15 Σεπτεμβρίου 2014

Γιατί η Τουρκία διστάζει μπροστά στο "Ισλαμικό Κράτος";


Του Κώστα Ράπτη

Η “συμμαχία των εμφανώς προθύμων”, όπως έχει ήδη χαρακτηριστικά αποκληθεί, που συγκροτούν οι ΗΠΑ για την καταπολέμηση του”Ίσλαμικού Κράτους”, σημαδεύεται από πολλά παράδοξα. Όμως η στάση της Τουρκίας αποτελεί το μεγαλύτερο των παραδόξων.

Η γειτονική χώρα συμπεριλαμβανόταν στην δεκαμελή “ομάδα-πυρήνα” για το συντονισμό της δράσης κατά των τζιχαντιστών, που ανακοίνωσε ο Barack Obama κατά την Ατλαντική Σύνοδο στο Νιούπορτ της Ουαλίας. Η ομάδα αποτελούνταν από χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, συν την Αυστραλία, όμως η Τουρκία ήταν η μόνη από αυτές που συνόρευε με την πραγματική “σκηνή του δράματος”. Επρόκειτο για το πρώτο από τα περί ών ο λόγος παράδοξα, εφόσον η “ομάδα των 10” επιμένει ότι δεν επιδιώκει άμεση στρατιωτική εμπλοκή, τουλάχιστον με τη μορφή χερσαίας επέμβασης, αλλά αντιλαμβάνεται τον ρόλο της ως υποστηρικτικό προς τα κράτη της Μέσης Ανατολής που, ως άμεσα απειλούμενα, προβλέπεται να έχουν τον πρώτο ρόλο στην ανάσχεση του “Ισλαμικού Κράτους”. Με άλλα λόγια, η “ομάδα-πυρήνας” έμοιαζε, αν εξαιρέσουμε την Τουρκία, με σταυροφορία εξαπολυόμενη από τα πέρατα του κόσμου, χωρίς γείωση στην περιοχή.
 

Ο λόγος για αυτό ήταν η απροθυμία χωρών όπως η Σαουδική Αραβία και το Ιράν να γνωστοποιήσουν τον βαθμό της σύμπραξής τους – η πρώτη για τον φόβο του “μπούμερανγκ” που θα αποτελούσε για την εσωτερική της σταθερότητα η μέχρι πρότινος ενθαρρυντική στάση της έναντι των τζιχαντιστών, και η δεύτερη διότι η συνεργασία με τον υπερατλαντικό “Μεγάλο Σατανά” (που ήδη απέδωσε στην απομάκρυνση του Νούρι αλ Μάλικι από την πρωθυπουργία του Ιράκ) δεν είναι κάτι που μπορεί να ομολογηθεί όσο δεν έχει οριστικοποιηθεί η αποκατάσταση των διαταραγμένων εδώ και 35 χρόνια ιρανο-αμερικανικών σχέσεων. Εξ ου και το παρωνύμιο “συμμαχία των εμφανώς προθύμων”.
 

Το παράδοξο αυτό επιχειρήθηκε να ξεπερασθεί με την Σύνοδο της Τζέντα στις 11 Σεπτεμβρίου, όπου εκπροσωπήθηκαν, σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, οι χώρες του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, συν την Τουρκία, το Ιράκ, την Ιορδανία, τον Λίβανο και την Αίγυπτο, παρόντος και του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ John Kerry – ενώ το επόμενο βήμα στη διεθνή κινητοποίηση θα αποτελέσει η Σύνοδος που οργανώνει τη Δευτέρα η Γαλλία στο Παρίσι σχετικά με το “ευαίσθητο” θέμα των πηγών χρηματοδότησης των τζιχαντιστών.
 

Η συνάντηση της Τζέντα κατέληξε στη συνυπογραφή κειμένου που δεσμεύει τις συμμετέχουσες χώρες στην στήριξη της νέας ιρακινής κυβέρνησης και στην χρηματοδότηση της ανοικοδόμησης των πληγεισών περιοχών, ενώ αφήνει ανοιχτό με τις κατάλληλες διατυπώσεις και το ενδεχόμενο στρατιωτικής δράσης. Και εδώ προκύπτει άλλο ένα παράδοξο: η Τουρκία απέφυγε να υπογράψει το κείμενο – πράγμα που αντιθέτως έπραξε ο τελευταίος εναπομείνας στενός σύμμαχός της στην περιοχή, ήτοι το Εμιράτο του Κατάρ.
 

Από το Νιούπορτ στη Τζέντα, η τουρκική κυβέρνηση κινείται διαρκώς στη λογική του “ναι μεν, αλλά”, η οποία έφθασε στον κορύφωσή της κατά την επίσκεψη Kerry την Παρασκευή στην Άγκυρα, όπου η διάρκειας δυόμιση ωρών συνάντηση του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών με τον Τούρκο πρόεδρος Tayyip Erdogan και βασικούς συνεργάτες του, απέληξε σε ένα ανακοινωθέν στο οποίο δεν αναφέρεται καν ο όρος “Ισλαμικό Κράτος”. Ο Erdogan περιορίσθηκε να δηλώσει δημοσίως ότι ο κοινός αγώνας Τουρκίας-ΗΠΑ εναντίον όλων των τρομοκρατικών οργανώσεων της περιοχής θα συνεχιστεί και στο μέλλον, όπως γινόταν έως σήμερα. Πρόσθεσε, δε, ότι σε αυτό το πλαίσιο οι δύο χώρες θα ανταλλάσσουν πληροφορίες και θα προσφέρουν υλικοτεχνική υποστήριξη στην αντιπολίτευση της Συρίας, εξακολουθώντας παράλληλα να παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια.
Εντελώς διαφορετική εικόνα προκύπτει από τις δηλώσεις του εκπροσώπου του Πενταγώνου John Kirby ότι η Τουρκία αναμένεται να συνδράμει στην στρατιωτική προσπάθεια κατά του ΄Ισλαμικού Κράτους”, καθώς αποτελεί χώρα του ΝΑΤΟ και μάλιστα με προνομιακή γεωγραφική θέση. Συμπλήρωσε πάντως ότι εναπόκειται στην τουρκική ηγεσία να διευκρινίσει τους όρους αυτής της συνεργασίας.

 

Τι ερμηνεύει την αμφισημία των τοποθετήσεων της Άγκυρας; Σε πρώτο επίπεδο, η γειτονική χώρα διαμηνύει ότι επιδιώκει να κρατήσει χαμηλό προφίλ, όσο στα χέρια του “Ισλαμικού Κράτους” βρίσκονται 49 Τούρκοι όμηροι. Ωστόσο, πληθαίνουν οι φωνές που με καχυποψία διαπιστώνουν ότι η υπόθεση των ομήρων αποτελεί περισσότερο πρόσχημα αδράνειας, παρά πραγματική αιτία.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, η Άγκυρα δεν παύει να εκφράζει φόβους, όπως το έπραξε και κατά την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Άμυνας Chuck Hagel, ότι η παράδοση εξοπλισμού λ.χ. στους Κούρδους του βορείου Ιράκ για να αντιμετωπίσουν τους τζιχαντιστές κινδυνεύει να καταλήξει στα χέρια του ΡΚΚ (αν και εν προκειμένω, περισσότερο μοιάζει να ενοχλεί το γεγονός ότι η δραστηριοποίηση ευρωπαϊκών δυνάμεων σε αυτό τον τομέα κινδυνεύει να αναιρέσει την σχέση εξάρτησης που η Άγκυρα οικοδομεί τα τελευταία χρόνια με το Αρμπίλ).

 

Ομοίως, η τουρκική ηγεσία δεν παύει να τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης των δυνάμεων που αντιπολιτεύονται τον Assad στη Συρία – αν και μετά το διάγγελμα Obama με το οποίο εξαγγέλθηκαν πλήγματα κατά των τζιχαντιστών επί συριακού εδάφους, ερήμην της Δαμασκού, εξέλιπε για την Άγκυρα ο κίνδυνος άρσης της πολιτικής απομόνωσης της συριακής κυβέρνησης. Πράγμα που ωστόσο δεν απομακρύνει τα σενάρια περαιτέρω ενίσχυσης του PYD, ήτοι των μονάδων αυτοάμυνας των φιλικά προσκείμενων στο ΡΚΚ Κούρδων της Συρίας.
 

Στην πραγματικότητα, η Άγκυρα μοιάζει να μην έχει παραιτηθεί από την ιδέα ότι οι τζιχαντιστές αποτελούν χρήσιμο εργαλείο. Είναι άλλωστε κοινό μυστικό (το οποίο συσκοτίζει η τωρινή κρίση των ομήρων) ότι τους έχει ποικιλότροπα ενισχύσει κατά το παρελθόν. Ίσως, δε (και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό) οι συνάφειες να ξεπερνούν τους τακτικούς υπολογισμούς και να προσλαμβάνουν χαρακτήρα ιδεολογική γοητείας σε μέρος της βάσης του κυβερνώντος κόμματος της Τουρκίας. Οι διεθνείς παρατηρητές ακόμη προσπαθούν να ερμηνεύσουν την αποστροφή του νέου υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Mevlet Cavusoglu ότι η παροχή όπλων στον ιρακινό στρατό γεννά επιφυλάξεις, εφόσον αυτός επανδρώνεται κατά 95% από μέλη μόνο μίας σέκτας (δηλ. Σιίτες).
Μάλιστα ο Ιbrahim Karagul, μαθητής του Ahmet Davutoglu και διευθυντής της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας Yeni Safak υποστήριξε ότι η “υπόθεση Ισλαμικό Κράτος” αποτελεί “παγίδα” που έχει ως κύριο στόχο την Τουρκία, εφόσον οι δυνάμεις που έσπειραν το χάος στην περιοχή, ανέχθηκαν την περιθωριοποίηση των Σουνιτών του Ιράκ και παρακολουθούν απαθείς τη συριακή κρίση, θα πρέπει μόνες τους να επιλύσουν τα αδιέξοδα που δημιούργησαν αγνοώντας τις προειδοποιήσεις της Άγκυρας...


Πηγή:www.capital.gr