Το παρελθόν εκδικείται τον Τούρκο πρωθυπουργό. Οι πάλαι ποτέ σύμμαχοι
στρέφονται εναντίον του με πρακτικές που ο ίδιος χρησιμοποίησε σε
παλαιότερες εκλογές. Η διαφθορά και η μάχη εξουσίας στο ισλαμιστικό
κίνημα και ο κίνδυνος κατάρρευσης.
Βρίσκεται όμως, σε δεινή θέση και το ίδιο ισχύει για την Τουρκία. Η μάχη ισχύος
μεταξύ του νέο-ισλαμικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) και
των μέχρι πρότινος συμμάχων του στην σκιώδη ισλαμιστική κίνηση του
Φετουλάχ Γκουλέν, ενός ιμάμη με έδρα στις ΗΠΑ, συνταράσσει τη χώρα.
Η άνευ ορίων μάχη με τους υποστηρικτές του Γκουλέν ακολουθεί την εξέγερση του προηγούμενου καλοκαιριού, όταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν εναντίον του θρησκόληπτου πατερναλισμού του κ. Ερντογάν – και των αυξανόμενων ενδείξεων διαφθοράς που αγγίζουν πλέον τον στενό του κύκλο. Αναδιοργανώνοντας τα καθήκοντα χιλιάδων αστυνομικών και δεκάδων δικαστών, ο πρωθυπουργός κατάφερε να καθυστερήσει τις έρευνες που βγήκαν στο φως το Δεκέμβριο, αλλά δεν κατάφερε να γλιτώσει τέσσερις υπουργούς της κυβέρνησής του.
Ακόμη κι έτσι, ο Ερντογάν εξακολουθεί να είναι η πιο ισχυρή πολιτική προσωπικότητα της Τουρκίας. Οι αντίπαλοί του στην κοσμική αντιπολίτευση είναι πολιτικοί νάνοι. Παρόλα αυτά, το ανάστημά του Ερντογάν τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας όσο και στο εξωτερικό έχει πληγεί ανεπανόρθωτα. Πως έφτασε όμως, σε αυτό το σημείο;
Ο κ. Ερντογάν βρίσκεται για πολύ μεγάλο διάστημα στην εξουσία. Η τελευταία του εκλογική νίκη – η τρίτη στη σειρά- τον Ιούνιο του 2011 πήρε τη μορφή χιονοστιβάδας. Και υπάρχουν σοβαροί λόγοι για αυτό. Το ΑΚΡ αναρριχήθηκε στην εξουσία μετά από μία παρατεταμένη περίοδο πολιτικών διαμαχών και οικονομικού χάους. Κατά τη δεκαετία Ερντογάν, η Τουρκία επανεμφανίστηκε ως ισχυρός παίκτης της περιοχής. Η οικονομία της αναπτύχθηκε σχεδόν με την ταχύτητα της Κίνας δημιουργώντας πλούτο, καλύτερο σύστημα υγείας, σχολεία και δρόμους. Μία νέα γενιά επιχειρηματιών, οι «Τίγρεις της Ανατολής» ενισχύθηκαν ενάντια σε μία χούφτα επιχειρηματικών ομίλων.
Το νέο ΑΚΡ δημιουργήθηκε από τις στάχτες των δύο απαγορευμένων ισλαμικών κομμάτων, σε μία μουσουλμανική εκδοχή των Χριστιανοδημοκρατών και παραμέρισε την κοσμική ελίτ που κυριαρχούσε στη Δημοκρατία που είχε δημιουργήσει ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Δεν υπήρξε αιματοχυσία, αλλά δεν εφαρμόστηκαν και οι κανόνες πυγμαχίας του Μαρκήσιου του Κουίνσμπερι.
Ο τρόπος με τον οποίο παραμερίστηκαν οι ελίτ, από τον στρατό μέχρι τους μεγιστάνες, αποκαλύπτει πόσο ευάλωτοι είναι οι τουρκικοί θεσμοί και αμφισβητεί την ακεραιότητα του κράτους δικαίου. Τότε η κυβέρνηση, είχε συνεργαστεί με τους Γκουλενιστές επιθεωρητές και δικαστές για να συντρίψει τους στρατηγούς και τους κεμαλιστές συμμάχους τους, καταστρατηγώντας ορισμένες φορές το νόμο.
Από την στιγμή όμως, που ο στρατός έγινε εξουδετερώθηκε, τότε ο κ. Ερντογάν άρχισε θα θέτει όρια στις φιλοδοξίες των Γκουλενιστών που ήθελαν να καταλάβουν θεσμούς της χώρας. Αυτός ο πολιορκητικός κριός μετατράπηκε σε μπούμερανγκ. Οι απατεώνες στρέφονται τώρα εναντίον του αφεντικού και μάλιστα σε τέτοιο σημείο που ο κ. Ερντογάν καλεί τώρα τους Κεμαλιστές και τους ηγέτες της αντιπολίτευσης να μιλήσουν για το πώς εκείνοι επλήγησαν με κόλπα όπως ταινίες σεξουαλικού περιεχομένου που αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο ενόψει των τελευταίων εκλογών.
Παραδόξως, ο κ. Ερντογάν, προέδρευσε σε μία γνήσια, αν και ατελή, συνταγματική επανάσταση που καθοδηγήθηκε από τον στόχο ένταξης στην ΕΕ. Από την στιγμή όμως, που κράτη-μέλη όπως η Γερμανία και η Γαλλία εναντιώθηκαν στο ενδεχόμενο τουρκικής ένταξης, η Ευρώπη δεν αποτελεί πλέον κινητήριο δύναμη μεταρρυθμίσεων. Οι επιπλήξεις από τις Βρυξέλλες καθώς ο κ. Ερντογάν βάζει χειροπέδες στο διαδίκτυο, μπλοκάρει τη δικαστική εξουσία και δίνει άδεια σε κατασκόπους να παρακολουθούν, δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα σε μία χώρα που η ΕΕ έχει αποφασίσει ότι θα κρατήσει εκτός. «Αυτός είναι πόλεμος ανεξαρτησίας» βροντοφώναξε ο ίδιος αυτή την εβδομάδα και συμπλήρωσε: «και το έθνος μου θα έχει την τελευταία λέξη».
Το πρόβλημα συνοψίζεται στην άποψη που έχει ο Ερντογάν για τον εαυτό του. Δεδομένου ότι πρακτικά δεν έχει κανέναν θεσμικό ή πολιτικό έλεγχο στην εξουσία που ασκεί, δεν ακούει κανέναν άλλο από τον εαυτό του. Θεωρεί ότι η απαράμιλλη επιτυχία του στην κάλπη – η οποία θα δοκιμαστεί στις περιφερειακές εκλογές του Μαρτίου και στις προεδρικές εκλογές που θα γίνουν το καλοκαίρι – είναι ουσιαστικά δημοψήφισμα για την προσωπικότητά του.
Το ισλαμικό του ένστικτο, παρότι βγαίνει περισσότερο στην επιφάνεια, δεν θα είναι ο αποφασιστικός παράγοντας. Τα τουρκικά κόμματα έχουν υιοθετήσει την αντίληψη που κυριαρχεί μετά την Οθωμανική αυτοκρατορία, ότι ο νικητής παίρνει τα πάντα. Έτσι, είναι πιθανό για παράδειγμα, το ΑΚΡ να χάσει την εκλογική μάχη για την Κωνσταντινούπολη – τη θέση που εξαρχής έφερε τον ίδιο τον Ερντογάν στο προσκήνιο. Κι ενώ αυτό μπορεί να σηματοδοτεί την αρχή του τέλους, ο υποψήφιος των Κεμαλιστών, Μουσταφά Σαριγκούλ είναι καθρέφτης του Ερντογάν.
Ακόμη κι αν δεν τον νικήσει κανείς στις εκλογές, τα πράγματα μπορεί να έχουν άσχημη τροπή. Εάν ο κ. Ερντογάν συνεχίσει να επιτίθεται σε φανταστικές συνωμοσίες τότε η εμπιστοσύνη στην Τουρκία μπορεί να καταρρεύσει. Εν τω μεταξύ, η μάχη θα μεταφερθεί στους κόλπους των Ισλαμιστών, όπου θα διαπιστωθεί πόσοι πραγματικά θέλουν να σώσουν το ΑΚΡ από τις ιδιοτροπίες ενός ανδρός ή εάν – όπως υπονόησε και ο συνιδρυτής του κόμματος – το σχέδιο Ερντογάν καταρρεύσει.
Η άνευ ορίων μάχη με τους υποστηρικτές του Γκουλέν ακολουθεί την εξέγερση του προηγούμενου καλοκαιριού, όταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν εναντίον του θρησκόληπτου πατερναλισμού του κ. Ερντογάν – και των αυξανόμενων ενδείξεων διαφθοράς που αγγίζουν πλέον τον στενό του κύκλο. Αναδιοργανώνοντας τα καθήκοντα χιλιάδων αστυνομικών και δεκάδων δικαστών, ο πρωθυπουργός κατάφερε να καθυστερήσει τις έρευνες που βγήκαν στο φως το Δεκέμβριο, αλλά δεν κατάφερε να γλιτώσει τέσσερις υπουργούς της κυβέρνησής του.
Ακόμη κι έτσι, ο Ερντογάν εξακολουθεί να είναι η πιο ισχυρή πολιτική προσωπικότητα της Τουρκίας. Οι αντίπαλοί του στην κοσμική αντιπολίτευση είναι πολιτικοί νάνοι. Παρόλα αυτά, το ανάστημά του Ερντογάν τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας όσο και στο εξωτερικό έχει πληγεί ανεπανόρθωτα. Πως έφτασε όμως, σε αυτό το σημείο;
Ο κ. Ερντογάν βρίσκεται για πολύ μεγάλο διάστημα στην εξουσία. Η τελευταία του εκλογική νίκη – η τρίτη στη σειρά- τον Ιούνιο του 2011 πήρε τη μορφή χιονοστιβάδας. Και υπάρχουν σοβαροί λόγοι για αυτό. Το ΑΚΡ αναρριχήθηκε στην εξουσία μετά από μία παρατεταμένη περίοδο πολιτικών διαμαχών και οικονομικού χάους. Κατά τη δεκαετία Ερντογάν, η Τουρκία επανεμφανίστηκε ως ισχυρός παίκτης της περιοχής. Η οικονομία της αναπτύχθηκε σχεδόν με την ταχύτητα της Κίνας δημιουργώντας πλούτο, καλύτερο σύστημα υγείας, σχολεία και δρόμους. Μία νέα γενιά επιχειρηματιών, οι «Τίγρεις της Ανατολής» ενισχύθηκαν ενάντια σε μία χούφτα επιχειρηματικών ομίλων.
Το νέο ΑΚΡ δημιουργήθηκε από τις στάχτες των δύο απαγορευμένων ισλαμικών κομμάτων, σε μία μουσουλμανική εκδοχή των Χριστιανοδημοκρατών και παραμέρισε την κοσμική ελίτ που κυριαρχούσε στη Δημοκρατία που είχε δημιουργήσει ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Δεν υπήρξε αιματοχυσία, αλλά δεν εφαρμόστηκαν και οι κανόνες πυγμαχίας του Μαρκήσιου του Κουίνσμπερι.
Ο τρόπος με τον οποίο παραμερίστηκαν οι ελίτ, από τον στρατό μέχρι τους μεγιστάνες, αποκαλύπτει πόσο ευάλωτοι είναι οι τουρκικοί θεσμοί και αμφισβητεί την ακεραιότητα του κράτους δικαίου. Τότε η κυβέρνηση, είχε συνεργαστεί με τους Γκουλενιστές επιθεωρητές και δικαστές για να συντρίψει τους στρατηγούς και τους κεμαλιστές συμμάχους τους, καταστρατηγώντας ορισμένες φορές το νόμο.
Από την στιγμή όμως, που ο στρατός έγινε εξουδετερώθηκε, τότε ο κ. Ερντογάν άρχισε θα θέτει όρια στις φιλοδοξίες των Γκουλενιστών που ήθελαν να καταλάβουν θεσμούς της χώρας. Αυτός ο πολιορκητικός κριός μετατράπηκε σε μπούμερανγκ. Οι απατεώνες στρέφονται τώρα εναντίον του αφεντικού και μάλιστα σε τέτοιο σημείο που ο κ. Ερντογάν καλεί τώρα τους Κεμαλιστές και τους ηγέτες της αντιπολίτευσης να μιλήσουν για το πώς εκείνοι επλήγησαν με κόλπα όπως ταινίες σεξουαλικού περιεχομένου που αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο ενόψει των τελευταίων εκλογών.
Παραδόξως, ο κ. Ερντογάν, προέδρευσε σε μία γνήσια, αν και ατελή, συνταγματική επανάσταση που καθοδηγήθηκε από τον στόχο ένταξης στην ΕΕ. Από την στιγμή όμως, που κράτη-μέλη όπως η Γερμανία και η Γαλλία εναντιώθηκαν στο ενδεχόμενο τουρκικής ένταξης, η Ευρώπη δεν αποτελεί πλέον κινητήριο δύναμη μεταρρυθμίσεων. Οι επιπλήξεις από τις Βρυξέλλες καθώς ο κ. Ερντογάν βάζει χειροπέδες στο διαδίκτυο, μπλοκάρει τη δικαστική εξουσία και δίνει άδεια σε κατασκόπους να παρακολουθούν, δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα σε μία χώρα που η ΕΕ έχει αποφασίσει ότι θα κρατήσει εκτός. «Αυτός είναι πόλεμος ανεξαρτησίας» βροντοφώναξε ο ίδιος αυτή την εβδομάδα και συμπλήρωσε: «και το έθνος μου θα έχει την τελευταία λέξη».
Το πρόβλημα συνοψίζεται στην άποψη που έχει ο Ερντογάν για τον εαυτό του. Δεδομένου ότι πρακτικά δεν έχει κανέναν θεσμικό ή πολιτικό έλεγχο στην εξουσία που ασκεί, δεν ακούει κανέναν άλλο από τον εαυτό του. Θεωρεί ότι η απαράμιλλη επιτυχία του στην κάλπη – η οποία θα δοκιμαστεί στις περιφερειακές εκλογές του Μαρτίου και στις προεδρικές εκλογές που θα γίνουν το καλοκαίρι – είναι ουσιαστικά δημοψήφισμα για την προσωπικότητά του.
Το ισλαμικό του ένστικτο, παρότι βγαίνει περισσότερο στην επιφάνεια, δεν θα είναι ο αποφασιστικός παράγοντας. Τα τουρκικά κόμματα έχουν υιοθετήσει την αντίληψη που κυριαρχεί μετά την Οθωμανική αυτοκρατορία, ότι ο νικητής παίρνει τα πάντα. Έτσι, είναι πιθανό για παράδειγμα, το ΑΚΡ να χάσει την εκλογική μάχη για την Κωνσταντινούπολη – τη θέση που εξαρχής έφερε τον ίδιο τον Ερντογάν στο προσκήνιο. Κι ενώ αυτό μπορεί να σηματοδοτεί την αρχή του τέλους, ο υποψήφιος των Κεμαλιστών, Μουσταφά Σαριγκούλ είναι καθρέφτης του Ερντογάν.
Ακόμη κι αν δεν τον νικήσει κανείς στις εκλογές, τα πράγματα μπορεί να έχουν άσχημη τροπή. Εάν ο κ. Ερντογάν συνεχίσει να επιτίθεται σε φανταστικές συνωμοσίες τότε η εμπιστοσύνη στην Τουρκία μπορεί να καταρρεύσει. Εν τω μεταξύ, η μάχη θα μεταφερθεί στους κόλπους των Ισλαμιστών, όπου θα διαπιστωθεί πόσοι πραγματικά θέλουν να σώσουν το ΑΚΡ από τις ιδιοτροπίες ενός ανδρός ή εάν – όπως υπονόησε και ο συνιδρυτής του κόμματος – το σχέδιο Ερντογάν καταρρεύσει.
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.