Του Κώστα Ράπτη Από τη μια το Ισραήλ ενισχύει την στρατιωτική του συνεργασία με την
Κύπρο, συμμετέχοντας στις 13 και 14 Φεβρουαρίου σε κοινές
κυπρο-ισραηλινές ασκήσεις τις οποίες ήδη ο αντιπρόεδρος του
αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος της Τουρκίας, πρώην
πρέσβης, Osman Faruk Loğoğlu αποκάλεσε “επίδειξη δύναμης”, η οποία
ενθαρρύνεται από την αντίληψη ότι η αντίδραση της Άγκυρας δεν θα είναι
σημαντική. Και από την άλλη, δημοσιεύματα φέρουν το Ισραήλ και την
Τουρκία, για δεύτερη φορά μέσα σε δύο μήνες, να βρίσκονται στα πρόθυρα
αποκατάστασης των διπλωματικών τους σχέσεων, με την υπογραφή συμφωνίας
αποζημίωσης των θυμάτων του πλοίου Mavi Marmara με 20 εκατ. δολάρια
(έναντι αρχικής ισραηλινής προσφοράς 15 εκατ. και αρχικής τουρκικής
απαίτησης για 30 εκατ.) Τι εξηγεί αυτή την ταλάντωση και πώς διαπλέκεται
με την έντονη κινητικότητα των τελευταίων 24ώρων στο Κυπριακό.
Το Ισραήλ πάντοτε παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον το Κυπριακό, αν μη τι άλλο λόγω του “προηγουμένου” που τυχόν επίλυσή του θα δημιουργούσε και για την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Όμως το τελευταίο διάστημα έχουν προστεθεί επιπλέον κίνητρα, στους τομείς της οικονομίας και της ασφάλειας.
Οι εξελίξεις στις αραβικές χώρες δημιουργούν νευρικότητα στο Τελ Αβίβ και ενισχύουν την αίσθηση απομόνωσης του εβραϊκού κράτους. Την ίδια ώρα η καταβύθιση της Συρίας στο χάος, με ανάδειξη των κάθε λογής τζιχαντιστών σε πρωταγωνιστές “επί του εδάφους”, αναδεικνύει την ανάγκη συνεννόησης με την Άγκυρα, η οποία από την πλευρά της έχει κάθε λόγο (όσο και αν η προεκλογική ρητορική του Tayyip Erdoğan στο εσωτερικό ακολουθεί άλλους ρυθμούς) να ξεφύγει από την τωρινή αποτυχία της διπλωματίας της, επιστρέφοντας σε δοκιμασμένες κατά το παρελθόν σχέσεις.
Από αυτή την άποψη, η συφμωνία για το Mavi Marmara είναι υπερώριμη, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι δρομολογήθηκε από τον περασμένο Μάρτιο με την τηλεφωνική επικοινωνία Netanyahu-Erdoğan, παρόντος του Barack Obama. Έκτοτε η Τουρκία έδειξε να χάνει το ενδιαφέρον της για την αποκατάσταση των σχέσεων, ενώ οι αντιπροσωπείες των δύο πλευρών που αντάλλαξαν επισκέψεις από τον Δεκέμβριο δυσκολεύονται να επιλύσουν δύο ζητήματα: η μεν Τουρκία θα πρέπει με έναν εύσχημο τρόπο να υποχωρήσει από την απαίτησή της για άρση του ισραηλινού αποκλεισμού της Λωρίδας της Γάζας (ενδεχομένως “αξιολογώντας θετικά” κάποιες πρόσφατες κινήσεις χαλάρωσής του), ενώ το Ισραήλ αδυνατεί να δεχθεί ότι η αποζημίωση που θα καταβληθεί (στο πλαίσιο διακρατικής συμφωνίας, εγκεκριμένης από τα δύο κοινοβούλια, και όχι απευθείας στις οικογένειες των θυμάτων) σηματοδοτεί νομική αναγνώριση “ενοχής”. Σε κάθε περίπτωση, η όποια συμφωνία θεωρείται πιθανότερο να υλοποιηθεί μετά τις τουρκικές δημοστικές εκλογές στις 30 Μαρτίου.
Την ίδια στιγμή, η πίεση που ασκεί ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών John Kerry για αναβίωση της ισραηλινο-παλαιστινιακής ειρηνευτικής διαδικασίας, φέρνει το ΝΑΤΟ απροσδόκητα στο προσκήνιο της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Mahmud Abbas στην απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους και συνέχιση του ελέγχου των εξωτερικών του συνόρων από το Ισραήλ, αντιπροτείνει την ανάληψη της σχετικής ευθύνης από την Ατλαντική Συμμαχία. Σε συνδυασμό με την ένταξη της Κύπρου στον “Συνεταιρισμό για την Ειρήνη” η έννοια της “νοτιοανατολικής πτέρυγας” του ΝΑΤΟ αρχίζει επί της ουσίας να συμπεριλαμβάνει και την Ανατολική Μεσόγειο.
Μόνο που ένας ΝΑΤΟϊκός σύμμαχος, εν προκειμένω η Τουρκία, ανεβάζει τον πήχυ του ανταγωνισμού στην περιοχή, με δύο κινήσεις οι οποίες θα πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής: αφενός την παρενόχληση το περασμένο Σάββατο του νορβηγικού ερευνητικού σκάφους Princess από την τουρκική φρεγάτα Giresun, βορείως των θαλασσίων οικοπέδων 5 και 6 όπου δραστηριοποιείται με άδεια της Κυπριακής Δημοκρατίας η γαλλική Total, και αφετέρου με την υπογραφή της σύμβασης για την κατασκευή από ισπανική εταιρεία του πρώτου τουρκικού ελικοφόρου, το οποίο θα έχει τη δυνατότητα μεταφοράς ολόκληρης ταξιαρχίας χιλίων ανδρών, ενισχύοντας θεαματικά τις δυνατότητες “προβολής ισχύος” της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία πυροδοτεί δυνάμει μία κούρσα εξοπλισμών που οι γείτονες δεν μπορούν να αγνοήσουν αλλά και η δοκιμαζόμενη οικονομία της δεν μπορεί να αντέξει.
Ο έτερος παράγοντας που προσδιορίζει την ισραηλινή στάση αφορά βεβαίως την προοπτική εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων της ισραηλινής και της κυπριακής ΑΟΖ. Επ΄ αυτού πληθαίνουν τα δείγματα ότι το Ισραήλ περιορίζει το ενδιαφέρον του για την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας (συνυπέγραψε ήδη συμφωνία για τροφοδοσία της Παλαιστινιακής Εταιρείας Ηλεκτρισμού με αέριο από το κοίτασμα Λεβιάθαν, αλλά και για κατασκευή αγωγού 9 μιλίων προς την Ιορδανία), ενώ επανεξετάζει και τις πιθανές εξαγωγικές οδούς. Το κυπριακό σχέδιο για κατασκευή σταθμού υγροποίησης φυσικού αερίου στο Βασιλικό δεν έχει μέλλον εάν στηριχθεί μόνο στην τροφοδοσία του από το κοίτασμα “Αφροδίτη, χωρίς ισραηλινή συμμετοχή, ενώ πληθαίνουν οι φωνές όσων υποστηρίζουν ότι η κατασκευή αγωγού προς την Τουρκία μέσω Κύπρου αποτελεί οικονομικά και πολιτικά την προτιμότερη λύση. Ένα τέτοιο σχέδιο θα έδινε κίνητρα σε όλες τις πλευρές να συνεργασθούν, αλλά προϋποθέτει την επίλυση των χρονιζόντων πολιτικών προβλημάτων, όπως το έθεσε χαρακτηριστικά σε άρθρο του στο Βloomberg στις 20 Ιανουαρίου ο άλλοτε κατεξοχήν αρμόδιος του State Deparmtent για την διπλωματία των αγωγών και νυν μέλος του Δ.Σ. της τουρκικής εταιρείας Turcas Energy Group, Matt Bryza. Οπότε η κινητικότητα περί το Κυπριακό, υπό αμερικανική ενθάρρυνση, αποκτά άλλη διάσταση.
Πηγή:www.capital.gr
Το Ισραήλ πάντοτε παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον το Κυπριακό, αν μη τι άλλο λόγω του “προηγουμένου” που τυχόν επίλυσή του θα δημιουργούσε και για την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Όμως το τελευταίο διάστημα έχουν προστεθεί επιπλέον κίνητρα, στους τομείς της οικονομίας και της ασφάλειας.
Οι εξελίξεις στις αραβικές χώρες δημιουργούν νευρικότητα στο Τελ Αβίβ και ενισχύουν την αίσθηση απομόνωσης του εβραϊκού κράτους. Την ίδια ώρα η καταβύθιση της Συρίας στο χάος, με ανάδειξη των κάθε λογής τζιχαντιστών σε πρωταγωνιστές “επί του εδάφους”, αναδεικνύει την ανάγκη συνεννόησης με την Άγκυρα, η οποία από την πλευρά της έχει κάθε λόγο (όσο και αν η προεκλογική ρητορική του Tayyip Erdoğan στο εσωτερικό ακολουθεί άλλους ρυθμούς) να ξεφύγει από την τωρινή αποτυχία της διπλωματίας της, επιστρέφοντας σε δοκιμασμένες κατά το παρελθόν σχέσεις.
Από αυτή την άποψη, η συφμωνία για το Mavi Marmara είναι υπερώριμη, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι δρομολογήθηκε από τον περασμένο Μάρτιο με την τηλεφωνική επικοινωνία Netanyahu-Erdoğan, παρόντος του Barack Obama. Έκτοτε η Τουρκία έδειξε να χάνει το ενδιαφέρον της για την αποκατάσταση των σχέσεων, ενώ οι αντιπροσωπείες των δύο πλευρών που αντάλλαξαν επισκέψεις από τον Δεκέμβριο δυσκολεύονται να επιλύσουν δύο ζητήματα: η μεν Τουρκία θα πρέπει με έναν εύσχημο τρόπο να υποχωρήσει από την απαίτησή της για άρση του ισραηλινού αποκλεισμού της Λωρίδας της Γάζας (ενδεχομένως “αξιολογώντας θετικά” κάποιες πρόσφατες κινήσεις χαλάρωσής του), ενώ το Ισραήλ αδυνατεί να δεχθεί ότι η αποζημίωση που θα καταβληθεί (στο πλαίσιο διακρατικής συμφωνίας, εγκεκριμένης από τα δύο κοινοβούλια, και όχι απευθείας στις οικογένειες των θυμάτων) σηματοδοτεί νομική αναγνώριση “ενοχής”. Σε κάθε περίπτωση, η όποια συμφωνία θεωρείται πιθανότερο να υλοποιηθεί μετά τις τουρκικές δημοστικές εκλογές στις 30 Μαρτίου.
Την ίδια στιγμή, η πίεση που ασκεί ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών John Kerry για αναβίωση της ισραηλινο-παλαιστινιακής ειρηνευτικής διαδικασίας, φέρνει το ΝΑΤΟ απροσδόκητα στο προσκήνιο της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Mahmud Abbas στην απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους και συνέχιση του ελέγχου των εξωτερικών του συνόρων από το Ισραήλ, αντιπροτείνει την ανάληψη της σχετικής ευθύνης από την Ατλαντική Συμμαχία. Σε συνδυασμό με την ένταξη της Κύπρου στον “Συνεταιρισμό για την Ειρήνη” η έννοια της “νοτιοανατολικής πτέρυγας” του ΝΑΤΟ αρχίζει επί της ουσίας να συμπεριλαμβάνει και την Ανατολική Μεσόγειο.
Μόνο που ένας ΝΑΤΟϊκός σύμμαχος, εν προκειμένω η Τουρκία, ανεβάζει τον πήχυ του ανταγωνισμού στην περιοχή, με δύο κινήσεις οι οποίες θα πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής: αφενός την παρενόχληση το περασμένο Σάββατο του νορβηγικού ερευνητικού σκάφους Princess από την τουρκική φρεγάτα Giresun, βορείως των θαλασσίων οικοπέδων 5 και 6 όπου δραστηριοποιείται με άδεια της Κυπριακής Δημοκρατίας η γαλλική Total, και αφετέρου με την υπογραφή της σύμβασης για την κατασκευή από ισπανική εταιρεία του πρώτου τουρκικού ελικοφόρου, το οποίο θα έχει τη δυνατότητα μεταφοράς ολόκληρης ταξιαρχίας χιλίων ανδρών, ενισχύοντας θεαματικά τις δυνατότητες “προβολής ισχύος” της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία πυροδοτεί δυνάμει μία κούρσα εξοπλισμών που οι γείτονες δεν μπορούν να αγνοήσουν αλλά και η δοκιμαζόμενη οικονομία της δεν μπορεί να αντέξει.
Ο έτερος παράγοντας που προσδιορίζει την ισραηλινή στάση αφορά βεβαίως την προοπτική εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων της ισραηλινής και της κυπριακής ΑΟΖ. Επ΄ αυτού πληθαίνουν τα δείγματα ότι το Ισραήλ περιορίζει το ενδιαφέρον του για την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας (συνυπέγραψε ήδη συμφωνία για τροφοδοσία της Παλαιστινιακής Εταιρείας Ηλεκτρισμού με αέριο από το κοίτασμα Λεβιάθαν, αλλά και για κατασκευή αγωγού 9 μιλίων προς την Ιορδανία), ενώ επανεξετάζει και τις πιθανές εξαγωγικές οδούς. Το κυπριακό σχέδιο για κατασκευή σταθμού υγροποίησης φυσικού αερίου στο Βασιλικό δεν έχει μέλλον εάν στηριχθεί μόνο στην τροφοδοσία του από το κοίτασμα “Αφροδίτη, χωρίς ισραηλινή συμμετοχή, ενώ πληθαίνουν οι φωνές όσων υποστηρίζουν ότι η κατασκευή αγωγού προς την Τουρκία μέσω Κύπρου αποτελεί οικονομικά και πολιτικά την προτιμότερη λύση. Ένα τέτοιο σχέδιο θα έδινε κίνητρα σε όλες τις πλευρές να συνεργασθούν, αλλά προϋποθέτει την επίλυση των χρονιζόντων πολιτικών προβλημάτων, όπως το έθεσε χαρακτηριστικά σε άρθρο του στο Βloomberg στις 20 Ιανουαρίου ο άλλοτε κατεξοχήν αρμόδιος του State Deparmtent για την διπλωματία των αγωγών και νυν μέλος του Δ.Σ. της τουρκικής εταιρείας Turcas Energy Group, Matt Bryza. Οπότε η κινητικότητα περί το Κυπριακό, υπό αμερικανική ενθάρρυνση, αποκτά άλλη διάσταση.