Προφανώς κι η ιστορία δεν κάνει κύκλους, ούτε επαναλαμβάνεται. Υπάρχουν όμως ομοιότητες που μόνο τυχαίες δεν είναι.
Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Στον Ισημερινό η ριζική αλλαγή που συμβόλιζε ο Αλφρέντο Παλάσιο, ο οποίος κυβέρνησε από τον Απρίλιο του 2005 μέχρι τον Ιανουάριο του 2007, σε σχέση με τον προκάτοχο του Λούτσιο Γκουτιέρες, συμπυκνώνεται σε μια φωτογραφία, στην οποία ο Παλάσιο φοράει λευκή ιατρική ποδιά (κι εδώ οι συμβολισμοί πρέπει να ερμηνευθούν στο ειδικό πλαίσιο μιας φτωχής, αναπτυσσόμενης χώρας) ενώ δίπλα του βρίσκεται ο Γκουτιέρες φορώντας στρατιωτική στολή. Ο καρδιολόγος Παλάσιο, υπουργός Υγείας τη δεκαετία του ’90 και με διεθνή καριέρα στην καρδιοχειρουργική, ανέλαβε τα πρωθυπουργικά καθήκοντα υποσχόμενος γενναίες επενδύσεις σε κοινωνικά προγράμματα. Τον αντίλογο που κάθε φορά διατυπωνόταν ότι αυτές οι υποσχέσεις έρχονται σε σύγκρουση με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει ο Ισημερινός στο πλαίσιο της επιτήρησης από το ΔΝΤ τις προσπερνούσε δια της σιωπής. Μέχρι που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου κι αποδείχθηκε ότι όλες εκείνες οι φιλολαϊκές υποσχέσεις που του χάρισαν το χαρακτηρισμό «λαϊκιστής» από τη δεξιά αντιπολίτευση απλώς αδυνατούσαν να εφαρμοστούν εφ όσον προτεραιότητα είχαν οι δεσμεύσεις στο ΔΝΤ.
Έτσι ο γιατρός, που ένα μήνα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του έχαιρε αποδοχής άνω του 62%, διέψευσε τις ελπίδες και τάχιστα μετατράπηκε σε όργανο των πιστωτών ανακοινώνοντας περικοπές και αιματοκυλώντας διαδηλώσεις. Μέχρι που αναγκάστηκε να φύγει νύχτα από το προεδρικό μέγαρο δίνοντας τη θέση του στον Ραφαέλ Κορέα…
Στη Βολιβία ο Εδουάρδο Ροντρίγκες μπορεί να κυβέρνησε από τον Ιούνιο του 2005 μέχρι τον Ιανουάριο του 2006, οπότε κέρδισε τις εκλογές ο Έβο Μοράλες, τα αρχικά σχέδια ωστόσο τον ήθελαν να αποτελεί μια εναλλακτική λύση, εκτονώνοντας την τεταμένη πολιτική ατμόσφαιρα. Δηλαδή κάτι περισσότερο από ένα μεταβατικό πρόεδρο κι έτσι να κατάφερνε να συνεχίσει την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων που εφάρμοσε ο προκάτοχός του Κάρλος Μέσα, διαχειριζόμενος ωστόσο τον λαϊκό παράγοντα. Πρόεδρος άλλωστε του Ανωτάτου Δικαστηρίου και γεννημένος στην Κοτσαμπάμπα κάλλιστα μπορούσε να εμφανιστεί ως η ανατροπή του προηγούμενου καθεστώτος πλήρους υποτέλειας στους ξένους ιδιοκτήτες του κλάδου της ενέργειας. Τα σχέδια έμειναν στα χαρτιά καθώς η πλήρης συμμόρφωσή του Ροντρίγκες με τις πολιτικές εντολές που εκπορεύονταν από την Σάντα Κρους, όπου έχει την έδρα της η αμερικανόδουλη ελίτ των γαιοκτημόνων, και κυρίως η απόλυτη υποταγή του στα αμερικανικά σχέδια με αποκορύφωμα την υφαρπαγή βολιβιανών πυραύλων από τις ΗΠΑ το φθινόπωρο του 2005, οδήγησε και τον ίδιο να προστεθεί στη μακρά σειρά των ανυπόληπτων προέδρων της Βολιβίας που η θητεία τους στο Παλάσιο Κεμάδο, όπως λέγεται το προεδρικό Μέγαρο στην πρωτεύουσα της Βολιβίας, Λα Πας, ταυτίστηκε με βία εναντίον διαδηλωτών, σκάνδαλα και υποτέλεια στον ξένο παράγοντα. Το σημαντικότερο δε είναι πως ούτε κι αυτός κατάφερε να εκτονώσει τη λαϊκή οργή ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις.
Στην Αργεντινή, ο Φερνάρντο ντε λα Ρούα, σύμβολο των ελικοπτερο-μεταφερόμενων πρωθυπουργών, αποτελεί την πιο χαρακτηριστική περίπτωση αριστερών …διά πάσα χρήση. Κέρδισε τις εκλογές τον Δεκέμβριο του 1999, διαδεχόμενος τον Κάρλος Μένεμ ο οποίος επί μια δεκαετία εφάρμοσε το πιο ακραίο νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα στην νότια Αμερική, μετά τη Χιλή του φασίστα Πινοτσέτ. Ο Φερνάντο ντε λα Ρούα ήταν -σε συμβολικό επίπεδο πάντα- η αναίρεση του Μένεμ. Το κόμμα του, η Ριζοσπαστική Πολιτική Ένωση, από την οποία προερχόταν κι ο Ραούλ Αλφονσίν (με τον οποίο, μεταξύ άλλων, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε σχηματίσει τη δεκαετία του ’80 την «Πρωτοβουλία των 6») επί χούντας ήταν στην παρανομία, ανήκε στη Σοσιαλιστική Διεθνή, ενώ στο προεκλογικό του πρόγραμμα υποσχόταν ακόμη και σοσιαλισμό. Τους πρώτους δε μήνες της εκλογής του ανακοίνωσε αυξήσεις στους μισθούς των δασκάλων κι ένα γενναίο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Παρόλα αυτά η μακρά περίοδο χάριτος που προμηνύονταν τα πολύ ψηλά ποσοστά δημοτικότητάς του, που ξεπερνούσαν ακόμη και το 70%, δεν κράτησε πολύ. Η πολιτική κρίση, όπως εκφράστηκε με την παραίτηση του αντιπροέδρου του, του Κάρλος Αλβάρες, είχε αρχίσει να οδηγεί σε αποσύνθεση την κυβέρνηση ακριβώς ένα χρόνο μετά την εκλογή του, κι έναν ακόμη χρόνο μετά ο «αριστερός» Φερνάρντο ντε λα Ρούα δραπέτευε με ελικόπτερο από το προεδρικό μέγαρο, αφήνοντας πίσω του 22 νεκρούς και 200 τραυματίες.
Ενδεχομένως, κάποιος να αντιτείνει πως οι διαφορές του ελληνικού πολιτικού συστήματος είναι περισσότερες από τις ομοιότητες με τα πολιτικά συστήματα της Λατινικής Αμερικής όπου συντελέστηκε η ελπιδοφόρα άνοδος και η ταπεινωτική και ταχύτατη πτώση των τριών παραπάνω κατ’ όνομα αριστερών προέδρων. Επομένως, είναι δύσκολο αν όχι αδύνατο να επαναληφθούν στην Ελλάδα οι σκηνές λαϊκής αγανάκτησης και μαζικού ξεσηκωμού που είδαμε στο Μπουένος Άιρες με το Αργεντινάσο τον Δεκέμβριο του 2001 ή στην Κοτσαμπάμα της Βολιβίας, στο πλαίσιο των αγώνων κατά της ιδιωτικοποίησης του νερού. Εκ πρώτης όψεως πράγματι∙ οι διαφορές είναι κάθε άλλο παρά αμελητέες. Η ελληνική Βουλή έχει κατά κανόνα περισσότερα χρόνια αδιατάρακτου βίου σε σχέση με τη μέση λατινοαμερικάνικη, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση στη γηραιά ήπειρο θωρακίζει θεσμικά κάθε κυβέρνηση, εάν κι εφ’ όσον υπηρετεί την πολιτική της, επιβάλλοντας έτσι τη νομιμοποίησή της κι έχοντας στην πράξη μετατραπεί σε ένα υπερκράτος. Στη Λατινική Αμερική, αντίθετα, τα πολιτικά συστήματα αποδεικνύονται ευάλωτα στις ασύμμετρες κι ενίοτε αμφίπλευρες πιέσεις κι εν προκειμένω, μιλώντας για την τελευταία δεκαετία, πιο δεκτικά στις πιέσεις του «πεζοδρομίου». Η δε Ουάσινγκτον, παρότι έχει στο βιογραφικό της στρατιωτικά πραξικοπήματα, εισβολές κι απόπειρες δολοφονίας εκλεγμένων ηγετών, αποδείχθηκε λιγότερο «σκληρή για να πεθάνει» πολιτικά σε σύγκριση με το Βερολίνο, που έχει φροντίσει να περιβάλλει με συνταγματικό μανδύα ακόμη και τα μέσα της πιο ωμής πολιτικής παρέμβασης στο εσωτερικό άλλων χωρών. Με άλλα λόγια, η CIA αποδείχθηκε λιγότερο αποτελεσματική από το ευρώ…
Τη δική τους επιβεβαίωση στο σενάριο να φύγει νύχτα ο Τσίπρας, αφού αποδειχθεί λίαν συντόμως τι μεγάλος πολιτικός απατεώνας είναι, δίνουν και τα πολιτικά σενάρια που υφαίνει εν κρυπτώ το ίδιο το Μαξίμου. Είναι χαρακτηριστική η βολιδοσκόπηση προς το ΠΑΣΟΚ να συμμετάσχει στην κυβέρνηση, την επομένη κιόλας των εκλογών, κι ενώ ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ σχημάτιζαν άνετη κυβερνητική πλειοψηφία και φαινομενικά δεν είχαν ανάγκη καμιά άλλη κυβερνητική συμμαχία. Με αυτή τη βολιδοσκόπηση επί της ουσίας η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ήθελε από τώρα να έχει με αναμμένες μηχανές το δικό της «σχέδιο Β» για εκείνη την περίπτωση που είτε η ομάδα των 53 είτε άλλη ομάδα διαφωνούντων (από τις πολλές που έχουν αρχίσει να σχηματίζονται) θα αρχίσει να προκαλεί ρωγμές στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ κι οι προεκλογικοί εσωκομματικοί κλυδωνισμοί θα αρχίσουν να μεταφέρονται στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής ομάδας. Επιπλέον, οι γέφυρες προς τα υπόλοιπα μνημονιακά κόμματα (ΝΔ, Ποτάμι) που κρατάει ανοιχτές ο ΣΥΡΙΖΑ φέρνουν στην επιφάνεια την βαθιά του ανασφάλεια για την επόμενη μέρα. Εκείνη τη μέρα για την ακρίβεια που θα αρχίσει να ψηφίζει τους εφαρμοστικούς νόμους του τρίτου μνημονίου κι οι ΣΥΡΙΖΑίοι βουλευτές θα βρεθούν μπροστά στο υπαρξιακό δίλημμα που βρέθηκαν την προηγούμενη πενταετία δεκάδες ΠΑΣΟΚοι και δεξιοί συνάδελφοί τους: να σηκώσουν το χέρι και να ψηφίσουν, κινδυνεύοντας να τρώνε ξύλο από τους περαστικούς ή να δηλώσουν παρόν ακόμη και να καταψηφίσουν τα μέτρα λιτότητας χάνοντας τα διόλου ευκαταφρόνητα υλικά προνόμια που εξασφαλίζει η βουλευτική έδρα…
Συμπερασματικά, το πείραμα του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι καινούργιο. Κάθε φορά που τα ενδεδειγμένα μέσα εξαντλούνται, δηλαδή τα αμιγώς αστικά κόμματα που κάνουν την αρχή καταρρέουν από το τεράστιο πολιτικό κόστος που επισείει η εφαρμογή των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής, τα κάστανα από τη φωτιά καλούνται να βγάλουν κόμματα που αναφέρονται στην Αριστερά και υπερέβησαν το εκλογικό περιθώριο αντιπροσωπεύοντας τα συμφέροντα όσων επλήγησαν από την κρίση. Όπως ακριβώς ο ΣΥΡΙΖΑ που με ένα πρόγραμμα το οποίο ξεχείλιζε από αντιφάσεις και λογικά κενά υποσχόταν το τέλος της λιτότητας. Μέχρι κι αυτά τα κόμματα να αποδειχθούν αναλώσιμα από μια κοινωνία που δεν αντέχει άλλες περικοπές στις συντάξεις. Ας μη χαίρονται επομένως στο Μαξίμου για την επιτυχία τους. Γρήγορα κι ο Τσίπρας θα έχει την τύχη που είχαν κι άλλες μαριονέτες της Αριστεράς…
Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Στον Ισημερινό η ριζική αλλαγή που συμβόλιζε ο Αλφρέντο Παλάσιο, ο οποίος κυβέρνησε από τον Απρίλιο του 2005 μέχρι τον Ιανουάριο του 2007, σε σχέση με τον προκάτοχο του Λούτσιο Γκουτιέρες, συμπυκνώνεται σε μια φωτογραφία, στην οποία ο Παλάσιο φοράει λευκή ιατρική ποδιά (κι εδώ οι συμβολισμοί πρέπει να ερμηνευθούν στο ειδικό πλαίσιο μιας φτωχής, αναπτυσσόμενης χώρας) ενώ δίπλα του βρίσκεται ο Γκουτιέρες φορώντας στρατιωτική στολή. Ο καρδιολόγος Παλάσιο, υπουργός Υγείας τη δεκαετία του ’90 και με διεθνή καριέρα στην καρδιοχειρουργική, ανέλαβε τα πρωθυπουργικά καθήκοντα υποσχόμενος γενναίες επενδύσεις σε κοινωνικά προγράμματα. Τον αντίλογο που κάθε φορά διατυπωνόταν ότι αυτές οι υποσχέσεις έρχονται σε σύγκρουση με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει ο Ισημερινός στο πλαίσιο της επιτήρησης από το ΔΝΤ τις προσπερνούσε δια της σιωπής. Μέχρι που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου κι αποδείχθηκε ότι όλες εκείνες οι φιλολαϊκές υποσχέσεις που του χάρισαν το χαρακτηρισμό «λαϊκιστής» από τη δεξιά αντιπολίτευση απλώς αδυνατούσαν να εφαρμοστούν εφ όσον προτεραιότητα είχαν οι δεσμεύσεις στο ΔΝΤ.
Έτσι ο γιατρός, που ένα μήνα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του έχαιρε αποδοχής άνω του 62%, διέψευσε τις ελπίδες και τάχιστα μετατράπηκε σε όργανο των πιστωτών ανακοινώνοντας περικοπές και αιματοκυλώντας διαδηλώσεις. Μέχρι που αναγκάστηκε να φύγει νύχτα από το προεδρικό μέγαρο δίνοντας τη θέση του στον Ραφαέλ Κορέα…
Στη Βολιβία ο Εδουάρδο Ροντρίγκες μπορεί να κυβέρνησε από τον Ιούνιο του 2005 μέχρι τον Ιανουάριο του 2006, οπότε κέρδισε τις εκλογές ο Έβο Μοράλες, τα αρχικά σχέδια ωστόσο τον ήθελαν να αποτελεί μια εναλλακτική λύση, εκτονώνοντας την τεταμένη πολιτική ατμόσφαιρα. Δηλαδή κάτι περισσότερο από ένα μεταβατικό πρόεδρο κι έτσι να κατάφερνε να συνεχίσει την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων που εφάρμοσε ο προκάτοχός του Κάρλος Μέσα, διαχειριζόμενος ωστόσο τον λαϊκό παράγοντα. Πρόεδρος άλλωστε του Ανωτάτου Δικαστηρίου και γεννημένος στην Κοτσαμπάμπα κάλλιστα μπορούσε να εμφανιστεί ως η ανατροπή του προηγούμενου καθεστώτος πλήρους υποτέλειας στους ξένους ιδιοκτήτες του κλάδου της ενέργειας. Τα σχέδια έμειναν στα χαρτιά καθώς η πλήρης συμμόρφωσή του Ροντρίγκες με τις πολιτικές εντολές που εκπορεύονταν από την Σάντα Κρους, όπου έχει την έδρα της η αμερικανόδουλη ελίτ των γαιοκτημόνων, και κυρίως η απόλυτη υποταγή του στα αμερικανικά σχέδια με αποκορύφωμα την υφαρπαγή βολιβιανών πυραύλων από τις ΗΠΑ το φθινόπωρο του 2005, οδήγησε και τον ίδιο να προστεθεί στη μακρά σειρά των ανυπόληπτων προέδρων της Βολιβίας που η θητεία τους στο Παλάσιο Κεμάδο, όπως λέγεται το προεδρικό Μέγαρο στην πρωτεύουσα της Βολιβίας, Λα Πας, ταυτίστηκε με βία εναντίον διαδηλωτών, σκάνδαλα και υποτέλεια στον ξένο παράγοντα. Το σημαντικότερο δε είναι πως ούτε κι αυτός κατάφερε να εκτονώσει τη λαϊκή οργή ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις.
Στην Αργεντινή, ο Φερνάρντο ντε λα Ρούα, σύμβολο των ελικοπτερο-μεταφερόμενων πρωθυπουργών, αποτελεί την πιο χαρακτηριστική περίπτωση αριστερών …διά πάσα χρήση. Κέρδισε τις εκλογές τον Δεκέμβριο του 1999, διαδεχόμενος τον Κάρλος Μένεμ ο οποίος επί μια δεκαετία εφάρμοσε το πιο ακραίο νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα στην νότια Αμερική, μετά τη Χιλή του φασίστα Πινοτσέτ. Ο Φερνάντο ντε λα Ρούα ήταν -σε συμβολικό επίπεδο πάντα- η αναίρεση του Μένεμ. Το κόμμα του, η Ριζοσπαστική Πολιτική Ένωση, από την οποία προερχόταν κι ο Ραούλ Αλφονσίν (με τον οποίο, μεταξύ άλλων, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε σχηματίσει τη δεκαετία του ’80 την «Πρωτοβουλία των 6») επί χούντας ήταν στην παρανομία, ανήκε στη Σοσιαλιστική Διεθνή, ενώ στο προεκλογικό του πρόγραμμα υποσχόταν ακόμη και σοσιαλισμό. Τους πρώτους δε μήνες της εκλογής του ανακοίνωσε αυξήσεις στους μισθούς των δασκάλων κι ένα γενναίο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Παρόλα αυτά η μακρά περίοδο χάριτος που προμηνύονταν τα πολύ ψηλά ποσοστά δημοτικότητάς του, που ξεπερνούσαν ακόμη και το 70%, δεν κράτησε πολύ. Η πολιτική κρίση, όπως εκφράστηκε με την παραίτηση του αντιπροέδρου του, του Κάρλος Αλβάρες, είχε αρχίσει να οδηγεί σε αποσύνθεση την κυβέρνηση ακριβώς ένα χρόνο μετά την εκλογή του, κι έναν ακόμη χρόνο μετά ο «αριστερός» Φερνάρντο ντε λα Ρούα δραπέτευε με ελικόπτερο από το προεδρικό μέγαρο, αφήνοντας πίσω του 22 νεκρούς και 200 τραυματίες.
Ενδεχομένως, κάποιος να αντιτείνει πως οι διαφορές του ελληνικού πολιτικού συστήματος είναι περισσότερες από τις ομοιότητες με τα πολιτικά συστήματα της Λατινικής Αμερικής όπου συντελέστηκε η ελπιδοφόρα άνοδος και η ταπεινωτική και ταχύτατη πτώση των τριών παραπάνω κατ’ όνομα αριστερών προέδρων. Επομένως, είναι δύσκολο αν όχι αδύνατο να επαναληφθούν στην Ελλάδα οι σκηνές λαϊκής αγανάκτησης και μαζικού ξεσηκωμού που είδαμε στο Μπουένος Άιρες με το Αργεντινάσο τον Δεκέμβριο του 2001 ή στην Κοτσαμπάμα της Βολιβίας, στο πλαίσιο των αγώνων κατά της ιδιωτικοποίησης του νερού. Εκ πρώτης όψεως πράγματι∙ οι διαφορές είναι κάθε άλλο παρά αμελητέες. Η ελληνική Βουλή έχει κατά κανόνα περισσότερα χρόνια αδιατάρακτου βίου σε σχέση με τη μέση λατινοαμερικάνικη, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση στη γηραιά ήπειρο θωρακίζει θεσμικά κάθε κυβέρνηση, εάν κι εφ’ όσον υπηρετεί την πολιτική της, επιβάλλοντας έτσι τη νομιμοποίησή της κι έχοντας στην πράξη μετατραπεί σε ένα υπερκράτος. Στη Λατινική Αμερική, αντίθετα, τα πολιτικά συστήματα αποδεικνύονται ευάλωτα στις ασύμμετρες κι ενίοτε αμφίπλευρες πιέσεις κι εν προκειμένω, μιλώντας για την τελευταία δεκαετία, πιο δεκτικά στις πιέσεις του «πεζοδρομίου». Η δε Ουάσινγκτον, παρότι έχει στο βιογραφικό της στρατιωτικά πραξικοπήματα, εισβολές κι απόπειρες δολοφονίας εκλεγμένων ηγετών, αποδείχθηκε λιγότερο «σκληρή για να πεθάνει» πολιτικά σε σύγκριση με το Βερολίνο, που έχει φροντίσει να περιβάλλει με συνταγματικό μανδύα ακόμη και τα μέσα της πιο ωμής πολιτικής παρέμβασης στο εσωτερικό άλλων χωρών. Με άλλα λόγια, η CIA αποδείχθηκε λιγότερο αποτελεσματική από το ευρώ…
Περισσότερες οι ομοιότητες
Με μια δεύτερη ματιά ωστόσο ακόμη κι αυτές οι ουσιώδεις διαφορές
ωχριούν μπροστά στη σημαντικότερη ομοιότητα: την υποκείμενη συνάφεια
μεταξύ των προγραμμάτων λιτότητας όπως αυτά εφαρμόστηκαν στην
αμερικανική υποήπειρο πειραματικά στην αρχή και καθολικά στη συνέχεια
και εφαρμόζονται εδώ και πέντε χρόνια στην Ελλάδα, με ένα ανελέητο,
συνεχές πολιτικό σφυροκόπημα που προκαλεί αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις στο
πολιτικό σύστημα. Δεν πρόκειται για σχήμα λόγου ή δημοσιογραφική
υπερβολή, αλλά το μέγεθος της «προσαρμογής» στην Ελλάδα μπορεί κάλλιστα
να συγκριθεί με την «προσαρμογή» που επιβλήθηκε στη Λατινική Αμερική.
Προς επίρρωση ο τριπλασιασμός σχεδόν της ανεργίας, από το 9-10% στο 27%
κι η μέση πτώση των εισοδημάτων κατά 40%! Πρόκειται για επιδόσεις που
θεωρούνταν αδιανόητες για την Ευρώπη και το περίφημο «κοινωνικό
κεκτημένο» της κι ακόμη και τώρα σε καμιά άλλη χώρα της ηπείρου (ούτε
και σε αυτές που πέρασαν από Μνημόνια όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η
Κύπρος) δεν έχουν επιβληθεί. Επομένως, οι συγκρίσεις επιτρέπονται, δεν
αποτελούν αυθαιρεσία…Τη δική τους επιβεβαίωση στο σενάριο να φύγει νύχτα ο Τσίπρας, αφού αποδειχθεί λίαν συντόμως τι μεγάλος πολιτικός απατεώνας είναι, δίνουν και τα πολιτικά σενάρια που υφαίνει εν κρυπτώ το ίδιο το Μαξίμου. Είναι χαρακτηριστική η βολιδοσκόπηση προς το ΠΑΣΟΚ να συμμετάσχει στην κυβέρνηση, την επομένη κιόλας των εκλογών, κι ενώ ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ σχημάτιζαν άνετη κυβερνητική πλειοψηφία και φαινομενικά δεν είχαν ανάγκη καμιά άλλη κυβερνητική συμμαχία. Με αυτή τη βολιδοσκόπηση επί της ουσίας η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ήθελε από τώρα να έχει με αναμμένες μηχανές το δικό της «σχέδιο Β» για εκείνη την περίπτωση που είτε η ομάδα των 53 είτε άλλη ομάδα διαφωνούντων (από τις πολλές που έχουν αρχίσει να σχηματίζονται) θα αρχίσει να προκαλεί ρωγμές στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ κι οι προεκλογικοί εσωκομματικοί κλυδωνισμοί θα αρχίσουν να μεταφέρονται στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής ομάδας. Επιπλέον, οι γέφυρες προς τα υπόλοιπα μνημονιακά κόμματα (ΝΔ, Ποτάμι) που κρατάει ανοιχτές ο ΣΥΡΙΖΑ φέρνουν στην επιφάνεια την βαθιά του ανασφάλεια για την επόμενη μέρα. Εκείνη τη μέρα για την ακρίβεια που θα αρχίσει να ψηφίζει τους εφαρμοστικούς νόμους του τρίτου μνημονίου κι οι ΣΥΡΙΖΑίοι βουλευτές θα βρεθούν μπροστά στο υπαρξιακό δίλημμα που βρέθηκαν την προηγούμενη πενταετία δεκάδες ΠΑΣΟΚοι και δεξιοί συνάδελφοί τους: να σηκώσουν το χέρι και να ψηφίσουν, κινδυνεύοντας να τρώνε ξύλο από τους περαστικούς ή να δηλώσουν παρόν ακόμη και να καταψηφίσουν τα μέτρα λιτότητας χάνοντας τα διόλου ευκαταφρόνητα υλικά προνόμια που εξασφαλίζει η βουλευτική έδρα…
Συμπερασματικά, το πείραμα του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι καινούργιο. Κάθε φορά που τα ενδεδειγμένα μέσα εξαντλούνται, δηλαδή τα αμιγώς αστικά κόμματα που κάνουν την αρχή καταρρέουν από το τεράστιο πολιτικό κόστος που επισείει η εφαρμογή των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής, τα κάστανα από τη φωτιά καλούνται να βγάλουν κόμματα που αναφέρονται στην Αριστερά και υπερέβησαν το εκλογικό περιθώριο αντιπροσωπεύοντας τα συμφέροντα όσων επλήγησαν από την κρίση. Όπως ακριβώς ο ΣΥΡΙΖΑ που με ένα πρόγραμμα το οποίο ξεχείλιζε από αντιφάσεις και λογικά κενά υποσχόταν το τέλος της λιτότητας. Μέχρι κι αυτά τα κόμματα να αποδειχθούν αναλώσιμα από μια κοινωνία που δεν αντέχει άλλες περικοπές στις συντάξεις. Ας μη χαίρονται επομένως στο Μαξίμου για την επιτυχία τους. Γρήγορα κι ο Τσίπρας θα έχει την τύχη που είχαν κι άλλες μαριονέτες της Αριστεράς…