27 Φεβρουαρίου 2014

Η γαλλική ιντιφάντα σιγοκαίει στα υποβαθμισμένα προάστια του Παρισιού

Βρετανός ιστορικός επιχειρεί την ανατομία της εξέγερσης τον Νοέμβριο του 2005
Η γαλλική ιντιφάντα σιγοκαίει στα υποβαθμισμένα προάστια του Παρισιού
Η κοσμική Γαλλική Δημοκρατία και ο μουσουλμανικός κόσμος των μεταναστών από τη Βόρεια Αφρική: πίσω από τις εξεγέρσεις στο Παρίσι και στα υποβαθμισμένα προάστια των μεγάλων πόλεων βρίσκεται ακόμη η πικρή ιστορία της σχέσης της Γαλλίας με τις πρώην αποικίες της. Αυτό είναι το θέμα ενός ενδιαφέροντος νέου βιβλίου με τίτλο «Η γαλλική ιντιφάντα» που θα κυκλοφορήσει στις 6 Μαρτίου στη Βρετανία (εκδόσεις Granta). Συγγραφέας; Ο Βρετανός Αντριου Χάσεϊ που ζει και διδάσκει στην άλλη πλευρά της Μάγχης. Οξυδερκής ιστορικός των πολιτισμών και πρύτανης του Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου του Λονδίνου στο Παρίσι (ULIP), παραχώρησε αποκλειστικώς στην εφημερίδα «The Guardian» αποσπάσματα από το βιβλίο του. Οπως τονίζει, ανάμεσα στην ευημερία των αστικών κέντρων και στην απελπισία των μπανλιέ σιγοκαίει η «γαλλική ιντιφάντα».
«Σήμερα η Γαλλία έχει τον μεγαλύτερο μουσουλμανικό πληθυσμό στην Ευρώπη. Αποτελείται από περισσότερους από 5 εκατομμύρια ανθρώπους από τη Βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τον λεγόμενο "Μαύρο Ατλαντικό", τη στενόμακρη λωρίδα γης της Δυτικής Αφρικής, από το Μαλί στη Σενεγάλη. Μια βόλτα γύρω από τον σιδηροδρομικό σταθμό Gare du Nord, όπου σχεδόν όλες αυτές οι εθνικότητες εκπροσωπούνται στον ίδιο μικροσκοπικό, μέχρις ασφυξίας γεμάτο χώρο, δίνει μια ζωντανή εικόνα της ποικιλομορφίας του πληθυσμού και ένα γερό μάθημα στη γαλλική αποικιοκρατική ιστορία» γράφει ο Χάσεϊ.

Ο σταθμός όπου ξέσπασαν ταραχές με νεαρούς μουσουλμάνους μετανάστες τον Μάρτιο του 2007 βρίσκεται στα σύνορα μιας επικράτειας, λέει. Είναι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των άθλιων συνθηκών ζωής στα υποβαθμισμένα προάστια (τα λεγόμενα «μπανλιέ») έξω από την πόλη και της ευρωπαϊκής ευημερίας του κεντρικού Παρισιού. Είναι εκεί όπου οι νεαροί «μπανλιεζάρ» (κάτοικοι των μπανλιέ) περνάνε τις καλύτερες ώρες τους.

«Εδώ έρχονται για να ψωνίσουν, να καπνίσουν, να δείξουν με καμάρι το νέο κινητό τους και να φλερτάρουν - να κάνουν, δηλαδή, ό,τι αρέσει σε όλους τους νέους ανθρώπους σε όλον τον κόσμο»
γράφει ο Χάσεϊ.

«Το Παρίσι είναι τόσο κοντά και τόσο μακριά. Απέχει λίγα βήματα, αλλά από την άποψη της απασχόλησης, της στέγασης, της επιτυχίας στη ζωή είναι για αυτούς τους νεαρούς τόσο απρόσιτο και τόσο μακρινό όσο η Αμερική. Αυτός είναι ο λόγος που ο Gare du Νord είναι σημείο ανάφλεξης. Η ατμόσφαιρα είναι γενικά τεταμένη αλλά συνήθως σταθερή: ο καθένας ξέρει τη θέση του, από την αστυνομία ως τους ντίλερ των ναρκωτικών. Αλλά όταν τα ΜΑΤ χτυπάνε σκληρά, όπως έκαναν πριν από ακριβώς επτά χρόνια, οι νεαροί βλέπουν άλλη μια επίδειξη αποικιοκρατικής δύναμης. Ετσι το σύνθημα «Na'al abouk la France!» («Γ*** τη Γαλλία») είναι επίσης μια κραυγή πόνου και οργής. Εκφράζει προγονικά συναισθήματα απώλειας, ντροπής και τρόμου»
τονίζει ο Χάσεϊ.

«Οι εξεγερμένοι στον σιδηροδρομικό σταθμό ή στα προάστια των μεγάλων γαλλικών πόλεων περιγράφουν συχνά τους εαυτούς τους ως στρατιώτες σε έναν "μακροχρόνιο πόλεμο" κατά της Γαλλίας και της Ευρώπης. Η λεγόμενη "γαλλική ιντιφάντα", το αντάρτικο με την αστυνομία στις παρυφές και στην καρδιά των γαλλικών πόλεων, είναι μόνο η πιο πρόσφατη και πιο δραματική μορφή της εμπλοκής με τον εχθρό»
προσθέτει.

Τον Νοέμβριο του 2005, 18 μήνες πριν από την εξέγερση στον Gare du Nord, τα μπανλιέ του Παρισιού τυλίχθηκαν στις φλόγες της βίας, που για μια θεαματική στιγμή απείλησε να ρίξει τη γαλλική κυβέρνηση. Καταλύτης ήταν μια σειρά  συγκρούσεις μεταξύ νεαρών μεταναστών και της αστυνομίας στο παρισινό υποβαθμισμένο προάστιο του Κλισύ σου Μπουά. Καθώς κλιμακώνονταν οι μάχες μεταξύ της αστυνομίας και των μπανλιεζάρ εκεί ξέσπασαν ταραχές σε μεγάλες πόλεις σε όλη τη Γαλλία. Τότε ήταν που ο όρος «γαλλική ιντιφάντα» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τα ΜΜΕ και από τους ίδιους τους εξεγερμένους.

Ακραία συναισθήματα, φόβος και περιφρόνηση
«Αλλά πίσω από αυτή τη σύγκρουση δεν είναι μόνο η πολιτική ή η θρησκεία. Βρίσκονται επίσης ακραία συναισθήματα. Περισσότερο από τον θάνατο οι περισσότεροι άνθρωποι φοβούνται την εξολόθρευση. Αυτή είναι μια διαδικασία οικεία στους ψυχιάτρους που θεραπεύουν ασθενείς για διαταραχές όπως η σχιζοφρένεια και η κατάθλιψη. Μέρος της διαδικασίας της ψυχικής κατάρρευσης που χαρακτηρίζει αυτές τις ασθένειες είναι η εμπειρία της μερικής ή ολικής αποξένωσης, όταν δηλαδή ένας άνθρωπος χάνει κάθε αίσθηση αυθεντικής ταυτότητας, κάθε αίσθηση του εαυτού του» τονίζει ο Χάσεϊ.

«Αυτό συμβαίνει στα γκέτο των μπανλιέ. Εχουν σχεδιαστεί σαν αστικές φυλακές και είναι η πιο κυριολεκτική αναπαράσταση της "διαφορετικότητας" - της ετερότητας, του αποκλεισμού και του απωθημένου. Εκεί όπου είναι καταδικασμένοι να ζουν οι φοβισμένοι και οι περιφρονημένοι»
τονίζει.
Μητροπούλου Ειρήνη
Δημοσιεύτηκε στο Helios Plus στις 26 Φεβρουαρίου 2014