23 Φεβρουαρίου 2014

Το συγκρουσιακό δίπολο Ατλαντικού και Ευρασίας

Του Χριστόδουλου Γιαλλουρίδη

  • Η κρίση στην Ουκρανία αποκτά τη δυναμική μιας παγκόσμιας κρίσης
  • Καθοριστικός ο ρόλος του ρωσικού παράγοντα, όχι για μια προσωρινή διευθέτηση, αλλά για εκ βάθρων επίλυση του προβλήματος της Ουκρανίας, που παραπέμπει στο συγκρουσιακό εσωτερικό και διεθνές δίπολο Ανατολής και Δύσης…
  • ΑΝΤΙΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΕΣ διαδηλώσεις, εκατοντάδες τραυματίες, δεκάδες νεκροί, βανδαλισμοί, συλλήψεις αντικυβερνητικών διαδηλωτών, σκηνές εμφύλιας σύρραξης συνθέτουν το ψηφιδωτό των κυριότερων ουκρανικών πόλεων

Η σύγκρουση στην Ουκρανία, η οποία τις τελευταίες εβδομάδες κορυφώθηκε, δεν είναι μια υπόθεση εσωτερική και μόνο, ούτε παραπέμπει στην αναζήτηση μιας πιο δημοκρατικής κυβέρνησης από την του Γιανούκοβιτς, αλλά προβάλλει δύο πτυχές. Η πρώτη είναι η εσωτερική σύγκρουση ανατολικού και δυτικού τμήματος της χώρας και η αδυναμία της Ουκρανίας για δημοκρατική μετεξέλιξη και εφαρμογή της δημοκρατικής αρχής στο πλαίσιο ενός κράτους δικαίου. Η δεύτερη πτυχή είναι η διεθνής αναμέτρηση Ουάσιγκτον - Μόσχας, Δύσης και Ρωσικής Ομοσπονδίας για τον γεωπολιτικό έλεγχο του χώρου και τον περιορισμό της ρωσικής επιρροής.

Στην Ουκρανία, το τελευταίο διάστημα, έχει διαμορφωθεί ένα σκηνικό εμφυλίου πολέμου μεταξύ αφενός της κυβέρνησης του Προέδρου Βίκτορ Γιανούκοβιτς και της αντιπολίτευσης, που εκφράζεται μέσω των διαδηλωτών. Η απόφαση του Ουκρανού Προέδρου να μην αποδεχθεί συμφωνίες που αφορούν στο εμπόριο με την Ευρωπαϊκή Ένωση και, ως εκ τούτου, να στραφεί περισσότερο προς τη ρωσική προοπτική, αποτέλεσε την αφορμή για την πυροδότηση και εκδήλωση μιας ολοένα αυξανόμενης και εν πολλοίς ανεξέλεγκτης, όπως διαμορφώνεται στο παρόν στάδιο, κρίσης, στο εσωτερικό της Ουκρανίας.

Η ουκρανική αντιπολίτευση συσπειρώνεται και διαμαρτύρεται σε οξύτατους τόνους και με τραγικά αποτελέσματα, για την απόφαση του Προέδρου να επιλέξει μια μονοδιάστατη προσέγγιση της Ουκρανίας με τη Ρωσία. Ενώ, αρχικά, το κίνημα των διαδηλωτών εκδήλωνε έντονα, πλην ειρηνικά, την αντίθεσή του προς την απόφαση του Γιανούκοβιτς, η συνέχεια φαίνεται να έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, αφού μετρώνται δεκάδες θύματα αυτής της διαιρετικής τάσης του ουκρανικού λαού και επικράτειας.

Αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις, διαξιφισμοί, εκατοντάδες τραυματίες, δεκάδες νεκροί, βανδαλισμοί δημοσίων κτιρίων, συλλήψεις αντικυβερνητικών διαδηλωτών, σκηνές εμφύλιας σύρραξης συνθέτουν το ψηφιδωτό των κυριότερων ουκρανικών πόλεων.

Η Ουκρανία ανεξαρτητοποιήθηκε ως κράτος με την κατάρρευση της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών το 1991, συνεχίζοντας όμως να διατηρεί ιστορικά δοκιμασμένους καταλυτικούς δεσμούς με τη Ρωσική Ομοσπονδία. Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην Ουκρανία είναι εξαιρετικά σημαντική για τη γεωπολιτική της περιοχής, αλλά και για την ίδια τη Ρωσία, το δόγμα που κυριαρχεί στις διεθνείς σχέσεις και στην εξωτερική της πολιτική, που καθορίστηκε από το 1992 ως «Εγγύς Εξωτερικό».

Το Δόγμα του «Εγγύς Εξωτερικού» είναι ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και αναφέρεται στη γεωπολιτική, ο οποίος συμπυκνώνει τη στρατηγική της Ρωσικής Ομοσπονδίας σε σχέση με τα 14 διάδοχα κράτη της πρώην ΕΣΣΔ. Τα νέα κράτη που δημιουργήθηκαν από την πτώση των Σοβιετικών Δημοκρατιών δημιούργησαν ένα δίπολο μεταξύ «Ατλαντικού» και «Ευρασίας». Πιο συγκεκριμένα, αφενός τα νέα κράτη θα επεδίωκαν μια στενότερη σχέση με τον δυτικό κόσμο, τόσο στο επίπεδο της οικονομικής στήριξης όσο και σε αυτό της μετάβασής τους προς ένα δημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης. Οι σχέσεις της Ρωσίας με τον δυτικό κόσμο θα έπρεπε να αποτελούν προτεραιότητα στη διαμόρφωση της πολιτικής της.

Ο δεύτερος πόλος υπήρξε η πεποίθηση μιας αποδυνάμωσης της Ρωσίας σε περίπτωση διαρκούς εξάρτησής της από τη Δύση, αποδυνάμωση που αφορά στην εθνική ταυτότητα, τις παραδόσεις και τα πρότυπα. Όσον αφορά την πτυχή της εξωτερικής πολιτικής, η Ρωσία θα καθίστατο δυνητικά ένας παγκόσμιος διαμεσολαβητής μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας, συμπεριλαμβανομένου του ισλαμικού στοιχείου.

Η Ουκρανία είναι μια χώρα που θα μπορούσε να θεωρηθεί διαιρεμένη σε δύο μέρη, το ρωσοκυριαρχούμενο, το οποίο είναι κατά κύριο λόγο χριστιανικό - ορθόδοξο, και το δυτικό, το οποίο λειτουργεί εν είδει επαρχίας μιας καθολικής Δύσης. Ο Κίσιγκερ σε σχετική συνέντευξή του στο ειδησεογραφικό πρακτορείο CNN, ημερομηνίας 31 Ιανουαρίου 2014, επισημαίνει χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στον ρόλο της Ρωσίας στην περίπτωση της Ουκρανικής κρίσης, πως «ο Ρώσος Πρόεδρος Πούτιν αντιλαμβάνεται την ανάμειξη της Ουάσιγκτον στην ουκρανική υπόθεση ως μια γενική πρόβα για την καθεστωτική αλλαγή στη Μόσχα».

Ο Κίσιγκερ, προσεγγίζοντας το ζήτημα της Ουκρανίας υπό την οπτική του Πούτιν, εστιάζει στο ότι η Ρωσία φοβάται πως τα τεκταινόμενα στην πρώην επικράτεια της Ένωσης Σοβιετικών Δημοκρατιών μπορούν να λειτουργήσουν ως προπομπός για το τι σκοπεύουν οι ΗΠΑ να δημιουργήσουν στη Ρωσία και στο μαλακό της υπογάστριο, δηλαδή το εγγύς εξωτερικό.

Όσον αφορά τη στάση των ΗΠΑ, ο Κίσιγκερ υποστηρίζει πως η κυβέρνηση Ομπάμα χειρίζεται την κατάσταση με τρόπο, ο οποίος ταιριάζει περισσότερο σε επίλυση θεμάτων κυριακάτικης τηλεοπτικής εκπομπής, δηλαδή χωρίς να λαμβάνει υπόψη της ένα μακροπρόθεσμο ορίζοντα εξελίξεων και γεγονότων, αλλά και την αυτοκρατορική αυτοσυνειδησία της Ρωσίας. Η εδραία πεποίθηση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, που σφυρηλατείται δυναμικά από το 2001, μετά την ανάληψη της πολιτικής εξουσίας στη Μόσχα από τον Βλαντιμίρ Πούτιν, κατευθύνει τη σύλληψη της στρατηγικής, την ταυτότητα και την άσκηση πολιτικής, με τρόπο ώστε να αντανακλάται η εσωτερική εικόνα συσπείρωσης προς τα έξω.

Αυτό που υποστηρίζει ο Κίσιγκερ, σε έναν μάλλον προειδοποιητικό τόνο, είναι πως η Ρωσία είναι μια χώρα που μπορεί να αποδείξει ανά πάσα στιγμή, τόσο στο εσωτερικό της όσο και στις εξωτερικές της σχέσεις, το γεγονός πως είναι ικανή να προβεί σε δράση εάν πληγούν τα συμφέροντά της, στρατηγικής υφής, στέλνοντας παράλληλα το μήνυμα προς τρίτους να μην την εξαναγκάσουν να τα υπερασπιστεί εν τοις πράγμασι!

Αυτό που έκανε το 2008 στην περίπτωση της Γεωργίας, όπου παρενέβη και ακύρωσε το εσωτερικό πραξικόπημα του τότε προέδρου, E. Shevardnadze, λειτούργησε και λειτουργεί ως αποτροπή για κάθε «πρωτοβουλία» της Δύσης σε σχέση με το εγγύς εξωτερικό της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αλλά και τις διεθνείς γεωπολιτικές συμμαχίες της (βλ. συριακή κρίση).

Η αποτυχία της εγκαθίδρυσης δημοκρατικών πολιτικών συστημάτων
Η ΟΥΚΡΑΝΙΚΗ κρίση αναδεικνύει πέραν της σύγκρουσης Ανατολής - Δύσης και της εκδήλωσής της σε μία σύγχρονη μεταμοντέρνα «θερμή» εκδοχή, την αποτυχία της εγκαθίδρυσης δημοκρατικών πολιτικών συστημάτων στις περισσότερες χώρες του πρώην Ανατολικού συνασπισμού, όλως ιδιαιτέρως των 14 χωρών της ΕΣΣΔ. Η δημοκρατική αρχή σε αυτές τις χώρες λειτουργεί τύποις, δηλαδή ως μία μέθοδος νομιμοποίησης της εξουσίας παλαιών στελεχών και παραγόντων του σοβιετικού κομμουνιστικού κόμματος, όπου το κράτος δικαίου ως ατομικές ελευθερίες, ανθρώπινα δικαιώματα και ως δημοκρατική πολιτική κουλτούρα, δηλαδή μετοχή ατόμων, ομάδων και θεσμών στο πολιτικό γίγνεσθαι, είναι ελλειμματική και κακέκτυπο προσαρμογής δυτικών προτύπων.
Τόσο η κρίση στη Γεωργία στο παρελθόν, όσο και αυτή της Ουκρανίας σήμερα, καταδεικνύουν τη συνέχεια του Ψυχρού Πολέμου σε μια άλλη μορφή, που έχει ως περιεχόμενό της την τάση των δυτικών κρατών να ασκούν επιρροή και έλεγχο στον γεωπολιτικό χώρο της Ρωσίας, περιορίζοντας κατά το δυνατόν, καμιά φορά και ασφυκτικά, τις δυνατότητες και κυρίως τη δυναμική της Μόσχας, η οποία εσχάτως επιχειρεί να αναδυθεί σε μεγάλη δύναμη παγκόσμιας επιρροής.

Συνεπώς, η κρίση στην Ουκρανία αποκτά τη δυναμική μιας παγκόσμιας κρίσης και δεν μπορεί να επιλυθεί χωρίς την συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις, του ρωσικού παράγοντα, ο οποίος είναι καθοριστικός, όχι για μια προσωρινή διευθέτηση, αλλά για εκ βάθρων επίλυση του προβλήματος της Ουκρανίας, που παραπέμπει στο συγκρουσιακό εσωτερικό και διεθνές δίπολο Ανατολής και Δύσης.

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου