→Ο Ταγίπ Ερντογάν
υποστηρίζει ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Twitter, Facebook,
YouTube) έχουν γίνει «εργαλεία» στα χέρια των εχθρών του, που σχεδιάζουν
την ανατροπή του
Της Ελλης Πάνου
Συνταγματικό Δικαστήριο και Ταγίπ Ερντογάν αναμετρούν τις δυνάμεις τους. Με ευθείες βολές έναντι αλλήλων, η διαμάχη μεταξύ των ανώτατων δικαστικών και του Τούρκου πρωθυπουργού εξελίσσεται σε μια επικίνδυνη κατά μέτωπο αντιπαράθεση εν όψει και των επικείμενων προεδρικών εκλογών. Πρώτα ήταν η μάχη για τη λειτουργία ή όχι του twitter, με το Δικαστήριο να αποφασίζει κόντρα στις επιθυμίες του Ερντογάν και να διατάσσει την επαναλειτουργία του ιστότοπου. Και την περασμένη Παρασκευή, συνεχίζοντας τον «πόλεμο», ανακοίνωσε ότι ακυρώνει «εν μέρει» τον εξαιρετικά αμφιλεγόμενο νόμο για τη δικαστική μεταρρύθμιση -που έχει τεθεί από τον Φεβρουάριο σε ισχύ με την υπογραφή του πρόεδρου της χώρας, Αμπντουλάχ Γκιουλ- και κυρίως τα άρθρα που δίνουν διευρυμένες εξουσίες στον υπουργό Δικαιοσύνης.
Παρότι η κυβέρνηση δήλωσε αρχικά ότι διαφωνεί μεν, αλλά θα συμμορφωθεί με την απόφαση, στη συνέχεια ο Ταγίπ Ερντογάν εξαπέλυσε πάλι την επίθεσή του: «Εάν κάποιος θέλει να αναμειχθεί στην πολιτική», διακήρυξε, «τότε να σηκωθεί από την καρέκλα του, να βγάλει την τήβεννο και να αρχίσει να ασκεί πολιτική». «Απλώς κάνουμε τη δουλειά μας και τηρούμε το Σύνταγμα», ήταν η ψύχραιμη απάντηση του Δικαστηρίου, που ρίχνοντας κι άλλο λάδι στη φωτιά άνοιξε επίσημο λογαριασμό στο Twitter, ο οποίος μέσα σχεδόν σε μία ημέρα απέκτησε 30.000 followers!
Παρά την πρόσφατη νίκη του στις κάλπες και τις διακηρύξεις για μετεκλογική ενότητα, ο Ταγίπ Ερντογάν συνεχίζει να συμπεριφέρεται σαν να είναι περικυκλωμένος από εχθρούς. Μιλώντας το Σάββατο στα εγκαίνια εργοστασίου στην Κωνσταντινούπολη, επιτέθηκε πάλι με οργή στους απανταχού «συνωμότες». Επέκρινε τους διαδηλωτές του πάρκου Γκεζί ειρωνευόμενος τις «περιβαλλοντικές» τους περγαμηνές και κίνητρα και χαρακτήρισε πάλι το κίνημα του νέου μεγάλου του εχθρού, του ιμάμη Γκιουλέν, «παράλληλο κράτος», υποστηρίζοντας ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Twitter, Facebook, YouTube) έχουν γίνει «εργαλεία» στα χέρια των εχθρών του, που σχεδιάζουν την ανατροπή του. Ο Τούρκος πρωθυπουργός δεν ξέχασε και τους δικαστές του Συνταγματικού Δικαστηρίου, εκτοξεύοντας εναντίον τους έμμεσες απειλές: «Οι έδρες σας και οι τήβεννοι», είπε, «σας κάνουν να δείχνετε ισχυροί, αλλά κάνουν κακό στη χώρα. Μερικοί μπορεί να σας χειροκροτούν σήμερα, αλλά δεν θα σταθούν στο πλευρό σας αύριο…»
Με την αντιπαράθεση αυτή να κλιμακώνεται, η κρατική μηχανή συνεχίζει το έργο της φίμωσης των «εχθρών» του Ερντογάν. Οι μυστικές υπηρεσίες (ΜΙΤ), για παράδειγμα, υπέβαλαν μηνύσεις εναντίον δημοσιογράφων επειδή «προσέβαλαν και συκοφάντησαν την υπηρεσία και τον αρχηγό της». Δεν είναι τυχαίο ότι μεταξύ των «κατηγορουμένων» από τη ΜΙΤ είναι κι ένας από τους τρεις ιδρυτές της οργάνωσης Xizmet, του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, στον οποίο αποδίδει ο Ερντογάν όλες τις πρόσφατες αποκαλύψεις που συγκλόνισαν την κυβέρνησή του και απείλησαν την παντοκρατορία του. Μια παρόμοια κίνηση έκανε και το υπουργείο Εσωτερικών, που ζήτησε από δικαστήριο ποινή φυλάκισης ένα έως τέσσερα χρόνια για διακεκριμένο δημοσιογράφο της αντιπολιτευόμενης εφημερίδας «Taraf», επειδή ξεστόμισε «προσβλητικά σχόλια» κατά του υπουργού Εσωτερικών.
Της Ελλης Πάνου
Συνταγματικό Δικαστήριο και Ταγίπ Ερντογάν αναμετρούν τις δυνάμεις τους. Με ευθείες βολές έναντι αλλήλων, η διαμάχη μεταξύ των ανώτατων δικαστικών και του Τούρκου πρωθυπουργού εξελίσσεται σε μια επικίνδυνη κατά μέτωπο αντιπαράθεση εν όψει και των επικείμενων προεδρικών εκλογών. Πρώτα ήταν η μάχη για τη λειτουργία ή όχι του twitter, με το Δικαστήριο να αποφασίζει κόντρα στις επιθυμίες του Ερντογάν και να διατάσσει την επαναλειτουργία του ιστότοπου. Και την περασμένη Παρασκευή, συνεχίζοντας τον «πόλεμο», ανακοίνωσε ότι ακυρώνει «εν μέρει» τον εξαιρετικά αμφιλεγόμενο νόμο για τη δικαστική μεταρρύθμιση -που έχει τεθεί από τον Φεβρουάριο σε ισχύ με την υπογραφή του πρόεδρου της χώρας, Αμπντουλάχ Γκιουλ- και κυρίως τα άρθρα που δίνουν διευρυμένες εξουσίες στον υπουργό Δικαιοσύνης.
Παρότι η κυβέρνηση δήλωσε αρχικά ότι διαφωνεί μεν, αλλά θα συμμορφωθεί με την απόφαση, στη συνέχεια ο Ταγίπ Ερντογάν εξαπέλυσε πάλι την επίθεσή του: «Εάν κάποιος θέλει να αναμειχθεί στην πολιτική», διακήρυξε, «τότε να σηκωθεί από την καρέκλα του, να βγάλει την τήβεννο και να αρχίσει να ασκεί πολιτική». «Απλώς κάνουμε τη δουλειά μας και τηρούμε το Σύνταγμα», ήταν η ψύχραιμη απάντηση του Δικαστηρίου, που ρίχνοντας κι άλλο λάδι στη φωτιά άνοιξε επίσημο λογαριασμό στο Twitter, ο οποίος μέσα σχεδόν σε μία ημέρα απέκτησε 30.000 followers!
Παρά την πρόσφατη νίκη του στις κάλπες και τις διακηρύξεις για μετεκλογική ενότητα, ο Ταγίπ Ερντογάν συνεχίζει να συμπεριφέρεται σαν να είναι περικυκλωμένος από εχθρούς. Μιλώντας το Σάββατο στα εγκαίνια εργοστασίου στην Κωνσταντινούπολη, επιτέθηκε πάλι με οργή στους απανταχού «συνωμότες». Επέκρινε τους διαδηλωτές του πάρκου Γκεζί ειρωνευόμενος τις «περιβαλλοντικές» τους περγαμηνές και κίνητρα και χαρακτήρισε πάλι το κίνημα του νέου μεγάλου του εχθρού, του ιμάμη Γκιουλέν, «παράλληλο κράτος», υποστηρίζοντας ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Twitter, Facebook, YouTube) έχουν γίνει «εργαλεία» στα χέρια των εχθρών του, που σχεδιάζουν την ανατροπή του. Ο Τούρκος πρωθυπουργός δεν ξέχασε και τους δικαστές του Συνταγματικού Δικαστηρίου, εκτοξεύοντας εναντίον τους έμμεσες απειλές: «Οι έδρες σας και οι τήβεννοι», είπε, «σας κάνουν να δείχνετε ισχυροί, αλλά κάνουν κακό στη χώρα. Μερικοί μπορεί να σας χειροκροτούν σήμερα, αλλά δεν θα σταθούν στο πλευρό σας αύριο…»
Με την αντιπαράθεση αυτή να κλιμακώνεται, η κρατική μηχανή συνεχίζει το έργο της φίμωσης των «εχθρών» του Ερντογάν. Οι μυστικές υπηρεσίες (ΜΙΤ), για παράδειγμα, υπέβαλαν μηνύσεις εναντίον δημοσιογράφων επειδή «προσέβαλαν και συκοφάντησαν την υπηρεσία και τον αρχηγό της». Δεν είναι τυχαίο ότι μεταξύ των «κατηγορουμένων» από τη ΜΙΤ είναι κι ένας από τους τρεις ιδρυτές της οργάνωσης Xizmet, του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, στον οποίο αποδίδει ο Ερντογάν όλες τις πρόσφατες αποκαλύψεις που συγκλόνισαν την κυβέρνησή του και απείλησαν την παντοκρατορία του. Μια παρόμοια κίνηση έκανε και το υπουργείο Εσωτερικών, που ζήτησε από δικαστήριο ποινή φυλάκισης ένα έως τέσσερα χρόνια για διακεκριμένο δημοσιογράφο της αντιπολιτευόμενης εφημερίδας «Taraf», επειδή ξεστόμισε «προσβλητικά σχόλια» κατά του υπουργού Εσωτερικών.