Γράφει ο Σταύρος ΛυγερόςΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ του 2012, ο
πρωθυπουργός ήλπιζε η κυβέρνηση να καταφέρει να φθάσει αλώβητη στον
Ιούνιο. Το καλοκαίρι είναι πάντα περίοδος πολιτικής χαλάρωσης. Oλα
δείχνουν, άλλωστε, ότι η φετινή τουριστική κίνηση θα είναι αυξημένη,
γεγονός που εκ των πραγμάτων θα δώσει μία κάποια ανάσα στην ασφυκτιώσα
αγορά. Κατά πάσα πιθανότητα, λοιπόν, η κυβέρνηση θα φθάσει χωρίς
απώλειες μέχρι τις γερμανικές εκλογές (22 Σεπτεμβρίου 2013), οι οποίες
έχουν αναδειχθεί σ’ ένα μυθοποιημένο ορόσημο για τις εξελίξεις όχι μόνο
στην Ελλάδα, αλλά και σ’ oλόκληρη την Ευρώπη.
Eχοντας βάλει όλα τα αβγά του στο γερμανικό καλάθι, ο Σαμαράς ελπίζει
ότι μετά τις γερμανικές εκλογές η Μέρκελ, που όλα δείχνουν ότι θα
παραμείνει στην καγκελαρία, θα ανάψει το πράσινο φως για το «κούρεμα»
και του ελληνικού χρέους που βρίσκεται στα χέρια των χωρών-μελών της
ευρωζώνης και της ΕΚΤ. Για να υλοποιηθεί η σχετική υπόσχεση, η Ελλάδα
πρέπει να έχει πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά αυτό δεν είναι ανυπέρβλητο
εμπόδιο. Συνεχίζοντας την παράδοση των κυβερνήσεων Παπανδρέου και
Παπαδήμου, η κυβέρνηση Σαμαρά, παρά τις αντίθετες υποσχέσεις της,
παρατείνει τη μερική στάση πληρωμών στο εσωτερικό, γεγονός που της
επιτρέπει να εμφανίσει πλασματικό πρωτογενές πλεόνασμα.
Αντίστροφη μέτρηση
Η δραστική μείωση του ελληνικού χρέους, την οποία απαιτεί και το ΔΝΤ,
θεωρείται από τον πρωθυπουργό κρίσιμης σημασίας, επειδή εκτιμά πως θα
ανοίξει τον δρόμο για τη σταδιακή επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές. Η
εκτίμηση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι τα επιτόκια δανεισμού της
Ιταλίας και της Ισπανίας παρουσιάζουν μεγάλη πτώση, σε συνδυασμό με τα
πρώτα επιτυχή βήματα της Πορτογαλίας για δική της επιστροφή στις αγορές.
Εάν πραγματοποιηθεί κι αυτό το «κούρεμα» και εάν δρομολογηθούν κάποιες
μεγάλες επενδύσεις, ο Σαμαράς θα ισχυρισθεί ότι έχει αρχίσει η
αντίστροφη μέτρηση για την απεμπλοκή από το μνημόνιο. Ενας ισχυρισμός
που θα αναπαραχθεί και πολλαπλασιασθεί από τα κατεστημένα ΜΜΕ,
αναζωπυρώνοντας την ελπίδα ότι ο Γολγοθάς θα τελειώσει σύντομα.
Η πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ διαφορετική. Ακόμα κι αν τελικώς
αποφασισθεί το πρόσθετο «κούρεμα», κατά πάσα πιθανότητα θα συνοδευθεί
από κάποιου είδους «κούρεμα» και των ελληνικών καταθέσεων, σύμφωνα με
την τάση που επικρατεί πλέον στην ευρωζώνη. Αλλά ούτε και η μείωση του
ελληνικού χρέους είναι από μόνη της ικανή να σπάσει τον φαύλο κύκλο της
ύφεσης και να θέσει την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης. Η πολιτική της
μονοδιάστατης λιτότητας επιτείνει τις συνθήκες ασφυξίας της αγοράς, με
αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται τα οικονομικά και κατ’ επέκταση τα
κοινωνικά ερείπια.
Η απειλή της ρήτρας
Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι δεν πρόκειται να ληφθούν νέα μέτρα. Ακόμα
κι αν παραβλέψουμε ότι η διαβεβαίωση έχει δοθεί και έχει παραβιασθεί
πολλές φορές την τελευταία τριετία, υπάρχει η ρήτρα της αυτόματης
δημοσιονομικής προσαρμογής. Η συνεχιζόμενη ύφεση καθιστά αναπόφευκτη τη
μείωση των εσόδων, δηλαδή τις δημοσιονομικές αποκλίσεις και κατ’
επέκταση τη λήψη νέων μέτρων, τα οποία με τη σειρά τους θα αναπαράγουν
τον φαύλο κύκλο.
Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση καταφεύγει σε φθηνά προπαγανδιστικά
κόλπα για να στηρίξει τις συνεχώς διαψευδόμενες αισιόδοξες προβλέψεις
και να δημιουργήσει πλασματική εικόνα σταθεροποίησης. Ενα τέτοιο κόλπο
είναι ο ισχυρισμός ότι το τελευταίο διάστημα οι προσλήψεις είναι
περισσότερες από τις απολύσεις. Προσθέτουν τις επιδοτούμενες ολιγόμηνες
συμβάσεις και βεβαίως τις επαναπροσλήψεις εργαζομένων με ατομικές
συμβάσεις μερικής ή και πλήρους απασχόλησης και βεβαίως με πολύ
χαμηλότερες αμοιβές.
Η κυβέρνηση μπορεί και να συμπεριφέρεται σαν οδοστρωτήρας και
ταυτοχρόνως να καλλιεργεί με σχετική επιτυχία φρούδες ελπίδες, επειδή η
πλειονότητα της μικρομεσαίας θάλασσας είναι προς το παρόν ευεπίφορη στην
παραμυθία. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στο σοκ. Οφείλεται κυρίως στο
γεγονός ότι η μικρομεσαία θάλασσα, που αποτελεί τον κορμό της ελληνικής
κοινωνίας, είναι από τη φύση της νοοτροπιακά ανίκανη να συσπειρωθεί και
να προβάλει οργανωμένη συλλογική αντίσταση. Το εμπόδιο γίνεται ακόμα πιο
μεγάλο λόγω των δεδομένων ιδεολογικών διαχωρισμών, αλλά και λόγω της
ανυπαρξίας αξιόπιστης εναλλακτικής πολιτικής λύσης.
...το επώδυνο δίλημμα της μικρομεσαίας θάλασσας
ΚΑΘ’ ΟΛΗ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ της μεταπολιτευτικής περιόδου, οι κινητοποιήσεις
ήταν μία μορφή διαπραγμάτευσης με την εκάστοτε κυβέρνηση που συνήθως
κατέληγε σε κάποιον συμβιβασμό. Σήμερα, τον τελευταίο λόγο τον έχει η
τρόικα και ως εκ τούτου περιθώρια συμβιβασμών δεν υπάρχουν. Οι
παραδοσιακές κινητοποιήσεις, λοιπόν, δεν μπορούν να αποδώσουν.
Ανίκανες να σταματήσουν τον οδοστρωτήρα του μνημονίου αποδείχθηκαν και
οι μαζικές διαδηλώσεις των Αγανακτισμένων το 2011. Στην πραγματικότητα,
εκείνες οι αυθόρμητες και ιδεολογικά οριζόντιες κινητοποιήσεις δεν ήταν
τίποτα άλλο από κραυγές οργής, από μια ύστατη προσπάθεια της κοινωνίας
να ανατρέψει κατά βάση με ειρηνικό τρόπο την ασκούμενη πολιτική.
Η μικρομεσαία θάλασσα, που υφίσταται τις καταστρεπτικές συνέπειες,
αντιμετωπίζει ένα επώδυνο δίλημμα: ή να συνεχίσει την προσπάθεια
ατομικής επιβίωσης, ελπίζοντας ότι ο Γολγοθάς σύντομα θα τελειώσει, ή να
υπερβεί τον εαυτό της και να εξεγερθεί, προκαλώντας μία κοινωνική
έκρηξη που εκ των πραγμάτων θα είναι τυφλή και βίαιη.
Προς το παρόν, η πλειονότητα των μικρομεσαίων δείχνει να επιλέγει το
πρώτο και γι’ αυτό έχει ψυχολογική ανάγκη να πιαστεί από την ελπίδα.
Αυτός είναι ο λόγος που η ρητορική του πρωθυπουργού βρίσκει ακόμα
ακροατήριο. Οσο, βεβαίως, η κοινωνία δεν προβάλλει αντίσταση, η
τρικομματική κυβέρνηση θα παραμένει στην εξουσία και ο οδοστρωτήρας του
μνημονίου θα συνεχίζει το έργο του. Η νηνεμία που επικρατεί, ωστόσο, δεν
είναι καθόλου απόδειξη ότι η κοινωνία έχει υποταχθεί. Η Ιστορία
διδάσκει ότι η κοινωνική δυναμική είναι απρόβλεπτη και συχνά οι νηνεμίες
εγκυμονούν κοινωνικές εκρήξεις. Ολες οι προϋποθέσεις για να συμβεί
αυτό, άλλωστε, βρίσκονται ήδη στο τραπέζι, χωρίς βεβαίως αυτό να
σημαίνει ότι μία τέτοια εξέλιξη είναι αναπόφευκτη.