© Φωτογραφία: «Вести.Ru»Διασπάστηκε η συριακή
αντιπολίτευση. Δεκατρείς μεγάλες ανταρτικές οργανώσεις δήλωσαν πως δεν
αναγνωρίζουν την Εθνική Συμμαχία και την κυβέρνηση του Αχμάντ Τουμέχ. Οι
ισλαμιστές δήλωσαν πως ήρθαν σε ρήξη με τους πιο φιλελεύθερους
αντιπάλους του Μπασάρ Άσαντ και κάλεσαν τους οπαδούς τους να
καθοδηγούνταν από τις αρχές της Σαρία. Κατά τη γνώμη ορισμένων αναλυτών,
η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο και μπορεί να καταλήξει σε σφαγή.
Εκείνες οι δυνάμεις, οι οποίες πολεμούν επισήμως κατά της Δαμασκού, ποτέ δεν ήταν ενιαίες. Τις ενώνει μόνο ένα πράγμα – η επιδίωξη αλλαγής προέδρου. Παρακάτω όλοι βλέπουν το μέλλον της χώρας ο καθένας από τη δική του σκοπιά. Κάποιοι βλέπουν την πρόταση οικοδόμησης ενός χαλιφάτου στα εδάφη της Συρίας. Κάποιοι άλλοι, εκείνους που αποκαλούν μετριοπαθείς, θέλουν να δουν τη Συρία πιο δημοκρατική, να απαλλαγούν από την εικόνα της χώρας – παρία. Για κάποιους τρίτους είναι μια προσπάθεια να οικοδομήσουν το δικό τους κράτος: δεν αρέσει σε όλους ότι στην ηγεσία της Συρίας βρίσκονται οι αλεβίτες.
Τη διαδικασία της διάσπασης της συμμαχίας κατά του Άσαντ επιτάχυναν τα γεγονότα του τελευταίου μηνός: η συμφωνία της Δαμασκού να θέσει υπό διεθνή έλεγχο το χημικό της οπλοστάσιο, και, κατ’ επέκταση, το πάγωμα της στρατιωτικής επιχείρησης που μόλις είχε ξεκινήσει. Η θέα των αμερικανικών αεροπλανοφόρων στις συριακές ακτές έκανε χαρούμενους τους αντάρτες δίνοντας τους ελπίδες για σύντομη νίκη – να όμως που ξεγλίστρησε μέσα από τα χέρια τους. Φυσικά, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν: κάθε ομάδα ενοχοποιεί για τις αποτυχίες τους υπόλοιπους εταίρους στη συμμαχία.
Ο Μπασάρ Άσαντ, φυσικά, θα πρέπει να αξιοποιήσει αυτή τη συγκυρία, θεωρεί το μέλος της Ρωσικής Επιτροπής Αλληλεγγύης με τους λαούς της Λιβύης και της Συρίας Ολέγκ Φομίν:
Οι αντάρτες στην πραγματικότητα καλούν τις δυνάμεις που είναι αντιπολιτευόμενες στον πρόεδρο Άσαντ, να αναδιοργανωθούν και να ενωθούν στη βάση του Ισλάμ, το οποίο, κατά τους ίδιους, είναι «η μοναδική πηγή του νόμου». Ωστόσο, αυτό δεν ενοχλεί διάφορες ομάδες να εξοντώνουν η μία την άλλη. Ο Βλαντίμιρ Ισάγιεφ θεωρεί πως η αντιπαράθεση των ομάδων μπορεί να μετεξελιχθεί σε «γενικευμένη σφαγή».
Στο μεταξύ, η Εθνική Συμμαχία, την οποία εγκατέλειψαν οι ριζοσπάστες, δήλωσε πως είναι έτοιμη να συμμετάσχει στην ειρηνευτική διάσκεψη «Γενεύη 2», ανεξάρτητα από το ότι νωρίτερα η αντιπολίτευση έθετε ως όρο συμμετοχής στις διαπραγματεύσεις την αποχώρησή από την εξουσία του Μπασάρ Άσαντ. Οι Ρώσοι και οι Αμερικανοί διπλωμάτες προσπαθούν να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τους εκπροσώπους των αρχών και της αντιπολίτευσης εδώ και ένα και πλέον χρόνο. Αυτή την εβδομάδα στο ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών δήλωσαν πως υπάρχει δυνατότητα σύγκλισης της διάσκεψης. Γι’ αυτό όμως απαιτείται η «ευρεία εκπροσώπηση» των συριακών αντιπολιτευόμενων ομάδων.
Η αντιπαράθεση μεταξύ των εκπροσώπων των
φιλοδυτικών δυνάμεων και των ισλαμιστών εξτρεμιστών μπορεί να
μετεξελιχθεί σε κανονικό πόλεμο. Από τα μέση Σεπτεμβρίου η ομάδα
«Ισλαμικό κράτος του Ιράν και της Ανατολής» είχε ανακοινώσει την έναρξη
ένοπλων ενεργειών κατά των πρώην συμμάχων της – τον Ελεύθερο Συριακό
Στρατό. Λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλία των δυνάμεων που απαρτίζουν τη
συριακή αντιπολίτευση, το σχίσμα ήταν αναμενόμενο, σημείωσε, μιλώντας
στη «Φωνή της Ρωσίας» ο ειδικός στις ανατολικές σπουδές Βλαντίμιρ
Ισάγιεφ:
Εκείνες οι δυνάμεις, οι οποίες πολεμούν επισήμως κατά της Δαμασκού, ποτέ δεν ήταν ενιαίες. Τις ενώνει μόνο ένα πράγμα – η επιδίωξη αλλαγής προέδρου. Παρακάτω όλοι βλέπουν το μέλλον της χώρας ο καθένας από τη δική του σκοπιά. Κάποιοι βλέπουν την πρόταση οικοδόμησης ενός χαλιφάτου στα εδάφη της Συρίας. Κάποιοι άλλοι, εκείνους που αποκαλούν μετριοπαθείς, θέλουν να δουν τη Συρία πιο δημοκρατική, να απαλλαγούν από την εικόνα της χώρας – παρία. Για κάποιους τρίτους είναι μια προσπάθεια να οικοδομήσουν το δικό τους κράτος: δεν αρέσει σε όλους ότι στην ηγεσία της Συρίας βρίσκονται οι αλεβίτες.
Τη διαδικασία της διάσπασης της συμμαχίας κατά του Άσαντ επιτάχυναν τα γεγονότα του τελευταίου μηνός: η συμφωνία της Δαμασκού να θέσει υπό διεθνή έλεγχο το χημικό της οπλοστάσιο, και, κατ’ επέκταση, το πάγωμα της στρατιωτικής επιχείρησης που μόλις είχε ξεκινήσει. Η θέα των αμερικανικών αεροπλανοφόρων στις συριακές ακτές έκανε χαρούμενους τους αντάρτες δίνοντας τους ελπίδες για σύντομη νίκη – να όμως που ξεγλίστρησε μέσα από τα χέρια τους. Φυσικά, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν: κάθε ομάδα ενοχοποιεί για τις αποτυχίες τους υπόλοιπους εταίρους στη συμμαχία.
Ο Μπασάρ Άσαντ, φυσικά, θα πρέπει να αξιοποιήσει αυτή τη συγκυρία, θεωρεί το μέλος της Ρωσικής Επιτροπής Αλληλεγγύης με τους λαούς της Λιβύης και της Συρίας Ολέγκ Φομίν:
Από
τη μία πλευρά είναι ένα καλό νέο για την κυβέρνηση του Άσαντ. Η
αντιπολίτευση όμως μπορεί να τα ξαναβρεί. Τους ενώνει το μίσος. Για τους
ισλαμιστές είναι αδιανόητο το κοσμικό κράτος. Οι άλλοι – ο Ελεύθερος
Στρατός απλά θέλει την εξουσία. Έτσι, υπό την οπτική γωνία της τακτικής
αυτό μπορεί να είναι και καλύτερο. Δεν αξίζει να ελπίζει όμως κανείς ότι
αυτοί, σε τελική ανάλυση, θα ξεκινήσουν να εξοντώνουν ο ένας το άλλον.
Οι αντάρτες στην πραγματικότητα καλούν τις δυνάμεις που είναι αντιπολιτευόμενες στον πρόεδρο Άσαντ, να αναδιοργανωθούν και να ενωθούν στη βάση του Ισλάμ, το οποίο, κατά τους ίδιους, είναι «η μοναδική πηγή του νόμου». Ωστόσο, αυτό δεν ενοχλεί διάφορες ομάδες να εξοντώνουν η μία την άλλη. Ο Βλαντίμιρ Ισάγιεφ θεωρεί πως η αντιπαράθεση των ομάδων μπορεί να μετεξελιχθεί σε «γενικευμένη σφαγή».
Στο μεταξύ, η Εθνική Συμμαχία, την οποία εγκατέλειψαν οι ριζοσπάστες, δήλωσε πως είναι έτοιμη να συμμετάσχει στην ειρηνευτική διάσκεψη «Γενεύη 2», ανεξάρτητα από το ότι νωρίτερα η αντιπολίτευση έθετε ως όρο συμμετοχής στις διαπραγματεύσεις την αποχώρησή από την εξουσία του Μπασάρ Άσαντ. Οι Ρώσοι και οι Αμερικανοί διπλωμάτες προσπαθούν να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τους εκπροσώπους των αρχών και της αντιπολίτευσης εδώ και ένα και πλέον χρόνο. Αυτή την εβδομάδα στο ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών δήλωσαν πως υπάρχει δυνατότητα σύγκλισης της διάσκεψης. Γι’ αυτό όμως απαιτείται η «ευρεία εκπροσώπηση» των συριακών αντιπολιτευόμενων ομάδων.
*Η άποψη της σύνταξης μπορεί να μη συμπίπτει με την άποψη του/της αρθρογράφου