Άρθρο με τίτλο «Η Ελλάδα θέλει να διαδραματίσει νέο ενεργειακό ρόλο»,
στο οποίο χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι «Όσο καιρό η Ευρώπη ασχολείτο με
το τι πρόκειται να συμβεί αν η Ρωσία αποφάσιζε να κλείσει την βαλβίδα
παροχής φυσικού αερίου, η Αθήνα φαίνεται ότι αποφάσισε πως είναι η
κατάλληλη στιγμή για να προωθήσει ένα νέο ενεργειακό ρόλο», «φιλοξενεί»
στη διαδικτυακή του έκδοση το αμερικανικό περιοδικό «Forbes».Στο κείμενο, που υπογράφεται από τον Christopher Coates, αναφέρεται
ότι το «ελληνικό υπουργείο Ενέργειας προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό για την
κατασκευή αγωγού που θα μεταφέρει στις ευρωπαϊκές αγορές περίπου 8
εκατ. κυβικά μέτρα αερίου από θαλάσσιες περιοχές, που ελέγχονται από την
Κύπρο και το Ισραήλ».Ο αρθρογράφος επικαλείται στοιχεία του πρακτορείου Reuters, σύμφωνα
με τα οποία, ο αγωγός IGI-Poseidon θα συνδέει το ισραηλινό οικόπεδο
Leviathan με την Ευρώπη μέσω Ελλάδας και διαχειριστές θα είναι η ιταλική
Edison και η ελληνική ΔΕΠΑ.
Στο άρθρο σημειώνεται ότι «τα τελευταία τρία χρόνια η Αθήνα επικέντρωσε τις προσπάθειές της στη συμμετοχή της στον πρόσφατο ενεργειακό πυρετό που έχει καταλάβει την Ανατολική Μεσόγειο. Θέλει να γίνει κόμβος για τα κυπριακά και ισραηλινά κοιτάσματα φυσικού αερίου, αλλά και παραγωγός η ίδια. Ο δεύτερος ρόλος, που περιλαμβάνει έρευνες με ενδείξεις για κοιτάσματα κοντά στην Κρήτη, δεν έχει αποφέρει ιδιαίτερα αποτελέσματα, πέραν της πολιτικής ρητορικής. Όμως οι φιλοδοξίες της χώρας ως διαμετακομιστού ίσως έχουν δυνατότητες να πραγματοποιηθούν».
Σε ό,τι αφορά το «προφίλ» του έργου, ο Chr. Coates αναφέρει ότι, ο αγωγός θα αποτελέσει την πρώτη διαθέσιμη επιλογή για τις εξαγωγές του Ισραήλ εδώ και καιρό.
Το 40% των συμφωνιών που ανακοινώθηκαν πρόσφατα, αφορούν πωλήσεις στο εξωτερικό. Μέχρι τώρα, πάντως, ήταν τοπικού χαρακτήρα, αφού περιλάμβαναν πωλήσεις στην Ιορδανία και σε παλαιστινιακές εγκαταστάσεις, ενώ διεξάγονται συνομιλίες με Αίγυπτο και Τουρκία.
«Για την Ελλάδα, ένας επιτυχημένος αγωγός θα την βοηθούσε να χαράξει έναν ενεργειακό ρόλο στην περιοχή, που τον επιδιώκει καιρό», τονίζει.
«Η γραμμή μεταφοράς θα συνδέσει απευθείας τα τεράστια υποθαλάσσια κοιτάσματα της Αν. Μεσογείου με την ευρωπαϊκή αγορά που επιδιώκει να διαφοροποιήσει τις προμήθειές της σε ενέργεια, κεντρικός στόχος από το 2009, όταν η Ρωσία διέκοψε τις εξαγωγές της προς την Ουκρανία, προκαλώντας ελλείψεις στην Αν. Ευρώπη. Από τότε η Ευρώπη αναζητεί άλλες επιλογές, όπως την αύξηση της εσωτερικής της παραγωγής και την ενθάρρυνση των ανανεώσιμων, ώστε να μειώσει την εξάρτησή της από τη Ρωσία. Αν και σχετικά επιτυχημένες, οι προσπάθειες αυτές αντιμετώπισαν προβλήματα, όπως η μείωση των επενδύσεων στις ανανεώσιμες και η αναταραχή στις χώρες της Β. Αφρικής. Το ζήτημα επανήλθε στο προσκήνιο, όταν η ένταση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας κατέδειξε τον βαθμό της εξάρτησης των Ευρωπαίων από τα ρωσικά κοιτάσματα.
Μήνες πριν από την πρόσφατη κρίση στην Ουκρανία, το ελληνικό σχέδιο έλαβε την ψήφο εμπιστοσύνης της Ευρ. Επιτροπής, όταν επελέγη ως ένα από τα Έργα Κοινού Συμφέροντος (PCI), εξασφαλίζοντας έτσι πρόσβαση σε διαθέσιμα κονδύλια ύψους 8,13 δισ. Δολαρίων» αναφέρεται στο άρθρο και προστίθεται:
Ο αρθρογράφος, ωστόσο, εκτιμά ότι «το έργο αντιμετωπίζει προκλήσεις για δύο λόγους: πρώτον και κύριον –λέει- ο αγωγός θα διέρχεται από διαμφισβητούμενα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ύδατα. Η Άγκυρα, που ήδη ανησυχεί από την πρόοδο της Κύπρου στην έρευνα και εκμετάλλευση του φυσικού αερίου στην περιοχή, ενδεχομένως θα είναι δύσκολο να πειστεί να συμμετάσχει, ιδίως αν ο αγωγός παρακάμπτει άλλους που έχουν προτείνει οι Τούρκοι. Οι συνομιλίες για την επανένωση της νήσου γεννούν ελπίδες ότι θα διευθετηθεί και το ζήτημα της διανομής των κερδών από το φυσικό αέριο, αν και η σύντομη επίλυση του Κυπριακού ίσως να αποτελεί ευσεβή πόθο.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο, κατά τον κειμενογράφο, το έργο δείχνει δύσκολο στην υλοποίησή του, είναι οικονομικός.
«Ο ελληνικός αγωγός ίσως αντιμετωπίσει προβλήματα χρηματοδότησης» σημειώνει και διευκρινίζει: «Αν και η πρόσβαση στα κονδύλια της ΕΕ θα προσφέρει κάποια στήριξη, η εξασφάλιση πλήρους χρηματοδότησης για ένα ακριβό έργο (ιδίως αν ληφθεί υπόψη το βάθος του αγωγού), ίσως αποδειχθεί δύσκολη. Τόσο η Ελλάδα, όσο και η Κύπρος λυγίζουν ακόμη κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσης. Για την Ελλάδα, που εισέρχεται στο έκτο χρόνο της ύφεσης, η προσέλκυση των απαραίτητων επενδύσεων θα είναι δύσκολη υπόθεση, ίσως αδύνατη χωρίς την αταλάντευτη υποστήριξη της Ευρώπης και άλλων διεθνών πιστωτών».
Πηγή: Ημερησία
http://www.imerisia.gr
Στο άρθρο σημειώνεται ότι «τα τελευταία τρία χρόνια η Αθήνα επικέντρωσε τις προσπάθειές της στη συμμετοχή της στον πρόσφατο ενεργειακό πυρετό που έχει καταλάβει την Ανατολική Μεσόγειο. Θέλει να γίνει κόμβος για τα κυπριακά και ισραηλινά κοιτάσματα φυσικού αερίου, αλλά και παραγωγός η ίδια. Ο δεύτερος ρόλος, που περιλαμβάνει έρευνες με ενδείξεις για κοιτάσματα κοντά στην Κρήτη, δεν έχει αποφέρει ιδιαίτερα αποτελέσματα, πέραν της πολιτικής ρητορικής. Όμως οι φιλοδοξίες της χώρας ως διαμετακομιστού ίσως έχουν δυνατότητες να πραγματοποιηθούν».
Σε ό,τι αφορά το «προφίλ» του έργου, ο Chr. Coates αναφέρει ότι, ο αγωγός θα αποτελέσει την πρώτη διαθέσιμη επιλογή για τις εξαγωγές του Ισραήλ εδώ και καιρό.
Το 40% των συμφωνιών που ανακοινώθηκαν πρόσφατα, αφορούν πωλήσεις στο εξωτερικό. Μέχρι τώρα, πάντως, ήταν τοπικού χαρακτήρα, αφού περιλάμβαναν πωλήσεις στην Ιορδανία και σε παλαιστινιακές εγκαταστάσεις, ενώ διεξάγονται συνομιλίες με Αίγυπτο και Τουρκία.
«Για την Ελλάδα, ένας επιτυχημένος αγωγός θα την βοηθούσε να χαράξει έναν ενεργειακό ρόλο στην περιοχή, που τον επιδιώκει καιρό», τονίζει.
«Η γραμμή μεταφοράς θα συνδέσει απευθείας τα τεράστια υποθαλάσσια κοιτάσματα της Αν. Μεσογείου με την ευρωπαϊκή αγορά που επιδιώκει να διαφοροποιήσει τις προμήθειές της σε ενέργεια, κεντρικός στόχος από το 2009, όταν η Ρωσία διέκοψε τις εξαγωγές της προς την Ουκρανία, προκαλώντας ελλείψεις στην Αν. Ευρώπη. Από τότε η Ευρώπη αναζητεί άλλες επιλογές, όπως την αύξηση της εσωτερικής της παραγωγής και την ενθάρρυνση των ανανεώσιμων, ώστε να μειώσει την εξάρτησή της από τη Ρωσία. Αν και σχετικά επιτυχημένες, οι προσπάθειες αυτές αντιμετώπισαν προβλήματα, όπως η μείωση των επενδύσεων στις ανανεώσιμες και η αναταραχή στις χώρες της Β. Αφρικής. Το ζήτημα επανήλθε στο προσκήνιο, όταν η ένταση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας κατέδειξε τον βαθμό της εξάρτησης των Ευρωπαίων από τα ρωσικά κοιτάσματα.
Μήνες πριν από την πρόσφατη κρίση στην Ουκρανία, το ελληνικό σχέδιο έλαβε την ψήφο εμπιστοσύνης της Ευρ. Επιτροπής, όταν επελέγη ως ένα από τα Έργα Κοινού Συμφέροντος (PCI), εξασφαλίζοντας έτσι πρόσβαση σε διαθέσιμα κονδύλια ύψους 8,13 δισ. Δολαρίων» αναφέρεται στο άρθρο και προστίθεται:
Ο αρθρογράφος, ωστόσο, εκτιμά ότι «το έργο αντιμετωπίζει προκλήσεις για δύο λόγους: πρώτον και κύριον –λέει- ο αγωγός θα διέρχεται από διαμφισβητούμενα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ύδατα. Η Άγκυρα, που ήδη ανησυχεί από την πρόοδο της Κύπρου στην έρευνα και εκμετάλλευση του φυσικού αερίου στην περιοχή, ενδεχομένως θα είναι δύσκολο να πειστεί να συμμετάσχει, ιδίως αν ο αγωγός παρακάμπτει άλλους που έχουν προτείνει οι Τούρκοι. Οι συνομιλίες για την επανένωση της νήσου γεννούν ελπίδες ότι θα διευθετηθεί και το ζήτημα της διανομής των κερδών από το φυσικό αέριο, αν και η σύντομη επίλυση του Κυπριακού ίσως να αποτελεί ευσεβή πόθο.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο, κατά τον κειμενογράφο, το έργο δείχνει δύσκολο στην υλοποίησή του, είναι οικονομικός.
«Ο ελληνικός αγωγός ίσως αντιμετωπίσει προβλήματα χρηματοδότησης» σημειώνει και διευκρινίζει: «Αν και η πρόσβαση στα κονδύλια της ΕΕ θα προσφέρει κάποια στήριξη, η εξασφάλιση πλήρους χρηματοδότησης για ένα ακριβό έργο (ιδίως αν ληφθεί υπόψη το βάθος του αγωγού), ίσως αποδειχθεί δύσκολη. Τόσο η Ελλάδα, όσο και η Κύπρος λυγίζουν ακόμη κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσης. Για την Ελλάδα, που εισέρχεται στο έκτο χρόνο της ύφεσης, η προσέλκυση των απαραίτητων επενδύσεων θα είναι δύσκολη υπόθεση, ίσως αδύνατη χωρίς την αταλάντευτη υποστήριξη της Ευρώπης και άλλων διεθνών πιστωτών».
Πηγή: Ημερησία
http://www.imerisia.gr