Του Κώστα Ράπτη-Τη Δευτέρα, η αφομοίωση του γεγονότος
ότι οι μετεκλογικές συνομιλίες για το σχηματισμό κυβερνητικού
συνασπισμού στην Τουρκία έχουν καταρρεύσει, ανοίγοντας το δρόμο σε
πρόωρη προσφυγή στις κάλπες (πιθανότατα στις 22 Νοεμβρίου), ήταν αρκετή
για να οδηγήσει την τουρκική λίρα σε νέο χαμηλό έναντι του δολαρίου
-καθώς στην εν γένει συμπίεση των αναδυόμενων αγορών και στην
αναζωπύρωση των συγκρούσεων με το Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (ΡΚΚ)
ερχόταν να προστεθεί και η πολιτική αβεβαιότητα.
Όμως, την Τρίτη τα πράγματα έγιναν πολύ
χειρότερα, όταν η συναλλαγματική ισοτιμία έφθασε στις 2,89 λίρες ανά
δολάριο και η απόδοση των διετών τουρκικών ομολόγων το 10,59%, μετά την
απόφαση της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας να αφήσει, με την επίκληση
της υποχώρησης της τιμής καυσίμων και τροφίμων, αμετάβλητα τα επιτόκιά
της, στο 7,50% για το εβδομαδιαίο repo και στο 10,75% για τον ημερήσιο
δανεισμό, όπως είχε στην πραγματικότητα προαναγγελθεί από την κυβέρνηση
Davutoğlu.
Η "μάχη” κρατά από παλιά, καθώς οι
κυβερνώντες "ισλαμο-δημοκράτες” τείνουν να υποτιμούν τους πληθωριστικούς
κινδύνους και ενδιαφέρονται κυρίως για τη συνέχιση της πολιτικής του
φθηνού χρήματος που συντηρεί μιαν εικόνα ανάπτυξης. Και βέβαια, σε
προεκλογική περίοδο, η επιμονή τους αυτή εντείνεται.Ήδη από την Δευτέρα ο υπουργός
Οικονομίας Nihat Zeybekci δήλωνε ότι η υποχώρηση της λίρας (κατά 19%,
σημειωτέον, από την αρχή του έτους) δεν συνιστά λόγο ανησυχίας,
δεδομένης της όλης διάρθρωσης του τουρκικού χρέους, συνεπώς η αγορά θα
έβρισκε από μόνη της τις δικές της ισορροπίες. Υποστήριξε, επιπλέον, ότι
η πρόσφατη ανατίμηση του δολαρίου είναι "καθαρά κερδοσκοπική”.
Μετά δε την συνεδρίαση της κεντρική
τράπεζας, ο Cemil Ertem, οικονομικός σύμβουλος του προέδρου Erdoğan,
έκανε λόγο για "γενναία και ορθή απόφαση”, η οποία "κοιτάζει προς το
μέλλον και θα βοηθήσει την πραγματική οικονομία και την παραγωγή”.
Εκτός των τουρκικών συνόρων οι
αντιδράσεις είναι ολότελα διαφορετικές – καθώς η ανεξαρτησία, η
αξιοπιστία και η ικανότητα της κεντρικής τράπεζας να αντιμετωπίσει τις
πληθωριστικές πιέσεις αμφισβητούνται όλο και περισσότερο. Μάλιστα οι
αναλυτές των αγορών αντέδρασαν με δυσπιστία στο σχέδιο των 9 τεχνικών
αναπροσαρμογών που εξήγγειλε ο κεντρικός τραπεζίτης Erdem Başçı, υπό
τύπον "οδικού χάρτη” προς την νέα εποχή που σηματοδοτεί η αναμενόμενη
αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων από την Fed. Κεντρικό σημείο των
εξαγγελιών Başçı αποτελεί η σταδιακή κατάργηση του ιδιόμορφου
"επιτοκιακού διαδρόμου” που ο ίδιος καθιέρωσε προ πενταετίας – όμως η
επόμενη συνεδρίαση της κεντρικής τράπεζας θα πραγματοποιηθεί στις 22
Σεπτεμβρίου, ήτοι πέντε μέρες μετά από την πιθανότερη ημερομηνία αύξησης
των επιτοκίων από την Fed.
Σύμφωνα με τη Citi, "ο οδικός χάρτης
στερείται εξειδίκευσης, σαφώς καθορισμένου χρονοδιαγράμματος και
αναλυτικής συζήτησης. Κατά συνέπεια ο αμερικανικός κολοσσός εκτιμά ότι η
κεντρική τράπεζα της Τουρκίας δεν θα έχει την πολυτέλεια μιας σταδιακής
εξομάλυνσης υπό τις παρούσες συνθήκες και θα υποχρεωθεί από τις αγορές
να προχωρήσει κάποια στιγμή σε μιαν απότομη περιστολή, όπως έπραξε τον
Ιανουάριο 2014.
Αλλά και εντός Τουρκίας, η εμπιστοσύνη
στο εθνικό νόμισμα υποχωρεί διαρκώς, αν κρίνει κανείς από το ότι οι
καταθέσεις σε ξένο συνάλλαγμα έφθασαν τον Ιούλιο τα 185 δισ. δολάρια,
αντιπροσωπεύοντας το 43% του συνόλου, ήτοι το υψηλότερο σχετικό ποσοστό
των τελευταίων 10 ετών - σύμφωνα με τα στοιχεία της Ρυθμιστικής και
Εποπτικής Χρηματοπιστωτικής Αρχής (BDDK).
Ήδη στα τέλη του προηγούμενου έτους οι
καταθέσεις σε συνάλλαγμα αποτελούσαν το 36% του συνόλου – και η
διαδικασία αυτή της "δολαριοποίησης” επιταχύνθηκε μετά τις εκλογές της
7ης Ιουνίου, στις οποίες η κυβέρνηση Davutoğlu έχασε την αυτοδυναμία.
Εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι μάλιστα το
γεγονός ότι η στροφή στο δολάριο είναι εντονότερη στις ανατολικές και
νοτιοανατολικές επαρχίες της Τουρκίας, εκεί δηλαδή όπου κυρίως
εκτυλίσσεται η σύγκρουση με το ΡΚΚ.
Συνδεόμενη με τα παραπάνω είναι η μείωση
των συναλλαγματικών αποθεμάτων της κεντρικής τράπεζας κατά 783 εκατ.
δολάρια τον προηγούμενο μήνα, η μείωση των ξένων άμεσων επενδύσεων τον
Ιούνιο κατά 307 εκατ. δολάρια σε ετήσια βάση και η εκροή από τη χώρα τον
ίδιο μήνα 822 εκατ. δολαρίων σε συνάλλαγμα. Οι ξένοι επενδυτές
χαρτοφυλακίου προχώρησαν σε πωλήσεις ύψους 661 εκατ. δολαρίων,
εγκαταλείποντας την τουρκική αγορά.
Τα όρια της πολιτικής του φθηνού
χρήματος πάντως καταδεικνύονται από το γεγονός ότι ο ρυθμός ανάπτυξης
υποχώρησε στο 2,3% το πρώτο τρίμηνο του 2015, έναντι 2,9% για όλο το
2014, ότι η ανεργία, σύμφωνα με μη προσαρμοσμένα στοιχεία της
στατιστικής υπηρεσίας, διαμορφώθηκε στο 9,3% μεταξύ Απριλίου-Ιουνίου
(έναντι 8,8% το ίδιο διάστημα πέρσι), ενώ οι εξαγωγές υποχώρησαν κατά 8%
σε ετήσια βάση το επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου, φθάνοντας στα 84,37 δισ.
δολάρια.