Η γεωγραφική περιοχή που εκτείνεται από τη
Μαύρη Θάλασσα έως τη Βόρεια Αφρική, περιλαμβάνοντας ολόκληρη σχεδόν τη
νότια όχθη της Μεσογείου αλλά και μεγάλα τμήματα της ενδοχώρας μέχρι τον
Περσικό Κόλπο και την υπο-σαχαρική Αφρική, αποτελεί ουσιαστικά ένα
γιγάντιο τόξο –ενίοτε αλληλοτροφοδοτούμενων– κρίσεων. Η χώρα μας
βρίσκεται πολύ κοντά, αλλά ευτυχώς όχι εντός των γεωγραφικών ορίων της
εν λόγω περιοχής αστάθειας και συγκρούσεων. Δεν είμαστε, όμως, αρκούντως
μακριά για να αποφύγουμε ορισμένες από τις συνέπειες των συγκρούσεων
αυτών, ενώ η εμπλοκή πολιτικο-οικονομικών και στρατιωτικών οργανισμών
στους οποίους ανήκει η Ελλάδα μάς καθιστά, έστω και εμμέσως, μέρος του
προβλήματος. Προφανώς η σύγκρουση Δύσης - Ρωσίας με επίκεντρο την
Ουκρανία, οι εμφύλιες συρράξεις στην Εγγύς Ανατολή και η μετατροπή
ορισμένων χωρών σε αποτυχημένα κράτη και εστίες εξαγωγής αστάθειας
εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους και για τη χώρα μας παρά την απουσία
άμεσης εμπλοκής μας. Παραδόξως, η τρέχουσα συγκυρία προσφέρει και μια
ευκαιρία προστασίας των ελληνικών ζωτικών συμφερόντων, συσσώρευσης
διπλωματικού κεφαλαίου και αύξησης περιφερειακής επιρροής.
Πιο συγκεκριμένα, η Ελλάδα αποτελεί την πλησιέστερη νησίδα σταθερότητας στην εύφλεκτη περιοχή που περιγράψαμε παραπάνω. Εκτός από μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα έχει οικοδομήσει μια στρατηγική σχέση με το Ισραήλ και διατηρεί παραδοσιακά καλές σχέσεις με τμήματα του αραβικού κόσμου, αλλά και δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν. Μπορεί το διπλωματικό της αποτύπωμα στην περιοχή να είναι περιορισμένο λόγω εσωτερικών προβλημάτων και μη ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί αποδεκτό συνομιλητή για όλους σχεδόν τους εμπλεκομένους στις διάφορες περιφερειακές συγκρούσεις. Θα αυξηθεί στο εγγύς μέλλον η ανάγκη τόσο επίσημων όσο –κυρίως– και άτυπων συναντήσεων και διαβουλεύσεων μεταξύ των αντιμαχομένων πλευρών και η Ελλάδα θα αποτελούσε ιδανικό τόπο φιλοξενίας δραστηριοτήτων επίσημης και ανεπίσημης διπλωματίας. Στη λογική των Διεθνών Σεμιναρίων της Χάλκης που διεξήγε το ΕΛΙΑΜΕΠ επί περίπου μία εικοσαετία, το ελληνικό υπουργείο των Εξωτερικών θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα ημιμόνιμο κέντρο διεξαγωγής τέτοιων συναντήσεων (π.χ. στο Ευρωπαïκό Κέντρο Δελφών ή σε νησιά όπως η Κρήτη ή η Ρόδος). Προφανώς μια τέτοια προσπάθεια θα απαιτούσε πρότερη συνεννόηση με σημαντικές δυνάμεις της ευρύτερης περιοχής και συστηματική προετοιμασία, αλλά τα δυνητικά διπλωματικά οφέλη θα ήταν σημαντικά.
Επίσης, η Ελλάδα θα μπορούσε, εκμεταλλευόμενη τη γεωστρατηγική θέση της, να εξετάσει την παροχή διοικητικής υποστήριξης και χρήσης στρατιωτικών εγκαταστάσεων, είτε ακόμη και τη συμμετοχή της σε μη μάχιμες επιχειρήσεις ανθρωπιστικού χαρακτήρα. Αυτό φυσικά θα προϋπέθετε συγκεκριμένα και καλά επεξεργασμένα ανταλλάγματα, είτε με τη μορφή σύγχρονου υλικού για τις ένοπλες δυνάμεις και τις υπηρεσίες ασφαλείας είτε διπλωματικής φύσης ωφελημάτων σε ζητήματα όπως το Κυπριακό, η ονομασία της ΠΓΔΜ ή η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου. Ευκαιρίες για διπλωματική αναβάθμιση και αμυντική θωράκιση της χώρας θα υπάρξουν. Το ερώτημα είναι αν θα μπορέσουμε να τις εκμεταλλευθούμε.
* Ο κ. Θάνος Π. Ντόκος είναι γενικός διευθυντής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Πιο συγκεκριμένα, η Ελλάδα αποτελεί την πλησιέστερη νησίδα σταθερότητας στην εύφλεκτη περιοχή που περιγράψαμε παραπάνω. Εκτός από μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα έχει οικοδομήσει μια στρατηγική σχέση με το Ισραήλ και διατηρεί παραδοσιακά καλές σχέσεις με τμήματα του αραβικού κόσμου, αλλά και δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν. Μπορεί το διπλωματικό της αποτύπωμα στην περιοχή να είναι περιορισμένο λόγω εσωτερικών προβλημάτων και μη ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί αποδεκτό συνομιλητή για όλους σχεδόν τους εμπλεκομένους στις διάφορες περιφερειακές συγκρούσεις. Θα αυξηθεί στο εγγύς μέλλον η ανάγκη τόσο επίσημων όσο –κυρίως– και άτυπων συναντήσεων και διαβουλεύσεων μεταξύ των αντιμαχομένων πλευρών και η Ελλάδα θα αποτελούσε ιδανικό τόπο φιλοξενίας δραστηριοτήτων επίσημης και ανεπίσημης διπλωματίας. Στη λογική των Διεθνών Σεμιναρίων της Χάλκης που διεξήγε το ΕΛΙΑΜΕΠ επί περίπου μία εικοσαετία, το ελληνικό υπουργείο των Εξωτερικών θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα ημιμόνιμο κέντρο διεξαγωγής τέτοιων συναντήσεων (π.χ. στο Ευρωπαïκό Κέντρο Δελφών ή σε νησιά όπως η Κρήτη ή η Ρόδος). Προφανώς μια τέτοια προσπάθεια θα απαιτούσε πρότερη συνεννόηση με σημαντικές δυνάμεις της ευρύτερης περιοχής και συστηματική προετοιμασία, αλλά τα δυνητικά διπλωματικά οφέλη θα ήταν σημαντικά.
Επίσης, η Ελλάδα θα μπορούσε, εκμεταλλευόμενη τη γεωστρατηγική θέση της, να εξετάσει την παροχή διοικητικής υποστήριξης και χρήσης στρατιωτικών εγκαταστάσεων, είτε ακόμη και τη συμμετοχή της σε μη μάχιμες επιχειρήσεις ανθρωπιστικού χαρακτήρα. Αυτό φυσικά θα προϋπέθετε συγκεκριμένα και καλά επεξεργασμένα ανταλλάγματα, είτε με τη μορφή σύγχρονου υλικού για τις ένοπλες δυνάμεις και τις υπηρεσίες ασφαλείας είτε διπλωματικής φύσης ωφελημάτων σε ζητήματα όπως το Κυπριακό, η ονομασία της ΠΓΔΜ ή η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου. Ευκαιρίες για διπλωματική αναβάθμιση και αμυντική θωράκιση της χώρας θα υπάρξουν. Το ερώτημα είναι αν θα μπορέσουμε να τις εκμεταλλευθούμε.
* Ο κ. Θάνος Π. Ντόκος είναι γενικός διευθυντής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ