ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΚΟΥΖΙΝΟΠΟΥΛΟΥ*
Πριν από εβδομήντα ακριβώς χρόνια, το 1944, ο στρατάρχης Γιόσιπ Μπρος Τίτο, δημιουργούσε ένα τεχνητό κράτος, την «Ομόσπονδη Λαϊκή Δημοκρατία Μακεδονίας» στο πλαίσιο της ενιαίας Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας, με κύριο στόχο να ελέγξει τους συσχετισμούς στην αποτελούμενη από πολλές εθνότητες χώρα του, η οποία μόλις έβγαινε από τη χιτλερική κατοχή. Ο σκοπός προφανής: ο Κροάτης στην καταγωγή Τίτο, δεν ήθελε να υπάρχει στη Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία υπεροχή των Σέρβων, οι οποίοι αποτελούσαν τη μεγαλύτερη πληθυσμιακά, πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά δύναμη στη χώρα.
Ετσι, λειτουργώντας με βάση το δόγμα του «διαίρει και βασίλευε», για να καταστήσει ανίσχυρη τη σερβική υπεροχή, δημιούργησε δύο νέα κρατικά μορφώματα, τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη και τη «Μακεδονία». Χωρίς φυσικά να έχουν υπάρξει ποτέ πριν στην Ιστορία ούτε έθνος των «Βοσνιοερζεγόβινων», ούτε φυσικά των «Μακεδόνων».
Από την άλλη, η δημιουργία από τον Τίτο, στις 2 Αυγούστου 1944, της «Ομόσπονδης Λαϊκής Δημοκρατίας Μακεδονίας», αποτελούσε, όπως από πολλές πηγές προκύπτει, μέρος των μεγαλοκρατικών επιδιώξεων του Γιουγκοσλάβου ηγέτη, για την υλοποίηση του ονείρου του σχετικά με τη σύσταση, υπό την ηγεσία του φυσικά, της «Νοτιοσλαβικής Ομοσπονδίας», στην οποία θα περιλαμβάνονταν εκτός της Γιουγκοσλαβίας η Βουλγαρία, η Ελλάδα, η Αλβανία, αλλά και περιοχές της κεντρικής Ευρώπης. Ας δούμε όμως τα γεγονότα που προηγήθηκαν από την ίδρυση της «Λ.Δ. Μακεδονίας».
Λόγω κυρίως της ανομοιογενούς σύνθεσης των πληθυσμών που κατοικούσαν στο έδαφος της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας, της ακαθόριστης εθνικότητάς τους (μουσουλμάνοι, Σέρβοι, Αλβανοί, Ρομ, Ελληνες, Βούλγαροι κ.λπ.), αλλά και της έντονης δραστηριότητας των φιλοβουλγαρικών στοιχείων, ήταν εξαιρετικά ισχνή η δύναμη της περιφερειακής επιτροπής Σκοπίων του Κ.Κ. Γιουγκοσλαβίας.
Ο ίδιος ο Γιόσιπ Μπρος-Τίτο, σ' ένα γράμμα που στέλνει από το Παρίσι στον Γκιόργκι Δημητρόφ το 1938, του αναφέρει ότι «αντίθετα με ό,τι συνέβαινε στις άλλες οργανώσεις του Κ.Κ.Γ, στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, οι τοπικές οργανώσεις είναι ασύνδετες μεταξύ τους, ενώ δεν υπάρχουν ούτε καν καθοδηγητικά στελέχη»!
Κομμουνιστικό Κόμμα χωρίς... κομμουνιστές
«Τώρα
σε όλες τις περιοχές της Γιουγκοσλαβίας», έγραφε ο Τίτο, «υπάρχουν
κομματικές οργανώσεις που συνδέονται με την καθοδήγηση. Μόνο στη
Μακεδονία η υπόθεση αυτή δεν έχει τακτοποιηθεί ακόμη, παρόλο που
υπάρχουν τοπικές οργανώσεις, οι οποίες όμως δεν συνδέονται ούτε μεταξύ
τους, ούτε με την καθοδήγηση της περιοχής. Οι συνθήκες και εκεί είναι
πολύ καλές, αλλά δεν υπάρχουν καθοδηγητικά στελέχη από την ίδια τη
Μακεδονία. Είναι απαραίτητο το ζήτημα αυτό να λυθεί όσο μπορεί πιο
σύντομα».Για να ξεπεραστούν όλες αυτές οι δυσκολίες που υπήρχαν στη δράση του Κ.Κ.Γιουγκοσλαβίας σ' αυτήν την ανομοιογενή περιοχή των Σκοπίων, ο Τίτο προσανατολιζόταν από νωρίτερα ακόμη στη δημιουργία Κ.Κ.Μακεδονίας, που ως τμήμα του Κ.Κ.Γιουγκοσλαβίας, θα προσπαθούσε να συσπειρώσει κυρίως το σλαβικό στοιχείο της περιοχής στις γραμμές του. Ετσι η 4η Συνδιάσκεψη του Κ.Κ. Γιουγκοσλαβίας, που συνήλθε το Δεκέμβριο του 1934 στη Λιουμπλιάνα, αποφάσισε στο πλαίσιο του Κ.Κ. Γιουγκοσλαβίας, να δημιουργηθούν ως τμήματά του, Κ.Κ. Κροατίας και Κ.Κ. Σλοβενίας, και στη συνέχεια, Κ.Κ. Μακεδονίας.
Η ίδρυση όμως του χωριστού Κ.Κ. Μακεδονίας, θα γίνει εννιά χρόνια αργότερα, από το στενό συνεργάτη του Τίτο, τον Τέμπο, μόλις το Μάρτιο του 1943. Μία πράξη που στην ουσία απέβλεπε άμεσα στην απόσπαση της πλειοψηφίας του πληθυσμού από την επιρροή της Βουλγαρίας, που στο μεταξύ είχε καταλάβει τα εδάφη της Μακεδονίας του Βαρδάρη, όσο και η δημιουργία γιουγκοσλαβόφρονου πολιτικού φορέα της αντίστασης στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, για την εδραίωση της γιουγκοσλαβικής κυριαρχίας σ' αυτόν το χώρο που συνέχιζε να διεκδικεί η Βουλγαρία.
Ηδη, είχε σημειωθεί η κατάληψη από τη Βουλγαρία, με βάση τη συμφωνία της με τη Γερμανία, της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας, στην οποία οι αρχές κατοχής εφάρμοζαν εκτεταμένο σχέδιο εκβουλγαρισμού, ανάλογο με αυτό που είχε επιβληθεί και στην ελληνική ανατολική Μακεδονία.
Τα πράγματα για τις βουλγαρικές αρχές κατοχής στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία ήταν, φαίνεται, πολύ πιο απλά απ' ό,τι στην ελληνική Μακεδονία και η αντίσταση που συνάντησαν ελάχιστη. Σ' αυτό, συνέβαλαν τόσο η γλώσσα όσο η συνείδηση του σλαβικού πληθυσμού που κατοικούσε στην περιοχή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την εισβολή των βουλγαρικών στρατευμάτων στην περιοχή των Σκοπίων, ολόκληρη η Περιφερειακή Επιτροπή «Μακεδονίας» του Κ.Κ. Γιουγκοσλαβίας, με επικεφαλής το γραμματέα της Μεθόδιο Σάρλο - Σάτοροφ, δήλωσε ότι εγκαταλείπει το Κ.Κ.Γ. και ότι στο εξής ανήκει στο Κ.Κ. Βουλγαρίας. Ο Τίτο, για να αναπληρώσει το κενό που δημιουργήθηκε, προχώρησε στην τοποθέτηση, τον Αύγουστο του 1941, στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, νέας περιφερειακής επιτροπής του Κ.Κ. Γιουγκοσλαβίας, με γραμματέα της τον Λαζάρ Κολισέφσκι. Παρ' όλα αυτά όμως οι κομμουνιστές της περιοχής, στελέχη και μέλη, εξακολουθούσαν να αναγνωρίζουν μόνο την παλιά περιφερειακή επιτροπή και να θεωρούν ότι ανήκουν στο βουλγαρικό και όχι το Γιουγκοσλαβικό ΚΚ. Και χρειάστηκε κατόπιν αυτού ο Τίτο, το Σεπτέμβριο του 1941, να αποκηρύξει δημόσια τον Σάρλο, ο οποίος δεν ήταν και τυχαίος: υπήρξε από τα πλέον γνωστά στελέχη της κομμουνιστικής διεθνούς και είχε μεταβεί στην περιοχή των Σκοπίων, για να αναλάβει την καθοδήγηση της Περιφερειακής Επιτροπής «Μακεδονίας» του Κ.Κ.Γιουγκοσλαβίας, με απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομιτέρν.
Η αποστολή του Τέμπο
Η κατάσταση άλλαξε μόνο προς το καλοκαίρι του 1943, όταν ο Τέμπο, που στάλθηκε στα Σκόπια από τον Τίτο στις αρχές εκείνου του χρόνου, άρχισε να προπαγανδίζει τη νέα θέση του Κ.Κ.Γιουγκοσλαβίας, που θεωρούσε τους «Μακεδόνες» ως μια νέα ισότιμη εθνότητα, μεταξύ όλων των άλλων εθνοτήτων που κατοικούσαν στη Γιουγκοσλαβία. Εκείνο το καλοκαίρι του 1943, άρχισαν να οργανώνονται και τα πρώτα ανταρτικά τμήματα στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Και με πολύ μικρό αριθμό παρτιζάνων (σε μια εποχή που στην ελληνική Μακεδονία είχε φουντώσει το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα και χιλιάδες αντάρτες στελέχωναν τον ΕΛΑΣ), δημιουργήθηκε ο «Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός Μακεδονίας» (ΛΑΣΜ).
Τον Οκτώβριο του 1943, το Γενικό Στρατηγείο του ΛΑΣΜ με μανιφέστο του προς το «μακεδονικό λαό», διακήρυξε τα ακόλουθα ως σκοπό του απελευθερωτικού αγώνα:
«Θα εργαστούμε ώστε μαζί με όλους τους λαούς της Γιουγκοσλαβίας να δημιουργήσουμε την αδελφική Ενωση των Νοτιοσλαβικών Λαών, παίρνοντας υπό την αδελφική προστασία μας και τον αδελφικό βουλγαρικό λαό... Ποτέ ώς τώρα, μακεδονικέ λαέ, δεν βρισκόσουν σε καλύτερη κατάσταση και δεν είχες τόσο πολλούς συμμάχους για την πραγματοποίηση του μακροχρόνιου ιδεώδους σου, την ένωση της Μακεδονίας».
Στην έκθεσή του προς την Κ.Ε. του Κ.Κ. Γιουγκοσλαβίας, ο απεσταλμένος της στη Μακεδονία-Κόσοβο-Μετόχιε, αποδίδει την καθυστέρηση ανάπτυξης του ανταρτοπόλεμου στη Γιουγκοσλαβική Μακεδονία, στη «φραξιονιστική πάλη» που είχε αναπτυχθεί το 1942-1943 στην κομματική καθοδήγηση της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας και την καταλογίζει στη γραμμή που εφάρμοζε κάτω από την επίδραση του αντιπροσώπου του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο οποίος είχε σταλεί εκεί μετά από απόφαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
«Για ποιο μακεδονικό έθνος μιλάμε;»
Βλέποντας τον Τίτο να προχωρά ακάθεκτος στην υλοποίηση των σχεδίων του για τη δημιουργία της «Μεγάλης Μακεδονίας», ο βουλγαρικής καταγωγής ηγέτης της Κομμουνιστικής Διεθνούς, Γκιόργκι Δημητρώφ, θέτει ακόμη από τον Απρίλιο του 1944 ερωτήσεις που απεικονίζουν εύγλωττα την ανησυχία του για το πού οδηγούν τα πράγματα οι υπερεθνικιστές του Βελιγραδίου και των Σκοπίων. «Μιλάμε για μακεδονικό έθνος ή για μακεδονικό πληθυσμό, που αποτελείται από Βουλγάρους, Ελληνες και Σέρβους; Υπάρχει μακεδονικό έθνος και εάν ναι, πού και πώς; Μπορεί να υπάρξει Μακεδονία ως ξεχωριστό κράτος ή στο πλαίσιο της ομοσπονδίας των νότιων Σλάβων να βρει την ελευθερία και την κρατική της υπόσταση, ανεξάρτητα από το εθνογραφικό συνονθύλευμα που η ίδια αποτελεί;», ερωτά ο Δημητρώφ, χωρίς φυσικά να λάβει ποτέ απάντηση.
Με βάση τις οδηγίες του Τίτο, συνήλθε στις 2 Αυγούστου 1944, στο μοναστήρι Πρόχορ Πτσίνσκι, η ιδρυτική σύνοδος του «Αντιφασιστικού Συμβουλίου Λαϊκής Απελευθέρωσης Μακεδονίας» (ASNOM). Στο «μανιφέστο προς το μακεδονικό λαό» που εκδόθηκε στο τέλος της συνόδου αυτής, μεταξύ άλλων τονίζονταν πως: «...εκκινώντας από τα αιώνια ιδεώδη του μακεδονικού λαού, η πρώτη μακεδονική λαϊκή εθνοσυνέλευση διακηρύττει μπροστά σε όλο τον κόσμο τη δίκαιη και ακλόνητη θέλησή της «για την ένωση ολόκληρου του μακεδονικού λαού».
Στην αρχή, υπό την επιρροή και του Δημητρώφ, ο Ιωσήφ Στάλιν θα εξοργιστεί από τα μεγαλοκρατικά σχέδια της γιουγκοσλαβικής ηγεσίας. Και στις 10 Ιανουαρίου 1945, θα χαρακτηρίσει «απερίσκεπτες» τις προσπάθειες του Τίτο να αποσπάσει στο κράτος του όχι μόνον την ελληνική Μακεδονία, αλλά και ολόκληρη την Αλβανία, όπως επίσης και κομμάτια από την Ουγγαρία και την Αυστρία. «Δεν μου αρέσει η συμπεριφορά τους... στο Βελιγράδι, δεν καταλαβαίνουν», σημείωνε ο σοβιετικός ηγέτης. Αργότερα όμως ο Στάλιν θα δικαιολογήσει τις πρωτοβουλίες του Τίτο για τη δημιουργία τεχνητής «μακεδονικής εθνότητας», φέρνοντας ως παράδειγμα κάτι αντίστοιχο που και ο ίδιος είχε εφαρμόσει, κατασκευάζοντας εκ του μη όντως εθνότητα Λευκορώσων: «Το ότι δεν έχει αναπτυχθεί ακόμη εκεί μακεδονική συνείδηση, αυτό δεν σημαίνει τίποτα. Και στη Λευκορωσία δεν υπήρχε τέτοια συνείδηση όταν την ανακηρύξαμε σοβιετική δημοκρατία, σήμερα όμως υπάρχει λευκορωσικός λαός», δήλωνε ο Στάλιν σε συνάντηση, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 7 Ιουνίου 1946 στη βίλα του, στη Μόσχα, με συμμετοχή βουλγαρικής αντιπροσωπείας, υπό τον Γκ. Δημητρώφ και γιουγκοσλαβικής υπό τον Τίτο.
Για την υλοποίηση των επεκτατικών σχεδίων του Τίτο, η Γιουγκοσλαβία εκβίασε το σχηματισμό στις μονάδες του ΕΛΑΣ των δύο σλαβομακεδονικών ταγμάτων (Βίτσι και Καϊμακτσαλάν) τον Ιούλιο και Αύγουστο 1944, αρχίζοντας μία έντονη προπαγανδιστική δραστηριότητα στις περιοχές των Ελλήνων σλαβόφωνων. Ευτυχώς, οι ηγεσίες του ελληνικού αντιστασιακού κινήματος και κυρίως του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αντιλήφθηκαν εγκαίρως τις πραγματικές επιδιώξεις του Τίτο και των οργάνων του. Λαμβάνοντας αυστηρά μέτρα επιτήρησης των συνόρων και περιορισμού των αυτονομιστικών δραστηριοτήτων. Οπότε και πάλι με εντολή από τη Γιουγκοσλαβία, σκηνοθετήθηκε στο δεύτερο δεκαήμερο του Οκτωβρίου 1944 η υπό τον Γκότσε «εξέγερση» και το πέρασμα των δύο ταγμάτων του ΕΛΑΣ στα Σκόπια και την οργάνωσή τους εκεί σε ταξιαρχία του γιουγκοσλαβικού στρατού.
*Δημοσιογράφος-συγγραφέας, τ. γενικός διευθυντής του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, συγγραφέας του βιβλίου «Τα παρασκήνια του Μακεδονικού ζητήματος»