρια επιστατεύουν τη φτώχεια μας, τοις των Επικυριάρχων ρήμασι πειθόμενοι. Αλλων, αλλότριους νόμους εκτελούν κι όχι τους πατρώους. Και κυρίως όχι εκείνον τον υπέρτατο νόμο περί σωτηρίας της πατρίδας. Το «όχι» που η Κίρκη έκαμε «ναι» είναι άνομο, είναι και ανόσιο. Είναι Υβρις . Και όπως έλεγε ο Σοφοκλής: «Υβρις φυτεύει τύραννον» (Οιδ. Τυρ). Και δεν είναι η Κασσάνδρα που προέβλεπε χωρίς κανείς να την πιστεύει, αλλά ο Πλάτωνας που λέει ότι: «ο τω οντι τύραννος τω όντι δούλος» - σ’ όλη του τη ζωή έμφοβος ο τύραννος για την τύχη του, γεμάτος σφαδασμούς αγωνίας και «ωδίνων πλήρης».
Ας το ξέρουν οι Σόιμπλε και οι διάφοροι εγχώριοι σμπίροι του που τυραννεύουν τους Ελληνες, μάχαιραν έδωκαν, μάχαιραν θα λάβουν, Υβριν διέπραξαν, η Νέμεσις θα τους επισκεφτεί... «Καιροί δε καταλύουσι τας τυραννίδας»…