Η πρόσφατη συνέντευξη του νέου προέδρου Γιάννη Αντωνιάδη -που ανέλαβε να καθοδηγήσει την ΠΟΕ μετά την προσβλητική υποχρέωση σε παραίτηση του Επαμεινώνδα Φαχαντίδη-
αναδεικνύει περίτρανα αυτό που αρκετοί γνωρίζαμε εδώ και καιρό. Ότι
δηλαδή το φιλόδοξο αυτό εγχείρημα έχει πλέον χάσει κάθε δυναμική,
στερείται οράματος, εκμεταλλεύεται τους διακηρυγμένους στόχους του
ποντιακού κινήματος. Επιπλέον, κηδεμονεύεται από κύκλους που
χαρακτηρίζονται από επικίνδυνη ημιμάθεια, εκτός βεβαίως από τα
διαπιστωμένα χαρακτηριστικά, όπως εμπάθεια, εσωστρέφεια, σύμπλεγμα
μεγαλειότητας, εμφυλιοπολεμικό διχαστικό πνεύμα.
Η δημόσια επιστολή του νυν προέδρου της «Ευξείνου Λέσχης» Γιάννη Αποστολίδη,
με την οποία ζητείται η παραίτηση του Αντωνιάδη από το θώκο, έρχεται
επιτέλους να στηλιτεύσει τα κακώς κείμενα και να αντιπαρατεθεί στο τέρας
που η ίδια η «Λέσχη» δημιούργησε.
Εξυπηρετώντας τους Αρνητές
Ένα από τα μεγάλα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε όσοι προσπαθούμε να υποστηρίξουμε τις νέες ερμηνευτικές προσεγγίσεις
που διατυπώνονται από τον προσφυγικό χώρο για τα γεγονότα στην Ανατολή
την περίοδο 1908-1923, είναι η γενικευμένη καχυποψία και η άρνηση
αποδοχής των ερμηνειών αυτών από τον κόσμο της ιστοριογραφίας. Το
φαινόμενο αυτό έχει αναλυθεί και εξηγηθεί. Η απόπειρα να αλλάξει η
κυρίαρχη ιδεολογία που έθετε εκτός των αποδεκτών στοιχείων την πολιτική
ερμηνεία των γεγονότων του ελληνισμού της Ανατολής, δεν ήταν μια εύκολη
υπόθεση.
Κατά τις
δεκαετίες του ’80 και του ’90, το προσφυγικό κίνημα με τις προσεγγίσεις
του διεμβόλισε κυριολεκτικά όλες τις τάσεις (δεξιές και αριστερές) και
αμφισβήτησε παραδεδεγμένες αρχές που για δεκαετίες απάρτιζαν την
επίσημη εθνική ιδεολογία, που έθετε εκτός του ενδιαφέροντος την ιστορία
του ελληνισμού της Ανατολής. Η προσφυγική ιστοριογραφία
που αναπτύχθηκε, αποδόμησε τις κυρίαρχες ιστοριογραφικές εκδοχές.
Βεβαίως, κάποιοι λίγοι ιστορικοί του προσφυγικού χώρου κατέφυγαν στον
ανορθολογισμό, το βερμπαλισμό, ακόμα και στη διαστρέβλωση -εν πλήρει
συνειδήσει ή όχι- της αληθινής ιστορίας. Λειτούργησαν έτσι «βολικά» και
εξυπηρετικά προς αντιδραστικούς κύκλους, υπονομεύοντας τόσο τη
σοβαρότητα των συγκεκριμένων αναλύσεων όσο και το ριζοσπαστικό ρόλο που
έχει από την ίδια της τη φύση η κριτική αποτίμηση του παρελθόντος.
Οι πλέον
επιθετικοί Αρνητές –μεταμοντέρνας εκδοχής- των προσφυγικών απόψεων
παραγνωρίζουν εντελώς το υπαρκτό Τραύμα που έχει μεταφερθεί μέσα στις
προσφυγικές γενιές, και επιπλέον δεν έχουν καμιά εποπτεία- ούτε και
τους ενδιαφέρει βέβαια να μάθουν για την ζώσα προσφυγική εμπειρία των
Ποντίων της ΕΣΣΔ. Γι αυτούς τα πάντα είναι υποκειμενικές «κατασκευές»
και ειδικά για την περίπτωση των Ποντίων έχουν καταθέσει ένα σχήμα όπου
η επίκληση της Γενοκτονίας γίνεται για ωφελιμιστικούς λόγους, ότι η «αυτοθυματοποίηση» λειτουργεί ως κίνητρο, αυτοσκοπός και μέσον επίτευξης ταπεινών υλικών στόχων.
Το ρεύμα αυτό έχει τύχει της σφοδρής κριτικής
από τους απροκατάληπτους ιστορικούς, η οποίοι έχουν αποδείξει ότι η
μεταμοντέρνα αντίληψη είναι από μόνη της μια αυθαίρετη κατασκευή που
βασίζεται σε επινοημένους κανόνες. Την καλύτερη περιγραφή έχει κάνει ο
Νάσος Βαγενάς που τους χαρακτήρισε ως «ζηλωτές της υπερμοντέρνας θεωριοκρατούμενης ιστοριογραφίας» και τους αντιδιέστειλε με τους «μουτζαχεντίν της λαϊκής εθνικοθρησκευτικής πρόσληψης της ελληνικής ιστορίας», ως τα δύο απεχθή άκρα του ανορθολογισμού.
Η τραγωδία
για τον ποντιακό χώρο βρίσκεται στο γεγονός ότι το άλλο άκρο του
ανορθολογισμού, όπως ακριβώς το όρισε ο Βαγενάς, έχει κυριαρχήσει στα
δευτεροβάθμια όργανα και τείνει να δώσει τον τόνο σε όλη την έκφραση του
προσφυγικού κινήματος, προσβάλλοντας και ταπεινώνοντάς το με πρωτοφανή
τρόπο. Υπάρχει ένα απόσπασμα στη συνέντευξη του Γιάννη Αντωνιάδη, νυν
πρόεδρου της ΠΟΕ, που επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο τους
επιθετικούς Αρνητές της Γενοκτονίας. Λέει: «Η
Γενοκτονία είναι αυτή που ανοίγει πόρτες, προσφέρει ευκαιρίες. Δηλαδή
οι γενοκτονημένοι κατ` αρχάς μας σώσανε, γιατί ο ένας στους δύο
γενοκτονήθηκε για να σωθούμε εμείς. Δεύτερον, το 1994 μας ξαναέβαλαν στο
προσκήνιο από το περιθώριο που ήμασταν. Η τρίτη υπηρεσία η πολύτιμη που
θα προσφέρουν είναι, στο μέλλον όταν θα γίνει διεθνής αναγνώριση, να
μας δώσουν ένα διεθνές διαβατήριο για να ανοίξουν όλες οι πόρτες για
εμάς τους Έλληνες Ποντίους προσφυγικής καταγωγής»…
Αντιαρμενικός ρατσισμός
Εντυπωσιακά
για την αμετροέπεια, την αμάθεια και τον ρατσισμό υπήρξαν και εκείνα τα
σημεία της συνέντευξης του Γιάννη Αντωνιάδη που αφορούσαν τους Αρμένιους
και το αρμενικό κίνημα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας. Λέει: «Επιμένουμε
τώρα στη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας, γιατί, λέω το παράδειγμα
της Αρμενίας και του Ισραήλ: Την Αρμενία δεν τη γνώριζε κανένας, έως
ότου έγινε γνωστή λόγω της Γενοκτονίας. Αν δούμε όλα τα κράτη τα οποία
ήταν δίπλα της, Ταντζικιστάν, Τουρκμενιστάν, κανείς δεν τα γνωρίζει.
Ούτε και η Αρμενία έχει κάποια προσφορά στον παγκόσμιο πολιτισμό. Η
Αρμενία έγινε γνωστή εξαιτίας της Γενοκτονίας την οποία υπέστη, και
σήμερα όλες οι πόρτες των πολιτισμένων κρατών ανοίγουν γι’ αυτήν».
Ας ξεχάσουμε
την πλήρη αμάθεια του προέδρου που αγνοεί ότι το Τατζικιστάν βρίσκεται
βορείως του Αφγανιστάν και το Τουρκμενιστάν ανατολικά της Κασπίας ενώ η
Αρμενία είναι χώρα της Υπερκαυκασίας. Και ας αρκεστούμε στην ουσία του
κειμένου. Ο σχολιασμός του Γιάννη Αποστολίδη, προέδρου της Ευξείνου
Λέσχης, απαντά ικανοποιητικά: «Υπάρχει πιο ρατσιστική προσβολή
από το να λέει κάποιος, ψευδέστατα μάλιστα και τελείως ανιστόρητα, για
ένα ολόκληρο έθνος ότι δεν προσέφερε τίποτε στον παγκόσμιο πολιτισμό;
Βέβαια κανείς δεν υποχρεώνει τον κ. Αντωνιάδη να γνωρίζει ότι η Αρμενία
έχει ιστορία και πολιτισμό από το 3000 π.Χ. και ότι, για παράδειγμα, η
σημερινή πρωτεύουσά της, το Ερεβάν, ιδρύθηκε το 782 π.Χ. και η πρώτη
αναγνώριση της χριστιανικής θρησκείας ως επίσημης έγινε από το κράτος
της Αρμενίας το 301 μ.Χ. Η Αρμενία έχει λαμπρή ιστορία αλλά δυστυχώς
λόγω της γεωγραφικής θέσης της έγινε κατά καιρούς θύμα επιδρομών και
υπέστη μεγάλες συμφορές, με αποκορύφωμα την Αρμενική Γενοκτονία. Αλλά ο
κ. Αντωνιάδης μη γνωρίζοντας προφανώς αυτήν την ιστορία προσάπτει
αναίτια, με ανευθυνότητα και απερισκεψία που εκπλήσσει, την βαρύτερη
προσβολή που μπορεί να δεχθεί ένα έθνος, λέγοντας ότι δεν προσέφερε
τίποτα στον παγκόσμιο πολιτισμό και ότι είναι γνωστή, η Αρμενία, μόνο
για την Γενοκτονία, την εξολόθρευσή της δηλαδή από τους Τούρκους.»
Μπορεί να σωθεί το πείραμα της ΠΟΕ;
Το ερώτημα
αυτό απασχολεί εδώ και χρόνια αρκετούς από αυτούς που πρωτοστάτησαν
στην ίδρυση της πανελλαδικής Ομοσπονδίας. Το κρίσιμο σημείο που θα
κρίνει (ή, έκρινε!) την απάντηση είναι (ήταν) η στάση των υγιών
πρωτοβάθμιων συλλόγων απέναντι στην αλλοτρίωση και στην επικράτηση της
πλέον χείριστης μορφής συνδικαλισμού στα δευτεροβάθμια όργανα. Γιατί
-όπως πολλοί εκτιμούν- οι συνδικαλιστές του οργανωμένου ποντιακού χώρου
-ειδικά του δευτεροβάθμιου αλλά και των Ιδρυμάτων- «πουλούν» Γενοκτονία,
θρησκοληψία και δάκρυ. Άλλοι για ένα άδειο πουκάμισο και άλλοι για πολύ
συγκεκριμένα υλικά οφέλη. Αυτή τελικά είναι η τεράστια διαφορά του
ποντιακού χώρου από τον αρμενικό ή τον εβραϊκό: Η απουσία μια σοβαρής
ηγεσίας, τόσο στον οργανωμένο χώρο, όσο και στον πνευματικό.
Το πρόβλημα
μπορεί να συνειδητοποιηθεί μόνο με τον απολογισμό των είκοσι χρόνων από
την αναγνώριση της Γενοκτονίας: Ο ποντιακός χώρος βρίσκεται παντελώς
εκτός των κέντρων που αναπαράγεται η συλλογική μνήμη, πλην κάποιων
εκδηλώσεων που διοργανώνουν αυτοβούλως καθηγητές και δάσκαλοι. Και
κυρίως βρίσκεται εντελώς εκτός της ιστοριογραφικής κοινότητας. Οι μόνοι
που υποστηρίζουν τη συγκεκριμένη εκδοχή της Ιστορίας είναι κάποιοι λίγοι
προσφυγικής καταγωγής ιστορικοί. Η συντριπτική κοινότητα των
επιστημόνων ιστορικών αγνοεί εντελώς αυτά τα ιστορικά γεγονότα ή κρατά
μια επιφυλακτική στάση, ενώ αναπτύσσεται και η τάση της δημόσιας
αμφισβήτησης. Ακόμα και από τα μεγάλα συνέδρια, που οργανώθηκαν για την
αποτίμηση της Μεταπολίτευσης (περ. ‘Historein’, Δεκέμβρης του ’12 και Ελληνική Εταιρεία Πολιτικής Επιστήμης,
Δεκέμβριος ’14), απουσίαζε παντελώς οποιαδήποτε αναφορά στο προσφυγικό
κίνημα των δεκαετιών ’80 και ΄90 που έκανε την πλέον έντονη παρέμβαση
στην κίνηση των ιδεών στη μεταπολιτευτική Ελλάδα.
Απογοητευτικό
επίσης είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχει ούτε μια έδρα σπουδών για τον
ελληνισμό της Ανατολής στα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης (Αριστοτέλειο
και Μακεδονίας..) και αυτό δεν φαίνεται να απασχολεί ουσιαστικά κανέναν
από τους ταγούς του οργανωμένου ποντιακού ελληνισμού.Η
συμπεριφορά των πρωτοβάθμιων συλλόγων δεν έχει δείξει μέχρι στιγμής ότι
μπορεί να αλλάξει το κλίμα. Αντιθέτως, οι σύλλογοι έχουν δείξει μια
απαράδεκτη ανοχή στην υπάρχουσα κατάσταση. Η στάση των δύο μεγαλύτερων
συλλόγων, είναι ενδεικτική της αδυναμίας αυτής:
1) Οι «Αργοναύτες-Κομνηνοί» της Αθήνας,
είναι ένας από τους μεγαλύτερους και ιστορικότερους συλλόγους του
ελλαδικού ποντιακού ελληνισμού που πρωτοστάτησε στην ένταξη των συλλόγων
της Νότιας Ελλάδας στην ΠΟΕ. Κι όμως, εγκατέλειψε πρώτος (Οκτώβριος
2010) το πείραμα όταν αντιλήφθηκε ότι επικρατεί η ανοησία και η
μικροπρέπεια κάποιων αντιδραστικών και αρνητικών δυνάμεων που
χαρακτηρίζονταν επιπλέον και από εγωπαθή αλαζονεία. Το αποτέλεσμα της
αποχώρησης από την ΠΟΕ του ιστορικού αυτού συλλόγου ήταν να χαθεί ένας
πόλος συσπείρωσης του υγιούς χώρου που θα μπορούσε να αντισταθεί στις
σχεδόν παρακρατικές μεθοδεύσεις που σφράγισαν εφεξής την πορεία της
Ομοσπονδίας. Κάπως έτσι τελικά ο ποντιακός χώρος κατάληξε να αποτελεί
ένα γκέτο που δεν επικοινωνεί στα μεγάλα ζητήματα με την υπόλοιπη
κοινωνία και κυριαρχείται από ημιμαθείς, θρασείς, λούμπεν και διάφορους
περίεργους κυριολεκτικά τύπους.
Επέλεξε -ο
ιστορικός και σημαντικός αυτός σύλλογος με τις πολλές δυνατότητες- να
κλειστεί και πάλι στον εαυτό του. Κάτι που υπήρξε καταστροφικό για
όλους.
Οι «Αργοναύτες-Κομνηνοί»
με την αποχώρησή τους και με την εσωστρέφεια που επέλεξαν ως στάση,
αναγκάστηκαν να έρθουν αντιμέτωποι με τις εσωτερικές τους διαφορές και
να μετέλθουν σε ατυχείς συμβιβασμούς. Αποτέλεσμα ενός τέτοιου
συμβιβασμού εκτιμώ ότι ήταν η εκδήλωση-παρουσίαση του έργου ενός στρατευμένου νεο-σταλινικού «ιστορικού», του Αναστάση Γκίκα,
που είχε αναλάβει εργολαβικά την εντολή από το Κόμμα του να ‘αποδείξει’
ότι καλώς ο Στάλιν προέβη στις διώξεις κατά του ελληνικού σοβιετικού
πληθυσμού την περίοδο 1937-1949. Μόνο που στο έργο του ο Γκίκας
θεωρούσε –και αποδείκνυε με τη μεταφυσική και αντιδραστική λογική του-
ότι κατά την περίοδο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ποντίων, το
δίκιο το είχε ο Μουσταφά Κεμάλ – άρα και κατά συνέπεια ο Τοπάλ Οσμάν.
Και ότι οι Πόντιοι, όπως και οι υπόλοιποι Έλληνες της Μικράς Ασίας αλλά
και οι Αρμένιοι, ήταν απλώς ενεργούμενα του «ιμπεριαλισμού» και
ευρίσκοντο εν αδίκω… Με μια έννοια, ακόμα και η νομιμοποίηση εκ μέρους
των Ποντίων του αντιποντιακού έργου του Γκίκα, υπήρξε απόρροια της
διάλυσης και της εξαθλίωσης που επέφερε ο κύκλος του Παρχαρίδη στην ΠΟΕ.
Εξάλλου ο ίδιος κύκλος σταμάτησε τις επετειακές εκδηλώσεις για τη Μνήμη
των σταλινικών διώξεων.
2) Η «Εύξεινος Λέσχη» της Θεσσαλονίκης
υπήρξε ο άλλος μεγάλος ιστορικός σύλλογος της ΠΟΕ. Η διαφοροποίηση
κάποιων μελών της κατά την περιπέτεια της παραίτησης του Επαμεινώνδα
Φαχαντίδη μαζί με την ανοιχτή επιστολή του νυν προέδρου Γιάννη
Αποστολίδη που ζητά την παραίτηση του Γιάννη Αντωνιάδη απ΄ την προεδρία
της ΠΟΕ, σώζουν έστω και πολύ αργά τον σύλλογο αυτό απ΄ τη μομφή της
συνενοχής για την πορεία του δευτεροβάθμιου οργάνου.
Η ΠΟΕ με μια
έννοια μπορεί να θεωρηθεί ‘παιδί’ της «Ευξείνου Λέσχης», που όμως
απογαλακτίστηκε άσχημα, επιλέγοντας την αλητεία και το περιθώριο από την
συμμόρφωση στους καθώς πρέπει κανόνες του κηδεμόνα. Aυτή η βαθύτατη
σχέση ΠΟΕ-Λέσχης, απέρρεε από τις αντιθέσεις που επικρατούσαν στο χώρο
των οργανωμένων Θεσσαλονικέων Ποντίων μαζί με την ελλειμματική αντίληψη
των αναγκών του σύνολου ποντιακού ελληνισμού. Η σχέση αυτή δεν έγινε
άμεσα αντιληπτή ευρύτερα, με αποτέλεσμα να καταστραφούν δομές και
κατακτήσεις στο όνομα της πανελλαδικής ενότητας (διάλυση ΟΠΣΝΕ,
υποβάθμιση Ψωμιάδειου λόγω άρνησης ενσωμάτωσης στην ΠΟΕ κ.λπ.).
Εξ αρχής η
αντιπαραγωγική διεύθυνση της νέας ομοσπονδίας υποστηρίχθηκε από τους
εκπροσώπους της Λέσχης χωρίς καμία αντίδραση. Όπως για παράδειγμα, την
αντιδημοκρατική αλλαγή καταστατικού που έγινε το 2010 και υιοθετούσε ένα
συγκεντρωτικό μοντέλο, περιθωριοποιώντας τα ΣΠΟΣ σε ρόλο υπηρέτη της
ηγετικής ομάδας.
Κατά τη
διάρκεια της θητείας μου στο Δ.Σ της ΠΟΕ αντιλήφθηκα πολλές φορές τον
ανoρθολογικό και αντιπαραγωγικό τρόπο λειτουργίας. Τρεις
χαρακτηριστικές περιπτώσεις που έπεσαν στην αντίληψή μου υπήρξαν οι
εξής:
-Η
διαχείριση των ομόφωνων αποφάσεων του Δ.Σ. για αλλαγή των ονομασιών της
Πλατείας Ελευθερίας (σε Πλατεία Γενοκτονίας ή Πλατεία Ολύμπου όπως ήταν
το παλιό όνομα) και της Οδού Δημητρίου Γούναρη (σε Οδό Γεωργίου
Σκληρού-Κωνσταντινίδη ή κάτι άλλο). Η απόφαση αυτή παρέμεινε παρατύπως
για πολλούς μήνες στα συρτάρια για να μην πιεστεί, όπως ειπώθηκε στο
Δ.Σ., ο τότε δήμαρχος και νυν κατάδικος Παπαγεωργόπουλος και εν όψει
των μελλοντικών δημοτικών εκλογών όπου ευελπιστούσαν στην εκλογή του
υποψηφίου της Ν.Δ. (αλλ’ αντί αυτού εξελέγη ο Μπουτάρης)
-Η
καταγγελόμενη δημοσίως από ομογενειακούς συλλόγους ως κατάχρηση των
250.000 ευρώ, που αντί να χρησιμοποιηθούν σε συγκεκριμένες δράσεις υπέρ
των «παλιννοστούντων» ομογενών, διοχετεύτηκαν στους χορούς και τα
πανηγύρια, που είχαν ιεραρχηθεί από την ηγετική ομάδα ως πρώτη
προτεραιότητα. Φυσικά το εν λόγω πρόγραμμα φαίνεται σήμερα τυπικά
καλυμμένο. Όμως σε περίπτωση που ασχοληθεί η δικαιοσύνη με αυτό το
πιθανό σκάνδαλο, ίσως βρεθούν εγκαλούμενοι και στελέχη του αντίστοιχου
υπουργείου που ενέκριναν τη λανθασμένη διάθεση των κονδυλίων, αλλά και
Πόντιοι της Αθήνας –φαινομενικά αντίπαλοι της ομάδας Παρχαρίδη- που
μεσολάβησαν γι αυτή την συγκάλυψη. Ιδιαίτερη σημασία όμως έχει ότι την
ίδια περίοδο ότι ούτε εγώ, ούτε και άλλα μέλη του Δ.Σ. έλαβαν γνώση της
ύπαρξης του συγκεκριμένου προγράμματος και της περί αυτού ιστορίας….
-Η αποφυγή
παρέμβασης και η εν τέλει συγκάλυψη από την ΠΟΕ –τη μόνη προσφυγική
ομοσπονδία που κράτησε τέτοια στάση- της μεγαλύτερης Ύβρεως που
διαπράχθηκε κατά του προσφυγικού ελληνισμού από κύκλους των απογόνων των
ενόχων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Δηλαδή την ακύρωση της Δίκης των Έξη από τον Άρειο Πάγο
και την επίσημη πλέον παραδοχή ότι για εκείνο το έγκλημα κατά του
ελληνισμού της Ανατολής δεν υπάρχει κανείς υπεύθυνος. Η Ύβρις αγγίζει
και την ιστορική εμπειρία του προσφυγικού ελληνισμού, εφόσον στο
εισηγητικό κείμενο του αντεισαγγελέα που έκανε έγινε αποδεκτό (3 υπέρ, 2
κατά) από το σχετικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, η σχέση της Σμύρνης
(Ιωνία) με την Ελλάδα θεωρείται αντίστοιχη με τη σχέση Γαλλίας και
ΝτιενΜπιενΦου (Ινδοκίνα). Κάτι που σημαίνει –κρατώντας τις αναλογίες-
ότι ο Πόντος για τον αντιεισαγγελέα θα πρέπει να τοποθετείται κάπου στην
Νότια Αμερική.
Θα μπορούσε να πάει καλύτερα η ΠΟΕ;
Παρότι στην
αποτίμηση ιστορικών γεγονότων δεν υπάρχει η ερώτηση «εάν», θα τολμήσω να
δώσω μια απάντηση. Κατ’ αρχάς ήταν γνωστό το γιατί δημιουργήθηκε η νέα
ομοσπονδία. Εκτός από την αύξηση της πολιτικής και πολιτιστικής
εμβέλειας του οργανωμένου ποντιακού χώρου, υπήρχε η πίστη (ως
απόρροια της εμφάνισης του ριζοσπαστικού ποντιακού κινήματος που
ανέδειξε την αληθινή ιστορία και διεκδίκησε την αναγνώριση της
Γενοκτονίας) ότι θα έπρεπε ο ποντιακός ελληνισμός να συμβάλλει καθοριστικά στην αλλαγή πολλών εμπεδωμένων αντιλήψεων στην Ελλάδα.
Να την οδηγήσει στην υπέρβαση των “παλαιοελλαδικών” της καθηλώσεων για
τις ιστορικές εξελίξεις, να κατανοήσει βαθύτερα τις διεργασίες που
οδήγησαν στη δημιουργία των εθνών-κρατών, στον τρόπο που διαμορφώθηκαν
οι σημερινές γεωπολιτικές σταθερές. Να εντάξει στη συλλογική μνήμη τον
ελληνισμό της Ανατολής και της πρώην ΕΣΣΔ, καθώς και ιστορικά γεγονότα
όπως η Γενοκτονία ή οι σταλινικές διώξεις. Να οργανωθεί καλύτερα η
αντιμετώπιση του κοινωνικού προβλήματος που προκλήθηκε με την έλευση των
δεκάδων χιλιάδων νέων ομογενών προσφύγων από την πρώην ΕΣΣΔ. Να γίνουν
πληρέστερα κατανοητές οι νέες διεθνείς προκλήσεις και να αναδειχθεί ο
ποντιακός χώρος ως σύνδεσμος μεταξύ της ευρωπαϊκής Ελλάδας και των νέων
χωρών που προέκυψαν από τη σοβιετική κατάρρευση, όπου κατοικούσε μια
σημαντική ελληνική διασπορά παραγνωρισμένη απ’ όλους.
Αυτή θα έπρεπε να είναι η βασική στόχευση, μαζί βεβαίως και την παντοειδή ενίσχυση των πρωτοβάθμιων συλλόγων.
Προϋπόθεση
όμως να οδηγηθεί το πείραμα της ΠΟΕ σε θετική κατεύθυνση ήταν να υπήρχε
μια διανοούμενη ομάδα με ξεκάθαρες θέσεις, με δυνατότητα ανάλυσης του
περιβάλλοντος χώρου και σύνθεσης των διαφορετικών απόψεων, με αντίληψη
περί του στρατηγικού στόχου και διαμόρφωσης τακτικών που οδηγούν σ’
αυτόν. Δυστυχώς καμιά από αυτές τις προϋποθέσεις δεν υπήρξε. Και αυτό
καθοριζόταν άμεσα από τις δυνατότητες ή μη της «Ευξείνου Λέσχης». Η
συνειδητοποίηση αυτής της αρνητικής κατάστασης αλλά και της βίαιης
συμπεριφοράς που είχε υιοθετηθεί απέναντι στις διαφορετικές απόψεις,
οδήγησε το 2010 στην συμβολική αλλά και καθοριστική αποχώρηση του
συλλόγου «Αργοναύτες-Κομνηνοί». Τότε συνέβησαν και οι απαράδεκτες εκλογές εκείνης της χρονιάς
που σηματοδότησαν την οριστική καθοδική πορεία. Μια πορεία που ήταν
αποτέλεσμα των δυσπλασιών που περιγράφηκαν παραπάνω, αλλά και την
εμφάνιση νέων κέντρων με όχι ξεκάθαρα κίνητρα που επιδίωκαν την
παρέμβαση στην κεντρική πολιτική σκηνή. Όπως επίσης και με τον
συμβιβασμό –έως και συμμαχία- που φαίνεται να πέτυχε η ομάδα Παρχαρίδη
με τα κέντρα εκείνα της Αθήνας που βαρύνονταν με τη σειρά τους για
αντίστοιχη εξαθλίωση του αθηναϊκού χώρου και έως τότε τα εγκαλούσε με
πολύ αρνητικούς χαρακτηρισμούς (όπως «λαμόγια», κ.λπ.)
Πάντως, η
αρνητική εξέλιξη του εγχειρήματος της ΠΟΕ υπήρξε άμεση συνέπεια των
αδυναμιών της «Λέσχης». Φυσικά, η διαφοροποίηση των στελεχών κατά την
παραίτηση Φαχαντίδη και η δημόσια καταγγελία του νυν προέδρου της με την
οποία επιζητείται η παραίτηση του Γιάννη Αντωνιάδη από την προεδρία και
θίγονται τα κακώς κείμενα σώζει, έστω και την ύστατη στιγμή, την τιμή
του ιστορικού αυτού συλλόγου της Θεσσαλονίκης.
Τι μέλλει γενέσθαι
Το τι μέλλει
γενέσθαι βρίσκεται για άλλη μια φορά στα χέρια των πρωτοβάθμιων
συλλόγων. Μπορούν να απαιτήσουν και να διεκδικήσουν μια άλλη ποιότητα
εκπροσώπησης ή τους ταιριάζει και τους αρκεί η παρούσα κατάσταση; Ιδού η
Ρόδος, ιδού και το πήδημα!
Το ζήτημα
διαφέρει αρκετά στην περίπτωση της προσφυγικής ιστοριογραφίας. Για τους
προσφυγικής καταγωγής ιστορικούς, το πρόβλημα σχετίζεται με την
ιστοριογραφία καθεαυτή, τις προσεγγίσεις της, τις έρευνες, τις εκδόσεις,
τις δημόσιες παρεμβάσεις των ιστορικών κ.λπ. Ποιός θα μπορούσε να είναι
ένας τρόπος αντιμετώπισης των υπαρκτών προκλήσεων και της ανάγκης να
υπάρχει μια τεκμηριωμένη φωνή στα διεθνή φόρα που ασχολούνται με τα
ζητήματα αυτά; Μέχρι τώρα δεν έχει δοθεί απάντηση στα ζητήματα αυτά. Η
δράση κάποιων φορέων, όπως π.χ. ο Περιστερεώτας, μειώνουν το πρόβλημα.
Ίσως θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί το οργανωτικό έλλειμμα με τη
δημιουργία κάποιων χαλαρών δικτύων των ελάχιστων ιστορικών που
ασχολούνται με τα θέματα αυτά. Ίσως να έδινε λύση η προτροπή προς την
Επιτροπή Ποντιακών Μελετών (Ε.Π.Μ.) να καλύψει το πραγματικό κενό….