Ο Αρχιεπίσκοπος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αχρίδας Ιωάννης
είχε φυλακιστεί επί 8 μήνες για «υποδαύλιση θρησκευτικού και εθνικού
μίσους» και μετά την αποφυλάκισή του ακολούθησε δίωξη για «ξέπλυμα»
χρήματος.
Με πρόσφατη απόφασή του το Εφετείο των
Σκοπίων επικύρωσε πρωτόδικη ποινή φυλάκισης τριών χρόνων εις βάρος του
Αρχιεπισκόπου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αχρίδας Ιωάννη. Ο Ιωάννης
είναι ο μοναδικός θρησκευτικός ηγέτης στην Ευρώπη που διώκεται για τις
πεποιθήσεις του, γεγονός που έχει προκαλέσει αντιδράσεις διεθνώς, τόσο
σε εκκλησιαστικό επίπεδο όσο και από πλευράς ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Πολύ δε περισσότερο όταν η χώρα που τον φυλακίζει διεκδικεί την ένταξή
της στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Επισήμως, ο Ιωάννης έχει καταδικαστεί από το Πρωτοδικείο των Σκοπίων σε φυλάκιση μαζί με άλλα δεκαοχτώ άτομα που ασπάζονται τις ίδιες εκκλησιαστικές απόψεις -μεταξύ αυτών η μητέρα και η αδελφή του- για «ξέπλυμα χρήματος» μέσω θρησκευτικού συλλόγου. Κατηγορήθηκε ότι το διάστημα από το 1998 έως το 2002 ως μητροπολίτης Βελεσσών και Παραβαρδαρίου της αποκαλούμενης «Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας» «υπεξαίρεσε» και «ξέπλυνε» το ποσό των 240.000 ευρώ.
Πίσω όμως από τη δίωξη του συγκεκριμένου ιερωμένου σοβεί εκκλησιαστική διαμάχη που έχει να κάνει (και) με την ίδρυση και λειτουργία του ανεξάρτητου κράτους της FYROM. Και τούτο, διότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της FYROM αποσχίστηκε το 1967 από τους κόλπους του σερβικού Πατριαρχείου και κήρυξε το αυτοκέφαλό της ως «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία», στο πλαίσιο της γενικότερης κατεύθυνσης για την ενίσχυση της αυτονομίας της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» σε πρώτη φάση. Η κατεύθυνση αυτή, στη συνέχεια, μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, κινήθηκε υπέρ της ενίσχυσης της ανεξάρτητης χώρας, στη λογική «ένα έθνος, ένα κράτος, μία εκκλησία». Ωστόσο, καμία ορθόδοξη εκκλησία δεν έχει αναγνωρίσει έως τώρα τη «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία».
Ο Ιωάννης εκδιώχθηκε από τις τάξεις της «Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας» το 2002, όταν υποστήριξε συμβιβαστική πρόταση για την εξεύρεση λύσης με το Πατριαρχείο της Σερβίας, η οποία και απορρίφθηκε. Κατόπιν αυτού, ο ίδιος προέβη στην επανίδρυση της «Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής της Αχρίδας», πρωτοβουλία που εξελήφθη από την πολιτική και εκκλησιαστική «νομιμότητα» περίπου ως πράξη εθνικής προδοσίας, και ο Ιωάννης ετέθη στο στόχαστρο.
Σε πρώτη φάση, φυλακίστηκε επί οχτώ μήνες για «υποδαύλιση θρησκευτικού και εθνικού μίσους» και, όταν αποφυλακίστηκε, ακολούθησε η δίωξη για «ξέπλυμα» χρήματος. Βεβαίως ουδείς πιστεύει στα σοβαρά ότι, δεδομένης της περιορισμένης απήχησής του, ο Ιωάννης αποτελεί εκκλησιαστική και εθνική απειλή και οι ανά τον κόσμο ορθόδοξες «αδελφές» εκκλησίες έχουν αξιώσει την άμεση αποφυλάκισή του. Μάλιστα το ζήτησε και ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίος από τον πρόεδρο της Βουλής της ΠΓΔΜ, τον οποίο δέχθηκε προσφάτως στο Φανάρι.
Πολιτική διάσταση
Πέραν της εκκλησιαστικής πλευράς υπάρχει και η πολιτική διάσταση του ζητήματος. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αλλά και ευρωπαϊκές οργανώσεις στις ετήσιες εκθέσεις τους για τη FYROM καταλογίζουν στην ηγεσία της χώρας σκοπιμότητες στις συνεχιζόμενες διώξεις και εγείρουν ζήτημα παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Συνδέουν ευθέως το θέμα με τη χειραγώγηση από πλευράς πολιτικής εξουσίας της Δικαιοσύνης, η απαλλαγή της οποίας από αυτόν τον εναγκαλισμό αποτελεί ένα από τα κριτήρια για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και μέχρι τώρα θεωρείται ένα από τα ευάλωτα σημεία της όλης διαδικασίας.
Παρά ταύτα, οι κυβερνήσεις στα Σκόπια δείχνουν να αγνοούν τις διεθνείς πιέσεις και τις διαμαρτυρίες των άλλων ορθοδόξων εκκλησιών. Το εφετείο επικύρωσε επίσης τις ποινές -με αναστολή όμως- που είχαν επιβληθεί πρωτοδίκως στους υπόλοιπους δεκαοκτώ συγκατηγορουμένους του Ιωάννη.
Επισήμως, ο Ιωάννης έχει καταδικαστεί από το Πρωτοδικείο των Σκοπίων σε φυλάκιση μαζί με άλλα δεκαοχτώ άτομα που ασπάζονται τις ίδιες εκκλησιαστικές απόψεις -μεταξύ αυτών η μητέρα και η αδελφή του- για «ξέπλυμα χρήματος» μέσω θρησκευτικού συλλόγου. Κατηγορήθηκε ότι το διάστημα από το 1998 έως το 2002 ως μητροπολίτης Βελεσσών και Παραβαρδαρίου της αποκαλούμενης «Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας» «υπεξαίρεσε» και «ξέπλυνε» το ποσό των 240.000 ευρώ.
Πίσω όμως από τη δίωξη του συγκεκριμένου ιερωμένου σοβεί εκκλησιαστική διαμάχη που έχει να κάνει (και) με την ίδρυση και λειτουργία του ανεξάρτητου κράτους της FYROM. Και τούτο, διότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της FYROM αποσχίστηκε το 1967 από τους κόλπους του σερβικού Πατριαρχείου και κήρυξε το αυτοκέφαλό της ως «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία», στο πλαίσιο της γενικότερης κατεύθυνσης για την ενίσχυση της αυτονομίας της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» σε πρώτη φάση. Η κατεύθυνση αυτή, στη συνέχεια, μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, κινήθηκε υπέρ της ενίσχυσης της ανεξάρτητης χώρας, στη λογική «ένα έθνος, ένα κράτος, μία εκκλησία». Ωστόσο, καμία ορθόδοξη εκκλησία δεν έχει αναγνωρίσει έως τώρα τη «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία».
Ο Ιωάννης εκδιώχθηκε από τις τάξεις της «Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας» το 2002, όταν υποστήριξε συμβιβαστική πρόταση για την εξεύρεση λύσης με το Πατριαρχείο της Σερβίας, η οποία και απορρίφθηκε. Κατόπιν αυτού, ο ίδιος προέβη στην επανίδρυση της «Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής της Αχρίδας», πρωτοβουλία που εξελήφθη από την πολιτική και εκκλησιαστική «νομιμότητα» περίπου ως πράξη εθνικής προδοσίας, και ο Ιωάννης ετέθη στο στόχαστρο.
Σε πρώτη φάση, φυλακίστηκε επί οχτώ μήνες για «υποδαύλιση θρησκευτικού και εθνικού μίσους» και, όταν αποφυλακίστηκε, ακολούθησε η δίωξη για «ξέπλυμα» χρήματος. Βεβαίως ουδείς πιστεύει στα σοβαρά ότι, δεδομένης της περιορισμένης απήχησής του, ο Ιωάννης αποτελεί εκκλησιαστική και εθνική απειλή και οι ανά τον κόσμο ορθόδοξες «αδελφές» εκκλησίες έχουν αξιώσει την άμεση αποφυλάκισή του. Μάλιστα το ζήτησε και ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίος από τον πρόεδρο της Βουλής της ΠΓΔΜ, τον οποίο δέχθηκε προσφάτως στο Φανάρι.
Πολιτική διάσταση
Πέραν της εκκλησιαστικής πλευράς υπάρχει και η πολιτική διάσταση του ζητήματος. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αλλά και ευρωπαϊκές οργανώσεις στις ετήσιες εκθέσεις τους για τη FYROM καταλογίζουν στην ηγεσία της χώρας σκοπιμότητες στις συνεχιζόμενες διώξεις και εγείρουν ζήτημα παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Συνδέουν ευθέως το θέμα με τη χειραγώγηση από πλευράς πολιτικής εξουσίας της Δικαιοσύνης, η απαλλαγή της οποίας από αυτόν τον εναγκαλισμό αποτελεί ένα από τα κριτήρια για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και μέχρι τώρα θεωρείται ένα από τα ευάλωτα σημεία της όλης διαδικασίας.
Παρά ταύτα, οι κυβερνήσεις στα Σκόπια δείχνουν να αγνοούν τις διεθνείς πιέσεις και τις διαμαρτυρίες των άλλων ορθοδόξων εκκλησιών. Το εφετείο επικύρωσε επίσης τις ποινές -με αναστολή όμως- που είχαν επιβληθεί πρωτοδίκως στους υπόλοιπους δεκαοκτώ συγκατηγορουμένους του Ιωάννη.