12 Φεβρουαρίου 2015

Διαπραγμάτευση με όρους αερομαχίας

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΤΕΛΑΣΣτις αερομαχίες, μία θέση που φέρνει σε πραγματική θέση αδυναμίας τη μία από τις δύο εμπλεκόμενες πλευρές είναι όταν στην κατά μέτωπο επίθεση που επιχειρούν, την τελευταία στιγμή και λίγο πριν από τη σύγκρουση, ο ένας από τους δύο εμπλεκόμενους πιλότους «κάνει κράτει».Δηλαδή, στο παρά 1΄, με ελιγμό, αλλάζει θέση. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή μετατρέπεται σε εύκολο στόχο για τον αντίπαλο, αφού μένει ακάλυπτος, έστω για κλάσματα δευτερολέπτου, και εύκολα μπορεί να καταρριφθεί.Κάντε τώρα την προσομοίωση με αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των δανειστών της χώρας και θα καταλάβετε πού ακριβώς βρισκόμαστε στην «εμπλοκή» που εξελίσσεται στις μεταξύ μας σχέσεις: λίγο πριν από τη σύγκρουση.


Ακούγεται υπερβολικό; Δυστυχώς, περιγράφει την πραγματικότητα με αρκετή δόση ρεαλισμού. Οι δύο πλευρές «τρέχουν» με ταχύτητα φωτός η μία εναντίον της άλλης, η σύγκρουση είναι σχεδόν αναπόφευκτη και, δυστυχώς για όλους μας, η «λογική» των δύο «πιλότων» είναι ότι «αν κάνω τώρα πίσω, θα καταρριφθώ». Οπότε…

Εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, τα ενδεχόμενα είναι τρία:

A) Το χειρότερο, της σύγκρουσης. Εν προκειμένω, θα μετρήσουν τα «μέταλλα» από τα οποία είναι φτιαγμένα τα δύο «αεροσκάφη». Γιατί οι ζημίες θα είναι μεγάλες και για τα δύο, ενδεχομένως και ανεπανόρθωτες. Θα μετρήσουν επίσης τα συστήματα διαφυγής και διάσωσης των «πληρωμάτων». Το προφανές είναι ότι αυτά των δανειστών είναι πιο ενισχυμένα, από πλευράς υποστήριξης. Το αγωνιώδες ερώτημα έχει να κάνει με το «μέταλλο» από το οποίο είναι κατασκευασμένο το ελληνικό.

Β) Το θετικό, της υποχώρησης των δανειστών μας. Αντικειμενικά, αυτή τη στιγμή, συγκεντρώνει τις λιγότερες πιθανότητες. Επειδή οι δύο πλευρές είχαν μπλέξει σε ανάλογη «αερομαχία» πριν από δύο χρόνια, το πιθανότερο είναι ότι έχουν φροντίσει να πάρουν τα μέτρα τους και να μελετήσουν τις πιθανότητες αν το επεισόδιο επαναληφθεί. Κατά συνέπεια, την ώρα που τρέχουν εναντίον μας, μάλλον έχουν μετρήσει τις επιπτώσεις της σύγκρουσης και έχουν βάσιμες ελπίδες ότι θα βγουν «τραυματίες», ενδεχομένως και βαριά, αλλά «ζωντανοί» από τη σύγκρουση.

Γ) Υπάρχει, τέλος, και το ενδεχόμενο του ελιγμού, της τελευταίας στιγμής, από ελληνικής πλευράς. Ο φόβος της Αθήνας είναι ότι αν επιχειρηθεί, τότε η ήττα θα είναι σίγουρη και η κατάρριψη δεδομένη. Θα είναι όμως; Σε δύσκολες περιστάσεις όπως αυτή, ο κανόνας της απεμπλοκής με τις μικρότερες δυνατές συνέπειες πρέπει να είναι ο κυρίαρχος. Θα πρέπει να θεωρείται σχεδόν σίγουρο ότι από αυτή την κατάσταση, όπως έχει διαμορφωθεί, φόβος υπάρχει και στους «απέναντι». Αρα, η Αθήνα, το μόνο που έχει να κάνει είναι να διασφαλίσει ότι επιχειρώντας τον ελιγμό στο παρά 1΄ δεν θα καταρριφθεί και έχοντας φτάσει στο όριο την εμπλοκή να ελπίζει ότι κάτι θα κερδίσει.

Μια τιμητική απεμπλοκή δεν συνιστά αυτομάτως ήττα. Αντιθέτως, μια σύγκρουση θα είναι σίγουρα τραγική. Το ζητούμενο, εν προκειμένω, είναι αν έχουν απομείνει τα απαραίτητα «κλάσματα δευτερολέπτου» για να γίνει ο ελιγμός. Και αυτό θα πρέπει να το αντιληφθούν και οι «απέναντι».