του Κώστα Ράπτη
Οι επικεφαλής του γερμανικού και ρωσικού
επιχειρηματικού κόσμου δήλωσαν για μία ακόμη φορά ότι επιθυμούν να δουν
άμεση και ταχεία άρση των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί από τη Δύση στη
Μόσχα λόγω της ουκρανικής κρίσης. Ζήτησαν επίσης από το Κρεμλίνο να άρει
και αυτό από την πλευρά του τις κυρώσεις που επέβαλε ως αντίποινα στις
εισαγωγές από την ΕΕ. Η συντριπτική πλειονότητα (τα δύο τρίτα) των
επιχειρηματιών που μετέχουν του Γερμανο-Ρωσικού Επιμελητηρίου Ξένου
Εμπορίου (AHK) χαρακτήρισαν "πολιτικά αναποτελεσματικές και εμπορικά
καταστροφικές” τις κυρώσεις, και ένας στους δύο δήλωσε ότι οι κυρώσεις
έχουν επιφέρει πολύ σοβαρό πλήγμα στις δραστηριότητές του. Οι γερμανικές
εξαγωγές στη Ρωσία έχουν μειωθεί κατά περίπου 50%, από την έναρξη της
ουκρανικής κρίσης, και την ίδια περίοδο οι εισαγωγές από τη Ρωσία
παρουσίασαν μείωση κατά 20%.
Η πραγματιστική προσέγγιση των συγκεκριμένων βετεράνων, που πολύ διαφέρει από την ιδεολογικοποιημένη στάση των σημερινών πολιτικών, προσφέρει στη Μόσχα αναπάντεχους συνηγόρους. Ο Henry Kissinger, σε συνέντευξη στο περιοδικό The National Interest χαρακτήρισε "αδιανόητη” τη δυτική εκδοχή περί ρωσικής επιθετικότητας κατά της Ουκρανίας, και προειδοποίησε ότι η Ουάσιγκτον "θα αντιμετωπίσει τις συνέπειες” αν συνεχίσει "να προσπαθεί να εκμηδενίσει τη ρωσική κυβέρνηση”. Ο πρόεδρος του Κέντρου Εθνικού Συμφέροντος (πρώην Κέντρο Νίξον και εκδότης του περιοδικού), και βαθύς γνώστης της Ευρασιατικής και Ρωσικής πολιτικής, ήταν απολύτως καυστικός. Κατηγόρησε τον Barack Obama ότι "κάνει εξωτερική πολιτική με κονκάρδες” και τον κάλεσε "να βρει ένα τρόπο να συνεργαστεί με τη Ρωσία για το τέλος της oυκρανικής κρίσης και τη δημιουργία ενός στρατηγικώς χρήσιμου modus vivendi με τη Ρωσία”.
Στην αυστηρή κριτική κατά των δυτικών θέσεων στο Ουκρανικό ζήτημα, ο Kissinger δεν είναι μόνος. Πέραν του πρώην καγκελάριου της Γερμανίας Gerhard Schroeder, ο οποίος εν πάση περιπτώσει σιτίζεται από ρωσικά συμφέροντα, ως πρόεδρος της ρωσογερμανικής κοινοπραξίας του αγωγού Nord Stream, παραπλήσιες θέσεις εκφράζουν ο υπερενεντηκοντούτης Schmidt αλλά και ο κεντροδεξιός πρώην υπουργός Παιδείας της Γαλλίας Luc Ferry. Ο Ferry έφτασε να κατηγορήσει τη Δύση ότι προσπαθεί να εφεύρει ως εχθρό της τη Ρωσία, παρουσιάζοντας την ουκρανική κρίση με μανιχαϊστικούς όρους.
Ό,τι ενώνει όλες αυτές τις τοποθετήσεις είναι η επίγνωση ότι η Ουάσιγκτον έχει μπει "στα βαθιά” και έχει χάσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, λόγω της ατιμωρησίας με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι αποτυχίες της στο Ιράκ, τη Λιβύη ή τη Συρία. Η Ρωσία δεν είναι τέτοιου είδους αντίπαλος όμως.
"Απευθύνουμε έκκληση στην πολιτική
ηγεσία να μην επιτρέψει να βυθιστούμε βαθύτερα στον κατήφορο που μας
οδηγούν οι κυρώσεις” δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΑΗΚ, Rainer
Seele. Πράγματι, ο κατήφορος δεν έχει τελειωμό: μετά την απαγόρευση
εισαγωγής ορισμένων κατηγοριών τροφίμων στις αρχές του μήνα, την
περασμένη Τρίτη η Μόσχα ανακοίνωσε την απαγόρευση εισαγωγής και πώλησης
συγκεκριμένων ευρωπαϊκών προϊόντων καθαρισμού, διότι, όπως πονηρά
ανακοινώθηκε "προκαλούν αλλεργίες στους Ρώσους καταναλωτές”.
Οι συνεχώς μειούμενες συναλλαγές και οι
σχεδόν μηδενικές δυνατότητες για νέες επενδύσεις, από γερμανικής
πλευράς, σε μια δυναμική και συνεχώς αναπτυσσόμενη αγορά, οδηγούν στην
άσκηση περαιτέρω πιέσεων προς την σημερινή πολιτική ηγεσία της
Γερμανίας, με συμμάχους, μάλιστα, σημαντικούς πολιτικούς "παλαιάς
κοπής”, από τον πρώην καγκελάριο Helmut Schmidt ως το "μάγο” της
αμερικανικής διπλωματίας Henry Kissinger
Η πραγματιστική προσέγγιση των συγκεκριμένων βετεράνων, που πολύ διαφέρει από την ιδεολογικοποιημένη στάση των σημερινών πολιτικών, προσφέρει στη Μόσχα αναπάντεχους συνηγόρους. Ο Henry Kissinger, σε συνέντευξη στο περιοδικό The National Interest χαρακτήρισε "αδιανόητη” τη δυτική εκδοχή περί ρωσικής επιθετικότητας κατά της Ουκρανίας, και προειδοποίησε ότι η Ουάσιγκτον "θα αντιμετωπίσει τις συνέπειες” αν συνεχίσει "να προσπαθεί να εκμηδενίσει τη ρωσική κυβέρνηση”. Ο πρόεδρος του Κέντρου Εθνικού Συμφέροντος (πρώην Κέντρο Νίξον και εκδότης του περιοδικού), και βαθύς γνώστης της Ευρασιατικής και Ρωσικής πολιτικής, ήταν απολύτως καυστικός. Κατηγόρησε τον Barack Obama ότι "κάνει εξωτερική πολιτική με κονκάρδες” και τον κάλεσε "να βρει ένα τρόπο να συνεργαστεί με τη Ρωσία για το τέλος της oυκρανικής κρίσης και τη δημιουργία ενός στρατηγικώς χρήσιμου modus vivendi με τη Ρωσία”.
Στην αυστηρή κριτική κατά των δυτικών θέσεων στο Ουκρανικό ζήτημα, ο Kissinger δεν είναι μόνος. Πέραν του πρώην καγκελάριου της Γερμανίας Gerhard Schroeder, ο οποίος εν πάση περιπτώσει σιτίζεται από ρωσικά συμφέροντα, ως πρόεδρος της ρωσογερμανικής κοινοπραξίας του αγωγού Nord Stream, παραπλήσιες θέσεις εκφράζουν ο υπερενεντηκοντούτης Schmidt αλλά και ο κεντροδεξιός πρώην υπουργός Παιδείας της Γαλλίας Luc Ferry. Ο Ferry έφτασε να κατηγορήσει τη Δύση ότι προσπαθεί να εφεύρει ως εχθρό της τη Ρωσία, παρουσιάζοντας την ουκρανική κρίση με μανιχαϊστικούς όρους.
Ό,τι ενώνει όλες αυτές τις τοποθετήσεις είναι η επίγνωση ότι η Ουάσιγκτον έχει μπει "στα βαθιά” και έχει χάσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, λόγω της ατιμωρησίας με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι αποτυχίες της στο Ιράκ, τη Λιβύη ή τη Συρία. Η Ρωσία δεν είναι τέτοιου είδους αντίπαλος όμως.
Από την άλλη πλευρά, η Μόσχα γνωρίζει
πολύ καλά τον επικίνδυνο δρόμο που έχει πάρει η Ουάσιγκτον και τις
συνέπειές του. Για αυτό και οι πιθανότητες μιας νέας προσεγγιστικής
προσπάθειας, ειδικά με τις ΗΠΑ, φαίνεται να είναι μέσα στους στόχους
του Κρεμλίνου. Η πρόσφατη λιτή δήλωση Putin από την Κριμαία ότι "οι ΗΠΑ
κι εμείς είχαμε διαφόρων ειδών σχέσεις σε διάφορες ιστορικές περιόδους,
αλλά όταν τα υψηλότερα συμφέροντά μας το επέβαλαν πάντα βρίσκαμε τη
δύναμη να χτίσουμε γέφυρες με τον καλύτερο τρόπο” εντάσσεται σε αυτό το
πλαίσιο, όπως και η δήλωση Lavrov ότι αν υπήρχε αμερικάνικη πρόταση για
συνάντηση Obama-Putin στο περιθώριο της ετήσιας συνέλευσης του ΟΗΕ, τοn
Σεπτέμβριο, ο Ρώσος πρόεδρος "θα την έβλεπε θετικά”.
(από www.capital.gr, 28/08/2015)