Του Κώστα Βενιζέλου
Μία κοινωνία, που εξαντλεί, αναλώνει τις θύμισες της σε επετειακές συγκεντρώσεις, μνημόσυνα και «επίσημες» τελετές, είναι πρόδηλο ότι κουβαλά ενοχές που έχουν να κάνουν και με μια απίστευτη ανοχή που επιδεικνύεται τέσσερις δεκαετίες τώρα στις «πραγματικότητες».
Κινήθηκαν όλα, 41 χρόνια μετά, με μια απίστευτη ταχύτητα για απομάκρυνση των πολιτών από τον πυρήνα του προβλήματος, που είναι η συνεχιζόμενη κατοχή. Έχουμε φθάσει σε σημείο οι εκδηλώσεις, μια φορά το χρόνο, να μοιάζουν με συνάξεις με χαρακτήρα που παραπέμπει στα κομματικά φολκλόρ. Τίποτε δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Από την αρχή σχεδόν, επιχειρήθηκε να διαμορφωθεί ένα σκηνικό με περιορισμένες επιλογές. Κοντολογίς, ούτε περιθώρια για ανατροπές, ούτε και ο συμβιβασμός να είναι «έντιμος», αλλά να είναι τόσο οδυνηρός που θα φωνάζει από μακριά ποιος νίκησε και ποιος υποτάχθηκε. Εάν όλοι μιλάνε για μέλλον και δυνατότητες για συμφωνία, γιατί άραγε πρέπει τα στοιχεία της λύσης να καθορίζονται από αυτές τις «ισορροπίες»; Δηλαδή, της ήττας και της υποταγής. Και οι λέξεις ελευθερία, απελευθέρωση είναι εθνικισμός και εκπέμπουν απορριπτισμό.
Την ίδια ώρα, η λήθη, θύμα των κοινωνικών και οικονομικών στρεβλώσεων, έχει παράξει στρατιώτες της διαπλοκής και της αρπαχτής. Αυτή έγινε η σημαία της κοινωνικής καταξίωσης για ένα μέρος του πληθυσμού.
Σαράντα ένα χρόνια μετά, μόνο οι συγγενείς κουβαλούν το πόνο και τις μνήμες. Η μνήμη σβήνει μαζί με το τέλος των εκδηλώσεων και αυτό δείχνει/επιβεβαιώνει την υποκρισία μιας μεγάλης μερίδας της κοινωνίας και του συστήματος. Η λήθη καθορίζει και τον πήχη των επιδιώξεων, των διεκδικήσεων. Εξαρχής, οι διαχειριστές προσαρμόσθηκαν με το αποτέλεσμα της εισβολής και τούτο παρουσιάζεται έκτοτε σταδιακά, με δόσεις, μέχρι να φθάσουμε στο απροχώρητο.
Σαράντα ένα χρόνια μετά, στις επετειακές εκδηλώσεις και στα μνημόσυνα υπάρχει ανταγωνισμός ρητορικής και εθνικών εξάρσεων που τελειώνουν λίγες ώρες μετά. Μέχρι την επόμενη φορά, ο χρόνος που θα διαρρεύσει θα υπενθυμίζει πως το σύστημα συντηρείται από τους καυγάδες και την πόλωση. Το σύστημα, αδηφάγο και μιζοσυντήρητο, καταφεύγει στην προσφιλή μέθοδο της διαιώνισης των μύθων και του ψεύτικου κόσμου. Αιχμάλωτοι στα διάφορα παραμύθια, τα οποία τείνουν να γίνουν επίσημη ιστορία, η παρανομία παράγει «δίκαιο» και η κατοχή βάση για \συμφωνία.
Οι πολίτες δεν έχουν κουραστεί και θέλουν άρον-άρον να κλείσει το Κυπριακό. Έχουν κουραστεί από το πολιτικό σύστημα της πεπατημένης και τις φωνές του «ρεαλισμού», που θέλουν να αποτελειώσουν το πρόβλημα.
Ο Τουρκοκύπριος δημοσιογράφος, Σενέρ Λεβέντ έγραψε ( Πολίτης, 30.6.2015) πως «οι Κερυνειώτες που διαμένουν στον νότο θέλουν να επιστρέψουν στην Κερύνεια, οι Καρπασίτες στην Καρπασία, οι Αμμοχωστιανοί στην Αμμόχωστο και οι Μορφίτες στη Μόρφου. Αντιθέτως, οι Λεμεσιανοί, οι Παφίτες και οι Λαρνακείς που διαμένουν στον βορρά δεν ζητούν να επιστρέψουν στη Λεμεσό, την Πάφο και τη Λάρνακα. Γιατί;…Αποκαλούν «σοβινιστές» τους Ελληνοκύπριους που θέλουν να επιστρέψουν στους παλιούς τους τόπους στον βορρά. Λένε πως δεν θέλουν λύση. Τι παράξενο, έτσι δεν είναι; Οι Τουρκοκύπριοι που δεν επιθυμούν να επιστρέψουν στη Λεμεσό είναι υποστηρικτές της λύσης και οι Ελληνοκύπριοι που επιθυμούν να επιστρέψουν στην Κερύνεια είναι υποστηρικτές της μη λύσης!».
Μία κοινωνία, που εξαντλεί, αναλώνει τις θύμισες της σε επετειακές συγκεντρώσεις, μνημόσυνα και «επίσημες» τελετές, είναι πρόδηλο ότι κουβαλά ενοχές που έχουν να κάνουν και με μια απίστευτη ανοχή που επιδεικνύεται τέσσερις δεκαετίες τώρα στις «πραγματικότητες».
Κινήθηκαν όλα, 41 χρόνια μετά, με μια απίστευτη ταχύτητα για απομάκρυνση των πολιτών από τον πυρήνα του προβλήματος, που είναι η συνεχιζόμενη κατοχή. Έχουμε φθάσει σε σημείο οι εκδηλώσεις, μια φορά το χρόνο, να μοιάζουν με συνάξεις με χαρακτήρα που παραπέμπει στα κομματικά φολκλόρ. Τίποτε δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Από την αρχή σχεδόν, επιχειρήθηκε να διαμορφωθεί ένα σκηνικό με περιορισμένες επιλογές. Κοντολογίς, ούτε περιθώρια για ανατροπές, ούτε και ο συμβιβασμός να είναι «έντιμος», αλλά να είναι τόσο οδυνηρός που θα φωνάζει από μακριά ποιος νίκησε και ποιος υποτάχθηκε. Εάν όλοι μιλάνε για μέλλον και δυνατότητες για συμφωνία, γιατί άραγε πρέπει τα στοιχεία της λύσης να καθορίζονται από αυτές τις «ισορροπίες»; Δηλαδή, της ήττας και της υποταγής. Και οι λέξεις ελευθερία, απελευθέρωση είναι εθνικισμός και εκπέμπουν απορριπτισμό.
Την ίδια ώρα, η λήθη, θύμα των κοινωνικών και οικονομικών στρεβλώσεων, έχει παράξει στρατιώτες της διαπλοκής και της αρπαχτής. Αυτή έγινε η σημαία της κοινωνικής καταξίωσης για ένα μέρος του πληθυσμού.
Σαράντα ένα χρόνια μετά, μόνο οι συγγενείς κουβαλούν το πόνο και τις μνήμες. Η μνήμη σβήνει μαζί με το τέλος των εκδηλώσεων και αυτό δείχνει/επιβεβαιώνει την υποκρισία μιας μεγάλης μερίδας της κοινωνίας και του συστήματος. Η λήθη καθορίζει και τον πήχη των επιδιώξεων, των διεκδικήσεων. Εξαρχής, οι διαχειριστές προσαρμόσθηκαν με το αποτέλεσμα της εισβολής και τούτο παρουσιάζεται έκτοτε σταδιακά, με δόσεις, μέχρι να φθάσουμε στο απροχώρητο.
Σαράντα ένα χρόνια μετά, στις επετειακές εκδηλώσεις και στα μνημόσυνα υπάρχει ανταγωνισμός ρητορικής και εθνικών εξάρσεων που τελειώνουν λίγες ώρες μετά. Μέχρι την επόμενη φορά, ο χρόνος που θα διαρρεύσει θα υπενθυμίζει πως το σύστημα συντηρείται από τους καυγάδες και την πόλωση. Το σύστημα, αδηφάγο και μιζοσυντήρητο, καταφεύγει στην προσφιλή μέθοδο της διαιώνισης των μύθων και του ψεύτικου κόσμου. Αιχμάλωτοι στα διάφορα παραμύθια, τα οποία τείνουν να γίνουν επίσημη ιστορία, η παρανομία παράγει «δίκαιο» και η κατοχή βάση για \συμφωνία.
Οι πολίτες δεν έχουν κουραστεί και θέλουν άρον-άρον να κλείσει το Κυπριακό. Έχουν κουραστεί από το πολιτικό σύστημα της πεπατημένης και τις φωνές του «ρεαλισμού», που θέλουν να αποτελειώσουν το πρόβλημα.
Ο Τουρκοκύπριος δημοσιογράφος, Σενέρ Λεβέντ έγραψε ( Πολίτης, 30.6.2015) πως «οι Κερυνειώτες που διαμένουν στον νότο θέλουν να επιστρέψουν στην Κερύνεια, οι Καρπασίτες στην Καρπασία, οι Αμμοχωστιανοί στην Αμμόχωστο και οι Μορφίτες στη Μόρφου. Αντιθέτως, οι Λεμεσιανοί, οι Παφίτες και οι Λαρνακείς που διαμένουν στον βορρά δεν ζητούν να επιστρέψουν στη Λεμεσό, την Πάφο και τη Λάρνακα. Γιατί;…Αποκαλούν «σοβινιστές» τους Ελληνοκύπριους που θέλουν να επιστρέψουν στους παλιούς τους τόπους στον βορρά. Λένε πως δεν θέλουν λύση. Τι παράξενο, έτσι δεν είναι; Οι Τουρκοκύπριοι που δεν επιθυμούν να επιστρέψουν στη Λεμεσό είναι υποστηρικτές της λύσης και οι Ελληνοκύπριοι που επιθυμούν να επιστρέψουν στην Κερύνεια είναι υποστηρικτές της μη λύσης!».