Η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Η επέλαση του ΙΚΙΛ και ο κίνδυνος πλήρους
αποσύνθεσης στη Μέση Ανατολή. Πώς κινδυνεύει η Ευρώπη, τα λάθη των ΗΠΑ
και γιατί μπαίνουν ξανά στο μικροσκόπιο τα Βαλκάνια.
Το
προπατορικό αμάρτημα των ΗΠΑ ήταν η στρατιωτική εισβολή στο Ιράκ το
2003 υπό τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους. Οι «νεοσυντηρητικοί» που είχαν τότε
την εξουσία, δεν είχαν υποψιαστεί την ανάγκη να καλυφθεί το κενό ισχύος
που άφησε στο Ιράκ, αλλά και την ευρύτερη περιοχή, η απομάκρυνση του
Σαντάμ Χουσεϊν. Η βιαστική στρατιωτική έξοδος επί Μπαράκ Ομπάμα ήταν το
δεύτερο σφάλμα των ΗΠΑ.
Η αμερικανική αποχώρηση σχεδόν συνέπεσε με το ξέσπασμα της αραβικής Άνοιξης και του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Η επίμονη παθητικότητα των ΗΠΑ παρότι είναι η δύναμη επιβολής τάξης στην περιοχή, απειλεί τώρα να οδηγήσει σε πλήρη αποσύνθεση το Ιράκ, λόγω της ταχείας προέλασης του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και του Λεβάντε (IΚΙΛ) που έχει ήδη καταλάβει τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, τη Μοσούλη. Πράγματι, με το ΙΚΙΛ να έχει να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής βορειοδυτικά της Βαγδάτης, τα σύνορα μεταξύ Ιράκ και Συρίας πρακτικά δεν υπάρχουν πια. Πολλά από τα γειτονικά κράτη μπορεί επίσης να επηρεαστούν. Η μαζική ανθρωπιστική καταστροφή που ήδη συντελείται, μπορεί να γίνει ακόμη χειρότερη.
Εάν το ΙΚΙΛ καταφέρει να ιδρύσει μία μόνιμη μονάδα που να έχει τα χαρακτηριστικά κράτους στο Ιράκ και τη Συρία, τότε θα επιταχυνθεί η αποσύνθεση της ευρύτερης περιοχής. Σε αυτή την περίπτωση, οι ΗΠΑ θα χάσουν τον «παγκόσμιο πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας» και θα απειληθεί σοβαρά η παγκόσμια ειρήνη. Ακόμη και χωρίς ένα τρομοκρατικό κράτος από το ΙΚΙΛ, η κατάσταση παραμένει εξαιρετικά ασταθής, επειδή ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας αποδεικνύεται πολύ μεταδοτικός. Στην πραγματικότητα, δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ο όρος «εμφύλιος πόλεμος», επειδή τα γεγονότα στη Συρία αφορούν τη μακρά μάχη μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν για τον έλεγχο της περιοχής και την προαιώνια σύγκρουση μεταξύ της των Σουνιτών και Σιιτών μουσουλμάνων.
Οι Κούρδοι είναι μία άλλη ασταθής κατάσταση που κληροδοτήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Είναι μοιρασμένοι μεταξύ αρκετών χωρών της Μέσης Ανατολής – Ιράν, Ιράκ, Συρία και Τουρκία – και παλεύουν εδώ και δεκαετίες για τη δημιουργία του δικού τους κράτους. Παρόλα αυτά, έχουν δείξει μεγάλη αυτοσυγκράτηση στο βόρειο Ιράκ από την εποχή της πτώσης του Σαντάμ.
Οι Κούρδοι έχουν περιοριστεί στο χτίσιμο της δικής τους αυτόνομης περιφέρειας τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά, σε τέτοιο σημείο που είναι πλήρως ανεξάρτητη και μάλιστα με ισχυρό και έμπειρο στρατό των δυνάμεων Πεσμεργκά.
Με την προέλαση του ΙΚΙΛ και την κατοχή της Μοσούλης, λύθηκαν με μιας όλες οι εδαφικές διαφωνίες μεταξύ της κεντρικής κυβέρνησης του Ιράκ και της τοπικής κυβέρνησης των Κούρδων, προς όφελος των τελευταίων, ειδικότερα σε ότι αφορά την πόλη Κιρκούκ. Μετά την υποχώρηση του ιρακινού στρατού, οι δυνάμεις «Πεσμεργκά» πήραν άμεσα τον έλεγχο της πόλης όπως επίσης και των πλούσιων αποθεμάτων σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Επιπλέον, οι γειτονικές χώρες Ιράν και Τουρκία, όπως και οι ΗΠΑ, σύντομα θα χρειαστούν την στήριξη των Πεσμεργκά ενάντια στο ΙΚΙΛ .
Έτσι, άνοιξε μία ανέλπιστη ευκαιρία για τους Κούρδους, να πετύχουν πλήρη ανεξαρτησία. Παρόλα αυτά, εξαρτώνται από τις καλές τους σχέσεις με την Τουρκία και το Ιράν για να αποκτήσουν πρόσβαση στις διεθνείς αγορές και αυτό θα μετριάσει κάπως τις πολιτικές τους φιλοδοξίες.
Επιπλέον, με την εισβολή στο Ιράκ, η Ουάσιγκτον άνοιξε το δρόμο στο Ιράν να διεκδικήσει την ηγεμονία της περιοχής και πυροδότησε μία δραματική αλλαγή συμμαχιών. Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες από αυτή την εξέλιξη – μια εκ των οποίων είναι και οι τρέχουσες πυρηνικές διαπραγματεύσεις με την ιρανική κυβέρνηση – τώρα γίνονται εμφανείς. Και οι δύο πλευρές πολεμούν τους ίδιους τζιχαντιστές που στηρίζονται από τους υποτιθέμενους συμμάχους των ΗΠΑ, τα κράτη του Κόλπου που ελέγχονται από Σουνίτες. Επισήμως, ΗΠΑ και Ιράν δηλώνουν αντίθετοι στο ενδεχόμενο συνεργασίας, αλλά η μηχανή έχει μπει σε κίνηση και πλέον οι διμερείς συζητήσεις έχουν γίνει ρουτίνα.
Ένα ερώτημα κλειδί για το μέλλον είναι το κατά πόσον η Ιορδανία – η οποία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο για την ισορροπία στην ευρύτερη περιοχή – θα επιβιώσει αλώβητη από αυτές τις γεωπολιτικές αλλαγές. Εάν όχι, τότε θα μπορούσαν να καταρρεύσουν οι ισορροπίες δυνάμεων και στην παραδοσιακή σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων. Οι επιπτώσεις, θα είναι πιθανότατα εκτεταμένες και είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθούν εκ των προτέρων.
Για την Ευρώπη, οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή δημιουργούν δύο σημαντικούς κινδύνους: την επιστροφή των τζιχαντιστών μαχητών με την τρομοκρατία και την μετάδοση των εξτρεμιστικών ιδεών τους σε ορισμένα μέρη των Βαλκανίων. Προς όφελος της δικής τους ασφάλειας, η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη- μέλη θα αναγκαστούν να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στη νοτιοανατολική Ευρώπη, από ότι έκαναν μέχρι πρότινος.
*Ο Joschka Fischer διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών και Αντικαγκελάριος της Γερμανίας την περίοδο 1998-2005. Ήταν επικεφαλής του κόμματος των Πρασίνων στη Γερμανία επί δύο δεκαετίες.
Η αμερικανική αποχώρηση σχεδόν συνέπεσε με το ξέσπασμα της αραβικής Άνοιξης και του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Η επίμονη παθητικότητα των ΗΠΑ παρότι είναι η δύναμη επιβολής τάξης στην περιοχή, απειλεί τώρα να οδηγήσει σε πλήρη αποσύνθεση το Ιράκ, λόγω της ταχείας προέλασης του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και του Λεβάντε (IΚΙΛ) που έχει ήδη καταλάβει τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, τη Μοσούλη. Πράγματι, με το ΙΚΙΛ να έχει να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής βορειοδυτικά της Βαγδάτης, τα σύνορα μεταξύ Ιράκ και Συρίας πρακτικά δεν υπάρχουν πια. Πολλά από τα γειτονικά κράτη μπορεί επίσης να επηρεαστούν. Η μαζική ανθρωπιστική καταστροφή που ήδη συντελείται, μπορεί να γίνει ακόμη χειρότερη.
Εάν το ΙΚΙΛ καταφέρει να ιδρύσει μία μόνιμη μονάδα που να έχει τα χαρακτηριστικά κράτους στο Ιράκ και τη Συρία, τότε θα επιταχυνθεί η αποσύνθεση της ευρύτερης περιοχής. Σε αυτή την περίπτωση, οι ΗΠΑ θα χάσουν τον «παγκόσμιο πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας» και θα απειληθεί σοβαρά η παγκόσμια ειρήνη. Ακόμη και χωρίς ένα τρομοκρατικό κράτος από το ΙΚΙΛ, η κατάσταση παραμένει εξαιρετικά ασταθής, επειδή ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας αποδεικνύεται πολύ μεταδοτικός. Στην πραγματικότητα, δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ο όρος «εμφύλιος πόλεμος», επειδή τα γεγονότα στη Συρία αφορούν τη μακρά μάχη μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν για τον έλεγχο της περιοχής και την προαιώνια σύγκρουση μεταξύ της των Σουνιτών και Σιιτών μουσουλμάνων.
Οι Κούρδοι είναι μία άλλη ασταθής κατάσταση που κληροδοτήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Είναι μοιρασμένοι μεταξύ αρκετών χωρών της Μέσης Ανατολής – Ιράν, Ιράκ, Συρία και Τουρκία – και παλεύουν εδώ και δεκαετίες για τη δημιουργία του δικού τους κράτους. Παρόλα αυτά, έχουν δείξει μεγάλη αυτοσυγκράτηση στο βόρειο Ιράκ από την εποχή της πτώσης του Σαντάμ.
Οι Κούρδοι έχουν περιοριστεί στο χτίσιμο της δικής τους αυτόνομης περιφέρειας τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά, σε τέτοιο σημείο που είναι πλήρως ανεξάρτητη και μάλιστα με ισχυρό και έμπειρο στρατό των δυνάμεων Πεσμεργκά.
Με την προέλαση του ΙΚΙΛ και την κατοχή της Μοσούλης, λύθηκαν με μιας όλες οι εδαφικές διαφωνίες μεταξύ της κεντρικής κυβέρνησης του Ιράκ και της τοπικής κυβέρνησης των Κούρδων, προς όφελος των τελευταίων, ειδικότερα σε ότι αφορά την πόλη Κιρκούκ. Μετά την υποχώρηση του ιρακινού στρατού, οι δυνάμεις «Πεσμεργκά» πήραν άμεσα τον έλεγχο της πόλης όπως επίσης και των πλούσιων αποθεμάτων σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Επιπλέον, οι γειτονικές χώρες Ιράν και Τουρκία, όπως και οι ΗΠΑ, σύντομα θα χρειαστούν την στήριξη των Πεσμεργκά ενάντια στο ΙΚΙΛ .
Έτσι, άνοιξε μία ανέλπιστη ευκαιρία για τους Κούρδους, να πετύχουν πλήρη ανεξαρτησία. Παρόλα αυτά, εξαρτώνται από τις καλές τους σχέσεις με την Τουρκία και το Ιράν για να αποκτήσουν πρόσβαση στις διεθνείς αγορές και αυτό θα μετριάσει κάπως τις πολιτικές τους φιλοδοξίες.
Επιπλέον, με την εισβολή στο Ιράκ, η Ουάσιγκτον άνοιξε το δρόμο στο Ιράν να διεκδικήσει την ηγεμονία της περιοχής και πυροδότησε μία δραματική αλλαγή συμμαχιών. Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες από αυτή την εξέλιξη – μια εκ των οποίων είναι και οι τρέχουσες πυρηνικές διαπραγματεύσεις με την ιρανική κυβέρνηση – τώρα γίνονται εμφανείς. Και οι δύο πλευρές πολεμούν τους ίδιους τζιχαντιστές που στηρίζονται από τους υποτιθέμενους συμμάχους των ΗΠΑ, τα κράτη του Κόλπου που ελέγχονται από Σουνίτες. Επισήμως, ΗΠΑ και Ιράν δηλώνουν αντίθετοι στο ενδεχόμενο συνεργασίας, αλλά η μηχανή έχει μπει σε κίνηση και πλέον οι διμερείς συζητήσεις έχουν γίνει ρουτίνα.
Ένα ερώτημα κλειδί για το μέλλον είναι το κατά πόσον η Ιορδανία – η οποία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο για την ισορροπία στην ευρύτερη περιοχή – θα επιβιώσει αλώβητη από αυτές τις γεωπολιτικές αλλαγές. Εάν όχι, τότε θα μπορούσαν να καταρρεύσουν οι ισορροπίες δυνάμεων και στην παραδοσιακή σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων. Οι επιπτώσεις, θα είναι πιθανότατα εκτεταμένες και είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθούν εκ των προτέρων.
Για την Ευρώπη, οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή δημιουργούν δύο σημαντικούς κινδύνους: την επιστροφή των τζιχαντιστών μαχητών με την τρομοκρατία και την μετάδοση των εξτρεμιστικών ιδεών τους σε ορισμένα μέρη των Βαλκανίων. Προς όφελος της δικής τους ασφάλειας, η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη- μέλη θα αναγκαστούν να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στη νοτιοανατολική Ευρώπη, από ότι έκαναν μέχρι πρότινος.
*Ο Joschka Fischer διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών και Αντικαγκελάριος της Γερμανίας την περίοδο 1998-2005. Ήταν επικεφαλής του κόμματος των Πρασίνων στη Γερμανία επί δύο δεκαετίες.