Οι
πολεμικές αποζημιώσεις που ζητάει ο Αλέξης Τσίπρας στην Ανγκελα Μέρκελ
ανέρχονται σε 279 δισ. ευρώ. Το θέμα δεν συζητείται ιδιαίτερα στην
Ελλάδα. Στην Ευρώπη έρχεται πολύ συχνά στην επικαιρότητα και απασχολεί
έντονα τους πολιτικούς κύκλους γιατί είναι πρωτοφανές: καμία άλλη χώρα
δεν έχει ζητήσει πολεμικές αποζημιώσεις μετά τη Συμφωνία της Μόσχας.
Δύο σημερινά θέματα, ένα στο αμερικανικό Forbes και ένα στη γαλλική Le Monde, φωτίζουν όλο το παρασκήνιο: Τι ζητάει ο Ελληνας πρωθυπουργός, γιατί και τι σημαίνει αυτό.
Forbes: Γιατί η Ελλάδα δεν θα πάρει ποτέ τα 279 δισ. ευρώ που ζητάει για πολεμικές επανορθώσεις
Η Ελλάδα έχει επισημοποιήσει το αίτημά της προς τη Γερμανία για τις ζημιές που υπέστη κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, από το στρατό των Ναζί. Το ποσό που ζητάει η ελληνική πλευρά είναι 279 δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά σύμφωνα με τον αρθρογράφο του Forbes, Tim Worstall, δεν θα λάβει ποτέ.
«Αυτό το ποσό είναι όμορφο, καθώς θα προσέφερε στην Ελλάδα μια ελεύθερη κάρτα εξόδου από τη φυλακή, όπως συμβαίνει στη «Μονόπολη» και αν ποτέ καταβάλλονταν από τη Γερμανία θα έσωζαν τη χώρα από τα δεινά των χρεών της. Μόνο που δεν θα πληρωθούν. Μπορεί να υπάρχει ένα ηθικό δικαίωμα για την καταβολή μιας κάποιας μορφής αποζημίωση για τη φρίκη και τις ζημιές που υπέστη η Ελλάδα εκείνα τα χρόνια, αλλά δεν υπάρχει νομικό έρεισμα».
Κατά τον αρθρογράφο του Forbes, αυτή η αόριστη πιθανότητα μπορεί να δράσει ως μια μορφή ψυχολογικής πίεσης προς τη γερμανική κοινή γνώμη. Ήδη, έχει πολιτικό κόμμα της Γερμανίας έχει παραδεχθεί πως μέρος των ελληνικών απαιτήσεων είναι έγκυρο. Σημειώνει, όμως, πως αυτού του είδους η συζήτηση για τις πολεμικές αποζημιώσεις δεν μπορεί να ταυτιστεί με το τι συζητείται αυτή τη στιγμή για το ελληνικό χρέος και την τρέχουσα κρίση.
Το ιστορικό πλαίσιο
Ο Worstall όχι μόνο δεν αποκρύβει το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο συνέβησαν οι θηριωδίες των Ναζί, αλλά αντιθέτως προτείνει, για όποιον ενδιαφέρεται, να ανατρέξει στο βιβλίο του Goetz Aly «Hitler’s Beneficiaries» (σ.σ.: Οι Κληρονόμοι του Χίτλερ). Σε αυτό το βιβλίο η Ελλάδα χρησιμοποιείται ως ένα σημαντικό παράδειγμα για να καταδειχθεί ο τρόπος με τον οποίο ο στρατός των Ναζί λεηλάτησε τα εθνικά δημόσια ταμεία. Η τακτική των κατακτητών ήταν απλή και κυνική: οι κατεχόμενες χώρες τελούσαν υπό «προστασία» επομένως θα έπρεπε να καταλάβουν τα έξοδα παραμονής των στρατευμάτων στη χώρα. Οι Ναζί, φυσικά, προχώρησε ακόμη περισσότερο και άρχισε να επιμένουν ότι στην πραγματικότητα, τα στρατεύματα που πολεμούν στο Ανατολικό Μέτωπο υπερασπίζονταν τις κατεχόμενες χώρες από τους Σοβιετικούς. Ως εκ τούτου, θα έπρεπε οι κατεχόμενες χώρες να συμβάλουν στις στρατιωτικές δαπάνες.
Η νομική υποχρέωση
Όλα αυτά, σημειώνει ο Worstall, δείχνουν την αδικία που επέβαλλαν οι Ναζί στις χώρες που κατακτούσαν. Όμως, προβαλλόμενα στο σήμερα δεν μπορεί να σταθεί νομική υποχρέωση από τις χώρες που υπέστησαν αυτή τη δεδομένη οικονομική ζημιά.
Γράφει συγκεκριμένα: «Το βασικό πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει κανένα δικαστήριο Ηθικής στο διεθνές δίκαιο. Ένα δικαστήριο στο οποίο μπορείς να προσφύγεις και να επικαλεστείς το εξής: ''δεν έχει σημασία ο νόμος, αλλά αυτό ήταν μια αδικία γι' αυτό και απαιτούμε δικαιοσύνη''. Τέτοιου είδους δικαστήριο που θα εξετάσει την ηθική διάσταση του θέματος, δεν υπάρχει. Αν υπήρχε, τότε και οι ιδιώτες ομολογιούχοι θα μπορούσαν να κινηθούν κατά της Ελλάδας για τη ζημιά που υπέστησαν κατά το κούρεμα του χρέους της πριν από λίγα χρόνια».
Ό,τι λέει ο νόμος
Έτσι, το μόνο που μένει είναι: ό,τι λέει ο νόμος. Ο Worstall θυμίζει πως οι αποζημιώσεις έχουν, ήδη, διευθετηθεί από το 1960 και ακολούθως το 1990, οπότε και ενοποιήθηκε η Γερμανία. «Ενώ θα μπορούσε να υπάρχει μια ηθική απαίτηση, δεν υπάρχει η νομική. Πρέπει να σημειώσουμε πως όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν με την ηθική, αλλά με το τι μπορεί να επιβληθεί νομικώς. Και επειδή επ' αυτού δεν μπορούν να γίνουν πολλά, δεν μπορεί να υπάρξει και λύση για το τωρινό οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας», αναφέρει στο άρθρο του.
Γιατί τώρα;
Κατά τον Worstall, το θέμα εξελίχθηκε σε μείζον ζήτημα δημόσιας πολιτικής διότι περισσότερο από ποτέ το εκλογικό σώμα της Ελλάδας θεωρεί πως η Γερμανία ευθύνεται για τα πάντα και έτσι θα υποστηριχθεί περισσότερο η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για την τωρινή κρίση και για τη λιτότητα. Μπορεί να υπάρξει μια μικρή αλλαγή στον τρόπο που βλέπει η γερμανική κοινή γνώμη το ζήτημα, αλλά δεν θα αλλάξει τα μυαλά των υπουργών Οικονομικών του Eurogroup που διαπραγματεύονται με την Αθήνα.
Επιπροσθέτως, ακόμη και αν τελικά η υπόθεση ακολουθήσει τη δικαστική οδό, ενδέχεται να πάρει μήνες και χρόνια μέχρι την τελική έκβαση. Μόνο που η Ελλάδα, σημειώνει το Forbes, παλεύει με τις ημέρες και τις εβδομάδες. Άρα, επιστρέφοντας στο σήμερα μένουμε με το προφανές: ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έρθει σε άμεση συμφωνία με τους εταίρους της για να λάβει άμεση χρηματοδότηση.
Le Monde: Η Ελλάδα παίζει με τη φωτιά ζητώντας πολεμικές αποζημιώσεις
Είναι ένα θέμα δηλητηριασμένο, δύσκολο να το συζητήσεις ψυχρά, επειδή ανακινεί τα φαντάσματα του ευρωπαϊκού 20ού αιώνα.
Ο Ελληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να το κάνει με έναν παρακινδυνευμένο τρόπο, απαιτώντας από το Βερολίνο να επιστρέψει το δάνειο που έκανε η Γερμανία από την Ελλάδα, στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το είπε στις προγραμματικές του δηλώσεις, αμέσως μόλις ανέλαβε την εξουσία, στις 8 Φεβρουαρίου. Διακινδυνεύοντας, έτσι, να μεταμορφώσει τις διαπραγματεύσεις για το νέο πρόγραμμα βοήθειας σε λεκτική αντιπαράθεση, σχεδόν υστερική, μεταξύ Αθηνών και Βερολίνου.
Περί τίνος πρόκειται;
Καταρχήν τα γεγονότα: Κατά τη διάρκεια της τρομερής κατοχής της Ελλάδας, από την άνοιξη του 1942 ως το φθινόπωρο του 1944, οι ναζί εκρίθησαν ένοχοι για μεγάλες καταστροφές. Η Ελλάδα ήταν μια από τις τραυματισμένες χώρες στον πόλεμο. Ο βρετανός ιστορικός Mark Mazower, στο βιβλίο του «Στην Ελλάδα του Χίλτερ», θυμίζει ότι η χώρα χτυπήθηκε άγρια, μετά την Σοβιετική Ενωση και την Πολωνία, και ότι χιλιάδες Ελληνες πέθαναν από πείνα ενώ οι λεηλασίες ήταν συστηματική πρακτική.
Μετά τον πόλεμο, το ερώτημα των αποζημιώσεων που όφειλε η Γερμανία απαντήθηκε με πολλούς τρόπους. Με καταναγκαστικά έργα χιλιάδων φυλακισμένων, με κατάσχεση ενός μέρους των παραγωγικών υποδομών της Γερμανίας και τέλος με χρηματικές αποζημιώσεις. Αλλά μετά την Διάσκεψη του Λονδίνου το 1953 συμφωνήθηκε να εγκαταληφθεί προσώρας η συζήτηση για αποζημιώσεις. Οι διαπραγματεύσεις της εποχής έλαβαν υπόψιν ότι οι αποζημιώσεις που επιβλήθηκαν μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο οδήγησαν στην ταπείνωση της Γερμανίας και την άνοδο του ναζισμού. Ηταν πιο επείγον να δοθεί έμφαση στην ανοικοδόμηση και την οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης και να κλείσουν τα χρέη της Ιστορίας. Η αμερικανική οικονονική βοήθεια, μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ, βοήθησε να κλείσει η συζήτηση γι'αυτό το χρέος.
Η Συμφωνία της Μόσχας
Το 1990, η συμφωνία 2+4 που υπέγραψαν στη Μόσχα οι δύο Γερμανίες και οι τέσσερις μεγάλες δυνάμεις των Συμμάχων του 1945 (Ηνωμένες Πολιτείες, Μεγάλη Βρετανία, Σοβιετική Ενωση και Γαλλία) δεν επανέφεραν αυτό το θέμα. Ηταν η ώρα του τέλους του Ψυχρού Πολέμου και κανείς δεν ήθελε πια να κοιτάξει πίσω.
Αλλά οι καιροί άλλαξαν. Η καταχρεωμένη Ελλάδα του 2015, στο χείλος της στάσης πληρωμών, θέλει πάλι να ανοίξει τη συζήτηση για τα δικαιώματά της. Το 1946, στη Διάσκεψη των Παρισίων, είχε κοστολογήσει σε 7,2 δις δολάρια τις πολεμικές αποζημιώσεις και το μόνο ποσό που έλαβε από την Ομόσπονδη Γερμανία, το 1960, ήταν 115 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα. Για τα υπόλοιπα, η Γερμανία ισχυρίζεται ότι η αναγνώριση εκ μέρους της της Συμφωνίας της Μόσχας αποτελεί παραίτηση από τα υπόλοιπα.
Ωστόσο η Ελλάδα απαιτεί το ποσό. Ειδικά, απαιτεί την επιστροφή ενός υποχρεωτικού δανείου 476 εκατομμύρια μάρκα που έλαβε το Τρίτο Ράιχ το 1942 και ισοδυναμούν σε 11 δις ευρώ σημερινά. Αυτό το ποσό δεν είναι παρά μια προκαταβολή. Ο ευρωβουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Μανώλης Γλέζος, 91 ετών, διάσημος ως εθνικός ήρωας γιατί τον Μάιο του 1941 κατέβασε από την Ακρόπολη τη γερμανική σημαία, επισημαίνει ότι το χρέος παραμένει απαιτητό και εκτιμά ότι κυμαίνεται σε 160 δις ευρώ. Πρόκειται για το μισό δημόσιο χρέος της Ελλάδας. Στις 6 Απριλίου, ο υφυπουργός Οικονομικών Δημήτρης Μάρδας εκτίμησε ότι το χρέος ανέρχεται σε 278,7 δις ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους.
H συμφωνία της Μόσχας:
Αρνητική η απάντηση
Από την αρχή της ελληνικής οικονομικής κρίσης, οι προκάτοχοι του κ. Τσίπρα, Γιώργος Παπανδρέου και Αντώνης Σαμαράς, επανέλαβαν τη διεκδίκηση. Κι αυτό γιατί το ζήτημα είναι πολύ δημοφιλές σε μια χώρα όπου ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και ο εμφύλιος άφησαν πληγές που είναι ακόμη ζωντανές. Αλλά και οι δύο πρώην πρωθυπουργοί πήραν αρνητική απάντηση από το Βερολίνο.
Ο κ. Τσίπρας επανέλαβε το αίτημα σε υψηλούς τόνους. Το θέμα έφτασε και στη Γερμανία όπου πέραν της ριζοσπαστικής Αριστεράς και των Πρασίνων, πολλοί είναι εκείνοι που θέλουν να ανοίξει και να συζητηθεί ειλικρινά. Ακόμη και το εβδομαδιαίο περιοδικό Der Spiegel πήρε θέση για το ζήτημα.
Η νέα ελληνική κυβέρνηση δείχνει λοιπόν να έχει πετύχει ένα καλό «χτύπημα» στην αντιπαράθεσή του με το Βερολίνο. Ωστόσο, αυτή η πρωτοβουλία μπορεί να γυρίσει εναντίον της για πολλούς λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι πολιτικός: δείχνοντας κάποιον εξωτερικό υπεύθυνο για την αδιέξοδο κατάσταση στην οποία βρίσκεται, ο κ. Τσίπρας κολακεύει την κοινή γνώμη αλλά μοιάζει σαν να ψάχνει έναν αποδιοπομπαίο τράγο για να αποφύγει τις δικές του ευθύνες. Το χρέος που έχει σήμερα η Ελλάδα δεν οφείλεται τόσο στο υποχρεωτικό δάνειο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου αλλά στην πελατοκρατεία και στην χαλαρή οικονομική πολιτική στις οποίες επιδόθηκε η Ελλάδα τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες.
Ο απομονωμένος Τσίπρας
Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την στρατηγική: στέλνοντας τη Γερμανία να κοιτάξει τα εγκλήματα του ναζισμού ο κ. Τσίπρας μεγαλώνει την απομόνωσή του στις Βρυξέλλες γιατί επιτίθεται σε έναν από τους πυλώνες του ευρωπαϊκού σχεδίου: έχουν ξεπεραστεί οι κύκλοι των πολέμων και των ταπεινώσεων που οδήγησαν την Ευρώπη στην καταστροφή.
Δύο σημερινά θέματα, ένα στο αμερικανικό Forbes και ένα στη γαλλική Le Monde, φωτίζουν όλο το παρασκήνιο: Τι ζητάει ο Ελληνας πρωθυπουργός, γιατί και τι σημαίνει αυτό.
Forbes: Γιατί η Ελλάδα δεν θα πάρει ποτέ τα 279 δισ. ευρώ που ζητάει για πολεμικές επανορθώσεις
Η Ελλάδα έχει επισημοποιήσει το αίτημά της προς τη Γερμανία για τις ζημιές που υπέστη κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, από το στρατό των Ναζί. Το ποσό που ζητάει η ελληνική πλευρά είναι 279 δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά σύμφωνα με τον αρθρογράφο του Forbes, Tim Worstall, δεν θα λάβει ποτέ.
«Αυτό το ποσό είναι όμορφο, καθώς θα προσέφερε στην Ελλάδα μια ελεύθερη κάρτα εξόδου από τη φυλακή, όπως συμβαίνει στη «Μονόπολη» και αν ποτέ καταβάλλονταν από τη Γερμανία θα έσωζαν τη χώρα από τα δεινά των χρεών της. Μόνο που δεν θα πληρωθούν. Μπορεί να υπάρχει ένα ηθικό δικαίωμα για την καταβολή μιας κάποιας μορφής αποζημίωση για τη φρίκη και τις ζημιές που υπέστη η Ελλάδα εκείνα τα χρόνια, αλλά δεν υπάρχει νομικό έρεισμα».
Κατά τον αρθρογράφο του Forbes, αυτή η αόριστη πιθανότητα μπορεί να δράσει ως μια μορφή ψυχολογικής πίεσης προς τη γερμανική κοινή γνώμη. Ήδη, έχει πολιτικό κόμμα της Γερμανίας έχει παραδεχθεί πως μέρος των ελληνικών απαιτήσεων είναι έγκυρο. Σημειώνει, όμως, πως αυτού του είδους η συζήτηση για τις πολεμικές αποζημιώσεις δεν μπορεί να ταυτιστεί με το τι συζητείται αυτή τη στιγμή για το ελληνικό χρέος και την τρέχουσα κρίση.
Το ιστορικό πλαίσιο
Ο Worstall όχι μόνο δεν αποκρύβει το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο συνέβησαν οι θηριωδίες των Ναζί, αλλά αντιθέτως προτείνει, για όποιον ενδιαφέρεται, να ανατρέξει στο βιβλίο του Goetz Aly «Hitler’s Beneficiaries» (σ.σ.: Οι Κληρονόμοι του Χίτλερ). Σε αυτό το βιβλίο η Ελλάδα χρησιμοποιείται ως ένα σημαντικό παράδειγμα για να καταδειχθεί ο τρόπος με τον οποίο ο στρατός των Ναζί λεηλάτησε τα εθνικά δημόσια ταμεία. Η τακτική των κατακτητών ήταν απλή και κυνική: οι κατεχόμενες χώρες τελούσαν υπό «προστασία» επομένως θα έπρεπε να καταλάβουν τα έξοδα παραμονής των στρατευμάτων στη χώρα. Οι Ναζί, φυσικά, προχώρησε ακόμη περισσότερο και άρχισε να επιμένουν ότι στην πραγματικότητα, τα στρατεύματα που πολεμούν στο Ανατολικό Μέτωπο υπερασπίζονταν τις κατεχόμενες χώρες από τους Σοβιετικούς. Ως εκ τούτου, θα έπρεπε οι κατεχόμενες χώρες να συμβάλουν στις στρατιωτικές δαπάνες.
Η νομική υποχρέωση
Όλα αυτά, σημειώνει ο Worstall, δείχνουν την αδικία που επέβαλλαν οι Ναζί στις χώρες που κατακτούσαν. Όμως, προβαλλόμενα στο σήμερα δεν μπορεί να σταθεί νομική υποχρέωση από τις χώρες που υπέστησαν αυτή τη δεδομένη οικονομική ζημιά.
Γράφει συγκεκριμένα: «Το βασικό πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει κανένα δικαστήριο Ηθικής στο διεθνές δίκαιο. Ένα δικαστήριο στο οποίο μπορείς να προσφύγεις και να επικαλεστείς το εξής: ''δεν έχει σημασία ο νόμος, αλλά αυτό ήταν μια αδικία γι' αυτό και απαιτούμε δικαιοσύνη''. Τέτοιου είδους δικαστήριο που θα εξετάσει την ηθική διάσταση του θέματος, δεν υπάρχει. Αν υπήρχε, τότε και οι ιδιώτες ομολογιούχοι θα μπορούσαν να κινηθούν κατά της Ελλάδας για τη ζημιά που υπέστησαν κατά το κούρεμα του χρέους της πριν από λίγα χρόνια».
Ό,τι λέει ο νόμος
Έτσι, το μόνο που μένει είναι: ό,τι λέει ο νόμος. Ο Worstall θυμίζει πως οι αποζημιώσεις έχουν, ήδη, διευθετηθεί από το 1960 και ακολούθως το 1990, οπότε και ενοποιήθηκε η Γερμανία. «Ενώ θα μπορούσε να υπάρχει μια ηθική απαίτηση, δεν υπάρχει η νομική. Πρέπει να σημειώσουμε πως όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν με την ηθική, αλλά με το τι μπορεί να επιβληθεί νομικώς. Και επειδή επ' αυτού δεν μπορούν να γίνουν πολλά, δεν μπορεί να υπάρξει και λύση για το τωρινό οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας», αναφέρει στο άρθρο του.
Γιατί τώρα;
Κατά τον Worstall, το θέμα εξελίχθηκε σε μείζον ζήτημα δημόσιας πολιτικής διότι περισσότερο από ποτέ το εκλογικό σώμα της Ελλάδας θεωρεί πως η Γερμανία ευθύνεται για τα πάντα και έτσι θα υποστηριχθεί περισσότερο η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για την τωρινή κρίση και για τη λιτότητα. Μπορεί να υπάρξει μια μικρή αλλαγή στον τρόπο που βλέπει η γερμανική κοινή γνώμη το ζήτημα, αλλά δεν θα αλλάξει τα μυαλά των υπουργών Οικονομικών του Eurogroup που διαπραγματεύονται με την Αθήνα.
Επιπροσθέτως, ακόμη και αν τελικά η υπόθεση ακολουθήσει τη δικαστική οδό, ενδέχεται να πάρει μήνες και χρόνια μέχρι την τελική έκβαση. Μόνο που η Ελλάδα, σημειώνει το Forbes, παλεύει με τις ημέρες και τις εβδομάδες. Άρα, επιστρέφοντας στο σήμερα μένουμε με το προφανές: ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έρθει σε άμεση συμφωνία με τους εταίρους της για να λάβει άμεση χρηματοδότηση.
Le Monde: Η Ελλάδα παίζει με τη φωτιά ζητώντας πολεμικές αποζημιώσεις
Είναι ένα θέμα δηλητηριασμένο, δύσκολο να το συζητήσεις ψυχρά, επειδή ανακινεί τα φαντάσματα του ευρωπαϊκού 20ού αιώνα.
Ο Ελληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να το κάνει με έναν παρακινδυνευμένο τρόπο, απαιτώντας από το Βερολίνο να επιστρέψει το δάνειο που έκανε η Γερμανία από την Ελλάδα, στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το είπε στις προγραμματικές του δηλώσεις, αμέσως μόλις ανέλαβε την εξουσία, στις 8 Φεβρουαρίου. Διακινδυνεύοντας, έτσι, να μεταμορφώσει τις διαπραγματεύσεις για το νέο πρόγραμμα βοήθειας σε λεκτική αντιπαράθεση, σχεδόν υστερική, μεταξύ Αθηνών και Βερολίνου.
Περί τίνος πρόκειται;
Καταρχήν τα γεγονότα: Κατά τη διάρκεια της τρομερής κατοχής της Ελλάδας, από την άνοιξη του 1942 ως το φθινόπωρο του 1944, οι ναζί εκρίθησαν ένοχοι για μεγάλες καταστροφές. Η Ελλάδα ήταν μια από τις τραυματισμένες χώρες στον πόλεμο. Ο βρετανός ιστορικός Mark Mazower, στο βιβλίο του «Στην Ελλάδα του Χίλτερ», θυμίζει ότι η χώρα χτυπήθηκε άγρια, μετά την Σοβιετική Ενωση και την Πολωνία, και ότι χιλιάδες Ελληνες πέθαναν από πείνα ενώ οι λεηλασίες ήταν συστηματική πρακτική.
Μετά τον πόλεμο, το ερώτημα των αποζημιώσεων που όφειλε η Γερμανία απαντήθηκε με πολλούς τρόπους. Με καταναγκαστικά έργα χιλιάδων φυλακισμένων, με κατάσχεση ενός μέρους των παραγωγικών υποδομών της Γερμανίας και τέλος με χρηματικές αποζημιώσεις. Αλλά μετά την Διάσκεψη του Λονδίνου το 1953 συμφωνήθηκε να εγκαταληφθεί προσώρας η συζήτηση για αποζημιώσεις. Οι διαπραγματεύσεις της εποχής έλαβαν υπόψιν ότι οι αποζημιώσεις που επιβλήθηκαν μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο οδήγησαν στην ταπείνωση της Γερμανίας και την άνοδο του ναζισμού. Ηταν πιο επείγον να δοθεί έμφαση στην ανοικοδόμηση και την οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης και να κλείσουν τα χρέη της Ιστορίας. Η αμερικανική οικονονική βοήθεια, μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ, βοήθησε να κλείσει η συζήτηση γι'αυτό το χρέος.
Η Συμφωνία της Μόσχας
Το 1990, η συμφωνία 2+4 που υπέγραψαν στη Μόσχα οι δύο Γερμανίες και οι τέσσερις μεγάλες δυνάμεις των Συμμάχων του 1945 (Ηνωμένες Πολιτείες, Μεγάλη Βρετανία, Σοβιετική Ενωση και Γαλλία) δεν επανέφεραν αυτό το θέμα. Ηταν η ώρα του τέλους του Ψυχρού Πολέμου και κανείς δεν ήθελε πια να κοιτάξει πίσω.
Αλλά οι καιροί άλλαξαν. Η καταχρεωμένη Ελλάδα του 2015, στο χείλος της στάσης πληρωμών, θέλει πάλι να ανοίξει τη συζήτηση για τα δικαιώματά της. Το 1946, στη Διάσκεψη των Παρισίων, είχε κοστολογήσει σε 7,2 δις δολάρια τις πολεμικές αποζημιώσεις και το μόνο ποσό που έλαβε από την Ομόσπονδη Γερμανία, το 1960, ήταν 115 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα. Για τα υπόλοιπα, η Γερμανία ισχυρίζεται ότι η αναγνώριση εκ μέρους της της Συμφωνίας της Μόσχας αποτελεί παραίτηση από τα υπόλοιπα.
Ωστόσο η Ελλάδα απαιτεί το ποσό. Ειδικά, απαιτεί την επιστροφή ενός υποχρεωτικού δανείου 476 εκατομμύρια μάρκα που έλαβε το Τρίτο Ράιχ το 1942 και ισοδυναμούν σε 11 δις ευρώ σημερινά. Αυτό το ποσό δεν είναι παρά μια προκαταβολή. Ο ευρωβουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Μανώλης Γλέζος, 91 ετών, διάσημος ως εθνικός ήρωας γιατί τον Μάιο του 1941 κατέβασε από την Ακρόπολη τη γερμανική σημαία, επισημαίνει ότι το χρέος παραμένει απαιτητό και εκτιμά ότι κυμαίνεται σε 160 δις ευρώ. Πρόκειται για το μισό δημόσιο χρέος της Ελλάδας. Στις 6 Απριλίου, ο υφυπουργός Οικονομικών Δημήτρης Μάρδας εκτίμησε ότι το χρέος ανέρχεται σε 278,7 δις ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους.
H συμφωνία της Μόσχας:
Αρνητική η απάντηση
Από την αρχή της ελληνικής οικονομικής κρίσης, οι προκάτοχοι του κ. Τσίπρα, Γιώργος Παπανδρέου και Αντώνης Σαμαράς, επανέλαβαν τη διεκδίκηση. Κι αυτό γιατί το ζήτημα είναι πολύ δημοφιλές σε μια χώρα όπου ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και ο εμφύλιος άφησαν πληγές που είναι ακόμη ζωντανές. Αλλά και οι δύο πρώην πρωθυπουργοί πήραν αρνητική απάντηση από το Βερολίνο.
Ο κ. Τσίπρας επανέλαβε το αίτημα σε υψηλούς τόνους. Το θέμα έφτασε και στη Γερμανία όπου πέραν της ριζοσπαστικής Αριστεράς και των Πρασίνων, πολλοί είναι εκείνοι που θέλουν να ανοίξει και να συζητηθεί ειλικρινά. Ακόμη και το εβδομαδιαίο περιοδικό Der Spiegel πήρε θέση για το ζήτημα.
Η νέα ελληνική κυβέρνηση δείχνει λοιπόν να έχει πετύχει ένα καλό «χτύπημα» στην αντιπαράθεσή του με το Βερολίνο. Ωστόσο, αυτή η πρωτοβουλία μπορεί να γυρίσει εναντίον της για πολλούς λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι πολιτικός: δείχνοντας κάποιον εξωτερικό υπεύθυνο για την αδιέξοδο κατάσταση στην οποία βρίσκεται, ο κ. Τσίπρας κολακεύει την κοινή γνώμη αλλά μοιάζει σαν να ψάχνει έναν αποδιοπομπαίο τράγο για να αποφύγει τις δικές του ευθύνες. Το χρέος που έχει σήμερα η Ελλάδα δεν οφείλεται τόσο στο υποχρεωτικό δάνειο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου αλλά στην πελατοκρατεία και στην χαλαρή οικονομική πολιτική στις οποίες επιδόθηκε η Ελλάδα τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες.
Ο απομονωμένος Τσίπρας
Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την στρατηγική: στέλνοντας τη Γερμανία να κοιτάξει τα εγκλήματα του ναζισμού ο κ. Τσίπρας μεγαλώνει την απομόνωσή του στις Βρυξέλλες γιατί επιτίθεται σε έναν από τους πυλώνες του ευρωπαϊκού σχεδίου: έχουν ξεπεραστεί οι κύκλοι των πολέμων και των ταπεινώσεων που οδήγησαν την Ευρώπη στην καταστροφή.