Αλέξανδρος ΤάρκαςΣε αντίθεση με τον πανικό εν όψει κάθε διαπραγματευτικού γύρου
με την τρόικα, η σημερινή κυβέρνηση έχει επιτύχει καλές επιδόσεις στο
κρίσιμο κεφάλαιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μη επιτρέποντας στη
γειτονική χώρα να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία της οικονομικής κρίσης.Η
κατάσταση δεν μπορεί, φυσικά, να συγκριθεί με την προ Ιμίων εποχή
(1996) ούτε, ασφαλώς, με την περίοδο ελληνικής αεροπορικής και ναυτικής
υπεροπλίας στο Αιγαίο μέχρι την κρίση του 1987. Η τουρκική πρακτική των
υπερπτήσεων κατοικημένων νησιών και των παραβιάσεων των χωρικών υδάτων
μέχρι την Εύβοια, από το 2006 και το 2009 αντίστοιχα, δεν επιτρέπει
ψευδαισθήσεις, αλλά τουλάχιστον δεν έχει σημειωθεί περαιτέρω επιδείνωση.
Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς χειρίστηκε ρεαλιστικά τη «δύσκολη» σύνοδο του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας με τον Τ. Ερντογάν τον Μάρτιο του 2013 και, πολύ περισσότερο, το (αθέατο στην κοινή γνώμη) σοβαρότατο πρόβλημα της αντιτρομοκρατικής συνεργασίας εκατέρωθεν του Αιγαίου την τελευταία διετία.
Ακόμα και ο υπουργός Εξωτερικών Ευ. Βενιζέλος κατάφερε πλέον να συγκρατείται και να μη μεταφέρει στις σχέσεις με την Τουρκία το «παπικό αλάθητο» που θεωρεί ότι διαθέτει στα εσωτερικά θέματα. Ισως να διδάχθηκε γρήγορα από τις «γκάφες» κατά την επίσκεψη στην Αγκυρα πέρυσι τον Ιούλιο ή και από το «δούλεμα» που, δυστυχώς, υπέστη από τον Α. Νταβούτογλου, εντός Αθηνών, τον Δεκέμβριο. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών είχε καθησυχάσει τον ανύποπτο κ. Βενιζέλο ότι συμμερίζεται τα σχέδια της Ελληνικής Προεδρίας της Ε.Ε. για τις θαλάσσιες ζώνες, επειδή «θα ήταν προς όφελος όλων των χωρών της Μεσογείου», ενώ την ίδια ώρα η Αγκυρα πραγματοποιούσε (επιτυχείς) παραστάσεις στις Βρυξέλλες!
Ομως το πρόβλημα είναι ότι ο τρέχων κύκλος στασιμότητας (ή μη επιδείνωσης) των ελληνοτουρκικών σχέσεων εκπνέει σύντομα -μάλλον εντός λίγων μηνών- για δύο, κυρίως, λόγους: πρώτον, η σχετική βελτίωση των οικονομικών δεικτών της Ελλάδας σημαίνει ότι μια ένταση στο Αιγαίο δεν θα επηρέαζε ολόκληρη την ευρωζώνη, όπως θα συνέβαινε το 2012-13, όταν όλοι -από την Ουάσινγκτον μέχρι το Πεκίνο- ζητούσαν τη σταθερότητα του κοινού νομίσματος. Δεύτερον, η Τουρκία έχει τόσο πολλά και καυτά προβλήματα στα σύνορά της με τη Συρία, το Ιράκ και τη Ρωσία, οπότε υποκρίνεται ότι επιθυμεί να επιλύσει τις εκκρεμότητες στο Αιγαίο και την Κύπρο ταχέως. Το ίδιο επιθυμούν η Ατλαντική Συμμαχία, η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ, κρίνοντας ότι όσο περισσότερα περιφερειακά μέτωπα κλείνουν τόσο το καλύτερο.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ουάσινγκτον φέρεται να ευνοεί την υιοθέτηση μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης στο Αιγαίο. Μέχρι τώρα δεν έχει διευκρινιστεί προς την ελληνική κυβέρνηση αν θα εκδηλωθεί μια μεγάλης κλίμακας πρωτοβουλία (με νέα δέσμη μέτρων) ή αν απλώς θα λειανθούν τα μειονεκτήματα των ήδη εφαρμοζόμενων.
Επίσης, σε αντίθεση με τη σχεδιαζόμενη επανεκκίνηση των συνομιλιών για το Κυπριακό (μετά τη φθινοπωρινή γενική συνέλευση του ΟΗΕ), δεν έχει διευκρινιστεί ο χρόνος εκδήλωσης του αμερικανικού ενδιαφέροντος για το Αιγαίο. Πάντως, η κορύφωση της διεθνούς έντασης (λόγω Ουκρανίας και Ισλαμιστών) και το ορόσημο το νέου Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας (πιθανόν στα τέλη Νοεμβρίου ή στις αρχές Δεκεμβρίου) προοιωνίζονται ταχείες εξελίξεις.
Αλέξανδρος Τάρκας
* Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.