Ξένοι στην ίδια τους τη χώρα αισθάνονται χιλιάδες Πόντιοι, που
επαναπατρίστηκαν στην Ελλάδα από τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, αφού τα
τελευταία τρία χρόνια στερήθηκαν κάθε εισόδημα.
Οι ανασφάλιστοι
υπερήλικες, όπως λέγονται οι επαναπατρισθέντες Ελληνες, λάμβαναν από τον
ΟΓΑ σύνταξη 360 ευρώ. Το δεύτερο Μνημόνιο (Ν. 4093/2012) έθετε
ιδιαίτερα αυστηρά κριτήρια για τους δικαιούχους του συγκεκριμένου
επιδόματος, με συνέπεια πολλοί από αυτούς να στερηθούν ακόμη και αυτό το
ποσό που τους ήταν απαραίτητο για την επιβίωσή τους.
Παρότι τον Ιούνιο η κυβέρνηση νομοθέτησε την επαναφορά της σύνταξης, αν και μειωμένη στα 260 ευρώ, στις 16 Οκτωβρίου η Βουλή, στο πλαίσιο εφαρμογής του Μνημονίου, ψήφισε την κατάργηση των συγκεκριμένων διατάξεων.
Το «Εθνος» επισκέφθηκε τον Σύλλογο Ποντίων στην Καλλιθέα και συζήτησε με ανθρώπους που τα τελευταία χρόνια έχασαν το προνοιακό επίδομα αλλά και με εκπροσώπους των Ποντίων. Ο πρόεδρος του συλλόγου Γιάννης Ηλιάδης μάς εξηγεί ότι το πρόβλημα αφορούσε αρχικά περίπου 11.000 Ποντίους και 15.000 Βορειοηπειρώτες, που επαναπατρίστηκαν στην Ελλάδα.
«Τώρα έχουν πεθάνει αρκετοί, οπότε μιλάμε για περίπου 9.000 Πόντιους που μένουν αβοήθητοι από το κράτος». Οι συντάξεις αυτές, μας εξηγεί ο δημοσιογράφος-συγγραφέας κ. Κώστας Μαυρόπουλος, άρχισαν να δίνονται από τον ΟΓΑ το 1991, σε επαναπατρισθέντες που συμπλήρωναν το 60ό έτος της ηλικίας τους, καθώς «πολλοί επέστρεφαν σε μεγάλη ηλικία. Αρα ήταν αδύνατον να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα ένσημα και να λάβουν σύνταξη από το ελληνικό Δημόσιο».
«Ξένος είμαι»
Η περικοπή του προνοιακού επιδόματος έχει φέρει σε απόγνωση τους επαναπατρισθέντες, που ξαφνικά σταμάτησαν να το λαμβάνουν, επειδή δεν είχαν κλείσει 20 χρόνια παραμονής στην Ελλάδα. «Αισθάνομαι ξένος. Ξένος είμαι. Στους πρόσφυγες δίνουν βοήθεια. Σε εμάς τίποτα. Ηρθα στην πατρίδα μου και δεν με θεωρεί Ελληνα», μας λέει ο κ. Δημήτρης Αντωνιάδης. Ηλικίας σήμερα 74 ετών, ο κ. Αντωνιάδης ήρθε από το Καζακστάν στην Ελλάδα στις 22 Οκτωβρίου 1999. Στην πρώην ΕΣΣΔ είχε σπουδάσει ηλεκτρολόγος μηχανικός και δούλευε σε ηλεκτρολογικούς σταθμούς. Το 1998 μαζί με τη σύζυγό του ακολούθησαν τα παιδιά τους και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα.
Τα επόμενα χρόνια προσπάθησε να εργαστεί, ωστόσο δεν κατάφερε να συγκεντρώσει πάνω από 1.500 ένσημα. Χάνοντας τη σύνταξη του ΟΓΑ, που λάμβανε από το 2007 μέχρι το 2012, αναγκάζεται να ζει με χρήματα που είτε του δίνουν τα παιδιά του, «όσο έχουν βέβαια κι αυτά», είτε με δανεικά από φίλους. Διατηρεί μόνο την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. «Κάθε χρόνο μας την ανανεώνουν. Αν μας το έκοβαν κι αυτό, θα μας πέταγαν στα σκουπίδια», αναφέρει, μη μπορώντας να κρύψει την πικρία του.
«Τα πούλησα όλα»
Αντίστοιχα προβλήματα αντιμετωπίζει και ο κ. Νίκος Γρηγοριάδης, που ήρθε στην Αθήνα από τη Μόσχα το 1994, σε ηλικία 56 ετών. Ο κ. Γρηγοριάδης σύντομα θα κατοχυρώσει και πάλι το δικαίωμα συνταξιοδότησης. Ωστόσο νιώθει βαθιά απογοήτευση για την αντιμετώπιση της ελληνικής πολιτείας. «Πούλησα το σπίτι μου στη Μόσχα, έφερα όλο το συνάλλαγμα εδώ. Στην αρχή έκανα δουλειές του ποδαριού, όμως δεν κατάφερα να συγκεντρώσω πάνω από 1.000 ένσημα. Τώρα, που είμαι 77 χρονών, τι δουλειά να βρω;», λέει. Από το 2010 η κυβέρνηση της Ρωσίας δίνει σύνταξη 55 ευρώ σε αυτόν και 35 ευρώ στη σύζυγό του. Με αυτό το ποσό καλούνται να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους -στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και ο... ΕΝΦΙΑ- και να ζήσουν. «Απλήρωτοι λογαριασμοί παντού. Ντρέπομαι να συναντήσω τον διαχειριστή της πολυκατοικίας μου», αναφέρει, προσθέτοντας ότι για τις άμεσες ανάγκες τον στηρίζουν οι φίλοι του.
Οργή και απογοήτευση
«Μακάρι να μην ερχόμαστε πίσω»
Χωρίς κανένα εισόδημα, όμως, είναι και η κ. Γερτρούδη Ηλιάδη, που αν και 82 ετών δεν δικαιούται τη σύνταξη του ανασφάλιστου υπερήλικα, καθώς ήρθε στη χώρα μόλις το 2003. Ο γιος της, Σάββας Ηλιάδης, μας εξηγεί ότι επειδή η μητέρα του θεωρείται φιλοξενούμενη σπίτι του, δεν μπορεί να ενταχθεί ούτε στα προγράμματα για αγορές από το Κοινωνικό Παντοπωλείο.
«Οι επαναπατρισθέντες θα έπρεπε να αισθάνονται ότι ήρθαν στη μητέρα πατρίδα. Αντ’ αυτού οι περισσότεροι νιώθουν τελείως απογοητευμένοι», μας λέει ο κ. Μαυρόπουλος. Τον επιβεβαιώνει αμέσως ο κ. Γρηγοριάδης. «Πάντα μου ήθελα να επιστρέψω στην Ελλάδα. Από το 1984, κάθε χρόνο, έκανα αίτηση για να έρθω. Τώρα μας άφησαν χωρίς τίποτα. Μακάρι να μην ερχόμουν ποτέ», αναφέρει.
Το επόμενο διάστημα οι ποντιακοί σύλλογοι θα προχωρήσουν σε κινητοποιήσεις. «Αυτοί οι άνθρωποι πεινάνε. Χρωστάνε παντού. Εχουν φτάσει σε σημείο να λένε "αφού δεν μας θεωρούν Ελληνες, να επιστρέψουμε τις ταυτότητες"», λέει ο κ. Ηλιάδης. Το τελευταίο του, όμως, σχόλιο αφορά την εξαγγελία ότι οι ανασφάλιστοι υπερήλικες θα ενταχθούν στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα: «Μας το είπαν. Πότε θα γίνει; Οταν θα έχουν πεθάνει και όσοι απέμειναν;».
Κατερίνα Τζουμερκιώτη
Φωτό: Γρηγόρης Χρυσοχοίδης
ΕΘΝΟΣ
Παρότι τον Ιούνιο η κυβέρνηση νομοθέτησε την επαναφορά της σύνταξης, αν και μειωμένη στα 260 ευρώ, στις 16 Οκτωβρίου η Βουλή, στο πλαίσιο εφαρμογής του Μνημονίου, ψήφισε την κατάργηση των συγκεκριμένων διατάξεων.
Το «Εθνος» επισκέφθηκε τον Σύλλογο Ποντίων στην Καλλιθέα και συζήτησε με ανθρώπους που τα τελευταία χρόνια έχασαν το προνοιακό επίδομα αλλά και με εκπροσώπους των Ποντίων. Ο πρόεδρος του συλλόγου Γιάννης Ηλιάδης μάς εξηγεί ότι το πρόβλημα αφορούσε αρχικά περίπου 11.000 Ποντίους και 15.000 Βορειοηπειρώτες, που επαναπατρίστηκαν στην Ελλάδα.
«Τώρα έχουν πεθάνει αρκετοί, οπότε μιλάμε για περίπου 9.000 Πόντιους που μένουν αβοήθητοι από το κράτος». Οι συντάξεις αυτές, μας εξηγεί ο δημοσιογράφος-συγγραφέας κ. Κώστας Μαυρόπουλος, άρχισαν να δίνονται από τον ΟΓΑ το 1991, σε επαναπατρισθέντες που συμπλήρωναν το 60ό έτος της ηλικίας τους, καθώς «πολλοί επέστρεφαν σε μεγάλη ηλικία. Αρα ήταν αδύνατον να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα ένσημα και να λάβουν σύνταξη από το ελληνικό Δημόσιο».
«Ξένος είμαι»
Η περικοπή του προνοιακού επιδόματος έχει φέρει σε απόγνωση τους επαναπατρισθέντες, που ξαφνικά σταμάτησαν να το λαμβάνουν, επειδή δεν είχαν κλείσει 20 χρόνια παραμονής στην Ελλάδα. «Αισθάνομαι ξένος. Ξένος είμαι. Στους πρόσφυγες δίνουν βοήθεια. Σε εμάς τίποτα. Ηρθα στην πατρίδα μου και δεν με θεωρεί Ελληνα», μας λέει ο κ. Δημήτρης Αντωνιάδης. Ηλικίας σήμερα 74 ετών, ο κ. Αντωνιάδης ήρθε από το Καζακστάν στην Ελλάδα στις 22 Οκτωβρίου 1999. Στην πρώην ΕΣΣΔ είχε σπουδάσει ηλεκτρολόγος μηχανικός και δούλευε σε ηλεκτρολογικούς σταθμούς. Το 1998 μαζί με τη σύζυγό του ακολούθησαν τα παιδιά τους και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα.
Τα επόμενα χρόνια προσπάθησε να εργαστεί, ωστόσο δεν κατάφερε να συγκεντρώσει πάνω από 1.500 ένσημα. Χάνοντας τη σύνταξη του ΟΓΑ, που λάμβανε από το 2007 μέχρι το 2012, αναγκάζεται να ζει με χρήματα που είτε του δίνουν τα παιδιά του, «όσο έχουν βέβαια κι αυτά», είτε με δανεικά από φίλους. Διατηρεί μόνο την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. «Κάθε χρόνο μας την ανανεώνουν. Αν μας το έκοβαν κι αυτό, θα μας πέταγαν στα σκουπίδια», αναφέρει, μη μπορώντας να κρύψει την πικρία του.
«Τα πούλησα όλα»
Αντίστοιχα προβλήματα αντιμετωπίζει και ο κ. Νίκος Γρηγοριάδης, που ήρθε στην Αθήνα από τη Μόσχα το 1994, σε ηλικία 56 ετών. Ο κ. Γρηγοριάδης σύντομα θα κατοχυρώσει και πάλι το δικαίωμα συνταξιοδότησης. Ωστόσο νιώθει βαθιά απογοήτευση για την αντιμετώπιση της ελληνικής πολιτείας. «Πούλησα το σπίτι μου στη Μόσχα, έφερα όλο το συνάλλαγμα εδώ. Στην αρχή έκανα δουλειές του ποδαριού, όμως δεν κατάφερα να συγκεντρώσω πάνω από 1.000 ένσημα. Τώρα, που είμαι 77 χρονών, τι δουλειά να βρω;», λέει. Από το 2010 η κυβέρνηση της Ρωσίας δίνει σύνταξη 55 ευρώ σε αυτόν και 35 ευρώ στη σύζυγό του. Με αυτό το ποσό καλούνται να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους -στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και ο... ΕΝΦΙΑ- και να ζήσουν. «Απλήρωτοι λογαριασμοί παντού. Ντρέπομαι να συναντήσω τον διαχειριστή της πολυκατοικίας μου», αναφέρει, προσθέτοντας ότι για τις άμεσες ανάγκες τον στηρίζουν οι φίλοι του.
Οργή και απογοήτευση
«Μακάρι να μην ερχόμαστε πίσω»
Χωρίς κανένα εισόδημα, όμως, είναι και η κ. Γερτρούδη Ηλιάδη, που αν και 82 ετών δεν δικαιούται τη σύνταξη του ανασφάλιστου υπερήλικα, καθώς ήρθε στη χώρα μόλις το 2003. Ο γιος της, Σάββας Ηλιάδης, μας εξηγεί ότι επειδή η μητέρα του θεωρείται φιλοξενούμενη σπίτι του, δεν μπορεί να ενταχθεί ούτε στα προγράμματα για αγορές από το Κοινωνικό Παντοπωλείο.
«Οι επαναπατρισθέντες θα έπρεπε να αισθάνονται ότι ήρθαν στη μητέρα πατρίδα. Αντ’ αυτού οι περισσότεροι νιώθουν τελείως απογοητευμένοι», μας λέει ο κ. Μαυρόπουλος. Τον επιβεβαιώνει αμέσως ο κ. Γρηγοριάδης. «Πάντα μου ήθελα να επιστρέψω στην Ελλάδα. Από το 1984, κάθε χρόνο, έκανα αίτηση για να έρθω. Τώρα μας άφησαν χωρίς τίποτα. Μακάρι να μην ερχόμουν ποτέ», αναφέρει.
Το επόμενο διάστημα οι ποντιακοί σύλλογοι θα προχωρήσουν σε κινητοποιήσεις. «Αυτοί οι άνθρωποι πεινάνε. Χρωστάνε παντού. Εχουν φτάσει σε σημείο να λένε "αφού δεν μας θεωρούν Ελληνες, να επιστρέψουμε τις ταυτότητες"», λέει ο κ. Ηλιάδης. Το τελευταίο του, όμως, σχόλιο αφορά την εξαγγελία ότι οι ανασφάλιστοι υπερήλικες θα ενταχθούν στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα: «Μας το είπαν. Πότε θα γίνει; Οταν θα έχουν πεθάνει και όσοι απέμειναν;».
Κατερίνα Τζουμερκιώτη
Φωτό: Γρηγόρης Χρυσοχοίδης
ΕΘΝΟΣ