Η πολιτική των διαβημάτων δεν είναι αρκετή από μόνη της να αποφέρει
αποτελέσματα και πολύ περισσότερο να διαφοροποιήσει την τουρκική
πολιτική και να "μαλακώσει" τη σκληρότητά της. Δεν είναι αρκετή να
προκαλέσει διεθνείς πιέσεις επί της Τουρκίας. Χρειάζεται να αποφασίσει
πρώτιστα ο Πρόεδρος Αναστασιάδης τι θέλει και να διαμορφώσει πολιτική
και στρατηγική στη βάση των πραγματικοτήτων που επικρατούν.Υπάρχει διάγνωση προθέσεων ως προς το τι θέλουν οι εμπλεκόμενες στην
ειρηνευτική διαδικασία χώρες; Τα Ηνωμένα Έθνη, ποια λύση επιδιώκουν και
προωθούν; Λύση σύμφωνη με τις αρχές του Διεθνούς Οργανισμού και τον
Καταστατικό τους Χάρτη; Την οποιαδήποτε λύση, την οποία αρκεί να τη
συμφωνήσουν οι δύο πλευρές;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει, ή μπορεί, να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στη λύση του προβλήματος, λύση η οποία θα υποβοηθήσει και την ταχύτερη ένταξη της Τουρκίας; Και ποια μορφή λύσης θέλει η Ευρώπη; Σύμφωνη με τις αρχές της, ή οποιανδήποτε λύση που θα συμφωνήσουν οι δύο πλευρές; Μπορεί να ασκήσει πίεση επί της Τουρκίας, με μοχλό την ενταξιακή της πορεία; Ή δεν μπορεί;
Ποιες οι προθέσεις των Αμερικανών και των Βρετανών; Επιδιώκουν λύση, ή βολεύονται με τη μη λύση; Θέλουν να πιέσουν την Τουρκία, ή βρίσκουν πιο πρόσφορη την άσκηση πίεσης επί του θύματος;
Μπορεί η Κύπρος να βασίζεται στον διεθνή παράγοντα για μια δίκαιη διευθέτηση του προβλήματος; Ή όσα λέγονται περί συμπαραστάσεως αποτελούν ευσεβοποθισμούς;
Έχει σαφή γνώση των θέσεων και των προθέσεων, όλων αυτών των παραγόντων, η Κυβέρνηση; Πιστεύει ότι διαθέτει συμμάχους στην προσπάθεια να επιτύχει δίκαιη λύση; Έχει τα "όπλα" να κάμψει την τουρκική αδιαλλαξία; Έχει πολιτική αξιοποίησης των στρατηγικών πλεονεκτημάτων της χώρας - γεωγραφικής θέσης, κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και άλλων;
Στη βάση μιας τέτοιας εις βάθος μελέτης και ανάλυσης, επιμετρώντας δυνάμεις και συμμάχους, ας προχωρήσει στη χάραξη πολιτικής. Γιατί αυτό που ονομάζει η Κυβέρνηση πολιτική, δεν είναι πολιτική. Είναι συνέχιση μίας χρεοκοπημένης και απολιθωμένης πορείας, εν γνώσει της ότι ουδέν θα αποφέρει. Είναι μία πολιτική-παρατράβηγμα στον χρόνο, η οποία αποκοιμίζει και τον λαό εδώ, και τη διεθνή κοινότητα, ότι διεξάγεται διάλογος με προοπτική κατάληξης. Στην πραγματικότητα αποτελεί διάλογο διαιώνισης και μονιμοποίησης των τετελεσμένων της κατοχής.
Η επιλογή του Προέδρου Αναστασιάδη είναι, τελικά, επιλογή μίας πολιτικής που δεν οδηγεί πουθενά: Είτε κάθεται και αναμένει τους από μηχανής θεούς να παρέμβουν με ένα ασαφές και πολυερμηνευόμενο ανακοινωθέν και εισέρχεται σε διάλογο εκ των προτέρων καταδικασμένο, είτε αρνείται να συνομιλήσει, αφήνει τον χρόνο να παρέρχεται άκαρπος και να τσιμεντώνει τα τετελεσμένα. Ουσιαστικά, είτε τον ένα δρόμο ακολουθήσει είτε τον άλλο, στον ίδιο σταθμό καταλήγει: Στη μη λύση. Είναι ο δρόμος που καθιστά τα εφικτά, ανέφικτα.
Ο άλλος δρόμος που προσφέρεται, είναι η χάραξη μίας νέας στρατηγικής, η οποία να θέτει το Κυπριακό στη βάση του προβλήματος εισβολής και κατοχής. Με ετοιμότητα μεν να συνομιλήσει η ελληνοκυπριακή πλευρά, με τον πραγματικό υπαίτιο του προβλήματος, την Τουρκία, αλλά και με σχεδιασμό εκστρατείας διεθνούς καταγγελίας της κατοχικής δύναμης, για τα εγκλήματα που διέπραξε κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας και του λαού της.
Ο εποικισμός, η εθνοκάθαρση, η στρατιωτική κατοχή, οι αγνοούμενοι, οι πρόσφυγες, πρέπει να τεθούν ως προμετωπίδα της νέας στρατηγικής. Να αναζητηθούν στρατηγικοί σύμμαχοι και να αξιοποιηθεί η γεωστρατηγική θέση της Κύπρου. Να αξιοποιηθεί ο απόδημος Ελληνισμός, ο οποίος, από μοχλός πίεσης επί των ξένων κέντρων αποφάσεων, εγκαταλείφθηκε και αποξενώθηκε.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Εκτός και αν η ηγεσία αποφάσισε να καταδικάσει τον κυπριακό Ελληνισμό σε αργό θάνατο.http://mignatiou.com/
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει, ή μπορεί, να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στη λύση του προβλήματος, λύση η οποία θα υποβοηθήσει και την ταχύτερη ένταξη της Τουρκίας; Και ποια μορφή λύσης θέλει η Ευρώπη; Σύμφωνη με τις αρχές της, ή οποιανδήποτε λύση που θα συμφωνήσουν οι δύο πλευρές; Μπορεί να ασκήσει πίεση επί της Τουρκίας, με μοχλό την ενταξιακή της πορεία; Ή δεν μπορεί;
Ποιες οι προθέσεις των Αμερικανών και των Βρετανών; Επιδιώκουν λύση, ή βολεύονται με τη μη λύση; Θέλουν να πιέσουν την Τουρκία, ή βρίσκουν πιο πρόσφορη την άσκηση πίεσης επί του θύματος;
Μπορεί η Κύπρος να βασίζεται στον διεθνή παράγοντα για μια δίκαιη διευθέτηση του προβλήματος; Ή όσα λέγονται περί συμπαραστάσεως αποτελούν ευσεβοποθισμούς;
Έχει σαφή γνώση των θέσεων και των προθέσεων, όλων αυτών των παραγόντων, η Κυβέρνηση; Πιστεύει ότι διαθέτει συμμάχους στην προσπάθεια να επιτύχει δίκαιη λύση; Έχει τα "όπλα" να κάμψει την τουρκική αδιαλλαξία; Έχει πολιτική αξιοποίησης των στρατηγικών πλεονεκτημάτων της χώρας - γεωγραφικής θέσης, κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και άλλων;
Στη βάση μιας τέτοιας εις βάθος μελέτης και ανάλυσης, επιμετρώντας δυνάμεις και συμμάχους, ας προχωρήσει στη χάραξη πολιτικής. Γιατί αυτό που ονομάζει η Κυβέρνηση πολιτική, δεν είναι πολιτική. Είναι συνέχιση μίας χρεοκοπημένης και απολιθωμένης πορείας, εν γνώσει της ότι ουδέν θα αποφέρει. Είναι μία πολιτική-παρατράβηγμα στον χρόνο, η οποία αποκοιμίζει και τον λαό εδώ, και τη διεθνή κοινότητα, ότι διεξάγεται διάλογος με προοπτική κατάληξης. Στην πραγματικότητα αποτελεί διάλογο διαιώνισης και μονιμοποίησης των τετελεσμένων της κατοχής.
Η επιλογή του Προέδρου Αναστασιάδη είναι, τελικά, επιλογή μίας πολιτικής που δεν οδηγεί πουθενά: Είτε κάθεται και αναμένει τους από μηχανής θεούς να παρέμβουν με ένα ασαφές και πολυερμηνευόμενο ανακοινωθέν και εισέρχεται σε διάλογο εκ των προτέρων καταδικασμένο, είτε αρνείται να συνομιλήσει, αφήνει τον χρόνο να παρέρχεται άκαρπος και να τσιμεντώνει τα τετελεσμένα. Ουσιαστικά, είτε τον ένα δρόμο ακολουθήσει είτε τον άλλο, στον ίδιο σταθμό καταλήγει: Στη μη λύση. Είναι ο δρόμος που καθιστά τα εφικτά, ανέφικτα.
Ο άλλος δρόμος που προσφέρεται, είναι η χάραξη μίας νέας στρατηγικής, η οποία να θέτει το Κυπριακό στη βάση του προβλήματος εισβολής και κατοχής. Με ετοιμότητα μεν να συνομιλήσει η ελληνοκυπριακή πλευρά, με τον πραγματικό υπαίτιο του προβλήματος, την Τουρκία, αλλά και με σχεδιασμό εκστρατείας διεθνούς καταγγελίας της κατοχικής δύναμης, για τα εγκλήματα που διέπραξε κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας και του λαού της.
Ο εποικισμός, η εθνοκάθαρση, η στρατιωτική κατοχή, οι αγνοούμενοι, οι πρόσφυγες, πρέπει να τεθούν ως προμετωπίδα της νέας στρατηγικής. Να αναζητηθούν στρατηγικοί σύμμαχοι και να αξιοποιηθεί η γεωστρατηγική θέση της Κύπρου. Να αξιοποιηθεί ο απόδημος Ελληνισμός, ο οποίος, από μοχλός πίεσης επί των ξένων κέντρων αποφάσεων, εγκαταλείφθηκε και αποξενώθηκε.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Εκτός και αν η ηγεσία αποφάσισε να καταδικάσει τον κυπριακό Ελληνισμό σε αργό θάνατο.http://mignatiou.com/