Πρόκειται για στάση απόρριψης και αποδέσμευσης από την Ευρώπη
Η στάση της Γερμανίας
απέναντι στην Ευρώπη είναι μια στάση απόρριψης και αποδέσμευσης. Οι
πολιτικοί της αρνούνται στις υπερχρεωμένες χώρες μια πιο ενεργή
δημοσιονομική πολιτική. Αρνούνται να υποστηρίξουν μια ευρωπαϊκή
επενδυτική ατζέντα για να προσελκύσουν τη ζήτηση και την ανάπτυξη.
Εκαναν λόγο για δημοσιονομικό πλεόνασμα και όχι για ταχύτερη πιθανή
ανάπτυξη ως πρώτο στόχο στο εσωτερικό. Και άρχισαν να στρέφονται κατά
της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στη μάχη κατά του αποπληθωρισμού
και της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Και στα τέσσερα αυτά σημεία η
Γερμανία κάνει λάθος.Μπορεί το Βερολίνο δικαιολογημένα να απορρίπτει τις στενόμυαλες
εκκλήσεις της Γαλλίας και της Ιταλίας για χωρίς όρους δημοσιονομική
επέκταση. Εξάλλου, η δημοσιονομική τόνωση λειτουργεί μόνο αν υποστηρίζει
τις ιδιωτικές επενδύσεις και συνοδεύεται από φιλόδοξες δομικές
μεταρρυθμίσεις - τις μεταρρυθμίσεις που η Γαλλία και η Ιταλία τώρα
αρνούνται. Αλλά η Γερμανία διαθέτει αρκετή επιρροή για να εφαρμόσει τις
μεταρρυθμίσεις με στόχο τη σταθερότητα που χρειάζονται στην Ευρώπη.
Αρχικά η Γερμανία μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορούν να υποχρεώσουν
τη Γαλλία να εφαρμόσει βαθύτερες μεταρρυθμίσεις με αντάλλαγμα χρόνο για
να ισορροπήσει το έλλειμμά της.
Η Γερμανία δεν μπορεί ωστόσο να ενδώσει στην εμμονή της με τις
μεταρρυθμίσεις στην πλευρά της προσφοράς (supply side) χωρίς να
επιδιώξει πολιτικές ενίσχυσης της ανάπτυξης. Οπως γνωρίζει η Γερμανία
από την εμπειρία της στις αρχές της δεκαετίας του 2000, τα οφέλη από
αυτού του είδους τις μεταρρυθμίσεις χρειάζονται μεγάλο διάστημα για να
κάνουν την εμφάνισή τους. Και ο χρόνος είναι μια πολυτέλεια που η Ευρώπη
δεν έχει. Κάθε μήνα που η οικονομία χάνει την παραγωγική της ικανότητα,
η πιθανότητα της στασιμότητας και του αποπληθωρισμού αυξάνεται. Το
κλειδί για να σταματήσει η κρίση στην Ευρώπη είναι ένα πακέτο τόνωσης
που θα διευθετεί τις ελλείψεις και στην πλευρά της προσφοράς και της
ζήτησης. Για αυτόν τον λόγο η άρνηση της Γερμανίας να βοηθήσει να βρεθεί
ένας τρόπος για να χρηματοδοτηθεί η επενδυτική ατζέντα της Ευρώπης - η
οποία για ένα διάστημα θα χρηματοδοτούσε παραγωγικές ιδιωτικές
επενδύσεις - είναι λάθος.
Εξίσου προβληματική είναι η εστίαση της Γερμανίας στο δημοσιονομικό
πλεόνασμα. Με τις προβλέψεις για την αύξηση του ΑΕΠ της Γερμανίας για
αυτό το έτος και το επόμενο να παρουσιάζουν καθοδικές τάσεις πάνω από
0,6 ποσοστιαίες μονάδες, η κυβέρνηση μπορεί να υποχρεωθεί να εφαρμόσει
προκυκλική δημοσιονομική πολιτική προκειμένου να επιτύχει τον στόχο της,
προκαλώντας ακόμη μικρότερη ανάπτυξη στο εσωτερικό και στην ευρωζώνη.
Δεδομένου ότι η πρόβλεψη για την ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας
παραμένει αρνητική, η κυβέρνηση πρέπει να εφαρμόσει επεκτατική
δημοσιονομική πολιτική που στοχεύει στις αδυναμίες των υποδομών της
χώρας. Το σχέδιο του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να
διοχετεύσει επιπλέον 10 δισ. ευρώ σε δημόσιες επενδύσεις το διάστημα
2016-2018 είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Αλλά με ένα ποσό που αναλογεί μόλις στο 0,1% του ετήσιου ΑΕΠ της
Γερμανίας τα σχέδια του Σόιμπλε μοιάζουν περισσότερο με προσπάθεια
κατευνασμού των επικρίσεων από την υπόλοιπη Ευρώπη παρά με αυθεντική
αλλαγή πολιτικής. Το τέταρτο λάθος της Γερμανίας είναι η εμφανής έλλειψη
στήριξης προς την ΕΚΤ. Τα τελευταία επτά χρόνια οι ενέργειες της ΕΚΤ
βοήθησαν την οικονομία της Γερμανίας και τους γερμανούς φορολογουμένους,
όπως και των γειτόνων τους. Επιπλέον ο ισχυρισμός ότι η αγορά
τιτλοποιημένων δανείων (Asset-Backed Securities, ABS) από την ΕΚΤ
ισοδυναμεί με τοξικά δάνεια που συνιστούν κίνδυνο για τους γερμανούς
φορολογουμένους δεν έχει βάση. Οι γερμανοί πολιτικοί πρέπει να
προστατεύσουν την ΕΚΤ από αβάσιμες κατηγορίες που βασίζονται στον φόβο.
Αν η Γερμανία αρνηθεί να υιοθετήσει μια διαφορετική προσέγγιση, υπάρχει κίνδυνος να υπονομευθεί η αξιοπιστία της ΕΚΤ και να περιοριστεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων της. Η Ευρώπη χρειάζεται μια μεγάλη συμφωνία, που θα περιλαμβάνει στενό συντονισμό των δομικών μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής. Η σχετική οικονομική και πολιτική σταθερότητα της Γερμανίας δεν θα έπρεπε να την απομακρύνει από τέτοιες προσπάθειες αλλά να την κάνει πρωταγωνιστή στις προσπάθειες ανάπτυξης και εφαρμογής. Το ερώτημα είναι αν οι ηγέτες της Γερμανίας θα το αναγνωρίσουν αυτό προτού η Ευρώπη μπει πιο βαθιά μέσα στην ύφεση.