«It's the economy, stupid» θα μπορούσε να αναφωνήσει κανείς, διαβάζοντας το αποτέλεσμα των τουρκικών προεδρικών εκλογών. Η πορεία της οικονομίας υπήρξε από τα ισχυρά χαρτιά του Ταγίπ Ερντογάν στα 11 χρόνια που υπήρξε πρωθυπουργός. Κατά την πρώτη πενταετία το ΑΕΠ αυξανόταν με ετήσιο ρυθμό κοντά στο 7% και συνολικά κατάφερε να αυξηθεί από τα 233 δισ. δολ. το 2002 στα 820 δισ. δολ. πέρσι. Την ίδια περίοδο το ποσοστό του δημοσίου χρέους περιορίστηκε στο 37% του ΑΕΠ, από 80% και ο πληθωρισμός υποχώρησε σε μονοψήφια επίπεδα, από 70%.
Ο φιλόδοξος στόχος που έχει τεθεί είναι να αναρριχηθεί η Τουρκία στη δεκάδα των οικονομιών με το υψηλότερο ΑΕΠ μέχρι το 2023. Κι όμως, ενδέχεται κατά τη θητεία του Ταγίπ Ερντογάν στη νέα του θέση, αυτή του Προέδρου, η οικονομία να εξελιχθεί σε «πονοκέφαλο». Το τελευταίο διάστημα οι αναλυτές προειδοποιούν για απότομη προσγείωση και προειδοποιούν για την ανάγκη αλλαγών στην οικονομική πολιτική αλλά και τον τρόπο διακυβέρνησης.
Πολιτική αβεβαιότητα
Την επόμενη των εκλογών ο οίκος Fitch προειδοποίησε ότι, παρά το αποτέλεσμα, η πολιτική αβεβαιότητα παραμένει υψηλή, ενόψει των βουλευτικών εκλογών που πρέπει να γίνουν μέσα στο επόμενο δεκάμηνο. Η ακραία πόλωση στην πολιτική σκηνή απασχολεί ιδιαίτερα την επιχειρηματική κοινότητα στην Τουρκία, που περιμένει από τον Ερντογάν να υιοθετήσει συμφιλιωτική και όχι εκδικητική στάση.
Στην ανάλυσή της, η Fitch αναφέρει επίσης μεταξύ των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Τουρκία τις παρεμβάσεις που επιχειρεί η κυβέρνηση στο έργο της κεντρικής τράπεζας, καθώς αυτές υπονομεύουν την προσπάθεια ελέγχου του πληθωρισμού και άρα την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών. Σε συνέντευξή του στο Reuters, ο υπουργός Οικονομίας, Νιχάτ Ζεϊμπεκτσί, ξεκαθάρισε, πάντως, ότι η τουρκική κυβέρνηση θα συνεχίσει να τάσσεται υπέρ χαμηλότερων επιτοκίων, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις υποχωρούν. Υποστήριξε, επίσης, ότι θα πρέπει να αναθεωρηθεί η αποστολή της τράπεζας, ώστε να περιλάβει εκτός της σταθερότητας των τιμών, τη στήριξη απασχόλησης και ανάπτυξης.
Μια τέτοια εξέλιξη σίγουρα δεν θα αρέσει στους ξένους επενδυτές, που το τελευταίο 15μηνο δείχνουν να εμπιστεύονται όλο και λιγότερο την τουρκική οικονομία. Όλα ξεκίνησαν τον Μάιο του 2013, όταν ο τότε πρόεδρος της Fed, Μπεν Μπερνάνκι, προανήγγειλε τη σταδιακή διακοπή της εκτύπωσης δολαρίων. Οι κλυδωνισμοί που προκλήθηκαν στις αναδυόμενες οικονομίες έπληξαν ιδιαίτερα την Τουρκία, την οποία η Morgan Stanley συμπεριέλαβε στους «εύθραυστούς 5», μαζί με τη Νότια Αφρική, την Ινδονησία, την Ινδία και τη Βραζιλία. Βασική αδυναμία θεωρείται το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, που το 2011 έφτασε το 9,4% του ΑΕΠ και πιθανότατα φέτος δεν θα είναι μικρότερο του 6%.
Τα προβλήματα
Το τελευταίο 15μηνο η λίρα έχει εξασθενήσει σχεδόν 15%, σημειώνοντας τη χειρότερη επίδοση μεταξύ των νομισμάτων Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής. Το κόστος δανεισμού έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες στη διετία, φτάνοντας το 9,5%. Για να σταματήσει η εξασθένηση του νομίσματος θεωρείται απαραίτητη η συγκράτηση του πληθωρισμού και η συρρίκνωση του εμπορικού ελλείμματος. Και αν η πρώτη προσπάθεια απειλείται μόνο από τις κυβερνητικές παρεμβάσεις στην κεντρική τράπεζα, η δεύτερη είναι ιδιαίτερη πολύπλοκη.
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών πηγάζει από τη μορφή της οικονομικής ανάπτυξης που πέτυχε ο Ερντογάν την προηγούμενη δεκαετία. Το «θαύμα» κατέστη δυνατό μέσω της συνεχούς αύξησης της εσωτερικής κατανάλωσης και της ραγδαίας ανάπτυξης του κατασκευαστικού κλάδου. Χαρακτηριστικό είναι ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έχουν κατασκευαστεί στη γειτονική χώρα πάνω από 300 μεγάλα εμπορικά κέντρα, ενώ οι τιμές των οικοπέδων στην Κωνσταντινούπολη εκτοξεύτηκαν σε αστρονομικά επίπεδα.
Τόσο η έκρηξη στην αγορά ακινήτων όσο και η αύξηση της κατανάλωσης τροφοδοτήθηκαν από δανεισμό, ο οποίος αυξήθηκε χάρη στη μείωση των επιτοκίων, που επέτρεψε η αντιμετώπιση του υψηλού πληθωρισμού. Οι καταναλωτές μπορούσαν να δανείζονται στέλνοντας απλά αίτηση από το κινητό, για να λάβουν τα χρήματα από? το πλησιέστερο υποκατάστημα της τράπεζας. Την ίδια στιγμή παραμελήθηκε η ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής, με το μερίδιο της μεταποίησης να υποχωρεί από 20,8% του ΑΕΠ το 2005 σε 15,3% πέρσι.
Γεωπολιτικά
Με το κλίμα στις διεθνείς αγορές να επιδεινώνεται, η κατάσταση για την τουρκική οικονομία κινδυνεύει να γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Ο Ταγίπ Ερντογάν φιλοδοξεί, όμως, να εκμεταλλευτεί προς όφελος της Τουρκίας την εντεινόμενη γεωπολιτική αβεβαιότητα, αναζητώντας νέες συμμαχίες. Η αυξανόμενη ένταση στις σχέσεις της Ρωσίας με τη Δύση, προσφέρει στην Τουρκία έναν ρόλο από? το παρελθόν, όταν εκμεταλλευόταν τη θέση της στα νότια σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης. Καθώς οι μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες προσπαθούν όλο και περισσότερο να απεξαρτηθούν από τη Δύση, η Τουρκία αποκτά ένα νέο δυνητικό σύμμαχο και άρα ενισχύει τη διαπραγματευτική της θέση.
Την ίδια στιγμή, αποτελεί τον πλέον πολύτιμο και σταθερό σύμμαχο της Δύσης στις προσπάθειες αποκατάστασης της σταθερότητας σε Ιράκ και Συρία. Ενδεχόμενη λύση του κουρδικού προβλήματος, με την ίδρυση ανεξάρτητου κράτους, θα κλείσει μια χρόνια πληγή για την τουρκική κοινωνία, τα δημόσια ταμεία και συνολικά την οικονομία.
Ο Σουλτάνος Ταγίπ ελπίζει να εκμεταλλευτεί τις γεωπολιτικές ισορροπίες, για να αναδείξει αναπτυξιακές ευκαιρίες και να δώσει διέξοδο στην οικονομία. Μέχρι να το καταφέρει, όμως, θα πρέπει να? διατηρήσει στη χώρα τους δυτικούς επενδυτές, οι οποίοι απειλούν να αποχωρήσουν κάθε φορά που αυξάνεται η αβεβαιότητα, είτε στο εσωτερικό είτε διεθνώς.
ΗΜΕΡΗΣΙΑ